Αρχική ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣΆρθρο 13 Ελάχιστο τεκμαιρόμενο κέρδος από την άσκηση ατομικής επιχειρηματικής δραστηριότητας – Προσθήκη άρθρου 28Α στον Κώδικα Φορολογίας ΕισοδήματοςΣχόλιο του χρήστη Γεώργιος Μάτσος | 26 Νοεμβρίου 2023, 14:24
Από τα άπειρα ζητήματα που θέτει το παρόν άρθρο, με το οποίο τίθεται το βασικό πλαίσιο και τα οποία έχω ήδη σχολιάσει δημόσια, θα σχολιάσω εδώ το βασικό πλαίσιο, αφού πρώτα κάνω μια περίληψη όσων άλλων ζητημάτων έχω θέσει δημόσια, ώστε να καταγραφούν και στη διαβούλευση: α) Το να χαρακτηρίζεται το προσωπικό μιας επιχείρησης ευθέως ως τεκμήριο, θα συμβάλει στη μείωση της απασχόλησης στις ατομικές επιχειρήσεις, σε απολύσεις και συνακόλουθα σε αύξηση της ανεργίας, σε μείωση των καταβαλλόμενων ασφαλιστικών εισφορών και ΦΜΥ και αύξηση της ανάγκης για επιδόματα ανεργίας. β) Είναι απόλυτα φυσιολογικό μια επιχείρηση να βγάζει λιγότερα από τους υπαλλήλους της, για μία ή και για περισσότερες χρονιές. Υπάρχουν καλές και κακές χρονιές. Αν μια επιχείρηση δεν μπορεί να πείσει πώς "βγαίνει" σε βάθος χρόνου, υπάρχει και ο έλεγχος - το άρθρο 12 του νομοσχεδίου καλύπτει με το παραπάνω αυτή την ανάγκη και, συν τοις άλλοις, η σύγκριση με τις αποδοχές του προσωπικού μπορεί να γίνει και "εσωτερικό" κριτήριο της ΑΑΔΕ για την επιλογή επιχειρήσεων για έλεγχο. γ) Οι τριετίες μπορεί να υπάρχουν στους μισθούς και προφανώς αυτός που το σκέφτηκε ήταν μισθωτός ο ίδιος, όμως δεν υπάρχουν στους ελεύθερους επαγγελματίες! Πρόκειται για προσέγγιση σχεδόν χαιρέκακη προσέγγιση "κουτσομπόλη γείτονα" ("ποιος ξέρει πόσα θα βγάζει αυτός"), που δεν λαμβάνει καθόλου υπόψη της τις άπειρες δυσκολίες και αναποδιές του ελεύθερου επαγγέλματος. δ) Τέλος και κυριότερο: Η "τιμωρία" όσων δηλώνουν υψηλότερο τζίρο με το να τους προσαυξάνεται το τεκμαιρόμενο εισόδημα έχει καθαρά φοροεισπρακτική λογική και θα αποτελέσει συντριπτικό χτύπημα στη φορολογική συνείδηση, προκαλώντας "διαγκωνισμό" απόκρυψης εσόδων ακόμη και από τους συνεπείς ελεύθερους επαγγελματίες. Πάμε όμως τώρα στη βασική σύλληψη του νομοσχεδίου. Το κύριο πρόβλημα με τη "μικρή" φοροδιαφυγή που προσπαθεί, υποτίθεται, να πιάσει το νομοσχέδιο, είναι ότι τη φαεινή ιδέα του νομοσχεδίου υλοποιούν ήδη δύο (και όχι μία, όπως φαίνεται να νόμιζαν αρχικώς οι συντάκτες του νομοσχεδίου) νομοθετικοί θεσμοί: α) Το τέλος επιτηδεύματος, που το γνώριζαν και β) Η φορολογία από το πρώτο ευρώ, που για κάποιο λόγο φαίνεται να την αγνοούν στους υπολογισμούς τους από την κυβέρνηση. Ένα άλλο πρόβλημα της επιλογής του κατώτατου μισθού (και μάλιστα όχι μόνον του σημερινού