Αρχική Όροι αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας στις παραθαλάσσιες περιοχές και άλλες διατάξειςΜΕΡΟΣ Α΄ ΣΚΟΠΟΣ – ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ Άρθρο 1 ΣκοπόςΣχόλιο του χρήστη ΕΕΠ, ΕΕΠΦ, ΕΟΕ, ΚΑΛΛΙΣΤΩ, ΟΕΑ, GREENPEACE, MEDASSET, WWF | 14 Φεβρουαρίου 2024, 17:11
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Δικτυακός Τόπος Διαβουλεύσεων OpenGov.gr Ανοικτή Διακυβέρνηση |
Πολιτική Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα Πολιτική Ασφαλείας και Πολιτική Cookies Όροι Χρήσης Πλαίσιο Διαλόγου |
Creative Commons License Με Χρήση του ΕΛ/ΛΑΚ λογισμικού Wordpress. |
Κοινά σχόλια περιβαλλοντικών οργανώσεων Εταιρία Προστασίας Πρεσπών, Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης, Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, Καλλιστώ, Οικολογική Εταιρεία Ανακύκλωσης, Greenpeace, MEDASSET, WWF Ελλάς Γενικά σχόλια Εισαγωγικά, οι συνυπογράφουσες περιβαλλοντικές οργανώσεις επισημαίνουν ότι το υπό διαβούλευση σχέδιο νόμου δεν εισάγει μεταρρύθμιση για την αποτελεσματική προστασία και διαχείριση του παράκτιου χώρου, αυτού του σημαντικού οικοσυστήματος που βάλλεται από την κλιματική κρίση, και απουσιάζουν προβλέψεις που σχετίζονται με την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή (π.χ. δεν υπάρχει αναφορά σε άλλους φυσικούς ή ανθρωπογενείς κινδύνους που απειλούν την παράκτια και παρόχθια ζώνη, πλημμυρικούς κινδύνους κ.λπ.). Ως πρώτο σχόλιο, σημειώνουμε τη συνεχιζόμενη μη κύρωση και εφαρμογή από τη χώρα μας του Πρωτοκόλλου για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης (ΟΔΠΖ) στη Σύμβαση της Βαρκελώνης για την προστασία της Μεσογείου, το οποίο, μεταξύ άλλων, προβλέπει ότι «τα συμβαλλόμενα μέρη: α) καθορίζουν στις παράκτιες ζώνες, από την υψηλότερη χειμερινή ίσαλο γραμμή, ζώνη στην οποία δεν επιτρέπεται η δόμηση. Λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τις περιοχές οι οποίες επηρεάζονται άμεσα και αρνητικά από την αλλαγή του κλίματος και τους φυσικούς κινδύνους, αυτή η ζώνη δεν μπορεί να έχει πλάτος μικρότερο των 100 μέτρων, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του κατωτέρω εδαφίου». Πρόκειται για άλλη μία αποσπασματική παρέμβαση που επιχειρείται καθώς: - πρόκειται για κακή νομοτεχνική επιλογή να καταργείται σχεδόν στο σύνολό του ο νόμος 2971/2001 για τον αιγιαλό και την παραλία, ο οποίος έχει τροποποιηθεί πολλάκις, δίχως να κωδικοποιείται όπως θα απαιτούνταν ούτως ή άλλως, για να ρυθμιστούν τα ίδια ζητήματα που καλύπτει ο ισχύων νόμος (βλ. εκτενή κατάλογο καταργούμενων διατάξεων στο άρθ. 24), - εισάγεται μια νέα ad hoc «κατηγορία» προσωρινού καθεστώτος προστασίας («απάτητες παραλίες», βλ. άρθ. 4 παρ. 2 σε συνδυασμό με την εξουσιοδοτική διάταξη του άρθ. 22 παρ. 1) που οδηγεί σε κατακερματισμό του