Αρχική Διαβούλευση επί του σχεδίου νόμου του Υπ. Οικονομικών «Εκσυγχρονισμός του πλαισίου λειτουργίας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς»Άρθρο 1 Αρμοδιότητες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς επί παραβάσεων – Αντικατάσταση περ. ε΄ παρ. 1 του άρθρου 78 του ν. 1969/1991Σχόλιο του χρήστη ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ | 11 Ιανουαρίου 2022, 11:15
O Σύλλογος Εργαζομένων της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, σε συνέχεια πληθώρας ενεργειών του την τελευταία δεκαετία ως προς την ενημέρωση και της τρέχουσας πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Οικονομικών σχετικά με τις διαπιστωθείσες αδυναμίες οργάνωσης και λειτουργίας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς (Ε.Κ.) και την κατεπείγουσα ανάγκη λήψης μέτρων για τη θωράκιση και την ενίσχυση του θεσμικού της ρόλου, καταρχήν διαπιστώνει επί των διατάξεων του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου ότι: α) Οι προτεινόμενες διατάξεις σε καμία περίπτωση δεν επιλύουν τα τεράστια και χρόνια προβλήματα, που επέφεραν τόσο οι μνημονιακές ρυθμίσεις, όσο η αδιαφορία αντιμετώπισης από προγενέστερες ηγεσίες του Υπουργείου. Αντιθέτως δημιουργούν επιπλέον θέματα στην εύρυθμη λειτουργία της Ε.Κ. και την ανταπόκριση στα καθήκοντά της ως προς την εποπτεία της ελληνικής κεφαλαιαγοράς. Η προσέγγιση των διατάξεων αυτών σε καμία περίπτωση δεν τροποποιεί το υφιστάμενο μοντέλο εποπτείας, παρά τις πολύ καίριες και σχετικές παρατηρήσεις της έκθεσης Πισσαρίδη περί των πλέον σύγχρονων μοντέλων εποπτείας. β) Παρά την αναγκαιότητα επικαιροποίησης του τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας της Ε.Κ., μέσω συνόλου ρυθμίσεων ενιαίου νομοθετήματος, ώστε να ανταποκρίνεται στον σύγχρονο ευρωπαϊκό της ρόλο και παρά τον τίτλο του παρόντος σχεδίου διατάξεων «Εκσυγχρονισμός του πλαισίου λειτουργίας της Ε.Κ.», δημοσιοποιήθηκε, στο τέλος του χρόνου, εντός της εορταστικής περιόδου και με ελάχιστη προθεσμία υποβολής παρατηρήσεων από τους ενδιαφερόμενους φορείς, περιορισμένος αριθμός αποσπασματικών διατάξεων. Οι εν λόγω διατάξεις τροποποιούν νομοθεσία χρονολογούμενη τουλάχιστον από το 1995, δεν αιτιολογούνται ως προς τη σκοπιμότητά τους, ενώ επαναλαμβάνουν σε αρκετά σημεία υφιστάμενες διοικητικές διαδικασίες, δημιουργώντας την εντύπωση προχειρότητας και τυπικής ανταπόκρισης στις απαιτήσεις ολοκλήρωσης μεταρρυθμίσεων του Ταμείου Ανάκαμψης. γ) Πριν την κατάρτιση των προτεινόμενων διατάξεων που αφορούν στην οργάνωση και λειτουργία της Ε.Κ.: i) Δεν υπήρξε διάλογος, παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις, με τους εργαζόμενους στην Ε.Κ., των οποίων η μακρόχρονη εποπτική εμπειρία και η σε βάθος γνώση του αντικειμένου που πρόκειται να ρυθμιστεί μπορεί να συνεισφέρει εποικοδομητικά στην προσπάθεια εκσυγχρονισμού της λειτουργίας της. ii) Δεν έγινε χρήση μεθοδολογιών που απαιτούνται στο στάδιο μελέτης μεταρρυθμίσεων, όπως ενδελεχής αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης λειτουργίας της Ε.Κ. σε επίπεδο αρμοδιοτήτων και αναγκών, μέσω της λήψης των αναγκαίων πληροφοριών από τα στελέχη της Ε.Κ., iii) Δε ζητήθηκε, όπως είχαμε προτείνει, η παροχή τεχνικής βοήθειας από τα αρμόδια ευρωπαϊκά εποπτικά όργανα, το οποίο αποτελεί ούτως ή άλλως κυβερνητική πρακτική, προκειμένου να αναμορφωθεί και να εκσυγχρονιστεί το πλαίσιο εποπτείας της κεφαλαιαγοράς στη χώρα μας με τη συμβολή κατάλληλων προς τούτο εμπειρογνωμόνων. Τούτο καταδεικνύεται και από το συνοδευτικό του νομοσχεδίου έγγραφο «Ανάλυση Συνεπειών Ρύθμισης», όπου αναφέρεται ότι δεν έχουν ληφθεί υπόψη συναφείς πρακτικές άλλων χωρών της Ε.Ε. ή του ΟΟΣΑ, οργάνων της Ε.Ε. ή διεθνών οργανισμών.