Άρθρο 4 Εξαιρούμενα ακίνητα

1. Δεν είναι δυνατή η εξαγορά δημοσίου ακινήτου, ακόμα και αν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 3, εφόσον συντρέχουν επιτακτικοί λόγοι δημόσιου συμφέροντος, αναγόμενοι σε ζητήματα:
(α) εθνικής άμυνας, ή
(β) δημόσιας ασφάλειας, ή
(γ) δημόσιας υγείας, ή
(δ) χωροταξικού ή πολεοδομικού σχεδιασμού, ή
(ε) άλλης αιτιολογημένης κρατικής ανάγκης.
2. Εξαιρούνται της εξαγοράς ακίνητα ή τμήματα αυτών, τα οποία:
(α) κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής αποφάσεων που κηρύσσουν αναγκαστική απαλλοτρίωση ή επιβάλλουν ρυμοτομική απαλλοτρίωση,
(β) εμπίπτουν στη δασική νομοθεσία, με την επιφύλαξη των παρ. 6 και 7 του άρθρου 3,
(γ) εμπίπτουν εντός οριοθετημένου υδατορέματος, κατά το άρθρο 3 του ν. 4258/2014 (Α΄ 94) ή βρίσκονται εντός ζώνης πενήντα (50) μέτρων από τις όχθες αυτού, εάν δεν έχει γίνει οριοθέτηση του υδατορέματος,
(δ) κείνται εντός καθορισμένης ζώνης αιγιαλού – παραλίας και εντός χερσαίας ζώνης λιμένα,
(ε) εμπίπτουν σε χώρο που έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός, κατά το άρθρο 12 του Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν. 4858/2021, Α’ 220), σύμφωνα με βεβαίωση της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού,
(στ) είναι εκτός συναλλαγής, κατά το άρθρο 966 του Αστικού Κώδικα,
(ζ) είναι βακουφικά, καθώς εμπίπτουν στην παρ. 1 του άρθρου 12 του ν.δ. 547/1970 (Α’ 118), ή
(η) έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) και έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία μεταγραφής ή καταχώρισης στα κατά τόπους αρμόδια υποθηκοφυλακεία και κτηματολογικά γραφεία κατά περίπτωση, δυνάμει των παρ. 4 και 8 του άρθρου 196 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94).
3. Αν οι λόγοι εξαίρεσης από την εξαγορά της παρ. 2 αφορούν σε τμήμα μόνον του προς εξαγορά δημοσίου ακινήτου, δεν κωλύεται η εξαγορά του υπόλοιπου τμήματος του ιδίου δημοσίου ακινήτου, σύμφωνα με το άρθρο 3. Στην περίπτωση αυτή, το τμήμα του δημοσίου ακινήτου, το οποίο εξαιρείται της εξαγοράς, δεν συνυπολογίζεται στο όριο αρτιότητας για τους σκοπούς της παρ. 3 του άρθρου 3.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 17:12 | ΓΚΑΤΣΗ ΕΛΕΝΗ

    Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) της παραγράφου 2, δηλαδή των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) θα πρέπει να απαλειφθεί από το τελικό κείμενο, διότι είναι αδικαιολόγητη και έχει τεθεί κατά πρόδηλη παράβαση της συνταγματικής αρχής τη ισότητας.
    Ως γνωστόν, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.» Με την εν λόγω διάταξη και την όμοια αυτής διάταξη του άρθρου 14 της ΕΣΔΑ, που είναι υπερνομοθετικής ισχύος και πρέπει να γίνονται απόλυτα σεβαστές από τον κοινό νομοθέτη, καθιερώνεται η αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να ρυθμίσει κατά ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες καταστάσεις, όμως πάντα επί τη βάσει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων μέσα στα όρια της αρχής της ισότητας, ούτως ώστε να αποκλείεται η άνιση μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών υπό τη μορφή επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, ή διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 902/2020, 2368/2017, 1759/2014, 1090/2012, 1216/2009, 992/2004).
    Όσον αφορά το προκείμενο νομοσχέδιο και τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.2 (η), η παράβαση της αρχή της ισότητας είναι προφανής, με την αδικαιολόγητη διαφορετική μεταχείριση, και δη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, εκείνων των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε.. Ειδικότερα: Σύμφωνα με το άρθρο 1 του νομοσχεδίου, ως σκοπός του νόμου τίθεται η οριστική διευθέτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, η αποκατάσταση των προσώπων που διατηρούν στα ακίνητα αυτά την κατοικία τους ή τον τόπο άσκησης της οικονομικής τους δραστηριότητας, και δι’ αυτών η αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου. Κατά τούτο, στο πεδίο εφαρμογής του νόμου έπρεπε να ενταχθούν όλα τα ακίνητα που εντάσσονται στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των «κατεχόμενων» ακινήτων του Δημοσίου κατά τρόπο ενιαίο και ομοιόμορφο και ως εκ τούτου αποτελεσματικό και οριστικό για το σύνολο των ακινήτων και των Ελλήνων πολιτών. Στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου, όμως, εισάγονται εξαιρέσεις ακινήτων από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, οι οποίες, προκειμένου να είναι συμβατές με τη συνταγματική αρχή της ισότητας θα έπρεπε να δικαιολογούνται, δηλαδή θα έπρεπε να δικαιολογείται σε τι συνίσταται η κρίσιμη ειδοποιός διαφορά των αναφερόμενων κατηγοριών ακινήτων και όσων πολιτών τα κατέχουν σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, και για ποιους λόγους κρίθηκε σκόπιμο και αναγκαίο να εξαιρεθούν οι συγκεκριμένης κατηγορίες ακινήτων. Τούτο πολύ περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση που στο άρθρο 1 του ίδιου νομοσχεδίου αναφέρεται ότι η επίλυση του ζητήματος των κατεχόμενων ακινήτων είναι ζήτημα δημοσίου συμφέροντος, και άρα η όποια εξαίρεση θα έπρεπε να δικαιολογείται ειδικώς, και δη με αναφορά σε (αντιτιθέμενο) λόγο δημοσίου συμφέροντος.
    Κατά πρόδηλη παράβαση των ανωτέρω, με την περ. η΄ της παρ. 2 του εν θέματι άρθρου εισάγεται εξαίρεση για τα ακίνητα που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.), η οποία δεν αιτιολογείται στο κείμενο της ανάλυσης συνεπειών ρύθμισης ούτε πουθενά αλλού ούτε άλλωστε και θα μπορούσε να δικαιολογηθεί. Τούτο διότι τα ακίνητα που περιήλθαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν παρουσιάζουν καμία απολύτως ουσιαστική διαφοροποίηση σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα του Δημοσίου, το γεγονός δε της περιέλευσης τους στην ΕΤΑΔ Α.Ε. είναι τυχαίο και καθαρά διαδικαστικό, δεν έγινε με βάση ουσιαστικά κριτήρια και ουδόλως σχετίζεται με το εν προκειμένω κρίσιμο ζήτημα της μακροχρόνιας κατοχής ακινήτων που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου από πολίτες και της ανάγκης προστασίας τους. Έτσι, σε αντίθεση λ.χ. με τις περιπτώσεις (β), (γ) ή (δ) για τις οποίες η εξαίρεση φαίνεται να βασίζεται σε ουσιαστικά κριτήρια και λόγους δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογούν τη διαφοροποίηση (προστασία του περιβάλλοντος, των αιγιαλών, των δασών), ουδόλως συμβαίνει το ίδιο με την εξαίρεση (η). Εμείς που κατέχουμε, διαβιούμε και ασκούμε δραστηριότητες σε ακίνητα που υπήχθησαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. αποκλειόμαστε αδικαιολόγητα από τις ευεργετικές διατάξεις του προτεινόμενου νομοσχεδίου, για τον τυχαίο και συμπτωματικό λόγο ότι τα ακίνητα που κατέχουμε περιήλθαν στην κυριότητα της εταιρίας διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, χωρίς να υπάρχει καμία ουσιαστική διαφοροποίηση που να δικαιολογεί τη δυσμενή άνιση μεταχείρισή μας, και άρα υφίσταται κατάφωρη παράβαση της αρχής της ισότητας, εφόσον πολίτες που τελούμε σε απολύτως όμοια κατάσταση (επί μακρόν κάτοχοι ακινήτων ιδιοκτησίας Δημοσίου) υφιστάμεθα αδικαιολόγητα και υπέρμετρα (πλήρης εξαίρεση από την εφαρμογή του νόμου) διαφορετική μεταχείριση, χωρίς να συντρέχει λόγος που να τη δικαιολογεί. Η εξαίρεση πολιτών από μια νόμιμη διαδικασία διευθέτησης του ζητήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, την οποία ανέμεναν από τον νομοθέτη επί δεκαετίες, για τον λόγο ότι έτυχε το ακίνητό τους να υπεισέλθει προσφάτως στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν δικαιολογείται με κανέναν τρόπο και προσβάλλει κατάφωρα τη συνταγματική αρχή της ισότητας. Πέραν δε τούτου βαίνει σε βάρος και του δημοσίου συμφέροντος, που επιτάσσει την ομοιόμορφη και οριστική επίλυση του προβλήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, που σε καμία περίπτωση δεν επιτυγχάνεται με την αδικαιολόγητη εξαίρεση μιας σημαντικής κατηγορίας ακινήτων.
    Εν όψει των ανωτέρω, η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) πρέπει να απαλειφθεί ως προδήλως αντιβαίνουσα στη συνταγματική αρχή της ισότητας, προκειμένου να μην απαιτηθεί να αχθεί το ζήτημα ενώπιον των αρμόδιων Δικαστηρίων, που προφανώς θα διαγνώσουν την πρόδηλη αντισυνταγματικότητα της εξαίρεσης.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 17:44 | ΓΚΑΤΣΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ

    Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) της παραγράφου 2, δηλαδή των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) θα πρέπει να απαλειφθεί από το τελικό κείμενο, διότι είναι αδικαιολόγητη και έχει τεθεί κατά πρόδηλη παράβαση της συνταγματικής αρχής τη ισότητας.
    Ως γνωστόν, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.» Με την εν λόγω διάταξη και την όμοια αυτής διάταξη του άρθρου 14 της ΕΣΔΑ, που είναι υπερνομοθετικής ισχύος και πρέπει να γίνονται απόλυτα σεβαστές από τον κοινό νομοθέτη, καθιερώνεται η αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να ρυθμίσει κατά ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες καταστάσεις, όμως πάντα επί τη βάσει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων μέσα στα όρια της αρχής της ισότητας, ούτως ώστε να αποκλείεται η άνιση μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών υπό τη μορφή επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, ή διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 902/2020, 2368/2017, 1759/2014, 1090/2012, 1216/2009, 992/2004).
    Όσον αφορά το προκείμενο νομοσχέδιο και τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.2 (η), η παράβαση της αρχή της ισότητας είναι προφανής, με την αδικαιολόγητη διαφορετική μεταχείριση, και δη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, εκείνων των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε.. Ειδικότερα: Σύμφωνα με το άρθρο 1 του νομοσχεδίου, ως σκοπός του νόμου τίθεται η οριστική διευθέτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, η αποκατάσταση των προσώπων που διατηρούν στα ακίνητα αυτά την κατοικία τους ή τον τόπο άσκησης της οικονομικής τους δραστηριότητας, και δι’ αυτών η αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου. Κατά τούτο, στο πεδίο εφαρμογής του νόμου έπρεπε να ενταχθούν όλα τα ακίνητα που εντάσσονται στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των «κατεχόμενων» ακινήτων του Δημοσίου κατά τρόπο ενιαίο και ομοιόμορφο και ως εκ τούτου αποτελεσματικό και οριστικό για το σύνολο των ακινήτων και των Ελλήνων πολιτών. Στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου, όμως, εισάγονται εξαιρέσεις ακινήτων από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, οι οποίες, προκειμένου να είναι συμβατές με τη συνταγματική αρχή της ισότητας θα έπρεπε να δικαιολογούνται, δηλαδή θα έπρεπε να δικαιολογείται σε τι συνίσταται η κρίσιμη ειδοποιός διαφορά των αναφερόμενων κατηγοριών ακινήτων και όσων πολιτών τα κατέχουν σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, και για ποιους λόγους κρίθηκε σκόπιμο και αναγκαίο να εξαιρεθούν οι συγκεκριμένης κατηγορίες ακινήτων. Τούτο πολύ περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση που στο άρθρο 1 του ίδιου νομοσχεδίου αναφέρεται ότι η επίλυση του ζητήματος των κατεχόμενων ακινήτων είναι ζήτημα δημοσίου συμφέροντος, και άρα η όποια εξαίρεση θα έπρεπε να δικαιολογείται ειδικώς, και δη με αναφορά σε (αντιτιθέμενο) λόγο δημοσίου συμφέροντος.
    Κατά πρόδηλη παράβαση των ανωτέρω, με την περ. η΄ της παρ. 2 του εν θέματι άρθρου εισάγεται εξαίρεση για τα ακίνητα που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.), η οποία δεν αιτιολογείται στο κείμενο της ανάλυσης συνεπειών ρύθμισης ούτε πουθενά αλλού ούτε άλλωστε και θα μπορούσε να δικαιολογηθεί. Τούτο διότι τα ακίνητα που περιήλθαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν παρουσιάζουν καμία απολύτως ουσιαστική διαφοροποίηση σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα του Δημοσίου, το γεγονός δε της περιέλευσης τους στην ΕΤΑΔ Α.Ε. είναι τυχαίο και καθαρά διαδικαστικό, δεν έγινε με βάση ουσιαστικά κριτήρια και ουδόλως σχετίζεται με το εν προκειμένω κρίσιμο ζήτημα της μακροχρόνιας κατοχής ακινήτων που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου από πολίτες και της ανάγκης προστασίας τους. Έτσι, σε αντίθεση λ.χ. με τις περιπτώσεις (β), (γ) ή (δ) για τις οποίες η εξαίρεση φαίνεται να βασίζεται σε ουσιαστικά κριτήρια και λόγους δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογούν τη διαφοροποίηση (προστασία του περιβάλλοντος, των αιγιαλών, των δασών), ουδόλως συμβαίνει το ίδιο με την εξαίρεση (η). Εμείς που κατέχουμε, διαβιούμε και ασκούμε δραστηριότητες σε ακίνητα που υπήχθησαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. αποκλειόμαστε αδικαιολόγητα από τις ευεργετικές διατάξεις του προτεινόμενου νομοσχεδίου, για τον τυχαίο και συμπτωματικό λόγο ότι τα ακίνητα που κατέχουμε περιήλθαν στην κυριότητα της εταιρίας διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, χωρίς να υπάρχει καμία ουσιαστική διαφοροποίηση που να δικαιολογεί τη δυσμενή άνιση μεταχείρισή μας, και άρα υφίσταται κατάφωρη παράβαση της αρχής της ισότητας, εφόσον πολίτες που τελούμε σε απολύτως όμοια κατάσταση (επί μακρόν κάτοχοι ακινήτων ιδιοκτησίας Δημοσίου) υφιστάμεθα αδικαιολόγητα και υπέρμετρα (πλήρης εξαίρεση από την εφαρμογή του νόμου) διαφορετική μεταχείριση, χωρίς να συντρέχει λόγος που να τη δικαιολογεί. Η εξαίρεση πολιτών από μια νόμιμη διαδικασία διευθέτησης του ζητήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, την οποία ανέμεναν από τον νομοθέτη επί δεκαετίες, για τον λόγο ότι έτυχε το ακίνητό τους να υπεισέλθει προσφάτως στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν δικαιολογείται με κανέναν τρόπο και προσβάλλει κατάφωρα τη συνταγματική αρχή της ισότητας. Πέραν δε τούτου βαίνει σε βάρος και του δημοσίου συμφέροντος, που επιτάσσει την ομοιόμορφη και οριστική επίλυση του προβλήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, που σε καμία περίπτωση δεν επιτυγχάνεται με την αδικαιολόγητη εξαίρεση μιας σημαντικής κατηγορίας ακινήτων.
    Εν όψει των ανωτέρω, η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) πρέπει να απαλειφθεί ως προδήλως αντιβαίνουσα στη συνταγματική αρχή της ισότητας, προκειμένου να μην απαιτηθεί να αχθεί το ζήτημα ενώπιον των αρμόδιων Δικαστηρίων, που προφανώς θα διαγνώσουν την πρόδηλη αντισυνταγματικότητα της εξαίρεσης.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 17:01 | ΓΚΑΤΣΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ

    Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) της παραγράφου 2, δηλαδή των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) θα πρέπει να απαλειφθεί από το τελικό κείμενο, διότι είναι αδικαιολόγητη και έχει τεθεί κατά πρόδηλη παράβαση της συνταγματικής αρχής τη ισότητας.
    Ως γνωστόν, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.» Με την εν λόγω διάταξη και την όμοια αυτής διάταξη του άρθρου 14 της ΕΣΔΑ, που είναι υπερνομοθετικής ισχύος και πρέπει να γίνονται απόλυτα σεβαστές από τον κοινό νομοθέτη, καθιερώνεται η αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να ρυθμίσει κατά ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες καταστάσεις, όμως πάντα επί τη βάσει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων μέσα στα όρια της αρχής της ισότητας, ούτως ώστε να αποκλείεται η άνιση μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών υπό τη μορφή επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, ή διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 902/2020, 2368/2017, 1759/2014, 1090/2012, 1216/2009, 992/2004).
    Όσον αφορά το προκείμενο νομοσχέδιο και τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.2 (η), η παράβαση της αρχή της ισότητας είναι προφανής, με την αδικαιολόγητη διαφορετική μεταχείριση, και δη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, εκείνων των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε.. Ειδικότερα: Σύμφωνα με το άρθρο 1 του νομοσχεδίου, ως σκοπός του νόμου τίθεται η οριστική διευθέτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, η αποκατάσταση των προσώπων που διατηρούν στα ακίνητα αυτά την κατοικία τους ή τον τόπο άσκησης της οικονομικής τους δραστηριότητας, και δι’ αυτών η αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου. Κατά τούτο, στο πεδίο εφαρμογής του νόμου έπρεπε να ενταχθούν όλα τα ακίνητα που εντάσσονται στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των «κατεχόμενων» ακινήτων του Δημοσίου κατά τρόπο ενιαίο και ομοιόμορφο και ως εκ τούτου αποτελεσματικό και οριστικό για το σύνολο των ακινήτων και των Ελλήνων πολιτών. Στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου, όμως, εισάγονται εξαιρέσεις ακινήτων από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, οι οποίες, προκειμένου να είναι συμβατές με τη συνταγματική αρχή της ισότητας θα έπρεπε να δικαιολογούνται, δηλαδή θα έπρεπε να δικαιολογείται σε τι συνίσταται η κρίσιμη ειδοποιός διαφορά των αναφερόμενων κατηγοριών ακινήτων και όσων πολιτών τα κατέχουν σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, και για ποιους λόγους κρίθηκε σκόπιμο και αναγκαίο να εξαιρεθούν οι συγκεκριμένης κατηγορίες ακινήτων. Τούτο πολύ περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση που στο άρθρο 1 του ίδιου νομοσχεδίου αναφέρεται ότι η επίλυση του ζητήματος των κατεχόμενων ακινήτων είναι ζήτημα δημοσίου συμφέροντος, και άρα η όποια εξαίρεση θα έπρεπε να δικαιολογείται ειδικώς, και δη με αναφορά σε (αντιτιθέμενο) λόγο δημοσίου συμφέροντος.
    Κατά πρόδηλη παράβαση των ανωτέρω, με την περ. η΄ της παρ. 2 του εν θέματι άρθρου εισάγεται εξαίρεση για τα ακίνητα που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.), η οποία δεν αιτιολογείται στο κείμενο της ανάλυσης συνεπειών ρύθμισης ούτε πουθενά αλλού ούτε άλλωστε και θα μπορούσε να δικαιολογηθεί. Τούτο διότι τα ακίνητα που περιήλθαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν παρουσιάζουν καμία απολύτως ουσιαστική διαφοροποίηση σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα του Δημοσίου, το γεγονός δε της περιέλευσης τους στην ΕΤΑΔ Α.Ε. είναι τυχαίο και καθαρά διαδικαστικό, δεν έγινε με βάση ουσιαστικά κριτήρια και ουδόλως σχετίζεται με το εν προκειμένω κρίσιμο ζήτημα της μακροχρόνιας κατοχής ακινήτων που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου από πολίτες και της ανάγκης προστασίας τους. Έτσι, σε αντίθεση λ.χ. με τις περιπτώσεις (β), (γ) ή (δ) για τις οποίες η εξαίρεση φαίνεται να βασίζεται σε ουσιαστικά κριτήρια και λόγους δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογούν τη διαφοροποίηση (προστασία του περιβάλλοντος, των αιγιαλών, των δασών), ουδόλως συμβαίνει το ίδιο με την εξαίρεση (η). Εμείς που κατέχουμε, διαβιούμε και ασκούμε δραστηριότητες σε ακίνητα που υπήχθησαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. αποκλειόμαστε αδικαιολόγητα από τις ευεργετικές διατάξεις του προτεινόμενου νομοσχεδίου, για τον τυχαίο και συμπτωματικό λόγο ότι τα ακίνητα που κατέχουμε περιήλθαν στην κυριότητα της εταιρίας διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, χωρίς να υπάρχει καμία ουσιαστική διαφοροποίηση που να δικαιολογεί τη δυσμενή άνιση μεταχείρισή μας, και άρα υφίσταται κατάφωρη παράβαση της αρχής της ισότητας, εφόσον πολίτες που τελούμε σε απολύτως όμοια κατάσταση (επί μακρόν κάτοχοι ακινήτων ιδιοκτησίας Δημοσίου) υφιστάμεθα αδικαιολόγητα και υπέρμετρα (πλήρης εξαίρεση από την εφαρμογή του νόμου) διαφορετική μεταχείριση, χωρίς να συντρέχει λόγος που να τη δικαιολογεί. Η εξαίρεση πολιτών από μια νόμιμη διαδικασία διευθέτησης του ζητήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, την οποία ανέμεναν από τον νομοθέτη επί δεκαετίες, για τον λόγο ότι έτυχε το ακίνητό τους να υπεισέλθει προσφάτως στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν δικαιολογείται με κανέναν τρόπο και προσβάλλει κατάφωρα τη συνταγματική αρχή της ισότητας. Πέραν δε τούτου βαίνει σε βάρος και του δημοσίου συμφέροντος, που επιτάσσει την ομοιόμορφη και οριστική επίλυση του προβλήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, που σε καμία περίπτωση δεν επιτυγχάνεται με την αδικαιολόγητη εξαίρεση μιας σημαντικής κατηγορίας ακινήτων.
    Εν όψει των ανωτέρω, η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) πρέπει να απαλειφθεί ως προδήλως αντιβαίνουσα στη συνταγματική αρχή της ισότητας, προκειμένου να μην απαιτηθεί να αχθεί το ζήτημα ενώπιον των αρμόδιων Δικαστηρίων, που προφανώς θα διαγνώσουν την πρόδηλη αντισυνταγματικότητα της εξαίρεσης.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 17:34 | ΓΚΑΤΣΗ ΧΡΥΣΑΥΓΗ

    Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) της παραγράφου 2, δηλαδή των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) θα πρέπει να απαλειφθεί από το τελικό κείμενο, διότι είναι αδικαιολόγητη και έχει τεθεί κατά πρόδηλη παράβαση της συνταγματικής αρχής τη ισότητας.
    Ως γνωστόν, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.» Με την εν λόγω διάταξη και την όμοια αυτής διάταξη του άρθρου 14 της ΕΣΔΑ, που είναι υπερνομοθετικής ισχύος και πρέπει να γίνονται απόλυτα σεβαστές από τον κοινό νομοθέτη, καθιερώνεται η αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να ρυθμίσει κατά ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες καταστάσεις, όμως πάντα επί τη βάσει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων μέσα στα όρια της αρχής της ισότητας, ούτως ώστε να αποκλείεται η άνιση μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών υπό τη μορφή επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, ή διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 902/2020, 2368/2017, 1759/2014, 1090/2012, 1216/2009, 992/2004). Όσον αφορά το προκείμενο νομοσχέδιο και τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.2 (η), η
    παράβαση της αρχή της ισότητας είναι προφανής, με την αδικαιολόγητη διαφορετική
    μεταχείριση, και δη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, εκείνων των
    ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε.. Ειδικότερα: Σύμφωνα
    με το άρθρο 1 του νομοσχεδίου, ως σκοπός του νόμου τίθεται η οριστική διευθέτηση
    του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, η
    αποκατάσταση των προσώπων που διατηρούν στα ακίνητα αυτά την κατοικία τους
    ή τον τόπο άσκησης της οικονομικής τους δραστηριότητας, και δι’ αυτών η
    αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου. Κατά τούτο, στο πεδίο
    εφαρμογής του νόμου έπρεπε να ενταχθούν όλα τα ακίνητα που εντάσσονται στην
    ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των
    «κατεχόμενων» ακινήτων του Δημοσίου κατά τρόπο ενιαίο και ομοιόμορφο και ως
    εκ τούτου αποτελεσματικό και οριστικό για το σύνολο των ακινήτων και των Ελλήνων
    πολιτών. Στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου, όμως, εισάγονται εξαιρέσεις ακινήτων από
    το πεδίο εφαρμογής του νόμου, οι οποίες, προκειμένου να είναι συμβατές με τη συνταγματική αρχή της ισότητας θα έπρεπε να δικαιολογούνται, δηλαδή θα έπρεπε
    να δικαιολογείται σε τι συνίσταται η κρίσιμη ειδοποιός διαφορά των αναφερόμενων
    κατηγοριών ακινήτων και όσων πολιτών τα κατέχουν σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα
    της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, και για ποιους λόγους κρίθηκε σκόπιμο και
    αναγκαίο να εξαιρεθούν οι συγκεκριμένης κατηγορίες ακινήτων.Τούτο διότι τα ακίνητα που περιήλθαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν παρουσιάζουν καμία απολύτως ουσιαστική διαφοροποίηση σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα του Δημοσίου, το γεγονός δε της περιέλευσης τους στην ΕΤΑΔ Α.Ε. είναι τυχαίο και καθαρά διαδικαστικό, δεν έγινε με βάση ουσιαστικά κριτήρια και ουδόλως σχετίζεται με το εν προκειμένω κρίσιμο ζήτημα της μακροχρόνιας κατοχής ακινήτων που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου από πολίτες και της ανάγκης προστασίας τους. Έτσι, σε αντίθεση λ.χ. με τις περιπτώσεις (β), (γ) ή (δ) για τις οποίες η εξαίρεση φαίνεται να βασίζεται σε ουσιαστικά κριτήρια και λόγους δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογούν τη διαφοροποίηση (προστασία του περιβάλλοντος, των αιγιαλών, των δασών), ουδόλως συμβαίνει το ίδιο με την εξαίρεση (η). Εμείς που κατέχουμε, διαβιούμε και ασκούμε δραστηριότητες σε ακίνητα που υπήχθησαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. αποκλειόμαστε αδικαιολόγητα από τις ευεργετικές διατάξεις του προτεινόμενου νομοσχεδίου, για τον τυχαίο και συμπτωματικό λόγο ότι τα ακίνητα που κατέχουμε περιήλθαν στην κυριότητα της εταιρίας διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, χωρίς να υπάρχει καμία ουσιαστική διαφοροποίηση που να δικαιολογεί τη δυσμενή άνιση μεταχείρισή μας, και άρα υφίσταται κατάφωρη παράβαση της αρχής της ισότητας, εφόσον πολίτες που τελούμε σε απολύτως όμοια κατάσταση (επί μακρόν κάτοχοι ακινήτων ιδιοκτησίας Δημοσίου) υφιστάμεθα αδικαιολόγητα και υπέρμετρα (πλήρης εξαίρεση από την εφαρμογή του νόμου) διαφορετική μεταχείριση, χωρίς να συντρέχει λόγος που να τη δικαιολογεί. Η εξαίρεση πολιτών από μια νόμιμη διαδικασία διευθέτησης του ζητήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, την οποία ανέμεναν από τον νομοθέτη επί δεκαετίες, για τον λόγο ότι έτυχε το ακίνητό τους να υπεισέλθει προσφάτως στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν δικαιολογείται με κανέναν τρόπο και προσβάλλει κατάφωρα τη συνταγματική αρχή της ισότητας. Πέραν δε τούτου βαίνει σε βάρος και του δημοσίου συμφέροντος, που επιτάσσει την ομοιόμορφη και οριστική επίλυση του προβλήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, που σε καμία περίπτωση δεν επιτυγχάνεται με την αδικαιολόγητη εξαίρεση μιας σημαντικής κατηγορίας ακινήτων. Εν όψει των ανωτέρω, η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) πρέπει να απαλειφθεί ως προδήλως αντιβαίνουσα στη συνταγματική αρχή της ισότητας, προκειμένου να μην απαιτηθεί να αχθεί το ζήτημα ενώπιον των αρμόδιων Δικαστηρίων, που προφανώς θα διαγνώσουν την πρόδηλη αντισυνταγματικότητα της εξαίρεσης.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 17:58 | Αθανασιος

    Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) της παραγράφου 2, δηλαδή των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) θα πρέπει να απαλειφθεί από το τελικό κείμενο, διότι είναι αδικαιολόγητη και έχει τεθεί κατά πρόδηλη παράβαση της συνταγματικής αρχής τη ισότητας.
    Ως γνωστόν, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.» Με την εν λόγω διάταξη και την όμοια αυτής διάταξη του άρθρου 14 της ΕΣΔΑ, που είναι υπερνομοθετικής ισχύος και πρέπει να γίνονται απόλυτα σεβαστές από τον κοινό νομοθέτη, καθιερώνεται η αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να ρυθμίσει κατά ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες καταστάσεις, όμως πάντα επί τη βάσει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων μέσα στα όρια της αρχής της ισότητας, ούτως ώστε να αποκλείεται η άνιση μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών υπό τη μορφή επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, ή διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 902/2020, 2368/2017, 1759/2014, 1090/2012, 1216/2009, 992/2004).
    Όσον αφορά το προκείμενο νομοσχέδιο και τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.2 (η), η παράβαση της αρχή της ισότητας είναι προφανής, με την αδικαιολόγητη διαφορετική μεταχείριση, και δη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, εκείνων των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε.. Ειδικότερα: Σύμφωνα με το άρθρο 1 του νομοσχεδίου, ως σκοπός του νόμου τίθεται η οριστική διευθέτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, η αποκατάσταση των προσώπων που διατηρούν στα ακίνητα αυτά την κατοικία τους ή τον τόπο άσκησης της οικονομικής τους δραστηριότητας, και δι’ αυτών η αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου. Κατά τούτο, στο πεδίο εφαρμογής του νόμου έπρεπε να ενταχθούν όλα τα ακίνητα που εντάσσονται στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των «κατεχόμενων» ακινήτων του Δημοσίου κατά τρόπο ενιαίο και ομοιόμορφο και ως εκ τούτου αποτελεσματικό και οριστικό για το σύνολο των ακινήτων και των Ελλήνων πολιτών. Στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου, όμως, εισάγονται εξαιρέσεις ακινήτων από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, οι οποίες, προκειμένου να είναι συμβατές με τη συνταγματική αρχή της ισότητας θα έπρεπε να δικαιολογούνται, δηλαδή θα έπρεπε να δικαιολογείται σε τι συνίσταται η κρίσιμη ειδοποιός διαφορά των αναφερόμενων κατηγοριών ακινήτων και όσων πολιτών τα κατέχουν σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, και για ποιους λόγους κρίθηκε σκόπιμο και αναγκαίο να εξαιρεθούν οι συγκεκριμένης κατηγορίες ακινήτων. Τούτο πολύ περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση που στο άρθρο 1 του ίδιου νομοσχεδίου αναφέρεται ότι η επίλυση του ζητήματος των κατεχόμενων ακινήτων είναι ζήτημα δημοσίου συμφέροντος, και άρα η όποια εξαίρεση θα έπρεπε να δικαιολογείται ειδικώς, και δη με αναφορά σε (αντιτιθέμενο) λόγο δημοσίου συμφέροντος.
    Κατά πρόδηλη παράβαση των ανωτέρω, με την περ. η΄ της παρ. 2 του εν θέματι άρθρου εισάγεται εξαίρεση για τα ακίνητα που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.), η οποία δεν αιτιολογείται στο κείμενο της ανάλυσης συνεπειών ρύθμισης ούτε πουθενά αλλού ούτε άλλωστε και θα μπορούσε να δικαιολογηθεί. Τούτο διότι τα ακίνητα που περιήλθαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν παρουσιάζουν καμία απολύτως ουσιαστική διαφοροποίηση σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα του Δημοσίου, το γεγονός δε της περιέλευσης τους στην ΕΤΑΔ Α.Ε. είναι τυχαίο και καθαρά διαδικαστικό, δεν έγινε με βάση ουσιαστικά κριτήρια και ουδόλως σχετίζεται με το εν προκειμένω κρίσιμο ζήτημα της μακροχρόνιας κατοχής ακινήτων που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου από πολίτες και της ανάγκης προστασίας τους. Έτσι, σε αντίθεση λ.χ. με τις περιπτώσεις (β), (γ) ή (δ) για τις οποίες η εξαίρεση φαίνεται να βασίζεται σε ουσιαστικά κριτήρια και λόγους δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογούν τη διαφοροποίηση (προστασία του περιβάλλοντος, των αιγιαλών, των δασών), ουδόλως συμβαίνει το ίδιο με την εξαίρεση (η). Εμείς που κατέχουμε, διαβιούμε και ασκούμε δραστηριότητες σε ακίνητα που υπήχθησαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. αποκλειόμαστε αδικαιολόγητα από τις ευεργετικές διατάξεις του προτεινόμενου νομοσχεδίου, για τον τυχαίο και συμπτωματικό λόγο ότι τα ακίνητα που κατέχουμε περιήλθαν στην κυριότητα της εταιρίας διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, χωρίς να υπάρχει καμία ουσιαστική διαφοροποίηση που να δικαιολογεί τη δυσμενή άνιση μεταχείρισή μας, και άρα υφίσταται κατάφωρη παράβαση της αρχής της ισότητας, εφόσον πολίτες που τελούμε σε απολύτως όμοια κατάσταση (επί μακρόν κάτοχοι ακινήτων ιδιοκτησίας Δημοσίου) υφιστάμεθα αδικαιολόγητα και υπέρμετρα (πλήρης εξαίρεση από την εφαρμογή του νόμου) διαφορετική μεταχείριση, χωρίς να συντρέχει λόγος που να τη δικαιολογεί. Η εξαίρεση πολιτών από μια νόμιμη διαδικασία διευθέτησης του ζητήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, την οποία ανέμεναν από τον νομοθέτη επί δεκαετίες, για τον λόγο ότι έτυχε το ακίνητό τους να υπεισέλθει προσφάτως στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν δικαιολογείται με κανέναν τρόπο και προσβάλλει κατάφωρα τη συνταγματική αρχή της ισότητας. Πέραν δε τούτου βαίνει σε βάρος και του δημοσίου συμφέροντος, που επιτάσσει την ομοιόμορφη και οριστική επίλυση του προβλήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, που σε καμία περίπτωση δεν επιτυγχάνεται με την αδικαιολόγητη εξαίρεση μιας σημαντικής κατηγορίας ακινήτων.
    Εν όψει των ανωτέρω, η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) πρέπει να απαλειφθεί ως προδήλως αντιβαίνουσα στη συνταγματική αρχή της ισότητας, προκειμένου να μην απαιτηθεί να αχθεί το ζήτημα ενώπιον των αρμόδιων Δικαστηρίων, που προφανώς θα διαγνώσουν την πρόδηλη αντισυνταγματικότητα της εξαίρεσης.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 17:11 | Σύλλογος Αποκαταστάσεως Ιδιοκτητών Ακινήτων στη θέση Πολύζοβα Ασβεστοχωρίου

    Το Σωματείο με την επωνυμία «Σύλλογος Αποκαταστάσεως Ιδιοκτητών Ακινήτων», δρα ως φορέας εκπροσώπησης των προσώπων εκείνων που αδιαλείπτως καλλιεργούν και νέμονται, όπως άλλωστε και οι πρόγονοι τους, τις εκτάσεις που ανήκουν στο επονομαζόμενο αγρόκτημα περιοχής «Πολύζοβα», που βρίσκεται στο Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης. Το έτος 1932 κατελήφθη για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου και της Εθνικής Τράπεζας – ως συμβατικώς εντεταλμένης διαχειρίστριας – το σύνολο των εκτάσεων που απαρτίζουν την συγκεκριμένη περιοχή (Πολύζοβα) και συνετάγη σχετικό πρωτόκολλο, το οποίο μνημονεύει σε προσαρτώμενο πίνακα τους κατοίκους Ασβεστοχωρίου που νέμονταν, μέχρι εκείνη τη χρονική στιγμή, τις προαναφερόμενες εκτάσεις. Εξάλλου, ρητώς αναφέρεται στο κείμενο του πρωτοκόλλου ότι η καταλαμβανόμενη έκταση, δηλαδή βοσκότοπος περίπου 5.000,00 δεκαδικών στρεμμάτων, αποτελείται από αγρούς 1200 δεκαδικών στρεμμάτων, λατομεία και μεταλλεία αμιάντου.
    Περαιτέρω, οι κάτοικοι του Ασβεστοχωρίου ουδέποτε έπαυσαν να καλλιεργούν και να φροντίζουν αδιαλείπτως μέχρι και σήμερα,τα επιμέρους εδαφικά τμήματα της περιοχής αυτής.
    Με τις υπ’ αριθμ. 2193/9-10-1973 και 1157/3-4-1990 αποφάσεις του Νομάρχη Θεσσαλονίκης κηρύχθηκε συλλήβδην και αδιακρίτως αναδασωτέα έκταση 29.790 στρεμμάτων πέριξ του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης (Δάσος-Πάρκο), με αποτέλεσμα να προσδοθεί ο χαρακτηρισμός αυτός και στην παραπάνω περιοχή, μολονότι αυτή ουδέποτε καλυπτόταν από δασική βλάστηση.
    Η ιδιομορφία αυτή δεν λαμβάνεται υπόψη από τα άρθρα 3 και 4 του υπό διαβούλευση νομοσχεδίου, που ορίζουν το 20% ως μέγιστο επιτρεπόμενο ποσοστό εδαφικού τμήματος του υπό εξαγορά ακινήτου που διέπεται από τη δασική νομοθεσία. Γιατί τοιουτοτρόπως εμποδίζεται η εξαγορά και η παραγωγική γεωργική αξιοποίηση του αγροκτήματος της Πολύζοβα το οποίο, όπως ειπώθηκε, ουδέποτε καλυπτόταν από δασική βλάστηση.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 17:06 | Athanasios

    Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) της παραγράφου 2, δηλαδή των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) θα πρέπει να απαλειφθεί από το τελικό κείμενο, διότι είναι αδικαιολόγητη και έχει τεθεί κατά πρόδηλη παράβαση της συνταγματικής αρχής τη ισότητας.
    Ως γνωστόν, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.» Με την εν λόγω διάταξη και την όμοια αυτής διάταξη του άρθρου 14 της ΕΣΔΑ, που είναι υπερνομοθετικής ισχύος και πρέπει να γίνονται απόλυτα σεβαστές από τον κοινό νομοθέτη, καθιερώνεται η αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να ρυθμίσει κατά ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες καταστάσεις, όμως πάντα επί τη βάσει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων μέσα στα όρια της αρχής της ισότητας, ούτως ώστε να αποκλείεται η άνιση μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών υπό τη μορφή επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, ή διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 902/2020, 2368/2017, 1759/2014, 1090/2012, 1216/2009, 992/2004).
    Όσον αφορά το προκείμενο νομοσχέδιο και τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.2 (η), η παράβαση της αρχή της ισότητας είναι προφανής, με την αδικαιολόγητη διαφορετική μεταχείριση, και δη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, εκείνων των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε.. Ειδικότερα: Σύμφωνα με το άρθρο 1 του νομοσχεδίου, ως σκοπός του νόμου τίθεται η οριστική διευθέτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, η αποκατάσταση των προσώπων που διατηρούν στα ακίνητα αυτά την κατοικία τους ή τον τόπο άσκησης της οικονομικής τους δραστηριότητας, και δι’ αυτών η αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου. Κατά τούτο, στο πεδίο εφαρμογής του νόμου έπρεπε να ενταχθούν όλα τα ακίνητα που εντάσσονται στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των «κατεχόμενων» ακινήτων του Δημοσίου κατά τρόπο ενιαίο και ομοιόμορφο και ως εκ τούτου αποτελεσματικό και οριστικό για το σύνολο των ακινήτων και των Ελλήνων πολιτών. Στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου, όμως, εισάγονται εξαιρέσεις ακινήτων από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, οι οποίες, προκειμένου να είναι συμβατές με τη συνταγματική αρχή της ισότητας θα έπρεπε να δικαιολογούνται, δηλαδή θα έπρεπε να δικαιολογείται σε τι συνίσταται η κρίσιμη ειδοποιός διαφορά των αναφερόμενων κατηγοριών ακινήτων και όσων πολιτών τα κατέχουν σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, και για ποιους λόγους κρίθηκε σκόπιμο και αναγκαίο να εξαιρεθούν οι συγκεκριμένης κατηγορίες ακινήτων. Τούτο πολύ περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση που στο άρθρο 1 του ίδιου νομοσχεδίου αναφέρεται ότι η επίλυση του ζητήματος των κατεχόμενων ακινήτων είναι ζήτημα δημοσίου συμφέροντος, και άρα η όποια εξαίρεση θα έπρεπε να δικαιολογείται ειδικώς, και δη με αναφορά σε (αντιτιθέμενο) λόγο δημοσίου συμφέροντος.
    Κατά πρόδηλη παράβαση των ανωτέρω, με την περ. η΄ της παρ. 2 του εν θέματι άρθρου εισάγεται εξαίρεση για τα ακίνητα που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.), η οποία δεν αιτιολογείται στο κείμενο της ανάλυσης συνεπειών ρύθμισης ούτε πουθενά αλλού ούτε άλλωστε και θα μπορούσε να δικαιολογηθεί. Τούτο διότι τα ακίνητα που περιήλθαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν παρουσιάζουν καμία απολύτως ουσιαστική διαφοροποίηση σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα του Δημοσίου, το γεγονός δε της περιέλευσης τους στην ΕΤΑΔ Α.Ε. είναι τυχαίο και καθαρά διαδικαστικό, δεν έγινε με βάση ουσιαστικά κριτήρια και ουδόλως σχετίζεται με το εν προκειμένω κρίσιμο ζήτημα της μακροχρόνιας κατοχής ακινήτων που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου από πολίτες και της ανάγκης προστασίας τους. Έτσι, σε αντίθεση λ.χ. με τις περιπτώσεις (β), (γ) ή (δ) για τις οποίες η εξαίρεση φαίνεται να βασίζεται σε ουσιαστικά κριτήρια και λόγους δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογούν τη διαφοροποίηση (προστασία του περιβάλλοντος, των αιγιαλών, των δασών), ουδόλως συμβαίνει το ίδιο με την εξαίρεση (η). Εμείς που κατέχουμε, διαβιούμε και ασκούμε δραστηριότητες σε ακίνητα που υπήχθησαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. αποκλειόμαστε αδικαιολόγητα από τις ευεργετικές διατάξεις του προτεινόμενου νομοσχεδίου, για τον τυχαίο και συμπτωματικό λόγο ότι τα ακίνητα που κατέχουμε περιήλθαν στην κυριότητα της εταιρίας διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, χωρίς να υπάρχει καμία ουσιαστική διαφοροποίηση που να δικαιολογεί τη δυσμενή άνιση μεταχείρισή μας, και άρα υφίσταται κατάφωρη παράβαση της αρχής της ισότητας, εφόσον πολίτες που τελούμε σε απολύτως όμοια κατάσταση (επί μακρόν κάτοχοι ακινήτων ιδιοκτησίας Δημοσίου) υφιστάμεθα αδικαιολόγητα και υπέρμετρα (πλήρης εξαίρεση από την εφαρμογή του νόμου) διαφορετική μεταχείριση, χωρίς να συντρέχει λόγος που να τη δικαιολογεί. Η εξαίρεση πολιτών από μια νόμιμη διαδικασία διευθέτησης του ζητήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, την οποία ανέμεναν από τον νομοθέτη επί δεκαετίες, για τον λόγο ότι έτυχε το ακίνητό τους να υπεισέλθει προσφάτως στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν δικαιολογείται με κανέναν τρόπο και προσβάλλει κατάφωρα τη συνταγματική αρχή της ισότητας. Πέραν δε τούτου βαίνει σε βάρος και του δημοσίου συμφέροντος, που επιτάσσει την ομοιόμορφη και οριστική επίλυση του προβλήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, που σε καμία περίπτωση δεν επιτυγχάνεται με την αδικαιολόγητη εξαίρεση μιας σημαντικής κατηγορίας ακινήτων.
    Εν όψει των ανωτέρω, η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) πρέπει να απαλειφθεί ως προδήλως αντιβαίνουσα στη συνταγματική αρχή της ισότητας, προκειμένου να μην απαιτηθεί να αχθεί το ζήτημα ενώπιον των αρμόδιων Δικαστηρίων, που προφανώς θα διαγνώσουν την πρόδηλη αντισυνταγματικότητα της εξαίρεσης.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 17:03 | Olga Gkatsi

    Ένσταση για το άρθρο 4 παρ 2η.Το καλοκαίρι του 2006 (18-7-2006) παρουσιάστηκε προς ψηφηση ένα νομοσχέδιο στο οποίο αναφέρεται οτι:τα ανταλλαξιμα κτήματα που βρησκονται στην περιοχή της Θεσσαλονίκης και των περιχωρων της (πρώην λαχανακηποι) εντός και εκτός σχεδίου μπορούν να εκποιηθουν στους κατόχους τους. Το νομοσχέδιο αυτό αναγνώριζε την πολυετή (πάνω από 70-80 χρόνια) προσφορά των λαχανοκαλιεργητων στην οικονομία της πόλης, τηναδιαληπτη χρήση της γης απ αυτούς και την αξία που της προσεδωσαν. Το νομοσχέδιο αυτό δεν προχώρησε όμως ήταν προς την σωστή κατεύθυνση. Ζητάμε λοιπόν το παρόν νομοσχέδιο να συμπεριλάβει όλους αναξαρτητως της υπαγωγής τον ΕΤΑΔ

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 16:14 | Σοφία Αλαγκιοζίδου

    Δεν ςίναι κατανοητό για ποιούς λόγους τα ακίνητα κυριότηας της ΕΤΑΔ (Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου) περιλαμβάνονται στις εξαιρέσεις (περ. η΄ της παρ. 2 ) και θα πρέπει να απαλοιφθούν από αυτές. Η υφιστάμενη εξαίρεση προκαλεί θέματα ίσης μεταχείρισης των πολιτών και αντίκειται στην αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες.

