• Σχόλιο του χρήστη 'Αθηναγόρας' | 13 Νοεμβρίου 2024, 19:30

    Άρθρο 21. Αύξηση Τέλους Ανθεκτικότητας στα ξενοδοχεία Μια έρευνα στην Booking αρκεί για να κατανοήσουμε ότι οι προτεινόμενες αυξήσεις του ΤΑ είναι δυστυχώς εκτός πραγματικότητας. Προκειμένου να γίνει αυτό πλήρως αντιληπτό, πρέπει να δούμε πώς διαμορφώνεται η τελική επιβάρυνση στην τιμή δωματίου με την προτεινόμενη ρύθμιση, σε συνδυασμό με τους υπόλοιπους φορολογικούς συντελεστές και συγκρίνοντας την χώρα μας με τον ανταγωνισμό. Στο παρόν σχόλιο παρουσιάζονται αποτελέσματα έρευνας στην Booking.com, αναλύοντας γιατί οι φόροι και τα τέλη που επιβάλλονται στην τιμή δωματίων των ελληνικών ξενοδοχείων (ΦΠΑ, Τέλος Ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση, Τέλος Παρεπιδημούντων) οδηγούν σε σημαντικά υψηλότερες επιβαρύνσεις συγκριτικά με άλλους δημοφιλείς προορισμούς και λειτουργούν εις βάρος της ελκυστικότητας του ελληνικού προορισμού. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε μέσω της πλατφόρμας Booking.com τον Νοέμβριο 2024, αναζητώντας διαμονή 7 ημερών με πρωινό, για 2 ενήλικες, σε ξενοδοχεία 5 αστέρων τον Ιούνιο του 2025, σε όλες τις χώρες της Ευρώπης και στους πιο δημοφιλείς προορισμούς της Μεσογείου. 1. Για την Ελλάδα, ο ΦΠΑ στο πακέτο διαμονής υπολογίζεται με βάση τους ν. 4690/2020 και ν. 5079/2023. Για τα ξενοδοχεία που προσφέρουν διαμονή με πρωινό (Bed & Breakfast) ο ΦΠΑ είναι 13%. 2. Στην κατηγορία “City Tax” περιλαμβάνονται φόροι/τέλη που έχει θεσπίσει η εκάστοτε χώρα/πόλη. Στην Ελλάδα, το City Tax περιλαμβάνει το Τέλος Παρεπιδημούντων, το οποίο με βάση το Άρθρο 30 του ν. 5143/2024 μπορεί να αυξάνεται από 0,50% σε 0,75%. Επιπλέον, το Τέλος Ανθεκτικότητας παρουσιάζεται στην πλατφόρμα Booking.com ως “Environment Fee” και με βάση το Άρθρο 21 στο υπό διαβούλευση νέο φορολογικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης (τροποποίηση άρθρου 53 ν. 4389/2016) αυξάνεται για τα ξενοδοχεία 5 αστέρων κατά 50% για το 2025, φτάνοντας τα 15 ευρώ ανά διανυκτέρευση. Στο εξωτερικό, το City Tax στις πόλεις όπου χρεώνεται, υπολογίζεται συνήθως ανά άτομο και ανά διανυκτέρευση, σε κάποιες δε περιπτώσεις υπολογίζεται ως ποσοστό επί της διαμονής, και σε άλλες περιπτώσεις δεν υφίσταται καθόλου. Αξίζει να αναφερθεί πως η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα με 2 ξεχωριστά τέλη πέραν του ΦΠΑ. Η Ελλάδα βρίσκεται στις υψηλότερες θέσεις με 13% ΦΠΑ, ενώ παράλληλα χώρες που μας ανταγωνίζονται τουριστικά έχουν πολύ χαμηλότερους ΦΠΑ, όπως η Ισπανία, Τουρκία και Ιταλία (10%), η Κύπρος (9%), και οι Πορτογαλία και Αλβανία (6%). Ας δούμε τώρα το City Tax, όπου για την Ελλάδα περιλαμβάνεται το Τέλος Ανθεκτικότητας και το Τέλος Παρεπιδημούντων, με μια τιμή δωματίου ξενοδοχείου 5 αστέρων στα 200 ευρώ. Στην Ελλάδα, η ημερήσια επιβάρυνση λόγω των νέων τελών θα ανέλθει σε 16,5€ (Τέλος Παρεπιδημούντων = 0,75% * 200€ = 1,5€ και Τέλος Ανθεκτικότητας = 15€). Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το σύνολο των ξενοδοχείων 5 αστέρων της χώρας μας αντιμετωπίζεται με την ίδια επιβάρυνση που έχει και η Βαρκελώνη, ένας από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς στον κόσμο (η πόλη και η επαρχία της Βαρκελώνης δέχτηκαν 26 εκ. τουρίστες το 2023),ενώ προορισμοί όπως Ισπανία, Πορτογαλία, Τουρκία, Κύπρος, Αλβανία έχουν City Tax από 10€ την ημέρα και κάτω. 3. Εάν προσθέσουμε τον ΦΠΑ και το City Tax (Τέλος Ανθεκτικότητας και Τέλος Παρεπιδημούντων), με μια τιμή διανυκτέρευσης 200€, έχουμε ένα Σύνολο Φόρων/Τελών στα 42,5€ το οποίο είναι μια ποσοστιαία επιβάρυνση 21,3% επί της τιμής δωματίου. Η Ελλάδα βρίσκεται στις υψηλότερες θέσεις σε όλη την Μεσόγειο με 21% έχοντας την ίδια ποσοστιαία επιβάρυνση που έχει και το Παρίσι. Ενώ παράλληλα δημοφιλείς ανταγωνιστικοί προορισμοί έχουν πολύ χαμηλότερες φορολογικές επιβαρύνσεις, όπως η Ιταλία (10% - 15%), η Ισπανία (7% - 14%), η Τουρκία (12%), η Πορτογαλία (4% - 8%) και η Αλβανία (7%). Εν κατακλείδι, αναμφίβολα υπάρχει μια παγκόσμια τάση για περαιτέρω αύξηση του City Tax/Environment Fee σε περιοχές που αντιμετωπίζουν αυξημένες τουριστικές ροές και φαινόμενα συνωστισμού, λόγω της συνεχούς ανάπτυξης του τουρισμού παγκοσμίως. Επίσης, το μείζον ζήτημα της κλιματικής αλλαγής σε συνδυασμό με τις ανάγκες για βιώσιμο τουρισμό, έχουν αυξήσει τις δημοσιονομικές ανάγκες των τουριστικά δημοφιλών προορισμών. Ο ξενοδοχειακός και κατ’ επέκταση τουριστικός κλάδος εν γένει είναι σίγουρα διατεθειμένος να συνεισφέρει στον βαθμό που του αναλογεί. Όμως σε αυτή την προσπάθεια πρέπει να υπάρχει μια φορολογικά στοιχειοθετημένη, αναλογική και ρεαλιστική προσέγγιση από την Πολιτεία με βάση τα πανευρωπαϊκά δεδομένα, πάντα σε συνεργασία και διαβούλευση με τους τουριστικούς φορείς, ώστε να μην οδηγηθούμε τελικά σε αρνητικά επιχειρηματικά και δημοσιονομικά αποτελέσματα. Το Τέλος Ανθεκτικότητας στην Ελλάδα επιβαρύνει με το ίδιο ποσό τους επισκέπτες των ξενοδοχείων ανεξάρτητα από την τιμή του δωματίου, γεγονός που επηρεάζει δυσανάλογα τα ξενοδοχεία και τους επισκέπτες χαμηλότερης τιμής και ειδικά στη χαμηλή τουριστική περίοδο. Τα 5άστερα ξενοδοχεία με τιμές 100€ και 150€ επωμίζονται το ίδιο τέλος με ξενοδοχεία είτε βίλες που χρεώνουν πάνω από 1.000€ ανά διανυκτέρευση. Το ίδιο ισχύει και για τα εποχιακά ξενοδοχεία σε νησιωτικούς και ορεινούς προορισμούς, που έχουν σημαντικά χαμηλότερες τιμές στη χαμηλή σεζόν για να ενισχύσουν τη ζήτηση, ωστόσο η φορολογική επιβάρυνση παραμένει σταθερή. Επί παραδείγματι από την ίδια πλατφόρμα της booking.com διαπιστώνεται ότι την περίοδο Απριλίου και Οκτωβρίου ελληνικά ξενοδοχεία 5 αστέρων έχουν τιμές 50-60€ (προ ΦΠΑ/Τελών και προμήθειας πλατφόρμας) ανά δωμάτιο, συνεπώς μόνο το τέλος ανθεκτικότητας αντιστοιχεί σε πρόσθετη επιβάρυνση 25-30%. Έτσι τα ξενοδοχεία και ελληνικοί προορισμοί με λιγότερες δυνατότητες