• Σχόλιο του χρήστη 'Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος' | 29 Δεκεμβρίου 2009, 11:19

    Όταν μετά από παροχή υπηρεσιών (από υδραυλικό, ηλεκτρολόγο, μηχανικό, ελαιοχρωματιστή, δικηγόρο, γιατρό, καθηγητή ιδιαίτερων μαθημάτων, κ.λ.π) ζητά κάποιος απόδειξη, έχει το δίλλημα να επιβαρυνθεί αυτός προκειμένου να πληρώσει φόρο και ο προσφέρων υπηρεσίες (και αυτό είναι υπό αίρεση). Ο λόγος που προκύπτει αυτή η επιβάρυνση είναι ότι δεν δίνουν όλοι αποδείξεις εξ αρχής οπότε αφενός να συμπιεσθούν προς τα κάτω οι τελικές τιμές με ΦΠΑ και φόρο, λογω ανταγωνισμού, αφετέρου να έχει το δικαίωμα της επιλογής της πιο συμφέρουσας λύσης ο καταναλωτής. Όταν έχει ήδη επιλέξει ο καταναλωτής και ζητά απόδειξη είναι πλέον αργά και η διαπραγματευτική του ικανότητα είναι ελάχιστη. Με δεδομένο επίσης ότι η μέθοδος των αποδείξεων διαχρονικά ελάχιστα θετικά αποτελέσματα έχων επιφέρει προτείνω: Με την αποστολή της Δήλωσης να αποστέλλεται και Υπεύθυνη Δήλωση Καταγγελίας όπου με επαρκή στοιχεία θα καταγγέλλει υπεύθυνα ο κάθε φορολογούμενος τις περιπτώσεις που δεν έλαβε απόδειξη μετά από παροχή υπηρεσιών. Οι καταγγελίες αφού διασταυρωθούν και αξιολογηθούν, μπορεί να ανατεθούν για διερεύνηση από ένα Σώμα Οικονομικού Εγκλήματος με λειτουργία ανάλογη με χωρών του εξωτερικού (Αμερική Γερμανία, Αγγλία). Όταν δε θα επιβεβαιώνεται η φοροδιαφυγή θα πρέπει η τιμωρία να είναι βαριά, αν και πιστεύω ότι ο φόβος και μόνο της πιθανής καταγγελίας θα σπρώξει πάρα πολλούς να αλλάξουν συνήθειες (μη ξεχνάμε την ρήση ¨ο φόβος φυλάει τα έρμα¨). Για να μην αδικούμε δε μόνο τους επαγγελματίες, ο φόβος αυτός θα δρα και αποτρεπτικά στο να υποκύψει ο επαγγελματίες στην πιθανή πρόταση του πελάτη για να παρανομήσει, μη δίνοντας απόδειξη και κάνοντας μια έκπτωση.