των 780 ευρώ, αλλά κάθε επόμενου κατώτατου μισθού) ως αυθαίρετης βάσης για το "πόσα πρέπει οπωσδήποτε να κερδίζει" ο επαγγελματίας, είναι η εντελώς διαφορετική δομή των ασφαλιστικών εισφορών στα εισοδήματα μισθωτού και ελεύθερου επαγγελματία. Όταν λοιπόν ο κατώτατος μισθός κατά νόμο είναι 780 ευρώ, αυτό είναι ΠΡΟ της αφαίρεσης των ασφαλιστικών εισφορών εργαζομένου, που για το 2023 ανέρχονται σε 13,87% επί του ποσού αυτού. Δηλαδή το καθαρό ποσό κατώτατου μισθού είναι όχι 780 ευρώ, αλλά 671,84 ευρώ. Αυτό είναι και το φορολογητέο εισόδημα του μισθωτού. Αντιθέτως όμως, το νομοσχέδιο εκκινεί από τη λογική ότι 780 ευρώ είναι το φορολογητέο εισόδημα του μισθωτού και βάζει τον ελεύθερο επαγγελματία να έχει ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα 780 x 14 = 10.920 ευρώ. Κανονικά τα 780 ευρώ ΚΑΘΑΡΟΥ εισοδήματος αντιστοιχούν σε (780/0,8613)=905,61 ευρώ! Πρόκειται για σοβαρότατη στρέβλωση που οδηγεί (όπως θα αποδειχθεί παρακάτω) σε τεράστιες αδικίες. Ο δε μισθωτός έχει το μεγάλο πλεονέκτημα να του πληρώνει τις ασφαλιστικές εισφορές κατά τα 2/3 σχεδόν ο εργοδότης, ενώ ο ελεύθερος επαγγελματίας τα πληρώνει μόνος του. Αν λοιπόν ληφθεί υπόψη, εκτός από το τέλος επιτηδεύματος, η φορολογία από το πρώτο ευρώ και η εντελώς διαφορετική δομή της καταβολής ασφαλιστικών εισφορών από τους ελεύθερους επαγγελματίες, σε σχέση με τους μισθωτούς, καταλήγουμε σε εξωφρενική φορολογική επιβάρυνση των ελευθέρων επαγγελματιών ήδη από το ΒΑΣΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ που δέχεται το νομοσχέδιο. Κι αυτό διότι τόσο η φορολογία από το πρώτο ευρώ, όσο και η διαφορετική δομή ασφαλιστικών εισφορών καθιστούν, από κοινού και με το τέλος επιτηδεύματος, τα 10.920 ευρώ του βασικού μοντέλου ένα μέγεθος που δεν έχει ΚΑΜΙΑ ΣΧΕΣΗ με την πραγματική φορολογική επιβάρυνση του εισοδήματος αυτού σε έναν μισθωτό. Ο πολύς κόσμος νομίζει ότι "έλα μωρέ, θα τους φορολογήσουν για 11.000 ευρώ και κάτι έγινε, σιγά μην δεν τα βγάζουν αυτά", όμως τα πράγματα ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΟΛΟΥ ΕΤΣΙ. Στην πραγματικότητα ο ελεύθερος επαγγελματίας θα φορολογηθεί για ΠΟΛΥ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ, αν θέλουμε να αντιστοιχήσουμε ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΣ και ασφαλιστικώς το εισόδημα αυτό με το εισόδημα του μισθωτού. Τα πράγματα λοιπόν έχουν αναλυτικά ως εξής: Πρώτον, στη ΣΗΜΕΡΙΝΗ κατάσταση, πριν δηλαδή την επικείμενη ψήφιση του νομοσχεδίου και λαμβάνοντας ως βασικό ύψος αφορολογήτου τον μισθωτό με δύο παιδιά (1.120 ευρώ απαλλαγή φόρου, που με τους σημερινούς συντελεστές