Αρχική ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣΆρθρο 15 Άλλες μειώσεις του ελάχιστου τεκμαιρόμενου κέρδους από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας και ειδικές ρυθμίσεις – Προσθήκη άρθρου 28Γ στον Κώδικα Φορολογίας ΕισοδήματοςΣχόλιο του χρήστη ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΤ. | 26 Νοεμβρίου 2023, 22:35
ΕΝΩΣΗ ΑΣΚΟΥΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΝΕΩΝ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ (Ε.Α.Ν.ΔΙ.Π.) ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ Η ΕΑΝΔΙΠ συντάσσεται με τη στάση του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά, όπως αυτή χαράκτηκε στην από 24/11/2023 Γενική Συνέλευσή του και στην ομόφωνη απόφαση που ελήφθη. Η θέσπιση τεκμηρίων για τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος των ελευθέρων επαγγελματιών αποτελεί ευθεία παράβαση της παρ. 5 του αρ. 4 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία οι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Αξιοσημείωτο δε ότι στην παρ. 2 περ. γ του άρθρου 13 του Σ/Ν ορίζεται, με πρωτοφανή έλλειψη συνταγματικών αντανακλαστικών, ότι ο τεκμαρτός προσδιορισμός του φορολογητέου εισοδήματος κάθε επαγγελματία θα γίνεται όχι με βάση τα δικά του εισοδήματα και τον δικό του κύκλο εργασιών, αλλά αντίθετα με βάση τον κύκλο εργασιών τρίτων συναδέλφων του!!! Όσον αφορά τους νέους Δικηγόρους, στην παρ. 1 του άρθρου 15 του Σ/Ν καθιερώνεται κλιμακωτά απαλλαγή και στη συνέχεια μείωση του ποσού που προκύπτει από τον τεκμαρτό προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος για τους νέους επαγγελματίες για τα πέντε (5) πρώτα έτη από την πρώτη έναρξη της άσκησης της επαγγελματικής τους δραστηριότητας. Η συγκεκριμένη διάταξη κινείται στη συνήθη λογική ελάφρυνσης των νέων επαγγελματιών – επιχειρηματιών, σύμφωνα με την οποία κατά τα πρώτα έτη άσκησης «επιχειρηματικής» δραστηριότητας, ο υπόχρεος προβαίνει σε δαπάνες για την έναρξη της δραστηριότητάς – επιχείρησής του, με αποτέλεσμα να είναι λογικό και ανεκτό να μην έχει πραγματικά κέρδη. Ωστόσο, η διάταξη αυτή παραγνωρίζει την πραγματική εργασιακή κατάσταση στην οποία ευρίσκεται σχεδόν το σύνολο των νέων Δικηγόρων, συγκριτικά με άλλους κλάδους. Ως είναι γνωστό, ο νέος Δικηγόρος δεν μπορεί να απασχοληθεί με υπαλληλική σχέση, και για το λόγο αυτό υποχρεούται να προβεί σε έναρξη εργασιών, προκειμένου να εκδίδει ΤΠΥ στον συνεργάτη – «εργοδότη» Δικηγόρο, στο γραφείο του οποίου εργάζεται. Όταν, έπειτα από 5 – 10 χρόνια αποφασίσει να κάνει το βήμα και να ανοίξει το δικό του γραφείο, τότε για το κράτος δε θα είναι πλέον νέος επαγγελματίας και για το λόγο δε θα τυγχάνει των απαλλαγών και των μειώσεων της παρ. 1 του αρ. 15 του Σ/Ν. Με άλλα λόγια, σε αντίθεση με άλλους κλάδους, η έναρξη εργασιών του νέου Δικηγόρου δε συμπίπτει με την έναρξη «επιχείρησης» και το άνοιγμα του δικού του γραφείου. Παράδειγμα: Η νέα Δικηγόρος «Ν» σε ηλικία 24 ετών ολοκληρώνει την άσκησή της και ξεκινάει να εργάζεται στο δικηγορικό γραφείο του «Δ». Ο Δ ζητάει από τη Ν να προβεί σε έναρξη εργασιών, προκειμένου να μπορεί να του εκδίδει μηνιαίως ΤΠΥ ταυτόχρονα με την καταβολή της συμφωνημένης μηνιαίας αμοιβής της. Η Ν εργάζεται για τα επόμενα 5 έτη στο δικηγορικό γραφείο του Δ και πλέον, έχοντας αποκτήσει την απαιτούμενη εμπειρία και αυτοπεποίθηση αποφασίζει να ανοίξει το δικό της γραφείο. Για τον εξοπλισμό του γραφείου της η Ν δαπανάει κατά το πρώτο έτος λειτουργίας του ποσό 30.000 ευρώ (ενοίκια, έπιπλο γραφείο, βιβλιοθήκη, καρέκλες, καναπέδες, υπολογιστής, εκτυπωτής, κλπ). Η Ν, χωρίς να έχει ακόμα χτίσει την πελατεία της και εργαζόμενη σκληρά, καταφέρνει και κάνει τζίρο 30.000 ευρώ. Η Ν με το σημερινό φορολογικό καθεστώς θα πλήρωνε μηδενικό φόρο εισοδήματος, αφού τα έσοδά της ισοσκελίζονται με τα έξοδά της, πράγμα απόλυτα λογικό και αναμενόμενο κατά το πρώτο έτος λειτουργίας του γραφείου της. Ωστόσο, σύμφωνα με το φορολογικό καθεστώς που εισάγει το Σ/Ν, η Ν για το κράτος δε λογίζεται πλέον ως νέα επαγγελματίας και για το λόγο αυτό δε τυγχάνει των απαλλαγών και των μειώσεων του άρθρου 15. Επομένως, εάν θεωρήσουμε ότι ο μέσος όρος του ετήσιου κύκλου εργασιών του ΚΑΔ των Δικηγόρων ανέρχεται στο ποσό των 15.000 ευρώ, τότε το τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα της Ν θα προσδιοριστεί στο διπλάσιο του μεικτών αποδοχών του εργαζόμενου που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό, ήτοι στο ποσό των 21.840 ευρώ. Η Ν θα κληθεί να πληρώσει φόρο εισοδήματος ποσού 3.504,8 ευρώ (10.000 * 9% + 21.840 * 22%), πλέον ποσού 487,5 ευρώ για το τέλος επιτηδεύματος, ήτοι συνολικά το ποσό των 3.992,3 ευρώ. Η Ν, γνωρίζοντας πλέον όλα αυτά, δε θα αποφασίσει ΠΟΤΕ να ανοίξει το δικό της γραφείο!!!