διαφοροποίησης πλήττονται περισσότερο. Επιπλέον, για τις κύριες στρατηγικές αγορές μας όπως η Γερμανία, Αγγλία, Αμερική κλπ, το αεροπορικό κόστος συγκριτικά με ανταγωνιστικούς προορισμούς είναι ήδη αυξημένο, πόσο μάλλον για τα νησιά μας… Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τα περιβαλλοντικά τέλη χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση των τουριστικών υποδομών και περιβαλλοντικών επενδύσεων του προορισμού με διαφάνεια, επιστρέφοντας άμεσα οφέλη στην τοπική κοινωνία και τους επισκέπτες. Ωστόσο, προς το παρόν στην Ελλάδα τα έσοδα από το Τέλος Ανθεκτικότητας δεν παραμένουν στον προορισμό αλλά καταλήγουν κεντρικά, στερώντας από τις τοπικές κοινότητες πόρους για την άμεση ενίσχυση των υποδομών. Ως γνωστόν, ο τουριστικός τομέας αποτελείται από αλληλοεξαρτώμενους κλάδους όπως τα ξενοδοχεία, η εστίαση, οι αερομεταφορές και πολλές άλλες υπηρεσίες. Όταν τα ξενοδοχεία επιβαρύνονται δυσανάλογα φορολογικά, το διαθέσιμο εισόδημα των επισκεπτών μειώνεται, με αποτέλεσμα τη μείωση της δαπάνης τους και στους υπόλοιπους τομείς του τουριστικού κλάδου. Η υψηλή φορολογία επομένως δεν πλήττει μόνο τα ξενοδοχεία, αλλά επηρεάζει το σύνολο της τουριστικής αλυσίδας και κατ’ επέκταση τον τουριστικό πολλαπλασιαστή που εκτιμάται μεταξύ 2,2 και 2,7, όπως και τους βασικούς τουριστικούς δείκτες. Συγκεκριμένα, πέρα από τις τουριστικές αφίξεις και εισπράξεις, είναι σημαντικό να κοιτάμε και την μέση κατά κεφαλήν δαπάνη (ΜΚΔ) σε πραγματικές τιμές, και όχι μόνο ονομαστικές. Το 2023 έκλεισε με τις ίδιες συνολικές τουριστικές εισπράξεις σε πραγματικές τιμές συγκριτικά με το 2019 (20,1 δις ευρώ), αλλά με σχεδόν 6εκ. περισσότερες αφίξεις, με αποτέλεσμα την πτώση της μέσης κατά κεφαλήν δαπάνης κατά περίπου 13%. Για να μην μειωθεί περαιτέρω η ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού, είναι απαραίτητο να επανεξεταστούν οι φορολογικές επιβαρύνσεις στον καταναλωτή. Η προτεινόμενη διάταξη θα λειτουργήσει σε βάρος της επέκτασης της τουριστικής περιόδου καθότι εκτός από το ότι είναι υπέρμετρη, δεν εμπεριέχει αναλογικότητα με την εκάστοτε τιμή δωματίου. Με βάση τα ανωτέρω δεδομένα, είναι σαφές ότι η τουριστική ανταγωνιστικότητα της χώρας ήδη επιβαρύνεται από έναν αυξημένο ΦΠΑ σε σχέση με τους βασικούς προορισμούς. Η επιβάρυνση αυτή επιδεινώθηκε περαιτέρω το 2024 με την θέσπιση και αύξηση ενός δυσανάλογου Τέλους Ανθεκτικότητας (πρώην φόρος διαμονής). Η προβλεπόμενη στον προϋπολογισμό νέα αύξηση κατά 50% του Τέλους Ανθεκτικότητας, μπορεί να οδηγήσει σε αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα τόσο για τις επιχειρήσεις (άρα και τους προσδοκόμενους φόρους), όσο και για τα δημόσια έσοδα. Εάν τα δημόσια οικονομικά απαιτούν πρόσθετη ενίσχυση λόγω της κλιματικής αλλαγής, αυτό δεν μπορεί και δεν πρέπει να το υποστεί μόνος του ο τουρισμός. Αθηναγόρας Κωνσταντινίδης Μέλος ΔΣ ΣΕΤΕ Α’ Αντιπρόεδρος Ένωσης Ξενοδόχων Ρόδου