σημαίνει αφορολόγητο 11.000 ευρώ). Αν λάβουμε υπόψη μας ότι σήμερα το τέλος επιτηδεύματος είναι 650 ευρώ, αυτό σημαίνει ότι ο ελεύθερος επαγγελματίας με δύο παιδιά φορολογείται όσο ο μισθωτός που έχει εισόδημα άνω των 11.000 ευρώ 650/0,22 = 2.954,55 ευρώ, δηλαδή συνολικό εισόδημα. Προστιθεμένων και των 11.000 ευρώ αφορολογήτου, καταλήγουμε ότι το τέλος επιτηδεύματος εξομοίωνε ήδη ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ τον επαγγελματία με μισθωτό με δύο παιδιά που έχει ετήσιο ΚΑΘΑΡΟ εισόδημα 13.954,55 ευρώ! Το καθαρό αυτό φορολογητέο εισόδημα μισθωτού, με το οποίο εξισώνει ο νομοθέτης φορολογικώς των επαγγελματία δια του τέλους επιτηδεύματος, είναι ΗΔΗ πολύ πιο πάνω από το "ελάχιστο" που θέλει σήμερα να του επιβάλει, δηλαδή 10.920 ευρώ. Ήδη δηλαδή, το τέλος επιτηδεύματος σημαίνει ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα ΜΙΣΘΩΤΟΥ ύψους 13.954,55 ευρώ! Αν σε αυτό το ΚΑΘΑΡΟ εισόδημα μισθωτού προσθέσουμε και ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένου ύψους 13,87% - άρα τα 13.954,55 ευρώ είναι το 86,13% του μικτού μισθού), αυτό σημαίνει ότι το τέλος επιτηδεύματος αντιστοιχεί φορολογικώς σε ακαθάριστο μικτό ετήσιο μισθό ύψους (13.954.55/0,8613 =) 16.201,72 ευρώ! Δηλαδή μηνιαίως 1.157,27 στον ιδιωτικό τομέα (δια 14) ή 1.350,14 στον δημόσιο τομέα (δια 12). Αν ληφθεί υπόψη ότι ο μέσος μισθός στις αρχές του 2023 είχε υπολογιστί από το Εργάνη σε 1.176 ευρώ, αυτό σημαίνει ότι το τέλος επιτηδεύματος ως έχει σήμερα ΗΔΗ φορολογεί τον επαγγελματία περίπου στον μέσο μισθό ή και περισσότερο - αν ο μέσος μισθός υπολογιστεί δια 12 (δεν γνωρίζω πώς τον υπολογίζει το Εργάνη)! Είναι λοιπόν εντελώς παραπλανητική η δοξασία ότι τάχα οι επαγγελματίες δεν "δηλώνουν ούτε τον κατώτατο μισθό". Μπορεί να μην τον δηλώνουν, αλλά ΦΟΡΟΛΟΓΟΥΝΤΑΙ για πολύ περισσότερο από τον κατώτατο μισθό. Φορολογούνται για τον ΜΕΣΟ μισθό και ίσως και περισσότερο! Κι αυτό διότι το τέλος επιτηδεύματος κατά κάποιο τρόπο (όπως και η φορολογία από το πρώτο ευρώ) ήδη "φορολογεί την (τεκμαιρόμενη) φοροδιαφυγή". Και άρα ήδη κάνει αυτό που υποτίθεται ότι θέλει να κάνει το νομοσχέδιο! Αυτός λοιπόν είναι ο βασικός λόγος εξέγερσης των επαγγελματιών. Διότι η πραγματική τους επιβάρυνση με όρους φοροδοτικής ικανότητας - που προϋποθέτει μια απαλλαγή για ελάχιστη κάλυψη των βιοτικών αναγκών - είναι ήδη ανώτερη από αυτή που θέλει να επιβάλει το νομοσχέδιο. Και όσοι δεν έχουν εξεγερθεί ακόμη, είναι διότι δεν έχουν καταλάβει το νομοσχέδιο. Δεύτερον: Πάμε τώρα να δούμε την κατάσταση όπως την διαμορφώνει το νομοσχέδιο. Με το νομοσχέδιο ο επαγγελματίας