Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ για το άρ. 15 παρ. 6: 6. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 218 του Ποινικού Κώδικα προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος κατ’ επάγγελμα καταρτίζει πλαστά ή νοθεύει γνήσια προϊόντα κομίστρου των δημοσίων συγκοινωνιών (ισχύοντα εισιτήρια ή κάρτες- κουπόνια απεριορίστων διαδρομών) με σκοπό να τα χρησιμοποιήσει ή τα προσφέρει στην αγορά ή να τα εισάγει σε κυκλοφορία.» Αρχικά πολλά θα μπορούσε να πει κανείς για την μη αναγκαιόρτητα της ιδιαίτερης πρόβλεψης, καθώς η πράξη αυτή ήδη τιμωρείται με κάθειρξη έως 10 έτη, ενώ η διακεκριμένες περιπτώσεις του άρ 218 ΠΚ αναφέρονται σε ένσημα κλπ που δεν μπορούν να εξομοιωθούν με τα εισητήρια. Στα αμιγώς νομικά πάντως διακρίνω ότι η διάταξη για την ιδιαίτερη (διακεκριμένη) περίπτωση πλαστογραφίας εισητηρίων είναι προδήλως αντισυνταγματική, καθώς η προβλεπόμενη ποινή είναι δυσανάλογη. Ειδικότερα είναι σε πλήρη δυσαναλογία με το άρθρο 216 παρ. 3 ΠΚ, όπου για να αναχθεί η πλαστογραφία σε κακούργημα (με ποινή 5-10 έτη) απαιτείται είτε α)το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των εβδομήντα τριών χιλιάδων (73.000)ευρώ είτε β) ο υπαίτιος να διαπράττει πλαστογραφίες κατ` επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των δέκα πέντε χιλιάδων (15.000)ευρώ. Συνεπώς για την αναγωγή της πλαστογραφίας εισητηρίων σε κακούργημα δεν αρκεί μόνο η κατ' επάγγελμα τέλεση, αλλά απαιτείται τουλάχιστον η σύνδεσή της και με τα ποσά του άρ. 216 παρ. 3 ΠΚ.