Αρχική Διαβούλευση επί του σχεδίου νόμου του Υπ. Οικονομικών «Εκσυγχρονισμός του πλαισίου λειτουργίας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς»Άρθρο 8 Παραγραφή– Προσθήκη νέου άρθρου 78Β στον ν. 1969/1991Σχόλιο του χρήστη Όμιλος Χρηματιστηρίου Αθηνών | 11 Ιανουαρίου 2022, 14:38
1. Επί της πρώτης παραγράφου: Στο διοικητικό δίκαιο η παραγραφή συνδέεται συνήθως με τη δυνατότητα/δικαίωμα της διοίκησης για επιβολή κυρώσεων και όχι με αυτήν καθαυτή την παράβαση της νομοθεσίας (π.χ. φορολογικό δίκαιο). Καθώς πολλές από τις παραβιάσεις της νομοθεσίας της κεφαλαιαγοράς οδηγούν σε κυρώσεις τόσο διοικητικής όσο και ποινικής φύσης, μία τέτοια αναφορά μπορεί να οδηγήσει σε σύντμηση της παραγραφής των κακουργημάτων που είναι μεγαλύτερη της πενταετίας. Προτείνεται η αναδιατύπωση της πρώτης παραγράφου ως εξής: "Η αρμοδιότητα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση παράβασης διατάξεων της νομοθεσίας που ισχύει για την κεφαλαιαγορά υπόκεινται σε πενταετή παραγραφή." 2. Επί της δεύτερης παραγράφου: Στο κατ’ εξακολούθηση ορθότερο είναι η παραγραφή να ξεκινά από την τελευταία πράξη/παράλειψη που οδήγησε στην παράβαση. 3. Επί της τρίτης παραγράφου: Η παραγραφή εν γένει είναι ένας θεσμός που ενισχύσει την ασφάλεια δικαίου και θεσμοθετείται στο διοικητικό δίκαιο προκειμένου να εκκαθαρίζονται οι συναλλαγές. Η ευρεία αυτή διατύπωση των πράξεων που επιφέρουν διακοπή της παραγραφής με πολλές από αυτές να αποτελούν εσωτερικές πράξεις της διοίκησης, οι οποίες δεν κοινοποιούνται στον διοικούμενο, οδηγούν ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση και δημιουργούν μία μεγάλη ανασφάλεια δικαίου καθώς ο διοικούμενος δεν γνωρίζει πότε διακόπτεται η παραγραφή και πότε εκκινεί από την αρχή. Σημειώνουμε ότι ο θεσμός της διακοπής και της αναστολής της παραγραφής δεν χρησιμοποιείται ιδιαίτερα στο διοικητικό δίκαιο. 4. Επί της τέταρτης παραγράφου: Από τη διατύπωση της διάταξης φαίνεται πως αν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλει κύρωση η παραγραφή μπορεί να παραταθεί περαιτέρω, κάτι που δεν είναι κατανοητό- ειδικά αν δεχτούμε ότι η παραγραφή αφορά την παράβαση της νομοθεσίας της κεφαλαιαγοράς. Επομένως, εν προκειμένω δεν υφίσταται λόγος αναστολής της παραγραφής, αφού αυτή συνδέεται με την εκτελεστή πράξη επιβολής κυρώσεων. Αυτό που συνηθίζεται είναι να περιλαμβάνεται μία πρόβλεψη προκειμένου αν η πράξη ακυρωθεί από το δικαστήριο και σταλεί πίσω στην διοίκηση για έκδοση νέας πράξης, τότε προβλέπεται μία ειδική παραγραφή (συνήθως ενός έτους) μέσα στην οποία η διοίκηση έχει δυνατότητα να εκδώσει εκ νέου την πράξη. 5. Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω προτείνεται η αναδιαμόρφωση του άρθρου ως εξής: «1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να προβεί σε έκδοση και κοινοποίηση πράξης επιβολής κύρωσης για παράβαση της νομοθεσίας που ισχύει για την κεφαλαιαγορά εντός πέντε (5) ετών από την ημέρα διάπραξης της παράβασης. 2. Αν μία παράβαση είναι διαρκής, η παραγραφή αρχίζει από την ημέρα παύσης της παράβασης, ενώ αν έχει διαπραχθεί κατ’ εξακολούθηση από την τελευταία πράξη ή παράλειψη που οδήγησε στην σχετική παράβαση. 3. Η περίοδος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 παρατείνεται εάν ασκηθεί ένδικο βοήθημα ή μέσο κατά της απόφασης επιβολής κύρωσης για περίοδο ενός έτους μετά την έκδοση και κοινοποίησης αμετάκλητης δικαστικής απόφασης και μόνο για το ζήτημα, το οποίο αφορά.»