επιβαρύνεται με τέλος επιτηδεύματος 487,50 ευρώ. Το βασικό ποσό ελάχιστου (καθαρού!) εισοδήματος των 780 ευρώ επί 14 (! - άλλη εξωφρενικά άσχετη με την πραγματικότητα παραδοχή) κάνει 10.920 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι "καταναλώνεται" όλη η αρχική φορολογική κλίμακα (0-10.000 ευρώ) με φορολογία 9% και το ελάχιστο εισόδημα "μπαίνει" και στην κλίμακα του 22% (10.000-20.000 ευρώ). Από την κλίμακα του 9% προστίθενται λοιπόν στο τέλος επιτηδεύματος 900 ευρώ και από την κλίμακα του 22% προστίθενται άλλα 920x22% = 202,40 ευρώ. Σύνολο επιβάρυνσης: 1.589,90 ευρώ. Αν θέλουμε να βρούμε σε τι εισόδημα που φορολογείται με 22% αντιστοιχεί αυτός ο φόρος (ώστε να προστεθεί στο αφορολόγητο των 11.000 ευρώ για τον μισθωτό με δύο παιδιά), διαιρουμε 1.589,90/0,22 = 18.226,82 ευρώ. Δηλαδή το νομοσχέδιο αυξάνει τη φορολογική αντιμετώπιση του επαγγελματία, σε συσχέτιση με τον μισθωτό, από 13.954,55 ευρώ σε 18.226,82 ευρώ ΚΑΘΑΡΟΥ εισοδήματος μισθωτού με δύο παιδιά. 1.511,57 ευρώ για τον ιδιωτικό τομέα και 1.763,50 για τον δημόσιο τομέα! Το ποσό αυτό αυξάνεται ακόμη περισσότερο, εάν θέλουμε να πάμε στον ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟ μισθό, δηλαδή στον μισθό πριν από τις ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένου ύψους 13,87%. Διαιρώντας πάλι με 0,8613 (100%-13,87%) το ποσό του μικτού μισθού, καταλήγουμε σε φορολογικό ισοδύναμο ακαθάριστων αποδοχών μισθωτού με δύο παιδιά ίσο με: 18.226,82/0,8613 = 21.161,99 ευρώ! Σε μηνιαίο αυτό μας κάνει 1.511,57 μικτό μισθό ιδιωτικού τομέα (δια 14) και 1.763,50 μικτό μηνιαίο μισθό του δημόσιου τομέα! Αυτό είναι το ποσό με το οποίο πρέπει στην πραγματικότητα να αντιστοιχήσετε, κυρίες και κύριοι συντάκτες του νομοσχεδίου, τη φορολογική επιβάρυνση που φέρνετε στην "αρχική - βασική" μορφή και όχι τα 780 ευρώ του "κατώτατου μισθού", μέγεθος που νοθεύεται ΤΟΣΟ ΠΟΛΥ, όσο εξηγώ παραπάνω, εξαιτίας του αφορολόγητου των μισθωτών και της εσωτερικής αφαίρεσης των ασφαλιστικών εισφορών από αυτό. Ακόμη και τα 1.511,57 μικτός μηνιαίος μισθός του ιδιωτικού τομέα, στα οποία αντιστοιχεί φορολογικώς το ελάχιστο τεκμαιρόμενο εισόδημα των δήθεν "780 ευρώ επί 14", είναι σχεδόν το ΔΙΠΛΑΣΙΟ από τον κατώτατο μισθό. Αν τώρα θέλουμε να αντιστοιχίσουμε τα 18.226,82 ευρώ καθαρού εισοδήματος μισθωτού με δύο παιδία στις ασφαλιστικές εισφορές κατώτατης κλάσης (1ης) του ελεύθερου επαγγελματία και ΧΩΡΙΣ να λάβουμε υπόψη μας τη νέα αύξηση, λόγω πληθωρισμού, από 1-1-2024, αυτές είναι (σε όσους θα έχουν και εφάπαξ και επικουρικό) 311,52 μηνιαίως επί 12 ίσον 3.738,24. Συνολικώς