    Εφόσον σκοπός του νόμου είναι η οριστική διευθέτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου (άρθρο 1 νομοσχεδίου), η αποκατάσταση των προσώπων που διατηρούν στα ακίνητα αυτά την κατοικία τους ή τον τόπο άσκησης της οικονομικής τους δραστηριότητας, και δι’ αυτών η αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, τότε στο πεδίο εφαρμογής του νόμου έπρεπε να ενταχθούν όλα τα ακίνητα που εντάσσονται στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου με τρόπο ενιαίο, ομοιόμορφο και ισοβαρή για το σύνολο των ακινήτων και με παρόμοιους όρους για όλους τους Έλληνες πολιτές χωρίς διακρίσεις.

    Όσοι τυγχάνει να κατέχουν, διαβιούν ή/και να ασκούν δραστηριότητες σε ακίνητα που υπήχθησαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. αποκλείονται αδικαιολόγητα από τις ευεργετικές διατάξεις του προτεινόμενου νομοσχεδίου, για τον τυχαίο και συμπτωματικό λόγο ότι τα ακίνητα που κατέχουν περιήλθαν στην κυριότητα της εταιρίας διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, χωρίς να υπάρχει καμία ουσιαστική διαφοροποίηση που να δικαιολογεί τη δυσμενή άνιση μεταχείρισή τους.

    Εξάλλου, η απάλειψη της εξαίρεσης των ακινήτων της περίπτωσης (η) ως αντιβαίνουσα στη συνταγματική αρχή της ισότητας, θα βοηθήσει και στην αποτελεσματικότητα και την γρήγορη υλοποίηση των προβλεπομένων από το νόμο καθώς θα μειωθεί η πιθνότητα προσφυγής ενώπιον των αρμόδιων Δικαστηρίων, που προφανώς θα διαγνώσουν την πρόδηλη αντισυνταγματικότητα της εξαίρεσης.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 16:08 | ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΓΚΑΤΣΗ

    Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) της παραγράφου 2, δηλαδή των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) θα πρέπει να απαλειφθεί από το τελικό κείμενο, διότι είναι αδικαιολόγητη και έχει τεθεί κατά πρόδηλη παράβαση της συνταγματικής αρχής τη ισότητας.
    Ως γνωστόν, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.» Με την εν λόγω διάταξη και την όμοια αυτής διάταξη του άρθρου 14 της ΕΣΔΑ, που είναι υπερνομοθετικής ισχύος και πρέπει να γίνονται απόλυτα σεβαστές από τον κοινό νομοθέτη, καθιερώνεται η αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να ρυθμίσει κατά ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες καταστάσεις, όμως πάντα επί τη βάσει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων μέσα στα όρια της αρχής της ισότητας, ούτως ώστε να αποκλείεται η άνιση μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών υπό τη μορφή επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, ή διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 902/2020, 2368/2017, 1759/2014, 1090/2012, 1216/2009, 992/2004).
    Όσον αφορά το προκείμενο νομοσχέδιο και τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.2 (η), η παράβαση της αρχή της ισότητας είναι προφανής, με την αδικαιολόγητη διαφορετική μεταχείριση, και δη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, εκείνων των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε.. Ειδικότερα: Σύμφωνα με το άρθρο 1 του νομοσχεδίου, ως σκοπός του νόμου τίθεται η οριστική διευθέτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, η αποκατάσταση των προσώπων που διατηρούν στα ακίνητα αυτά την κατοικία τους ή τον τόπο άσκησης της οικονομικής τους δραστηριότητας, και δι’ αυτών η αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου. Κατά τούτο, στο πεδίο εφαρμογής του νόμου έπρεπε να ενταχθούν όλα τα ακίνητα που εντάσσονται στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των «κατεχόμενων» ακινήτων του Δημοσίου κατά τρόπο ενιαίο και ομοιόμορφο και ως εκ τούτου αποτελεσματικό και οριστικό για το σύνολο των ακινήτων και των Ελλήνων πολιτών. Στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου, όμως, εισάγονται εξαιρέσεις ακινήτων από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, οι οποίες, προκειμένου να είναι συμβατές με τη συνταγματική αρχή της ισότητας θα έπρεπε να δικαιολογούνται, δηλαδή θα έπρεπε να δικαιολογείται σε τι συνίσταται η κρίσιμη ειδοποιός διαφορά των αναφερόμενων κατηγοριών ακινήτων και όσων πολιτών τα κατέχουν σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, και για ποιους λόγους κρίθηκε σκόπιμο και αναγκαίο να εξαιρεθούν οι συγκεκριμένης κατηγορίες ακινήτων. Τούτο πολύ περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση που στο άρθρο 1 του ίδιου νομοσχεδίου αναφέρεται ότι η επίλυση του ζητήματος των κατεχόμενων ακινήτων είναι ζήτημα δημοσίου συμφέροντος, και άρα η όποια εξαίρεση θα έπρεπε να δικαιολογείται ειδικώς, και δη με αναφορά σε (αντιτιθέμενο) λόγο δημοσίου συμφέροντος.
    Κατά πρόδηλη παράβαση των ανωτέρω, με την περ. η΄ της παρ. 2 του εν θέματι άρθρου εισάγεται εξαίρεση για τα ακίνητα που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.), η οποία δεν αιτιολογείται στο κείμενο της ανάλυσης συνεπειών ρύθμισης ούτε πουθενά αλλού ούτε άλλωστε και θα μπορούσε να δικαιολογηθεί. Τούτο διότι τα ακίνητα που περιήλθαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν παρουσιάζουν καμία απολύτως ουσιαστική διαφοροποίηση σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα του Δημοσίου, το γεγονός δε της περιέλευσης τους στην ΕΤΑΔ Α.Ε. είναι τυχαίο και καθαρά διαδικαστικό, δεν έγινε με βάση ουσιαστικά κριτήρια και ουδόλως σχετίζεται με το εν προκειμένω κρίσιμο ζήτημα της μακροχρόνιας κατοχής ακινήτων που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου από πολίτες και της ανάγκης προστασίας τους. Έτσι, σε αντίθεση λ.χ. με τις περιπτώσεις (β), (γ) ή (δ) για τις οποίες η εξαίρεση φαίνεται να βασίζεται σε ουσιαστικά κριτήρια και λόγους δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογούν τη διαφοροποίηση (προστασία του περιβάλλοντος, των αιγιαλών, των δασών), ουδόλως συμβαίνει το ίδιο με την εξαίρεση (η). Εμείς που κατέχουμε, διαβιούμε και ασκούμε δραστηριότητες σε ακίνητα που υπήχθησαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. αποκλειόμαστε αδικαιολόγητα από τις ευεργετικές διατάξεις του προτεινόμενου νομοσχεδίου, για τον τυχαίο και συμπτωματικό λόγο ότι τα ακίνητα που κατέχουμε περιήλθαν στην κυριότητα της εταιρίας διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, χωρίς να υπάρχει καμία ουσιαστική διαφοροποίηση που να δικαιολογεί τη δυσμενή άνιση μεταχείρισή μας, και άρα υφίσταται κατάφωρη παράβαση της αρχής της ισότητας, εφόσον πολίτες που τελούμε σε απολύτως όμοια κατάσταση (επί μακρόν κάτοχοι ακινήτων ιδιοκτησίας Δημοσίου) υφιστάμεθα αδικαιολόγητα και υπέρμετρα (πλήρης εξαίρεση από την εφαρμογή του νόμου) διαφορετική μεταχείριση, χωρίς να συντρέχει λόγος που να τη δικαιολογεί. Η εξαίρεση πολιτών από μια νόμιμη διαδικασία διευθέτησης του ζητήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, την οποία ανέμεναν από τον νομοθέτη επί δεκαετίες, για τον λόγο ότι έτυχε το ακίνητό τους να υπεισέλθει προσφάτως στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν δικαιολογείται με κανέναν τρόπο και προσβάλλει κατάφωρα τη συνταγματική αρχή της ισότητας. Πέραν δε τούτου βαίνει σε βάρος και του δημοσίου συμφέροντος, που επιτάσσει την ομοιόμορφη και οριστική επίλυση του προβλήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, που σε καμία περίπτωση δεν επιτυγχάνεται με την αδικαιολόγητη εξαίρεση μιας σημαντικής κατηγορίας ακινήτων.
    Εν όψει των ανωτέρω, η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) πρέπει να απαλειφθεί ως προδήλως αντιβαίνουσα στη συνταγματική αρχή της ισότητας, προκειμένου να μην απαιτηθεί να αχθεί το ζήτημα ενώπιον των αρμόδιων Δικαστηρίων, που προφανώς θα διαγνώσουν την πρόδηλη αντισυνταγματικότητα της εξαίρεσης.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 16:09 | Μιχάλης Ξ.

    Η περίπτωση ε της παραγράφου 2 του άρθρου 4 πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής:

    «(ε) εμπίπτουν σε οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο, κατά την έννοια του άρθρου 46 του Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν. 4858/2021, Α’ 220), σύμφωνα με βεβαίωση της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.»

