• Σχόλιο του χρήστη 'Στρατελη Δεσποινα' | 19 Νοεμβρίου 2024, 19:57

    Ας δούμε τώρα το City Tax, όπου για την Ελλάδα περιλαμβάνεται το Τέλος Ανθεκτικότητας και το Τέλος Παρεπιδημούντων, με μια τιμή δωματίου ξενοδοχείου 5 αστέρων στα 200 ευρώ. Στην Ελλάδα, η ημερήσια επιβάρυνση λόγω των νέων τελών θα ανέλθει σε 16,5€ (Τέλος Παρεπιδημούντων = 0,75% * 200€ = 1,5€ και Τέλος Ανθεκτικότητας = 15€). Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι το σύνολο των ξενοδοχείων 5 αστέρων της χώρας μας αντιμετωπίζεται με την ίδια επιβάρυνση που έχει και η Βαρκελώνη, ένας από τους πιο δημοφιλείς προορισμούς στον κόσμο (η πόλη και η επαρχία της Βαρκελώνης δέχτηκαν 26 εκ. τουρίστες το 2023),ενώ προορισμοί όπως Ισπανία, Πορτογαλία, Τουρκία, Κύπρος, Αλβανία έχουν City Tax από 10€ την ημέρα και κάτω. Γ. Εάν προσθέσουμε τον ΦΠΑ και το City Tax (Τέλος Ανθεκτικότητας και Τέλος Παρεπιδημούντων), με μια τιμή διανυκτέρευσης 200€, έχουμε ένα Σύνολο Φόρων/Τελών στα 42,5€ το οποίο είναι μια ποσοστιαία επιβάρυνση 21,3% επί της τιμής δωματίου. Η Ελλάδα βρίσκεται στις υψηλότερες θέσεις σε όλη την Μεσόγειο με 21% έχοντας την ίδια ποσοστιαία επιβάρυνση που έχει και το Παρίσι. Ενώ παράλληλα δημοφιλείς ανταγωνιστικοί προορισμοί έχουν πολύ χαμηλότερες φορολογικές επιβαρύνσεις, όπως η Ιταλία (10% – 15%), η Ισπανία (7% – 14%), η Τουρκία (12%), η Πορτογαλία (4% – 8%) και η Αλβανία (7%). Συμπερασματικά. Ως γνωστόν, ο τουριστικός τομέας αποτελείται από αλληλοεξαρτώμενους κλάδους όπως τα ξενοδοχεία, η εστίαση, οι αερομεταφορές και πολλές άλλες υπηρεσίες. Όταν τα ξενοδοχεία επιβαρύνονται δυσανάλογα φορολογικά, το διαθέσιμο εισόδημα των επισκεπτών μειώνεται, με αποτέλεσμα τη μείωση της δαπάνης τους και στους υπόλοιπους τομείς του τουριστικού τομέα. Η υψηλή φορολογία, επομένως, δεν πλήττει μόνο τα ξενοδοχεία, αλλά επηρεάζει το σύνολο της τουριστικής αλυσίδας και κατ’ επέκταση τον τουριστικό πολλαπλασιαστή που εκτιμάται μεταξύ 2,2 και 2,7, όπως και τους βασικούς τουριστικούς δείκτες. Συγκεκριμένα, πέρα από τις τουριστικές αφίξεις και εισπράξεις, είναι σημαντικό να κοιτάμε και την μέση κατά κεφαλήν δαπάνη (ΜΚΔ) σε πραγματικές τιμές, και όχι μόνο ονομαστικές. Το 2023 έκλεισε με τις ίδιες συνολικές τουριστικές εισπράξεις σε πραγματικές τιμές συγκριτικά με το 2019 (20,1 δις ευρώ), αλλά με σχεδόν 6εκ. περισσότερες αφίξεις, με αποτέλεσμα την πτώση της μέσης κατά κεφαλήν δαπάνης κατά περίπου 13%. Για να μην μειωθεί περαιτέρω η ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού, είναι απαραίτητο να επανεξεταστούν οι φορολογικές επιβαρύνσεις. Είναι σαφές ότι η τουριστική ανταγωνιστικότητα της χώρας ήδη επιβαρύνεται από έναν αυξημένο ΦΠΑ σε σχέση με τους βασικούς προορισμούς. Η επιβάρυνση αυτή επιδεινώθηκε περαιτέρω το 2024 με την θέσπιση του «Τέλους Ανθεκτικότητας στην Κλιματική Κρίση». Η προβλεπόμενη στον προϋπολογισμό νέα αύξηση του συγκεκριμένου τέλους θα οδηγήσει σε αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα τόσο για τις επιχειρήσεις (άρα και τους προσδοκώμενους φόρους), όσο και για τα δημόσια έσοδα. Εάν τα δημόσια οικονομικά απαιτούν πρόσθετη ενίσχυση λόγω της κλιματικής αλλαγής, αυτή δεν μπορεί και δεν πρέπει να καλυφθεί μόνο από τον κλάδο των τουριστικών καταλυμάτων. 4.