Αρχική Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας (ΕΕ) 2020/1151 και της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/1159Άρθρο 1 Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης στο προϊόν απόσταξης των διήμερων μικρών αποσταγματοποιών – Αντικατάσταση άρθρου 82 του ν. 2960/2001 (παρ. 12 του άρθρου 1 της Οδηγίας (ΕΕ) 2020/1151)Σχόλιο του χρήστη Πηνελόπη Ταμπακοπούλου | 13 Ιανουαρίου 2022, 13:17
Επί των παρατηρήσεων του ΣΕΑΟΠ 1) Ως προς την έννοια του «νοικοκυριού»: είναι απολύτως σαφές ότι ένα αγρότης/παραγωγός με διακριτό Α.Φ.Μ., που τηρεί βιβλία ατομικής επιχείρησης και έχει ιδιόκτητα αγροτικά ακίνητα τα οποία καλλιεργεί και διαχειρίζεται ο ίδιος, υποβάλλει δηλώσεις και φορολογείται αυτοτελώς, αντιμετωπίζεται από την Ελληνική Πολιτεία ως προς ΟΛΑ ΤΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ως ένα ανεξάρτητο νοικοκυριό. Δεν του δίνεται π.χ. η δυνατότητα να μην τηρεί βιβλία, ή να εκδίδει παραστατικά στο όνομα της μητέρας ή του πατέρα του, αποδίδει τον δικό του Φ.Π.Α., τον δικό του φόρο εισοδήματος, εκδίδει την ατομική του άδεια απόσταξης στο Τελωνείο και καταβάλλει τον Ε.Φ.Κ. στο δικό του όνομα για την αποστακτέα πρώτη ύλη που προέρχεται από την δική του προσωπική παραγωγή. Ως εκ τούτου αυτονοήτως, αφού αντιμετωπίζεται ως αυτοτελές νοικοκυριό σε όλα τα άλλα ζητήματα, δεν υπάρχει καμία αντίφαση στο να αντιμετωπίζεται ως αυτοτελές νοικοκυριό και στο ζήτημα της απόσταξης. Πράγματι, κάθε παραγωγός που έχει στην κατοχή του αποστακτέες πρώτες ύλες παραγωγής του και επιθυμεί να αποστάξει δικαιούται να παράξει μέχρι 5 εκατόλιτρα καθαρής αλκοόλης κατ’ έτος. Σε τι ακριβώς συνίσταται η «καταστρατήγηση» που επικαλείστε; Από που ακριβώς προκύπτει ότι ο υποτιθέμενος κατά τη γνώμη σας «σκοπός» του Ευρωπαϊκού Νομοθέτη ήταν το να παράγονται μέχρι 5 εκατόλιτρα ανά «οικογένεια»; Και ποια είναι τα όρια εν τέλει της μίας οικογένειας; Πιάνει γονείς, παππούδες, γιαγιάδες, ξαδέρφια και δετεροξάδερφα, ανίψια και εγγόνια, μακρινούς συγγενείς πέραν του τέταρτου βαθμού σε ευθεία ή πλάγια γραμμή, αγχιστείς; Και με την ίδια λογική, όλα αυτά τα άτομα που κατά τη γνώμη σας θα έπρεπε να προσδιορίζονται ως ένα και ενιαίο «νοικοκυριό», θα έπρεπε αντιστοίχως να φορολογούνται και όλοι μαζί υπό ένα Α.Φ.Μ.; να δηλώνουν ένα συνολικό «οικογενειακό εισόδημα»; Είναι προφανές από την ίδια την επιλεγείσα λέξη ότι στόχος του Ευρωπαίου Νομοθέτη υπήρξε οι πρώτες ύλες να είναι ατομική παραγωγή του δικαιούχου απόσταξης παραγωγού και ότι η έννοια «νοικοκυριό» επιλέχθηκε για να αποκλείσει την απόσταξη πρώτων υλών που δεν προέρχονται από πρωτογενή παραγωγή του ίδιου του αγρότη αλλά από εμπορική δραστηριότητα. Οι υπόλοιποι ερμηνευτικοί προσδιορισμοί σας στην έννοια του νοικοκυριού δεν έχουν