Αρχική ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΛΑΘΡΕΜΠΟΡΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ Άρθρο 19 Μέτρα δέουσας επιμέλειας για τη διάθεση και τη διακίνηση ενεργειακών προϊόντωνΣχόλιο του χρήστη AVINOIL ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ Α.Ε. | 27 Νοεμβρίου 2023, 20:28
Παρατηρήσεις στο Αρ. 19 παρ. 2 εδ. β’: 1) Ο έλεγχος από πλευράς εταιριών εμπορίας ως προς την ύπαρξη αδειών και εγκατεστημένου εν λειτουργία συστήματος εισροών- εκροών, πρέπει να περιοριστεί στο στάδιο προ της σύναψης σύμβασης (ή συναλλαγής στην περίπτωση των «λευκών» πρατηρίων) με τον Πρατηριούχο. Σε διαφορετική περίπτωση τα μέτρα μετατρέπονται σε μία διαρκή υποχρέωση ελέγχου για τις εταιρίες εμπορίας επί ενός πρατηρίου που απλώς προμηθεύουν αλλά δεν διοικούν ούτε τους ανήκει. Εναλλακτικά, μπορεί να καθοριστεί ο επανέλεγχός τους σε τακτά χρονικά διαστήματα. 2) Προτείνεται να συγκεκριμενοποιηθεί (ακόμη και στο πλαίσιο κατ’ εξουσιοδότηση διάταξης) ποιες ακριβώς άδειες ή πιστοποιητικά απαιτούνται. Επί παραδείγματι, η άδεια λειτουργίας ενός Πρατηρίου προϋποθέτει την προηγούμενη έκδοση άλλων αδειών και πιστοποιητικών. Άρα, είναι προφανές ότι παρέλκει ο έλεγχος αυτών από τις εταιρίες εμπορίας, αφού έχει εκδοθεί εν ισχύ άδεια λειτουργίας του Πρατηρίου από τις αρμόδιες Αρχές. 3) Ο έλεγχος εγκατάστασης και λειτουργίας του συστήματος εισροών-εκροών από πλευράς των εταιριών εμπορίας στο συνεργαζόμενο πρατήριο πρέπει να εξαντλείται με την προσκόμιση σχετικής βεβαίωσης πιστοποιημένου εγκαταστάτη. 4) Προτείνεται η εισαγωγή κυρώσεων για τους κατόχους άδειας λιανικής εμπορίας σε περίπτωση μη συμμόρφωσης ή άρνησης συνεργασίας τους εάν μάλιστα η υποχρέωση των εταιριών εμπορίας εν τέλει καταλήξει διαρκής (δηλαδή και για όσο διαρκεί η συνεργασία τους). Παρατηρήσεις στο Αρ. 19 παρ. 3: 1) Οι έννοιες «απαιτούμενες άδειες» και «πιστοποιητικά» να έχουν ταυτόσημη έννοια με εκείνες του Αρ. 19 παρ. 2 εδ. β’ προκειμένου να αποφευχθούν παρερμηνείες της διάταξης. 2) Η έννοια «παράνομα» ενεργειακά προϊόντα αποτελεί αόριστη νομική έννοια, η οποία μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο παρερμηνείας. Προτείνεται η αντικατάστασή της από το τελολογικά ορθό «νοθευμένα ενεργειακά προϊόντα» και «προϊόντα λαθρεμπορίας». Παρατήρηση στο Αρ. 19 παρ. 3 εδ. α’: Προτείνεται χρονικό διάστημα δύο (2) εργασίμων ημερών που θεωρείται εύλογο για την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Παρατήρηση στο Αρ. 19 παρ. 3 εδ. γ’: Προτείνεται η αφαίρεση του σήματος και των αντλιών (εφόσον αποτελούν χρησιδάνειο και άρα ιδιοκτησία των εταιριών εμπορίας) αντί του «εξοπλισμού» εν γένει. Με τον τρόπο αυτό, αφενός είναι σαφές ότι η εταιρία εμπορίας έχει παύσει να προμηθεύει το πρατήριο ενώ και πρακτικά το πρατήριο δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς αντλίες. Η απομάκρυνση άλλων παγίων (όπως λ.