• Σχόλιο του χρήστη 'Πέτρος Π.' | 24 Δεκεμβρίου 2009, 21:15

    Προτείνω το ακόλουθο σύστημα φορολόγησης του εισοδήματος των φυσικών προσώπων: 1) Αφορολόγητο όριο 14.000 ευρώ για κάθε μισθωτό, συνταξιούχο και αγρότη, το οποίο θα αναγνωρίζεται κατά το ποσό των 7.000 ευρώ χωρίς αποδείξεις και κατά τα υπόλοιπα 7.000 ευρώ με αποδείξεις που θα έχουν ληφθεί για αγορές αγαθών και παροχή υπηρεσιών από επιτηδευματίες οι οποίοι τηρούν βιβλία β' κατηγορίας (αρτοποιεία, ζαχαροπλαστεία, καφετέριες, ψητοπωλεία, ταβέρνες, εστιατόρια, καντίνες, καφέ-μπαρ, μπουάτ, κέντρα διασκέδασης, γυμναστήρια, κομμωτήρια, κουρεία, καθαριστήρια, ινστιτούτα αισθητικής, ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα, δωμάτια ή διαμερίσματα, κάμπινγκ, ταξί, βενζινάδικα, ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, δικηγόρους, γιατρούς, λογιστές, συμβολαιογράφους, επιχειρήσεις πώλησης ειδών ένδυσης και υπόδυσης, επιχειρήσεις πώλησης ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών, επιχειρήσεις πώλησης επίπλων, βιοτεχνίες, επιτηδευματίες που επισκευάζουν έπιπλα, ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές, επιχειρήσεις που πωλούν είδη δώρων, μίνι μάρκετ, βιβλιοπωλεία). Στο αφορολόγητο των 7.000 ευρώ το οποίο θα αναγνωρίζεται χωρίς αποδείξεις περιλαμβάνονται "κατά τεκμήριο" οι δαπάνες για αγορές από σούπερ μάρκετ και πληρωμές λογαριασμών ΔΕΗ, ΟΤΕ και νερού, οπότε δεν χρειάζεται η προσκόμιση των σχετικών αποδείξεων (ούτως ή άλλως τα σούπερ μάρκετ και οι ΔΕΚΟ εκδίδουν υποχρεωτικά αποδείξεις οπότε δεν χρειάζεται η θέσπιση κινήτρου για τη ζήτηση αποδείξεων από αυτές). Υψηλότερο αφορολόγητο χωρίς αποδείξεις και μικρότερο με αποδείξεις (π.χ. 9.000 άνευ αποδείξεων και 3.000 με αποδείξεις) να ισχύει ειδικά για χαμηλοσυνταξιούχους του ΟΓΑ και του ΕΚΑΣ, για ανέργους και για ορισμένες ακόμη ευπαθείς κοινωνικές ομάδες. 2) Αφορολόγητο όριο 14.000 ευρώ να ισχύει και για τους φορολογούμενους που δεν έχουν εισοδήματα από μισθωτές υπηρεσίες (επιτηδευματίες, ελεύθερους επαγγελματίες και εισοδηματίες), το οποίο όμως θα αναγνωρίζεται κατά το ποσό των 1.500 ευρώ χωρίς αποδείξεις (1.500 ευρώ είναι σήμερα η διαφορά με το αφορολόγητο των μισθωτών) και κατά τα υπόλοιπα 12.500 ευρώ με αποδείξεις για αγορές αγαθών και παροχή υπηρεσιών από τις ίδιες κατηγορίες επιτηδευματιών που προανέφερα στην περίπτωση των μισθωτών και των συνταξιούχων. 3) Το τμήμα του αφορολογήτου που δεν θα καλύπτεται με αποδείξεις να φορολογείται με συντελεστή 20%, ώστε να υπάρχει ισχυρό κίνητρο για τη ζήτηση των αποδείξεων. Εάν δηλαδή επιτηδευματίας φορολογούμενος (π.χ. υδραυλικός δηλώνει ατομικό εισόδημα 10.000 ευρώ, δεν θα είναι αφορολόγητος εάν δεν προσκομίσει αποδείξεις αξίας 8.500 ευρώ (10.000-1.500=8.500 ευρώ). Εάν προσκομίσει αποδείξεις 4.000 ευρώ, τότε θα φορολογηθεί με 20% για το υπόλοιπο τμήμα του εισοδήμάτός του, που δεν το κάλυψε με αποδείξεις, δηλαδή για τα 4.500 ευρώ (10.000 - 1.500 - 4.000 = 4.500 ευρώ). Με φόρο εισοδήματος 20% για το τμήμα του αφορολογήτου που δεν καλύπτεται με αποδείξεις, κάθε φορολογούμενος θα σκέφτεται ότι τον συμφέρει να χρεωθεί με τον ΦΠΑ 9% ή 19% που ενσωματώνει κάθε απόδειξη για να γλιτώσει φόρο 20%. 4) Με βάση τα προαναφερθέντα για το αφορολόγητο, η ενιαία, προοδευτική φορολογική κλίμακα θα πρέπει να διαμορφωθεί ως εξής: Έως 14.000 ευρώ - συντελεστής φόρου 0% Από 14.000,01 έως 20.000 ευρώ - συντελεστής φόρου 20% Από 20.000,01 έως 30.000 ευρώ - συντελεστής φόρου 25% Από 30.000,01 έως 40.000 ευρώ - συντελεστής φόρου 30% Από 40.000,01 έως 50.000 ευρώ - συντελεστής φόρου 35% Από 50.000,01 ευρώ και άνω - συντελεστής φόρου 40%. Η παραπάνω κλίμακα θα είναι πράγματι ενιαία, καθώς θα ισχύει για όλα τα φυσικά πρόσωπα. Με αυτήν θα πρέπει να φορολογούνται όλα τα εισοδήματα, δηλαδή καί τα μερίσματα από μετοχές και τα αυτοτελώς φορολογούμενα ποσά εισοδημάτων (επιδόματα, αμοιβές και αποζημιώσεις υπαλλήλων και λειτουργών του Δημοσίου, αμοιβές που καταβάλλονται σε ποδοσφαιριστές, καλαθοσφαιριστές, προπονητές κ.λπ. για μεταγραφές ή ανανεώσεις συμβολαίων κ.λπ.). Εξαιρέσεις από τη φορολόγηση με την κλίμακα να εξακολουθούν να ισχύουν μόνο για παροχές κοινωνικού χαρακτήρα (επιδόματα πολυτέκνων, αναπήρων κ.λπ., αποζημιώσεις εφάπαξ και απολύσεων κ.λπ.) καθώς επίσης και για τους τόκους των καταθέσεων, τους τόκους των τίτλων του Δημοσίου και την υπεραξία από την πώληση μετοχών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο και από την πώληση μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων (για να μη φύγουν κεφάλαια στο εξωτερικό, όχι για άλλο λόγο).