καμία άλλη δικαιολογητική βάση πέραν του ότι είναι προς το συμφέρον των συστηματικών αποσταγματοποιών το να μειωθεί δραστικά ο όγκος του παραγόμενου παραδοσιακού χύμα αποστάγματος, προκειμένου να δημιουργηθεί περισσότερος χώρος στην αγορά για την κατανάλωση των δικών σας προϊόντων. Δεν υφίσταται εν προκειμένω καμία «διασταλτική» ερμηνεία της έννοιας του νοικοκυριού. Αυτοτελές νοικοικυριό είναι ο κάθε παραγωγός που συμμετέχει αυτοτελώς και ιδίες δυνάμεις στην αγροτική οικονομία και παραγωγή αυτής της χώρας και αντιμετωπίζεται ως αυτοτελής μονάδα και υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων από την πολιτεία. 2) Η έννοια του «παραδοσιακού» δεν εξαντλείται στον άμβυκα που χρησιμοποιείτε στην βιοτεχνική/βιομηχανική εγκατάστασή σας. Το παραδοσιακό είναι κάτι πολύ ευρύτερο και εξαρτάται από τη μακροχρόνια πρακτική και συνέχιση μίας συγκεκριμένης συνήθειας σε ένα συγκεκριμένο τόπο, με συναφή με αυτήν παραγωγή πολιτισμού και τοπικής κουλτούρας. Σας αρέσει δεν σας αρέσει, το ΤΣΙΠΟΥΡΟ και η ΤΣΙΚΟΥΔΙΑ των διήμερων αποσταγματοποιών ΕΙΝΑΙ το παραδοσιακό τσίπουρο και τσικουδιά, και το να ονομάζονται έτσι δεν αποτελεί νόθευση του ανταγωνισμού. Είναι φυσικά στην απόλυτη ευχέρειά σας, εφόσον το επιθυμείτε, να αναγράψετε στα εμφιαλωμένα προϊόντα του ΣΕΑΟΠ ότι αποστάζονται σε «παραδοσιακούς άμβυκες ασυνεχούς λειτουργίας» κατά τα οριζόμενα στη νέα επιφύλαξη, εφόσον εκτιμάτε ότι αυτό θα τους δώσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Αυτό όμως δεν κάνει το προϊόν σας περισσότερο παραδοσιακό από των διήμερων αποσταγματοποιών, ούτε φυσικά σας δίνει αποκλειστικό δικαίωμα στη χρήση της λέξης «παραδοσιακό». Επαναλαμβάνετε ακριβώς την ίδια στείρα και αβάσιμη επιχειρηματολογία που επικαλείστε και για τις ονομασίες ΤΣΙΠΟΥΡΟ και ΤΣΙΚΟΥΔΙΑ. Οι λέξεις αντικατοπτρίζουν έννοιες, δεν είναι μόνον εμπορικά δικαιώματά σας. Και οι συγκεκριμένες έννοιες, ήτοι «παραδοσιακό τσίπουρο» και «παραδοσιακή τσικουδιά» εκφράζουν ΑΚΡΙΒΩΣ αυτό που παράγουν οι διήμεροι αποσταγματοποιοί (τεκμηριωμένα και στη βάση απτών ιστορικών αποδείξεων και παραδειγμάτων). 3) Ως προς το ότι η ονομασία – ομπρέλα «παραδοσιακό απόσταγμα διημέρων» δεν πληροί τα κριτήρια νόμιμης ονομασίας κατά τον Κανονισμό 2019/787ΕΕ, το τονίσαμε ήδη και εμείς. Εφόσον αποστάζονται στέμφυλα, το απόσταγμα φέρει νόμιμη ονομασία «απόσταγμα στεμφύλων σταφυλής». Εφόσον αποστάζονται φρούτα, φέρει τη νόμιμη ονομασία «απόσταγμα φρούτων» κ.ο.κ. 4) Η απάλειψη της ονομασίας «τσίπουρο» και «τσικουδιά» όχι μόνον δεν ευθυγραμμίζει την ελληνική με την ενωσιακή νομοθεσία, όπως επικαλείστε, αλλά συνιστά και ευθεία παραβίασή της, αφού απαγορεύει τη χρήση μίας συνήθους ονομασίας κατά την έννοια του Κανονισμού 1169/2011ΕΚ, η οποία βάσει του Κανονισμού 2019/787ΕΕ δύναται ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ να συνοδεύει το όνομα ενός προϊόντος εντός του κράτους μέλους στο οποίο το προϊόν καταναλώνεται. 