χ. στέγαστρα) μπορεί να απαιτεί την έκδοση πολεοδομικής άδειας που η εταιρία εμπορίας δεν είναι σε θέση πάντοτε να εκδώσει (λ.χ. στην περίπτωση που δεν είναι η μισθώτρια του ακινήτου) ή να αφορά σε εξοπλισμό που δεν βρίσκεται στην ιδιοκτησία της (άρα δεν νοείται η κατοχή του, η αφαίρεσή του, η μετακίνησή του από μη κύριο) Παρατήρηση στο Αρ. 19 παρ. 5: Προτείνεται όπως οι ελλειμματικές παραδόσεις αντλιών να αποτελούν λόγο σφράγισης του σημείου για 2 έτη, καθώς αυτή η παράβαση δεν έχει συμπεριληφθεί στο σχέδιο νόμου. Παρατήρηση στο Αρ. 19 παρ. 5 εδ. β’: Δεδομένου ότι το καύσιμο στις δεξαμενές των συνεργαζόμενων πρατηρίων δεν ανήκει κατά κυριότητα στις εταιρίες εμπορίας οι τελευταίες θα μπορούσαν να το παραλάβουν όχι με απλή ενημέρωση της ΑΑΔΕ αλλά στο πλαίσιο εντολής κατάσχεσης η οποία είναι απαραίτητο να θεσμοθετηθεί, ενώ το κατασχεθέν προϊόν θα πρέπει να οδηγείται σε ανακύκλωση με το κόστος να επιβαρύνει τον παραβάτη. Παρατήρηση στο Αρ. 19 παρ. 5 εδ. γ’: Προτείνεται να επαναληφθεί η προτεινόμενη διατύπωση του αρ. 19 παρ. 3 εδ. γ’ κατά τα ανωτέρω. Παρατήρηση στο Αρ. 19 παρ. 6: Η διάταξη δεν ανταποκρίνεται στην καταπολέμηση της μεθόδου δράσης των παράνομων κυκλωμάτων. Η διάταξη δεν αναμένεται να παρεμποδίσει το έργο των λαθρεμπόρων και των λοιπών παραβατών, καθώς οι τελευταίοι λειτουργούν με μεμονωμένους «αχυρανθρώπους» (και όχι με δομημένα δίκτυα πρατηρίων υπό κοινό ΑΦΜ), οι οποίοι λύουν και ιδρύουν νέες εταιρίες για την εξυπηρέτηση των σκοπών τους. Επιπλέον, η διάταξη είναι προφανώς δυσανάλογη, προκαλώντας αυτομάτως τη διακοπή αόριστου αριθμού πρατηρίων (σε επίπεδο δικτύου) χωρίς να έχει εντοπιστεί σε αυτά παράνομη δραστηριότητα. Πέραν, δε, των ζητημάτων αντισυνταγματικότητας που εγείρονται, πιθανολογείται ότι η διάταξη αυτή θα διευκολύνει αντί να ανακόψει τη δράση των προσώπων που επιδίδονται σε πράξεις λαθρεμπορίας ή διακίνησης νοθευμένου καυσίμου. Είναι ενδεικτικό ότι στην περίπτωση λανθασμένου χαρακτηρισμού καυσίμου ως «νοθευμένου», τούτο αυτομάτως θα σημάνει τη διακοπή λειτουργίας ενός πανελλαδικού ιδιολειτουργούμενου δικτύου. Ως εκ τούτου, προτείνεται η εξαίρεση των ιδιολειτουργούμενων πρατηρίων που εξυπηρετούν το καταναλωτικό κοινό σε πανελλαδικό επίπεδο και ο περιορισμός των κυρώσεων σε επίπεδο σφράγισης του σημείου – όπως ακριβώς ήδη προβλέπεται. Σημειώνεται, δε, ότι σε κανέναν άλλο κλάδο της αγοράς δεν προβλέπεται ανάλογη ρύθμιση. (λ.χ. διακοπή -πανελλαδικώς- λειτουργίας αλυσίδας supermarket στην περίπτωση εντοπισμού σε ένα μόνο κατάστημα αλλοιωμένου ή κατ’ αρχήν χαρακτηρισμένου ως «νοθευμένου» προϊόντος)