• Σχόλιο του χρήστη 'Ε. Χ.' | 20 Νοεμβρίου 2020, 12:30

    Το σχέδιο νόμου «Ειδικό μισθολόγιο Α.Α.Δ.Ε.» που θα τεθεί προς ψήφιση εισάγει αδικαιολόγητη δυσμενή διακριτική μισθολογική μεταχείριση μεταξύ των υπαλλήλων που διορίστηκαν στην Α.Α.Δ.Ε. μετά την 11η Οκτωβρίου του 2018 και αυτών που διορίστηκαν προγενέστερα. Οι υπάλληλοι που διορίστηκαν στην Α.Α.Δ.Ε. μετά την 11η Οκτωβρίου του 2018 δεν λαμβάνουν την προσωπική διαφορά της παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 4354/2015, όπως αυτή διαμορφώθηκε κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 29 του ν. 4024/2011, και την οποία λαμβάνουν όλοι οι υπάλληλοι με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, που έχουν διοριστεί ή μεταταχθεί στην Α.Α.Δ.Ε. πριν από την 11η Οκτωβρίου του 2018, δηλαδή πριν από τη δημοσίευση του ν. 4569/2018. Οι υπάλληλοι που διορίστηκαν στην Α.Α.Δ.Ε. μετά την 11η Οκτωβρίου του 2018 θα λαμβάνουν ό,τι τους αναλογεί με βάση τη θέση εργασίας που έχουν, χωρίς όμως να λάβουν την προσωπική διαφορά. Το 2019 και επί κυβέρνησης Νέας Δημοκρατίας, η προσωπική διαφορά αποδόθηκε από τον Υπουργό Άδωνη Γεωργιάδη στους νεοπροσληφθέντες του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης άπαξ με ρύθμιση που καλύπτει και μελλοντικές προσλήψεις. Ως εκ τούτου, καμία συζήτηση για ειδικό μισθολόγιο δεν μπορεί να ξεκινήσει αν όλοι οι υπάλληλοι της ΑΑΔΕ δεν ξεκινούν από την ίδια βάση. Ένα ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα που «γεννάται» με τις διατάξεις του παρόντος νομοσχεδίου είναι η εξουσιοδότηση που παρέχει στον Διοικητή να απονέμει μισθό χωρίς τυπικό νόμο κατ’ άρθρο 80 του Συντάγματος, ο οποίος δύναται να αποφασίσει τι μισθό θα λαμβάνει κάθε θέση και με ποια κριτήρια. Σύμφωνα με το άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος, ύστερα από πρόταση του αρμόδιου Yπουργού επιτρέπεται η έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων, με ειδική εξουσιοδότηση νόμου και μέσα στα όριά της και η εξουσιοδότηση για έκδοση αυτών των πράξεων από άλλα όργανα της διοίκησης επιτρέπεται προκειμένου να ρυθμιστούν ειδικότερα θέματα ή θέματα με τοπικό ενδιαφέρον ή με χαρακτήρα τεχνικό ή λεπτομερειακό. Το ζήτημα, όμως, του καθορισμού του ύψους αυτής της «ειδικής αμοιβής θέσης εργασίας» δεν δύναται να καταλείπεται εξ ολοκλήρου στη διάθεση και την συνακόλουθη απόφαση του Διοικητή, η οποία μπορεί και να μεταβάλλεται κατά το δοκούν και χωρίς να περιορίζεται σε σαφή όρια που θα έχει ήδη θέσει τυπικός νόμος. Δεν πρόκειται για ένα ειδικότερο θέμα ή λεπτομερειακό, πρόκειται για ουσιαστικό, τη στιγμή που κατά πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, η εξουσιοδοτική διάταξη θα πρέπει να περιέχει την ουσιαστική ρύθμιση του θέματος, έστω σε γενικό, ορισμένο όμως πλαίσιο, σύμφωνα με το οποίο θα εκδοθεί η σχετική κανονιστική πράξη. Στην επίμαχη διάταξη δεν υπάρχουν επαρκή κριτήρια και κατευθύνσεις που καθορίζουν κατά βάση τα πλαίσια της ρύθμισης και κυρίως το ύψος – έστω κατώτατο όριο – των σχετικών αμοιβών, γεγονός το οποίο αφήνει μεγάλο περιθώριο «ερμηνειών». Τέλος, εφόσον η Α.Α.Δ.Ε. ευαγγελίζεται να αποτελέσει έναν σύγχρονο και ελκυστικό φορέα εργασίας για ικανά στελέχη, δεν είναι δυνατόν να δημιουργεί κάθε είδους προσκόμματα στους υπαλλήλους εκείνους που για διαφορετικούς λόγους ο καθένας έχουν κρίνει την υπηρεσία ανεπαρκή και επιθυμούν να αποχωρήσουν. Τέτοιου είδους πρακτικές δεν συνάδουν με το προφίλ που θέλει να εμφανίσει ότι διαθέτει η Α.Α.Δ.Ε.