5) Ο όρος «αιθυλική αλκοόλη από φρούτα» που περιλαμβάνεται στην νέα Οδηγία 2020/1151ΕΕ αποτελεί την περιγραφή των προϋποθέσεων ενεργοποίησης της ευνοϊκής φορολόγησης που προβλέπεται στην επιφύλαξη αυτή και ΟΧΙ την ονομασία του προϊόντος. Ακριβώς παραπάνω, τα δικά σας αποστάγματα περιγράφονται ως «αποστάγματα στεμφύλων σταφυλής όπως ορίζονται στο σημείο 6 του παραρτήματος ΙΙ του Κανονισμού ΕΚ110/2008, που αποστάζονται σε παραδοσιακούς άμβυκες ασυνεχούς λειτουργίας». Προφανώς για αυτό δεν επικαλείστε ότι είναι η υποχρεωτική ονομασία του δικού σας προϊόντος όμως, σωστά; Η ονομασία των προϊόντων απόσταξης καθορίζεται από τους εν ισχύ Κανονισμούς και όχι από τις επιφυλάξεις της Ελληνικής Δημοκρατίας σε μία Οδηγία. Περαιτέρω, οι Οδηγίες από την φύση τους δεν έχουν απευθείας ισχύ στο εσωτερικό του κάθε κράτους- μέλους, αλλά αποτελούν ένα πλαίσιο, το οποίο ενσωματώνεται στην εκάστοτε έννομη τάξη μέσω της διαδικασίας προσαρμογής της εσωτερικής νομοθεσίας προς την Οδηγία. Ως εκ τούτου είναι και νομικά εντελώς αβάσιμο το να επικαλείστε ότι η γενική περιγραφή στην εν λόγω Οδηγία τρόπον τινά υπερισχύει των προβλεπόμενων στους Κανονισμούς της Ε.Ε. και αποτελεί, δήθεν, την «ονομασία» των προϊόντων των διήμερων αποσταγματοποιών. Και ο όρος «προϊόν απόσταξης μικρών (διήμερων) αποσταγματοποιών» που αιτείστε να «παραμείνει» είναι εξίσου ακατάλληλος κατά τα παραπάνω, αφού προσκρούει εξίσου στους Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς. Δεν αποτάζουμε διήμερους μέσα στο καζάνι, αποστάζουμε στέμφυλα σταφυλής (ή κατά περίπτωση άλλες επιτρεπτές αποστακτέες πρώτες ύλες). Και η νόμιμη ονομασία του προϊόντος μας ΚΑΘΟΡΙΖΕΤΑΙ κατά τους Κανονισμούς από την πρώτη ύλη που αποστάξαμε και τη διαδικασία παραγωγής που ακολουθήσαμε. 6) Ως προς τον Φ.Π.Α. εξηγείστε μας παρακαλώ για ποιον λόγο ακριβώς δεν «δικαιολογείται» η εν λόγω εξαίρεση; Αφορά μόνο στο να διευκολυνθεί η παραγωγή, παρότι ο Ε.Φ.Κ. προκαταβάλλεται εφάπαξ και κατ’ αποκοπήν για την συνολική ετήσια παραγωγή, που διενεργείται άπαξ κατ’ έτος εντός μίας αποστακτικής περιόδου διάρκειας μόλις δύο μηνών. Ο Φ.Π.Α. στη συνέχεια εισπράττεται από την Ελληνική Δημοκρατία κατά το χρόνο έκδοσης των παραστατικών πώλησης και διακίνησης. Είναι μία απολύτως λογική ρύθμιση που λαμβάνει υπόψη τις δυσκολίες ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι αγρότες/παραγωγοί της χώρας (και τις οποίες δεν αντιμετωπίζετε εξίσου!) και επιτρέπει σε αυτούς την μεταγενέστερη σταδιακή καταβολή του Φ.Π.Α. χωρίς ούτε να τους εξαιρεί από την υποχρέωση ούτε να τους υπαγάγει σε διαφορετικό μέτρο φορολόγησης.