Αρχική Ρυθμίσεις για την αγορά διαδικτυακών παιγνίων- Τροποποίηση του ν. 4002/2011Άρθρο 13 – Τροποποίηση του άρθρου 50 του ν. 4002/2011Σχόλιο του χρήστη Intralot | 5 Οκτωβρίου 2018, 11:16
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Άρθρο 13 – Τροποποίηση του άρθρου 50 του ν. 4002/2011 Παράγραφος 2. Η κατάργηση της φορολογικού χαρακτήρα διάταξης του άρθρου 50.7 του ν. 4002/11 που καθόριζε ότι τα ποσά των παραγράφων 1 έως 6 του άρθρου 50 λογίζονται ως δαπάνες και εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έξοδα (περιλαμβάνονται και το ποσοστό συμμετοχής του Ε.Δ. από τα έσοδα των παιχνιδιών που σήμερα είναι 35% στο GGR) δεν είναι κατανοητή και ενδεχομένως είναι προβληματική από λογιστικής πλευράς για τις ημεδαπές εταιρείες και σίγουρα για όσες δεν έχουν έδρα ή μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα. Γενικό σχόλιο Μείωση υφιστάμενου συντελεστή συμμετοχής του Ελληνικού Δημοσίου στα έσοδα από την λειτουργία των παιγνίων ώστε να μην υπερβαίνει το 30%. Αιτιολόγηση της πρότασης: Η επιβολή υψηλής φορολογίας ευνοεί την παροχή υπηρεσιών από μη αδειοδοτημένους/ ρυθμισμένους παρόχους («μαύρη αγορά»), μειώνοντας παράλληλα και τα έσοδα του κράτους. Το μέγεθος της αδειοδοτημένης αγοράς είναι αντιστρόφως ανάλογο της φορολογίας και αυτό φαίνεται από το channeling rate (ποσοστό του τζίρου της εγχώριας ηλεκτρονικής αγοράς που έχει ρυθμιστεί επί του συνόλου του διαδικτυακού τζίρου) μεταξύ χωρών με διαφορετική φορολογία. Στην Ελλάδα ο συγκεκριμένος δείκτης είναι κοντά στο 55% (μέτριο) ενώ σε χώρες με χαμηλή φορολόγηση (βλέπε Δανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιταλία) είναι πάνω από 85% , οδηγώντας στην περαιτέρω αύξηση των δημόσιων εσόδων. Ως προς τον τρόπο φορολόγησης, η ευρωπαϊκή εμπειρία δείχνει ότι τα πιο επιτυχημένα μοντέλα που ευνοούν την ανάπτυξη της αγοράς είναι αυτά που βασίζονται σε φορολόγηση επί των ακαθαρίστων εσόδων GGR (και όχι επί του ποσού συμμετοχής των παικτών), και παράλληλα έχουν μέτριους ή χαμηλούς συντελεστές φορολόγησης. Η Ελλάδα έχει ένα τέτοιο μοντέλο (επί του GGR) αλλά ο συντελεστής που εφαρμόζεται είναι ο υψηλότερος από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα (35%). Ακόμα και σε χώρες με υψηλότερη γενική φορολόγηση όπως Ιταλία, Ηνωμένο Βασίλειο (το βέλτιστο μοντέλο), o φόρος επί των ακαθάριστων εσόδων των παρόχων κυμαίνεται μεταξύ 15% με 25%. Επιπροσθέτως στα πλαίσια του υγιούς ανταγωνισμού και για την καλύτερη ρύθμιση της αγοράς (channeling rate), προτείνεται να δημιουργηθεί ένας ισχυρός ελεγκτικός μηχανισμός που θα είναι χρηματοδοτούμενος από την διαδικτυακή αγορά, μέσω της φορολόγησης των ακαθάριστων εσόδων των παρόχων (~1% στο GGR). Θεωρούμε, τέλος, ότι η φορολογία των διαδικτυακών παιγνίων δεν είναι εύλογο να εξισώνεται με την επίγεια δραστηριότητα (35%) καθώς το περιθώριο κέρδους των διαδικτυακών παιγνίων διεθνώς είναι κατά μέσο όρο σημαντικά χαμηλότερο του επίγειου λόγω των ανταγωνιστικών αποδόσεων στον παίκτη (payout).