Αρχική Ρυθμίσεις για τα κατεχόμενα ακίνητα του Δημοσίου και άλλες διατάξειςΆρθρο 3 Δικαίωμα υποβολής αίτησης εξαγοράςΣχόλιο του χρήστη Ζωή Μαρινάκη | 1 Φεβρουαρίου 2023, 12:59
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Τίτλος Σχόλιου: Διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής της περ. α του άρθρου 3§1, ώστε «Τίτλος» να θεωρείται και η κληρονομική διαδοχή που αποδεικνύεται από άλλα δημόσια έγγραφα. Στο άρθρο 3§1 περίπτωση α του νομοσχεδίου, προβλέπεται ως προϋπόθεση εξαγοράς, η ύπαρξη τίτλου στο όνομα του ίδιου του κατόχου ή των δικαιοπάροχων του. Στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου διευκρινίζεται μάλιστα, ότι ως «τίτλος θεωρείται το συμβολαιογραφικό έγγραφο συμπεριλαμβανομένης της αποδοχής κληρονομιάς». Σε αυτό θα πρέπει να προστεθεί και ότι «Τίτλος» για τις ανάγκες του παρόντος νομοσχεδίου συνιστά και «η αποδοχή κληρονομιάς που αποδεικνύεται σωρευτικά με τα εξής κάτωθι δημόσια έγγραφα: α) ληξιαρχική πράξη θανάτου, β) πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών, γ) πιστοποιητικό περί μη αποποίησης, δ) τίτλο κτήσης του αποβιώσαντος, (εφόσον υφίσταται) ε) αντίγραφο της δημοσιευμένης διαθήκης και πιστοποιητικό περί μη δημοσίευσης άλλης διαθήκης, αν υπάρχει διαθήκη, ενώ στην περίπτωση που δεν υπάρχει διαθήκη, πιστοποιητικό περί μη δημοσίευσης διαθήκης». Η ανωτέρω λύση δικαιολογείται από τον εξής κάτωθι προβληματισμό-σκέψη: Στις περιπτώσεις όπου έχει επέλθει κληρονομική διαδοχή, η επαγωγή λαμβάνει χώρα από την ημέρα θανάτου του κληρονομούμενου (1711 ΑΚ). Οι κληρονόμοι έχουν δύο δυνατότητες, είτε να προβούν σε ρητή αποδοχή της κληρονομίας με συμβόλαιο αποδοχής κληρονομιάς είτε σε σιωπηρή αποδοχή. Ο νόμος συνάγει, ότι επέρχεται σιωπηρή αποδοχή της κληρονομιάς από την παρέλευση άπρακτης της προθεσμίας για αποποίηση, πρόκειται, δηλαδή, για πλασματική αποδοχή κληρονομιάς (1850 ΑΚ). Ειδικότερα, εάν ο προσωρινός κληρονόμος δεν αποποιηθεί εγκαίρως την κληρονομιά, ήτοι εντός τεσσάρων μηνών (1847 ΑΚ) από τότε που έμαθε ότι κατέστη κληρονόμος και το λόγο για τον οποίο κατέστη κληρονόμος, θεωρείται ότι την αποδέχθηκε (1850 ΑΚ). Στις περιπτώσεις αυτές, το Ελληνικό Κτηματολόγιο δέχεται τα εξής: «Οι δικαιούχοι, που έχουν αποκτήσει με κληρονομιά από τους προγόνους τους ακίνητα για τα οποία δεν έχουν συντάξει και μεταγράψει πράξη αποδοχής κληρονομιάς οι ίδιοι ή και οι γονείς τους, μπορούν να υποβάλουν δήλωση στο κτηματολόγιο, συνυποβάλλοντας τα έγγραφα με τα οποία στοιχειοθετείται το κληρονομικό τους δικαίωμα. Συγκεκριμένα, απαιτούνται: 1. ληξιαρχική πράξη θανάτου, 2. πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών, 3. πιστοποιητικό περί μη αποποίησης, 4. ο τίτλος κτήσης του αποβιώσαντος, εφόσον υφίσταται, ε) αντίγραφο της δημοσιευμένης διαθήκης και πιστοποιητικό περί μη δημοσίευσης άλλης διαθήκης, αν υπάρχει διαθήκη, ενώ στην περίπτωση που δεν υπάρχει διαθήκη, πιστοποιητικό περί μη δημοσίευσης διαθήκης». Συνεπώς, εφόσον το κτηματολόγιο δέχεται και αρκείται στα παραπάνω δημόσια έγγραφα για την απόδειξη της επαγωγής κληρονομιάς και κατ’ επέκταση για την απόδειξη του δικαιώματος κυριότητας του κληρονόμου και δεν απαιτεί απαραίτητα συμβολαιογραφική αποδοχή κληρονομιάς, τότε αρμόζει να υπάρξει ανάλογη ρύθμιση και στο παρόν νομοσχέδιο, αφού καλείται ο αιτών να αποδείξει αδιάλειπτη κατοχή με έννομη συνέπεια όχι το δικαίωμα κυριότητας αλλά την απόκτηση δικαιώματος εξαγοράς του ακινήτου με επαχθή τρόπο έναντι ανταλλάγματος (επιχείρημα από το μείζον στο έλασσον). Εδώ ο νομοθέτης με το να χαρακτηρίζει ως τίτλο μόνο την συμβολαιογραφική αποδοχή και όχι και αυτήν που αποδεικνύεται με άλλα δημόσια έγγραφα, προβαίνει σε άνιση μεταχείριση κάποιων κληρονόμων έναντι άλλων. Ευνοεί μόνο αυτούς που κατά τύχει (ή λόγω οικονομικής δυνατότητας) προέβησαν σε συμβολαιογραφική αποδοχή, ενώ εξαιρεί αυτούς, που αποδέχτηκαν οριστικά μετά την άπρακτη παρέλευση της τετράμηνης προθεσμίας αποποίησης. Δημιουργεί δύο κατηγορίες πολιτών, ενώ η αποδοχή κληρονομιάς έχει συντελεστεί σε νομικό επίπεδο ισότιμα σε κάθε περίπτωση. Εξάλλου, όλα τα δημόσια έγγραφα είτε το συμβολαιογραφικό είτε τα πιστοποιητικά από δημόσιες υπηρεσίες έχουν ίση αποδεικτική δύναμη. Μαρινάκη Θ. Ζωή Δικηγόρος (ΑΜΔΣΘ 13286) LL.M. Αστικού, Αστικού Δικονομικού & Εργατικού Δικαίου Α.Π.Θ.