προστατευτικού καθεστώτος των περιοχών του δικτύου Natura 2000, αντί το αρμόδιο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας να προβεί άμεσα στις απαιτούμενες ενέργειες για την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων και των σχεδίων διαχείρισης προκειμένου να προστατευθούν ουσιαστικά οι περιοχές του δικτύου Natura 2000 και να συμμορφωθεί η χώρα μας με τις οδηγίες για τη φύση και την απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ C-849/18. Στην ουσία το παρόν σχέδιο νόμου δεν προστατεύει αυτές τις παραλίες αλλά προβλέπει τη δυνατότητα θέσπισης απαγορεύσεων και περιορισμών ως προς τις δραστηριότητες που επιτρέπονται επ’ αυτών είτε μέσω της υ.α. του άρθρου 21 παρ. 6 του ν. 1650/1986 είτε την έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης του άρθρου 22 παρ. 1 του παρόντος. - οι νέοι όροι «προστατευόμενος αιγιαλός» και «απάτητες παραλίες» που εισάγονται (βλ. άρθρα 3 περίπτ. δ΄ και 4) αφορούν μόνο τις περιοχές του δικτύου Ν2000, δημιουργώντας ταυτόχρονα και ασάφεια σχετικά (πρβλ. άρθ. 22 παρ. 1 εδ. β΄), - τέλος, με το παρόν σχέδιο νόμου (βλ. άρθ. 28) καθορίζεται για πρώτη (από ό,τι φαίνεται) φορά θαλάσσια ζώνη λιμένα Αλεξανδρούπολης, με την οποία επεκτείνεται η ήδη καθορισμένη χερσαία ζώνη. Δεν διευκρινίζεται, όμως, γιατί ο καθορισμός αυτός γίνεται με διάταξη τυπικού νόμου, και δεν ακολουθείται η προβλεπόμενη διαδικασία (πρβλ. άρθ. 18-27 ν. 2971/2001, όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν). Επιπρόσθετα, επισημαίνουμε ότι οι κάτωθι προβλέψεις συνεπάγονται οπισθοδρόμηση στην αποτελεσματική προστασία του αιγιαλού και της παραλίας: - Καθότι καταργείται η πρόβλεψη του ν. 2971/2001 ότι «[η] προστασία των κοινοχρήστων πραγμάτων και του οικοσυστήματος αυτών της παραγράφου 1 είναι ευθύνη του Κράτους, το οποίο μεριμνά για την οργάνωση και λειτουργία ολοκληρωμένου συστήματος καταγραφής, διαχείρισης, εποπτείας και ελέγχου τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τις αρχές της αειφορίας και του χωροταξικού σχεδιασμού» (άρθ. 2 παρ. 2). - Μεταβάλλεται ο ορισμός της παραλίας και χωρίς καμία αιτιολογική βάση (έλλειψη, από την οποία προκύπτει ότι η προτεινόμενη τροποποίηση επιδιώκει την ικανοποίηση ιδιωτικών συμφερόντων), η προτεινόμενη ρύθμιση καταργεί το ελάχιστο όριο των 30 μέτρων (διατηρείται το απώτατο όριο των 50 μέτρων), ενώ εξακολουθεί να μη λαμβάνεται υπόψη το Πρωτόκολλο ΟΔΠΖ (το οποίο θεσπίζει «αδόμητη ζώνη» τουλάχιστον 100 μέτρων, εκεί που δεν υπάρχουν οικισμοί και σημαντικά λιμενικά έργα δημόσιου συμφέροντος, πρβλ. άρθ. 8 παρ. 2 εδ. α και β). - O κοινόχρηστος χαρακτήρας του παλαιού αιγιαλού και της παλαιάς όχθης των μεγάλων λιμνών και των πλεύσιμων ποταμών καταργείται, καθώς τα τμήματα αυτά περιέρχονται στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου - εκτός από την περίπτωση της γειτνίασης με απάτητες παραλίες (βλ. άρθ. 6 παρ. 5). Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε στα θετικά σημεία του παρόντος νομοσχεδίου ότι: - η Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου θα είναι αρμόδια για τον ορισμό παραλιών προς παραχώρηση (απλή γνώμη ΟΤΑ α΄ βαθμού), ωστόσο, παρόλες τις προσπάθειες που καταβάλλει δεν κατέχει την απαραίτητη τεχνογνωσία και είναι αμφίβολο εάν έχει στη διάθεσή της τα απαραίτητα μέσα και στελεχειακό δυναμικό. - προβλέπεται νέα επιβαρυντική περίσταση σε περίπτωση που «[...] η μεταβολή [στον αιγιαλό ή την παραλία] προκαλεί σημαντική οικολογική, περιβαλλοντική ή γεωμορφολογική διατάραξη ή βλάβη, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον δύο (2) ετών και χρηματική ποινή» (άρθ. 20). Ωστόσο, για να είναι εφαρμόσιμη η πρόβλεψη αυτή, θα πρέπει να συνοδεύεται και από ένα αποτελεσματικό σύστημα διεξαγωγής περιβαλλοντικών ελέγχων. Ένα τέτοιο σύστημα απέχει πολύ από τη σημερινή κατάσταση των σοβαρά υποστελεχωμένων υπηρεσιών διεξαγωγής περιβαλλοντικών ελέγχων. Στο σημείο αυτό επαναλαμβάνουμε το πάγιο αίτημά μας για τη σύσταση ανεξάρτητης αρχής περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων. - παρέχονται νέα εργαλεία (χρήση ηλεκτρονικών μέσων) στους πολίτες για την άμεση υποβολή καταγγελιών σε περιπτώσεις αυθαίρετης κατάληψης αιγιαλού και παραλίας, ή υπέρβασης της παραχώρησης, η λειτουργία των οποίων, όμως, θα πρέπει να εξειδικευθεί περαιτέρω (βλ. άρθ. 16 σε συνδυασμό με το άρθ. 22 παρ. 9). - τέλος, προωθείται η διαλειτουργικότητα μεταξύ της πλατφόρμας παρακολούθησης και ελέγχου των συμβάσεων παραχώρησης (άρθ. 10 και 15 νομοσχεδίου) [σε αντικατάσταση του ηλεκτρονικού μητρώου μητρώο πληροφοριών του άρθ. 15 παρ. 11 ν. 2971/2001 που καταργείται με το παρόν], η οποία θα είναι προσβάσιμη μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης, και του συστήματος της καταγγελίας. Τέλος, οι συνυπογράφουσες περιβαλλοντικές οργανώσεις υπογραμμίζουν ότι για άλλη μια φορά η διάρκεια της δημόσιας διαβούλευσης ήταν απαράδεκτα μικρή: δύο εβδομάδες για ένα σχέδιο νόμου που δεν εισάγει μικρές σημειακές τροποποιήσεις, αλλά μεταβάλλει κατά το μεγαλύτερο μέρος της τη νομοθεσία για την παράκτια και παρόχθια ζώνη είναι αδικαιολόγητα μικρή προθεσμία. Ακολουθούν ειδικά αναλυτικά σχόλια ανά άρθρο του σχεδίου νόμου. Οι συνυπογράφουσες περιβαλλοντικές οργανώσεις: Εταιρία Προστασίας Πρεσπών Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία Καλλιστώ Οικολογική Εταιρεία Ανακύκλωσης Greenpeace MEDASSET WWF Ελλάς Σχόλια στο ΜΕΡΟΣ Α΄ Άρθρο 1 Σκοπός 1. Πρώτα απ’ όλα, μία γενική παρατήρηση: αν και παρουσιάζεται ως “εκσυγχρονιστικό”, το σχέδιο νόμου περιστρέφεται γύρω από δύο έννοιες που έχουν εισαχθεί στην ελληνική νομοθεσία από τον α.