δηλαδή, ο ελεύθερος επαγγελματίας, για να έχει το ισοδύναμο φορολογικό και ασφαλιστικό στάτους του μισθωτού, πρέπει να βγάζει 18.226,82+3.738,24 = 21.965,09 ευρώ, δηλαδή μηνιαίως 1.830,42 ευρώ. Δηλαδή ΔΙΑ 12, καθότι εμείς ΔΕΝ έχουμε δώρα Πάσχα και Χριστουγέννων! Με τον παλιό Μοναδικό Συντελεστή Καθαρού Κέρδους (ΜΣΚΚ) 50% των δικηγόρων, αυτό σημαίνει ότι υποθέτετε βρέξει-χιονίσει για τον δικηγόρο μικτά έσοδα το μήνα (και τον ανενεργό Αύγουστο!) 3.660,84 ευρώ! Ρωτήστε σας παρακαλώ γνωστούς και φίλους να δείτε πόσοι δικηγόροι είναι αυτοί που ΒΓΑΖΟΥΝ ακαθάριστα έσοδα 3.660,84 ευρώ το μήνα! Αυτό είναι το φορολογικό αντίστοιχο σε ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΑ έσοδα του "κατώτατου μισθού" που έχετε βάλει ως βάση του νομοσχεδίου! 3.660,84 ευρώ το μήνα ακαθάριστα έσοδα! Καταλαβαίνετε λοιπόν τώρα γιατί εξεγείρονται οι ελεύθεροι επαγγελματίες; Διότι η νέα αυτή φορολογική επιβάρυνση είναι ΕΝΤΕΛΩΣ ΔΥΣΒΑΣΤΑΚΤΗ και θα οδηγήσει πραγματικά στο να "κλείσουν σπίτια". Αν όχι σπίτια, σίγουρα στο να κλείσουν βιβλία και στο να οδηγηθούν οι επαγγελματίες είτε στην παραοικονομία, είτε στη μετανάστευση. Καταλαβαίνετε γιατί το να λέτε ότι "δεν μπορεί να βγάζεις λιγότερα από τον μισθωτό σου" είναι καθαρή ΣΟΦΙΣΤΕΙΑ που δεν έχει καμία σχέση με τη φορολογική-ασφαλιστική μεταχείριση του ενός και του άλλου επαγγελματία; Αντίστοιχοι και πολύ βαρύτεροι είναι οι υπολογισμοί για το προσαυξανόμενο, βάσει των λοιπών περιπτώσεων του άρθρου, ελάχιστο τεκμαιρόμενο εισόδημα. Συμπερασματικά, το νομοσχέδιο αυτό κινείται σε εντελώς λάθος και εξωπραγματική κατεύθυνση ήδη στον ΠΥΡΗΝΑ του και δεν είναι δεκτικό ΚΑΜΙΑΣ διόρθωσης. Πρέπει να αποσυρθεί! Καταλαβαίνω ότι είναι πρόβλημα ότι η κυβέρνηση έχει επενδύσει πολιτικά πάρα πολύ σε αυτό το νομοσχέδιο. Ότι τα έσοδα από το νομοσχέδιο (περί τα 600 εκ.) έχουν εγγραφεί ήδη στον προϋπολογισμό και ο προϋπολογισμός έχει πάει στην Κομισιόν. Νομίζω όμως ότι πρέπει να αλλάξει ΤΩΡΑ, προτού να είναι πολύ αργά για τους επαγγελματίες οικονομικά και πολιτικά για την κυβέρνηση. Ο κόσμος (ακόμη και οι επαγγελματίες) έχει (ακόμη) μεγάλη εμπιστοσύνη στον Κυριάκο Μητσοτάκη και δεν φαντάζεται τι "κεραμίδα" θα του έρθει με τις προσαυξήσεις του ελάχιστου εισοδήματος τον Ιούλιο και τον Αύγουστο που θα εκδοθούν τα εκκαθαριστικά, όταν θα του έρχεται φόρος επτά και οκτώ και εννιά χιλιάδες ευρώ πραγματικά από το "πουθενά". Το σοκ του ΕΝΦΙΑ το 2014 θα μοιάζει με νοσταλγική ανάμνηση. Ας μελετήσει τα παραπάνω η κυβέρνηση προσεκτικά και, αν μη τι άλλο, ας μην σπεύσει να το καταθέσει την Τρίτη 28 Νοεμβρίου, όπως έχει ήδη εξαγγείλει.