• Σχόλιο του χρήστη 'E. Π.' | 27 Δεκεμβρίου 2009, 18:53

    Είναι σαφές ότι για να έχει νόημα να πάρει κάποιος απόδειξη, χωρίς να υπάρχει αντίστοιχη κουλτούρα όπως συμβαίνει στην Ελλάδα, πρέπει το κέρδος του από αυτή τη πράξη να είναι μεγαλύτερο από το ποσό που θα πληρώσει παραπάνω. Όσες κατηγορίες επαγγελματιών υπόκεινται σε ΦΠΑ η διαφορά είναι 19% ενώ για τις υπόλοιπες (γιατροί, δικηγόροι κλπ) η διαφορά προκύπτει αυθαίρετα κάθε φορά από τον παρέχοντα τις υπηρεσίες. Προφανώς, δε γίνεται ταυτόχρονα και το κράτος να κερδίσει και ο φορολογούμενος! Άρα η σύνδεση αποδείξεων και αφορολόγητου ίσως να δίνει κίνητρο για συλλογή αποδείξεων στους πολίτες. Βέβαια στη περίπτωση των ιατρικών δαπανών, αυτό μέχρι σήμερα δεν έχει συμβάλει στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής από μέρους τους. Πως θα γίνει αυτό και στις άλλες κατηγορίες (δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, καθηγητές για ιδιαίτερα κλπ)? Με την ισχύουσα κλίμακα (θεωρώντας ότι η κατώτερη κλίμακα μέχρι 12000€ θα υπόκειται ολόκληρη σε 15% φόρο) ο φόρος που αναλογεί είναι 1800€. Δηλαδή ισοδυναμεί σε δαπάνες 9500€ (συν 19% ΦΠΑ), ποσό/κέρδος που μπορεί εύκολα να υπερκαλυφθεί από τη μη έκδοση απόδειξης και την αντίστοιχη έκπτωση. Η συλλογή αποδείξεων σε τόσο μεγάλη έκταση θέτει και θέματα διαχείρισης: πως θα εισαχθούν τόσες αποδείξεις στο «σύστημα», ιδιαίτερα όταν σε πολλές περιπτώσεις είναι μικροποσά! Πως θα ελεγχθεί ότι μία απόδειξη δεν εισάγεται πολλαπλές φορές? Συμπερασματικά, νομίζω ότι όποιο μέτρο και να ληφθεί, μόνο η ικανότητα της εφορίας να ελέγχει και να τιμωρεί αυστηρά παραβάτες μπορεί να οδηγήσει στη σύλληψη φορολογητέας ύλης.