ν. 2344/1940 (Α’ 154) (αν όχι νωρίτερα): τον “αιγιαλό” (από τον οποίο αποσπάται ο “παλαιός αιγιαλός”) και την “παραλία”. Διαχρονικά, οι δύο αυτές έννοιες έχουν συμβάλει στην οικιστική ανάπτυξη της παράκτιας ζώνης, στην κατοχύρωση ιδιωτικών δικαιωμάτων μέσα σε αυτή και στην αποκόμιση ορισμένων εσόδων (για το δημόσιο, και άλλους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς) από την εκμετάλλευση της ζώνης αυτής. Δυστυχώς, δεν έχουν συμβάλει επαρκώς στην προστασία και τη βιωσιμότητά της: σήμερα, η βασική πρόκληση είναι η προστασία της ευρύτερης “παράκτιας ζώνης” (ως «γεωμορφολογικής περιοχής εκατέρωθεν της ακτογραμμής στην οποία η αλληλεπίδραση μεταξύ του θαλάσσιου και του χερσαίου τμήματος αποκτά τη μορφή πολύπλοκων συστημάτων οικολογικών στοιχείων και πόρων αποτελούμενων από βιοτικές και αβιοτικές συνιστώσες που συνυπάρχουν και αλληλεπιδρούν με τις ανθρώπινες κοινότητες και τις σχετικές κοινωνικο-οικονομικές δραστηριότητες», άρθ. 2 παρ. ε Πρωτοκόλλου ΟΔΠΖ, ως κοινόχρηστου και περιβαλλοντικού αγαθού, ιδιαίτερα ευαίσθητου (ειδικότερα στη Μεσόγειο, και ειδικότατα στην Ελλάδα) στην άναρχη ανάπτυξη και την κλιματική αλλαγή. Σχετικά, το άρθρο 8 του ως άνω Πρωτοκόλλου προβλέπει την καθιέρωση παράκτιας ζώνης που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 100 μέτρα σε πλάτος και όπου δεν επιτρέπονται κατασκευές («construction is not allowed»), λαμβάνοντας υπόψη τις περιοχές που επηρεάζονται άμεσα και αρνητικά από την κλιματική αλλαγή και τους φυσικούς κινδύνους. Για τον σκοπό αυτό, θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σύγχρονα εργαλεία, όπως η καταγραφή των ευρωπαϊκών παράκτιων οικότοπων (EUNIS 2021), και η Ολοκληρωμένη Διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης (άρθ. 5-21 Πρωτοκόλλου ΟΔΠΖ). Η τελευταία αποτελεί νομική υποχρέωση της χώρας, καθώς το Πρωτόκολλο ΟΔΠΖ αποτελεί μέρος του ενωσιακού δικαίου. Τέλος, υπενθυμίζεται ότι η οριοθέτηση της “κρίσιμης παράκτιας ζώνης” επιβάλλεται από το άρθ. 20 παρ. 8 περ. β΄ του ν. 3937/2011 (Α΄ 60), αλλά η Πολιτεία, 12 χρόνια αργότερα, δεν έχει προβεί στην οριοθέτηση αυτή. 2. Όλα τα παραπάνω απουσιάζουν από το σχέδιο νόμου: το σχέδιο νόμου δεν προτείνει τίποτα νέο για την προστασία της παράκτιας ζώνης από την κλιματική αλλαγή, και το θέμα διέπεται από το παρωχημένο άρθ. 12 ν. 2971/2001 (Α΄ 285), παρόλο που η επιστημονική γνώση έχει προοδεύσει σημαντικά από την πιο πρόσφατη τροποποίηση του τελευταίου (με το άρθ. 29 ν. 4607/2019). Τα συναρμόδια Υπουργεία φαίνεται να έχουν την εντύπωση ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στις ακτές θα είναι περιορισμένες και εντοπισμένες, χωρίς οικονομικές συνέπειες, και αντιμετωπίσιμες με μερικά σημειακά και αποσπασματικά τεχνικά έργα ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Δυστυχώς