Αρχική Μέτρα για την ενίσχυση του εισοδήματος, φορολογικά κίνητρα για την καινοτομία και τους μετασχηματισμούς επιχειρήσεων και άλλες διατάξειςΜΕΡΟΣ Β΄ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ (άρθρα 3-31)Σχόλιο του χρήστη Ένωση Ξενοδόχων Ρόδου | 14 Νοεμβρίου 2024, 16:35
Άρθρο 21 Η Ένωση Ξενοδόχων Ρόδου και το Διοικητικό της Συμβούλιο θέλουμε να εκφράσουμε την έντονη ανησυχία μας για τις παράλογες αυξήσεις του Τέλους Ανθεκτικότητας στα ξενοδοχεία. Κατά την τρέχουσα θερινή τουριστική περίοδο παρατηρήθηκε μια κόπωση ακόμα και στους πιο δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς της χώρας. Αντί να προσπαθούμε να αναστρέψουμε την τάση αυτή, βλέπουμε να εξαγγέλλονται νέες επιβαρύνσεις στην τιμή διάθεσης των υπηρεσιών μας, οι οποίες μειώνουν περαιτέρω την ανταγωνιστικότητά μας. Το νησί της Ρόδου αναμφίβολα αναπτύσσεται τουριστικά κάθε χρόνο σε αριθμό αφίξεων, αλλά με την ΜΚΔ στην περιοχή της Δωδεκανήσου να έχει μειωθεί κατά 8,8% σε πραγματικές τιμές την περίοδο 2019 - 2023. H αυξημένες ροές αφίξεων όμως δεν οδηγούνται στα ξενοδοχεία, καθώς για την ίδια περίοδο οι κλίνες της βραχυχρόνιας μίσθωσης έχουν αυξηθεί 70% στο νησί μας ενώ οι ξενοδοχειακές μόνο 4%. Σίγουρα η βραχυχρόνια μίσθωση είναι ένα πολύτιμο κομμάτι του τουρισμού μας και της οικονομίας, αλλά η ανεξέλεγκτη αύξηση της στο νησί της Ρόδου έχει δημιουργήσει προβλήματα αθέμιτου ανταγωνισμού, φαινόμενα συνωστισμού και σοβαρά προβλήματα εύρεσης διαμονής για τους εποχικούς εργαζομένους και κατοίκους του νησιού. Παράλληλα, τα φαινόμενα παραοικονομίας πολλαπλασιάζονται, στερώντας πόρους από το κράτος, όπως για παράδειγμα την αδήλωτη εργασία στην βραχυχρόνια μίσθωση και στον επισιτισμό από εργαζομένους που ασφαλίζονται στα ξενοδοχεία, και αντίστοιχα φαινόμενα "μαύρης" οικονομίας. Ειδικά την φετινή σεζόν, τα ξενοδοχειακά καταλύματα χρειάστηκε να δώσουν μεγάλες προσφορές όχι μόνο την χαμηλή σεζόν αλλά και για Ιούλιο και Αύγουστο για να προσελκύσουν τους επισκέπτες, σε ένα σκληρά ανταγωνιστικό περιβάλλον πανευρωπαϊκά με καλύτερες υποδομές και λιγότερες φορολογικές επιβαρύνσεις. Επιπλέον, παρατηρείται τα τελευταία χρόνια και ειδικά φέτος μια εξουθένωση της κατανάλωσης στην Ρόδο και χαμηλότερη ποιότητα επισκεπτών, σε μια περίοδο όπου η ακρίβεια και τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κύριες αγορές έχουν μειώσει το διαθέσιμο εισόδημα των τουριστών. Επιπλέον, το κόστος των πρώτων υλών και αναλώσιμων έχει αυξηθεί ως ποσοστό του τζίρου κατά 5-7% μονάδες, το μισθοδοτικό κόστος έχει εκτιναχθεί, και κυρίως η δυσκολία εύρεσης προσωπικού έχει γονατίσει τις τουριστικές επιχειρήσεις και την ποιότητα των υπηρεσιών μας. Επιπρόσθετα, το νησί της Ρόδου έχει ένα αυξημένο μεταφορικό κόστος συγκριτικά με άλλους προορισμούς και έχει ήδη χάσει τους μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ, κάτι το οποίο η παρούσα κυβέρνηση δεν έχει επιδιώξει να επαναφέρει... Σε ένα τέτοιο περιβάλλον η αύξηση του ΤΑΚΚ στα ξενοδοχεία είναι δυστυχώς εκτός πραγματικότητας. Το νέο Τέλος Ανθεκτικότητας που προτείνεται για τα ξενοδοχεία είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη και Μεσόγειο. Οι αυξήσεις αυτές, σε συνδυασμό με έναν ήδη υψηλό ΦΠΑ διαμονής στο 13% και 14,1% για τα All Inclusive, και μαζί με το Τέλος Παρεπιδημούντων, επιβαρύνουν δυσανάλογα το κόστος διαμονής των επισκεπτών μας. Η ΕΞΡ πιστεύει ότι η σταθερή επιβάρυνση του ΤΑ ανά δωμάτιο στην ίδια κατηγορία ξενοδοχείων πλήττει περισσότερο τους συναδέλφους μας που έχουν χαμηλότερες τιμές. Ειδικά την χαμηλή σεζόν, η επιβάρυνση είναι ακόμη μεγαλύτερη καθώς οι τιμές μας είναι μειωμένες, κάτι το οποίο λειτουργεί αρνητικά για την επέκταση της τουριστικής περιόδου. Ως αποτέλεσμα, η ελκυστικότητα των ξενοδοχείων μας μειώνεται περαιτέρω, με την συνολική φορολογική επιβάρυνση στην διαμονή να είναι σχεδόν διπλάσια (!) συγκριτικά με προορισμούς όπως η Τουρκία, Ισπανία, Ιταλία, Πορτογαλία, Κύπρος και Αλβανία. Το διαθέσιμο εισόδημα των επισκεπτών μειώνεται, επηρεάζοντας την κατανάλωση στα ξενοδοχεία και σε όλες τις τουριστικές επιχειρήσεις του προορισμού μας όπως εστιατόρια, καταστήματα, μεταφορές και άλλα. Επιπλέον, οι πόροι από το Τέλος Ανθεκτικότητας αντί να επενδύονται στον νησί μας για δημόσια έργα βιωσιμότητας, καταλήγουν κεντρικά στο ταμείο φυσικών καταστροφών του κράτους χωρίς να υπάρχει ανταποδοτικότητα στον προορισμό όπου εισπράχθηκαν. Τέλος, το μείζον ζήτημα της κλιματικής αλλαγής σε συνδυασμό με τις ανάγκες για βιώσιμο τουρισμό, έχουν αυξήσει τις δημοσιονομικές ανάγκες των τουριστικά δημοφιλών προορισμών. Ο ξενοδοχειακός και κατ’ επέκταση τουριστικός κλάδος είναι σίγουρα διατεθειμένος να συνεισφέρει στον βαθμό που του αναλογεί. Εάν τα δημόσια οικονομικά απαιτούν πρόσθετη ενίσχυση λόγω της κλιματικής αλλαγής, αυτό δεν μπορεί και δεν πρέπει να το υποστούν μόνο τα ξενοδοχειακά καταλύματα και ο τουρισμός.