Επί του άρθρου 26 «Προσωρινοί περιορισμοί στις βραχυχρόνιες μισθώσεις - Προσθήκη παρ. 2Α και τροποποίηση παρ. 10 άρθρου 111 ν. 4446/2016». Η ΠΟΞ έχει αποστείλει στον Υπουργό Οικονομικών Παράρτημα με μια απεικόνιση των κανόνων που ισχύουν σε σχέση με τη βραχυχρόνια μίσθωση στις ανταγωνίστριες προς την Ελλάδα χώρες, κανόνες που καμία σχέση δεν έχουν με το νομοθετικό πλαίσιο που ισχύει στη χώρα μας και περιορίζεται στη φορολογική επί της ουσίας αντιμετώπιση της συγκεκριμένης δραστηριότητας. Ακόμα, μάλιστα και οι λίγες αποσπασματικές ρυθμίσεις που πρόσφατα προβλέφθηκαν δεν εφαρμόζονται στην πράξη. Στο άρθρο 28 του Ν.5073/2023 προβλέφθηκε πως «Αν το σύνολο των 10 διαμερισμάτων πολυκατοικίας ή συγκροτήματος κατοικιών εκμισθώνεται με βραχυχρόνιες μισθώσεις, η εν λόγω πολυκατοικία ή συγκρότημα θεωρείται τουριστικό κατάλυμα και οφείλει να διαθέτει Ειδικό Σήμα Λειτουργίας (Ε.Σ.Λ.) ή να έχει υποβάλει γνωστοποίηση.». Πόσους ελέγχους έχουν πραγματοποιήσει από τη θέση σε ισχύ της συγκεκριμένης διάταξης οι αρμόδιες αρχές; Και πόσοι έλεγχοι έχουν πραγματοποιηθεί την ίδια περίοδο σε νόμιμα αδειοδοτημένες επιχειρήσεις τουριστικών καταλυμάτων; Στη χώρα μας ακόμα δεν έχουμε αποφασίσει αν η βραχυχρόνια μίσθωση είναι μια επιχειρηματική δραστηριότητα ή μια μορφή της οικονομίας του διαμοιρασμού, ώστε βάσει της απόφασής μας αυτής να θεσπίσουμε ένα συγκεκριμένο νομοθετικό πλαίσιο για λειτουργίας της. Αν η πολιτεία προτίθεται να εντάξει τη βραχυχρόνια μίσθωση στην επίσημη τουριστική δραστηριότητα, τότε προς τούτο θα πρέπει να προβλεφθούν συγκεκριμένες αυστηρές προδιαγραφές, ανάλογες με αυτές που ισχύουν για τις νόμιμες επιχειρήσεις τουριστικών καταλυμάτων, προκειμένου να προστατεύεται η ποιότητα του τουριστικού προϊόντος της χώρας και να διασφαλίζεται ο υγιής ανταγωνισμός. Και αυτές οι προδιαγραφές σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι οι αναγραφόμενες σε δημοσιεύματα που πρόσφατα κυκλοφόρησαν. Αν πάλι η απόφαση είναι να διαχειριστεί τη βραχυχρόνια μίσθωση ως μια μορφή της οικονομίας του διαμοιρασμού που δεν εντάσσεται στο επίσημο τουριστικό προϊόν της χώρας, τότε συγκεκριμένες βασικές προδιαγραφές υγείας και ασφάλειας θα πρέπει να συνδυαστούν με συγκεκριμένους χρονικούς και ποσοτικούς περιορισμούς. Το μόνο βέβαιο είναι πως το «επαμφοτερίζον» μοντέλο που ακολουθείται μέχρι σήμερα όχι απλώς δεν είναι σε θέση να δώσει λύση, αλλά εντείνει τη σύγχυση του καταναλωτικού κοινού και δεν αποκλιμακώνει τα προβλήματα που δημιουργούνται από τη λειτουργία της συγκεκριμένης δραστηριότητας. Και όσο δεν θεσπίζεται ένα συγκεκριμένο νομοθετικό πλαίσιο, θα συνεχίσουμε να βλέπουμε μια δραστηριότητα η οποία σύμφωνα με τις πλατφόρμες ηλεκτρονικών κρατήσεων εμφάνισε κύκλο εργασιών περί τα 5 δισ. ευρώ να αποδίδει έσοδα από ΦΠΑ που δεν υπερβαίνουν τα 27 εκ ευρώ ετησίως. Και η ανεξέλεγκτη λειτουργία της βραχυχρόνιας μίσθωσης θα συνεχίσει να αυξάνει τις τιμές των ενοικίων, καθιστώντας δύσκολη την πρόσβαση σε προσιτή στέγαση τόσο για τους μόνιμους κατοίκους και τους φοιτητές, όσο και για κρίσιμες κοινωνικές ομάδες, όπως δάσκαλοι, γιατροί, πυροσβέστες κ.λπ., να υποβαθμίζει τις γειτονιές, διαταράσσοντας την κοινωνική συνοχή και αλλοιώνοντας τον χαρακτήρα τους και να αυξάνει την πίεση στις τοπικές υποδομές, όπως οι μεταφορές και η καθαριότητα.