για όλους μας, το πρόβλημα είναι εκτεταμένο: σειρά ερευνών τα τελευταία χρόνια, που τα συναρμόδια Υπουργεία επιμένουν να αγνοούν, έδειξαν ότι ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής ακτογραμμής είναι εκτεθειμένο στην διάβρωση. Εκτός από την κλιματική αλλαγή, η διάβρωση των ελληνικών ακτών αναδεικνύει δύο ακόμα πολιτικά προβλήματα - τις ασυντόνιστες επεμβάσεις στην ακτή από κάθε είδους λιμενικά έργα, και την κακή διαχείριση των εσωτερικών υδάτων. Επιπλέον, στο νομοσχέδιο δεν υπάρχει η αναφορά σε άλλους φυσικούς ή ανθρωπογενείς κινδύνους που απειλούν την παράκτια και την παρόχθια ζώνη (π.χ., πλημμυρικούς, σεισμικούς ή τεχνολογικούς, όπως βιομηχανικά ατυχήματα ή ρύπανση), για τους οποίους το Πρωτόκολλο ΟΔΠΖ απαιτεί εκτίμηση επιπτώσεων, και μέτρα πρόληψης, μετριασμού και προσαρμογής (άρθ. 22). Δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά στον ρόλο της παράκτιας και της παρόχθιας ζώνης στην προστασία των ανθρώπινων δραστηριοτήτων από κάποιους φυσικούς κινδύνους (π.χ., πλημμυρικούς) - ως “λύσεις βασισμένες στην φύση”. Απουσιάζουν οι ευάλωτοι παράκτιοι οικότοποι, οι οποίοι δεν είναι δυνατόν να “εγκιβωτιστούν” μέσα στις οριογραμμές της παραλίας και του (παλαιού ή μη) αιγιαλού (π.χ., παράκτιες και παρόχθιες δασικές εκτάσεις, αμμοθινικά οικοσυστήματα). Απουσιάζουν ακόμα και οι οικονομικές επιπτώσεις των παραπάνω, που είναι τόσο σημαντικές για τον τουριστικό τομέα, και για τις οποίες το επισπεύδον Υπουργείο θα έπρεπε να δείξει κάποια ευαισθησία. Τα παραπάνω δείχνουν ότι το σχέδιο νόμου δεν βασίζεται στη βέλτιστη διαθέσιμη επιστήμη, και απλώς αποσκοπεί σε μικρο-αλλαγές (αρνητικές, ως επί το πλείστον) στο ισχύον καθεστώς. Η υιοθέτηση μερικών τεχνικών λύσεων (όπως το QR- code), οι οποίες ούτε είναι προσιτές σε όλους τους χρήστες της παράκτιας ζώνης, ούτε συνδέονται οργανικά με το υπόλοιπο νομικό πλαίσιο δεν συνιστά εκσυγχρονισμό, αλλά οπισθοδρόμηση με έναν επιφανειακό “τεχνολογικό μανδύα”. 3. Αποδοκιμαστέα είναι και η νομοτεχνική επιλογή να μην ενσωματωθούν οι νέες διατάξεις στον ισχύοντα ν. 2971/2001, ή (ακόμα καλύτερα) σε έναν ευρύτερο κώδικα για την παράκτια ζώνη. Χοντρικά, ο “μισός” ν. 2971/2001 διατηρείται σε ισχύ, και ο άλλος μισός αντικαθίσταται από το παρόν σχέδιο νόμου. Προβλήματα θα δημιουργηθούν και από τις παραπομπές της υπόλοιπης νομοθεσίας στον ν. 2971/2001, καθώς η σχετική διάταξη του νομοσχεδίου (άρθ. 24 παρ. 2) είναι ιδιαίτερα κακοδιατυπωμένη. Η λύση αυτή αυξάνει την πολυνομία, και καθιστά την κατανόηση του πολύπλοκου νομικού πλαισίου ιδιαίτερα δυσχερή για τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, οι οποίοι δεν διαθέτουν νομικούς ή τεχνικούς συμβούλους. Πόσο μάλλον που το επισπεύδον Υπουργείο προωθεί συνέχεια την τροποποίηση του ισχύοντος νομικού πλαισίου, με προφανή σκοπό τη διαρκή εξυπηρέτηση διάφορων ιδιωτικών και τοπικών συμφερόντων: μόνο το 2023 (και εφόσον μετράμε σωστά), αυτό συνέβη 10 φορές (άρθ. 3 και 6 ν. 5022/2023, άρθ. 71, 74 και 75 ν. 5036/2023, άρθ. 53 και 54 ν. 5039/2023, άρθ. 223 και 231 ν. 5037/2023, άρθ. 14 ν. 5069/2023). Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στο άρθρο 54 ν. 5039/2023, καθώς επεκτείνει τη δυνατότητα νομιμοποίησης αυθαίρετων λιμενικών εγκαταστάσεων που θέσπισε το άρθ. 86 ν. 4504/2017 [σημειώνεται ότι “λιμενική εγκατάσταση” είναι, τελικά, κάθε έργο που υλοποιείται “εν όλω ή εν μέρει” στον αιγιαλό/παραλία/όχθη/παρόχθια ζώνη (άρθ. 1 περ. 8 ν. 2971/2001 όπως ισχύει), οπότε νομιμοποιούνται συνολικά όλες οι επεμβάσεις]. Στην ίδια λογική κινείται και το άρθρο 28 του σχεδίου νόμου (για τον λιμένα Αλεξανδρούπολης). To άρθρο 13, για την παραχώρηση απλής χρήσης, έχει τροποποιηθεί 3 φορές τα τελευταία 4 χρόνια (άρθ. 31 ν. 4609/2019, άρθ. 42 παρ. 1 ν. 4688/2020, άρθ. 14 ν. 4787/2021), και, μετά από αυτή τη νομοθετική υπερπροσπάθεια, το νομοσχέδιο προτείνει την κατάργησή του (άρθ. 24 παρ. 1). Τα συναρμόδια Υπουργεία αδυνατούν να διαχειριστούν ολοκληρωμένα όχι μόνο τον αιγιαλό και την παραλία, αλλά και τα αιτήματα για ειδική μεταχείριση όσων αδυνατούν (ή απροθυμούν) να χρησιμοποιήσουν το ισχύον νομικό πλαίσιο. 4. Επιπρόσθετα, καταργούνται υφιστάμενες διατάξεις περί προστασίας του παράκτιου χώρου, όπως η εξής (άρθ. 2 παρ. 2 του ν. 2971/2001): «Η προστασία των κοινοχρήστων πραγμάτων και του οικοσυστήματος αυτών της παραγράφου 1 είναι ευθύνη του Κράτους, το οποίο μεριμνά για την οργάνωση και λειτουργία ολοκληρωμένου συστήματος καταγραφής, διαχείρισης, εποπτείας και ελέγχου τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, τις αρχές της αειφορίας και του χωροταξικού σχεδιασμού». Προτείνεται η διατήρηση της διάταξης του άρθ. 2 παρ. 2 του ν. 2971/2001. 5. Τέλος, το παρόν σχέδιο νόμου θα πρέπει να είναι σύμφωνο με τις επιταγές της οδηγίας-πλαίσιο για τη θαλάσσια στρατηγική (Οδηγία 2008/56/ΕΚ), βασική πρόβλεψη της οποίας αποτελεί η ανάπτυξη και εφαρμογή στρατηγικών για τη θάλασσα, λαμβάνοντας μέτρα που «εξασφαλίζουν την προστασία και τη διατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλοντος, προλαμβάνουν την επιδείνωσή του ή, όταν αυτό είναι δυνατόν, αποκαθιστούν τα θαλάσσια οικοσυστήματα, σε περιοχές όπου αυτά έχουν υποστεί αρνητικές επιδράσεις», προβλέψεις που απουσιάζουν από τις διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόμου. Ειδικότερα, η προστατευτική μεταχείριση αναφέρεται μεν στο αντικείμενο (άρθ. 2), αλλά δεν φαίνεται να εξειδικεύεται στη συνέχεια, πέρα από την εισαγωγή της έννοιας των «προστατευόμενων αιγιαλών και παραλιών και αιγιαλών και παραλιών κοινής προστασίας» του άρθρου 4.