    Τούτο για λόγους συστηματικής ενότητας με τις διατάξεις του άρθ. 7 του Κώδ. νομοθεσίας για τις αρχαιότητες, καθώς σύμφωνα με την παρ. 1 αυτού, μόνο οι οργανωμένοι αρχαιολογικοί χώροι ανήκουν στο Δημόσιο σε κάθε περίπτωση.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 16:47 | Παναγιώτης Πατσαλάς

    Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) της παραγράφου 2, δηλαδή των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) θα πρέπει να απαλειφθεί από το τελικό κείμενο, διότι είναι αδικαιολόγητη και έχει τεθεί κατά πρόδηλη παράβαση της συνταγματικής αρχής τη ισότητας.
    Ως γνωστόν, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.» Με την εν λόγω διάταξη και την όμοια αυτής διάταξη του άρθρου 14 της ΕΣΔΑ, που είναι υπερνομοθετικής ισχύος και πρέπει να γίνονται απόλυτα σεβαστές από τον κοινό νομοθέτη, καθιερώνεται η αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να ρυθμίσει κατά ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες καταστάσεις, όμως πάντα επί τη βάσει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων μέσα στα όρια της αρχής της ισότητας, ούτως ώστε να αποκλείεται η άνιση μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών υπό τη μορφή επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, ή διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 902/2020, 2368/2017, 1759/2014, 1090/2012, 1216/2009, 992/2004).
    Όσον αφορά το προκείμενο νομοσχέδιο και τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.2 (η), η παράβαση της αρχή της ισότητας είναι προφανής, με την αδικαιολόγητη διαφορετική μεταχείριση, και δη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, εκείνων των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε.. Ειδικότερα: Σύμφωνα με το άρθρο 1 του νομοσχεδίου, ως σκοπός του νόμου τίθεται η οριστική διευθέτηση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, η αποκατάσταση των προσώπων που διατηρούν στα ακίνητα αυτά την κατοικία τους ή τον τόπο άσκησης της οικονομικής τους δραστηριότητας, και δι’ αυτών η αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου. Κατά τούτο, στο πεδίο εφαρμογής του νόμου έπρεπε να ενταχθούν όλα τα ακίνητα που εντάσσονται στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των «κατεχόμενων» ακινήτων του Δημοσίου κατά τρόπο ενιαίο και ομοιόμορφο και ως εκ τούτου αποτελεσματικό και οριστικό για το σύνολο των ακινήτων και των Ελλήνων πολιτών. Στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου, όμως, εισάγονται εξαιρέσεις ακινήτων από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, οι οποίες, προκειμένου να είναι συμβατές με τη συνταγματική αρχή της ισότητας θα έπρεπε να δικαιολογούνται, δηλαδή θα έπρεπε να δικαιολογείται σε τι συνίσταται η κρίσιμη ειδοποιός διαφορά των αναφερόμενων κατηγοριών ακινήτων και όσων πολιτών τα κατέχουν σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, και για ποιους λόγους κρίθηκε σκόπιμο και αναγκαίο να εξαιρεθούν οι συγκεκριμένης κατηγορίες ακινήτων. Τούτο πολύ περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση που στο άρθρο 1 του ίδιου νομοσχεδίου αναφέρεται ότι η επίλυση του ζητήματος των κατεχόμενων ακινήτων είναι ζήτημα δημοσίου συμφέροντος, και άρα η όποια εξαίρεση θα έπρεπε να δικαιολογείται ειδικώς, και δη με αναφορά σε (αντιτιθέμενο) λόγο δημοσίου συμφέροντος.
    Κατά πρόδηλη παράβαση των ανωτέρω, με την περ. η΄ της παρ. 2 του εν θέματι άρθρου εισάγεται εξαίρεση για τα ακίνητα που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.), η οποία δεν αιτιολογείται στο κείμενο της ανάλυσης συνεπειών ρύθμισης ούτε πουθενά αλλού ούτε άλλωστε και θα μπορούσε να δικαιολογηθεί. Τούτο διότι τα ακίνητα που περιήλθαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν παρουσιάζουν καμία απολύτως ουσιαστική διαφοροποίηση σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα του Δημοσίου, το γεγονός δε της περιέλευσης τους στην ΕΤΑΔ Α.Ε. είναι τυχαίο και καθαρά διαδικαστικό, δεν έγινε με βάση ουσιαστικά κριτήρια και ουδόλως σχετίζεται με το εν προκειμένω κρίσιμο ζήτημα της μακροχρόνιας κατοχής ακινήτων που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου από πολίτες και της ανάγκης προστασίας τους. Έτσι, σε αντίθεση λ.χ. με τις περιπτώσεις (β), (γ) ή (δ) για τις οποίες η εξαίρεση φαίνεται να βασίζεται σε ουσιαστικά κριτήρια και λόγους δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογούν τη διαφοροποίηση (προστασία του περιβάλλοντος, των αιγιαλών, των δασών), ουδόλως συμβαίνει το ίδιο με την εξαίρεση (η). Εμείς που κατέχουμε, διαβιούμε και ασκούμε δραστηριότητες σε ακίνητα που υπήχθησαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. αποκλειόμαστε αδικαιολόγητα από τις ευεργετικές διατάξεις του προτεινόμενου νομοσχεδίου, για τον τυχαίο και συμπτωματικό λόγο ότι τα ακίνητα που κατέχουμε περιήλθαν στην κυριότητα της εταιρίας διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, χωρίς να υπάρχει καμία ουσιαστική διαφοροποίηση που να δικαιολογεί τη δυσμενή άνιση μεταχείρισή μας, και άρα υφίσταται κατάφωρη παράβαση της αρχής της ισότητας, εφόσον πολίτες που τελούμε σε απολύτως όμοια κατάσταση (επί μακρόν κάτοχοι ακινήτων ιδιοκτησίας Δημοσίου) υφιστάμεθα αδικαιολόγητα και υπέρμετρα (πλήρης εξαίρεση από την εφαρμογή του νόμου) διαφορετική μεταχείριση, χωρίς να συντρέχει λόγος που να τη δικαιολογεί. Η εξαίρεση πολιτών από μια νόμιμη διαδικασία διευθέτησης του ζητήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, την οποία ανέμεναν από τον νομοθέτη επί δεκαετίες, για τον λόγο ότι έτυχε το ακίνητό τους να υπεισέλθει προσφάτως στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν δικαιολογείται με κανέναν τρόπο και προσβάλλει κατάφωρα τη συνταγματική αρχή της ισότητας. Πέραν δε τούτου βαίνει σε βάρος και του δημοσίου συμφέροντος, που επιτάσσει την ομοιόμορφη και οριστική επίλυση του προβλήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, που σε καμία περίπτωση δεν επιτυγχάνεται με την αδικαιολόγητη εξαίρεση μιας σημαντικής κατηγορίας ακινήτων.
    Εν όψει των ανωτέρω, η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) πρέπει να απαλειφθεί ως προδήλως αντιβαίνουσα στη συνταγματική αρχή της ισότητας, προκειμένου να μην απαιτηθεί να αχθεί το ζήτημα ενώπιον των αρμόδιων Δικαστηρίων, που προφανώς θα διαγνώσουν την πρόδηλη αντισυνταγματικότητα της εξαίρεσης.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 15:41 | Αθήνα Γκατση

    Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) της παραγράφου 2, δηλαδή των
    ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου
    (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) θα πρέπει να απαλειφθεί από το τελικό κείμενο, διότι είναι
    αδικαιολόγητη και έχει τεθεί κατά πρόδηλη παράβαση της συνταγματικής αρχής τη
    ισότητας.
    Ως γνωστόν, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον
    του νόμου.» Με την εν λόγω διάταξη και την όμοια αυτής διάταξη του άρθρου 14 της
    ΕΣΔΑ, που είναι υπερνομοθετικής ισχύος και πρέπει να γίνονται απόλυτα σεβαστές
    από τον κοινό νομοθέτη, καθιερώνεται η αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό
    κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από
    τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να ρυθμίσει κατά
    ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες καταστάσεις, όμως πάντα επί τη βάσει
    γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων μέσα στα όρια της αρχής της ισότητας, ούτως
    ώστε να αποκλείεται η άνιση μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών υπό τη μορφή
    επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, ή διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή
    παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 902/2020, 2368/2017, 1759/2014, 1090/2012,
    1216/2009, 992/2004).
    Όσον αφορά το προκείμενο νομοσχέδιο και τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.2 (η), η
    παράβαση της αρχή της ισότητας είναι προφανής, με την αδικαιολόγητη διαφορετική
    μεταχείριση, και δη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, εκείνων των
    ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε.. Ειδικότερα: Σύμφωνα
    με το άρθρο 1 του νομοσχεδίου, ως σκοπός του νόμου τίθεται η οριστική διευθέτηση
    του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, η
    αποκατάσταση των προσώπων που διατηρούν στα ακίνητα αυτά την κατοικία τους
    ή τον τόπο άσκησης της οικονομικής τους δραστηριότητας, και δι’ αυτών η
    αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου. Κατά τούτο, στο πεδίο
    εφαρμογής του νόμου έπρεπε να ενταχθούν όλα τα ακίνητα που εντάσσονται στην
    ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των
    «κατεχόμενων» ακινήτων του Δημοσίου κατά τρόπο ενιαίο και ομοιόμορφο και ως
    εκ τούτου αποτελεσματικό και οριστικό για το σύνολο των ακινήτων και των Ελλήνων
    πολιτών. Στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου, όμως, εισάγονται εξαιρέσεις ακινήτων από
    το πεδίο εφαρμογής του νόμου, οι οποίες, προκειμένου να είναι συμβατές με τη συνταγματική αρχή της ισότητας θα έπρεπε να δικαιολογούνται, δηλαδή θα έπρεπε
    να δικαιολογείται σε τι συνίσταται η κρίσιμη ειδοποιός διαφορά των αναφερόμενων
    κατηγοριών ακινήτων και όσων πολιτών τα κατέχουν σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα
    της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, και για ποιους λόγους κρίθηκε σκόπιμο και
    αναγκαίο να εξαιρεθούν οι συγκεκριμένης κατηγορίες ακινήτων. Τούτο πολύ
    περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση που στο άρθρο 1 του ίδιου νομοσχεδίου
    αναφέρεται ότι η επίλυση του ζητήματος των κατεχόμενων ακινήτων είναι ζήτημα
    δημοσίου συμφέροντος, και άρα η όποια εξαίρεση θα έπρεπε να δικαιολογείται
    ειδικώς, και δη με αναφορά σε (αντιτιθέμενο) λόγο δημοσίου συμφέροντος.
    Κατά πρόδηλη παράβαση των ανωτέρω, με την περ. η΄ της παρ. 2 του εν θέματι
    άρθρου εισάγεται εξαίρεση για τα ακίνητα που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της
    Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.), η οποία δεν αιτιολογείται στο κείμενο
    της ανάλυσης συνεπειών ρύθμισης ούτε πουθενά αλλού ούτε άλλωστε και θα
    μπορούσε να δικαιολογηθεί. Τούτο διότι τα ακίνητα που περιήλθαν στην κυριότητα
    της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν παρουσιάζουν καμία απολύτως ουσιαστική διαφοροποίηση σε
    σχέση με τα λοιπά ακίνητα του Δημοσίου, το γεγονός δε της περιέλευσης τους στην
    ΕΤΑΔ Α.Ε. είναι τυχαίο και καθαρά διαδικαστικό, δεν έγινε με βάση ουσιαστικά
    κριτήρια και ουδόλως σχετίζεται με το εν προκειμένω κρίσιμο ζήτημα της
    μακροχρόνιας κατοχής ακινήτων που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του
    Δημοσίου από πολίτες και της ανάγκης προστασίας τους. Έτσι, σε αντίθεση λ.χ. με τις
    περιπτώσεις (β), (γ) ή (δ) για τις οποίες η εξαίρεση φαίνεται να βασίζεται σε
    ουσιαστικά κριτήρια και λόγους δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογούν τη
    διαφοροποίηση (προστασία του περιβάλλοντος, των αιγιαλών, των δασών), ουδόλως
    συμβαίνει το ίδιο με την εξαίρεση (η). Εμείς που κατέχουμε, διαβιούμε και ασκούμε
    δραστηριότητες σε ακίνητα που υπήχθησαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε.
    αποκλειόμαστε αδικαιολόγητα από τις ευεργετικές διατάξεις του προτεινόμενου
    νομοσχεδίου, για τον τυχαίο και συμπτωματικό λόγο ότι τα ακίνητα που κατέχουμε
    περιήλθαν στην κυριότητα της εταιρίας διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας του
    Δημοσίου, χωρίς να υπάρχει καμία ουσιαστική διαφοροποίηση που να δικαιολογεί
    τη δυσμενή άνιση μεταχείρισή μας, και άρα υφίσταται κατάφωρη παράβαση της
    αρχής της ισότητας, εφόσον πολίτες που τελούμε σε απολύτως όμοια κατάσταση (επί
    μακρόν κάτοχοι ακινήτων ιδιοκτησίας Δημοσίου) υφιστάμεθα αδικαιολόγητα και υπέρμετρα (πλήρης εξαίρεση από την εφαρμογή του νόμου) διαφορετική
    μεταχείριση, χωρίς να συντρέχει λόγος που να τη δικαιολογεί. Η εξαίρεση πολιτών
    από μια νόμιμη διαδικασία διευθέτησης του ζητήματος της κατοχής ακινήτων του
    Δημοσίου από ιδιώτες, την οποία ανέμεναν από τον νομοθέτη επί δεκαετίες, για τον
    λόγο ότι έτυχε το ακίνητό τους να υπεισέλθει προσφάτως στην κυριότητα της ΕΤΑΔ
    Α.Ε. δεν δικαιολογείται με κανέναν τρόπο και προσβάλλει κατάφωρα τη
    συνταγματική αρχή της ισότητας. Πέραν δε τούτου βαίνει σε βάρος και του δημοσίου
    συμφέροντος, που επιτάσσει την ομοιόμορφη και οριστική επίλυση του
    προβλήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, που σε καμία
    περίπτωση δεν επιτυγχάνεται με την αδικαιολόγητη εξαίρεση μιας σημαντικής
    κατηγορίας ακινήτων.
    Εν όψει των ανωτέρω, η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) πρέπει να
    απαλειφθεί ως προδήλως αντιβαίνουσα στη συνταγματική αρχή της ισότητας,
    προκειμένου να μην απαιτηθεί να αχθεί το ζήτημα ενώπιον των αρμόδιων
    Δικαστηρίων, που προφανώς θα διαγνώσουν την πρόδηλη αντισυνταγματικότητα της
    εξαίρεσης.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 15:25 | Αθήνα Γκατση

    Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) της παραγράφου 2, δηλαδή των
    ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου
    (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) θα πρέπει να απαλειφθεί από το τελικό κείμενο, διότι είναι
    αδικαιολόγητη και έχει τεθεί κατά πρόδηλη παράβαση της συνταγματικής αρχής τη
    ισότητας.
    Ως γνωστόν, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον
    του νόμου.» Με την εν λόγω διάταξη και την όμοια αυτής διάταξη του άρθρου 14 της
    ΕΣΔΑ, που είναι υπερνομοθετικής ισχύος και πρέπει να γίνονται απόλυτα σεβαστές
    από τον κοινό νομοθέτη, καθιερώνεται η αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό
    κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από
    τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να ρυθμίσει κατά
    ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες καταστάσεις, όμως πάντα επί τη βάσει
    γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων μέσα στα όρια της αρχής της ισότητας, ούτως
    ώστε να αποκλείεται η άνιση μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών υπό τη μορφή
    επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, ή διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή
    παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 902/2020, 2368/2017, 1759/2014, 1090/2012,
    1216/2009, 992/2004).
    Όσον αφορά το προκείμενο νομοσχέδιο και τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.2 (η), η
    παράβαση της αρχή της ισότητας είναι προφανής, με την αδικαιολόγητη διαφορετική
    μεταχείριση, και δη εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του νόμου, εκείνων των
    ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε.. Ειδικότερα: Σύμφωνα
    με το άρθρο 1 του νομοσχεδίου, ως σκοπός του νόμου τίθεται η οριστική διευθέτηση
    του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, η
    αποκατάσταση των προσώπων που διατηρούν στα ακίνητα αυτά την κατοικία τους
    ή τον τόπο άσκησης της οικονομικής τους δραστηριότητας, και δι’ αυτών η
    αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου. Κατά τούτο, στο πεδίο
    εφαρμογής του νόμου έπρεπε να ενταχθούν όλα τα ακίνητα που εντάσσονται στην
    ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου, ούτως ώστε να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των
    «κατεχόμενων» ακινήτων του Δημοσίου κατά τρόπο ενιαίο και ομοιόμορφο και ως
    εκ τούτου αποτελεσματικό και οριστικό για το σύνολο των ακινήτων και των Ελλήνων
    πολιτών. Στο άρθρο 4 του νομοσχεδίου, όμως, εισάγονται εξαιρέσεις ακινήτων από
    το πεδίο εφαρμογής του νόμου, οι οποίες, προκειμένου να είναι συμβατές με τη
    συνταγματική αρχή της ισότητας θα έπρεπε να δικαιολογούνται, δηλαδή θα έπρεπε
    να δικαιολογείται σε τι συνίσταται η κρίσιμη ειδοποιός διαφορά των αναφερόμενων
    κατηγοριών ακινήτων και όσων πολιτών τα κατέχουν σε σχέση με τα λοιπά ακίνητα
    της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου, και για ποιους λόγους κρίθηκε σκόπιμο και
    αναγκαίο να εξαιρεθούν οι συγκεκριμένης κατηγορίες ακινήτων. Τούτο πολύ
    περισσότερο στην προκειμένη περίπτωση που στο άρθρο 1 του ίδιου νομοσχεδίου
    αναφέρεται ότι η επίλυση του ζητήματος των κατεχόμενων ακινήτων είναι ζήτημα
    δημοσίου συμφέροντος, και άρα η όποια εξαίρεση θα έπρεπε να δικαιολογείται
    ειδικώς, και δη με αναφορά σε (αντιτιθέμενο) λόγο δημοσίου συμφέροντος.
    Κατά πρόδηλη παράβαση των ανωτέρω, με την περ. η΄ της παρ. 2 του εν θέματι
    άρθρου εισάγεται εξαίρεση για τα ακίνητα που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της
    Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.), η οποία δεν αιτιολογείται στο κείμενο
    της ανάλυσης συνεπειών ρύθμισης ούτε πουθενά αλλού ούτε άλλωστε και θα
    μπορούσε να δικαιολογηθεί. Τούτο διότι τα ακίνητα που περιήλθαν στην κυριότητα
    της ΕΤΑΔ Α.Ε. δεν παρουσιάζουν καμία απολύτως ουσιαστική διαφοροποίηση σε
    σχέση με τα λοιπά ακίνητα του Δημοσίου, το γεγονός δε της περιέλευσης τους στην
    ΕΤΑΔ Α.Ε. είναι τυχαίο και καθαρά διαδικαστικό, δεν έγινε με βάση ουσιαστικά
    κριτήρια και ουδόλως σχετίζεται με το εν προκειμένω κρίσιμο ζήτημα της
    μακροχρόνιας κατοχής ακινήτων που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του
    Δημοσίου από πολίτες και της ανάγκης προστασίας τους. Έτσι, σε αντίθεση λ.χ. με τις
    περιπτώσεις (β), (γ) ή (δ) για τις οποίες η εξαίρεση φαίνεται να βασίζεται σε
    ουσιαστικά κριτήρια και λόγους δημοσίου συμφέροντος που δικαιολογούν τη
    διαφοροποίηση (προστασία του περιβάλλοντος, των αιγιαλών, των δασών), ουδόλως
    συμβαίνει το ίδιο με την εξαίρεση (η). Εμείς που κατέχουμε, διαβιούμε και ασκούμε
    δραστηριότητες σε ακίνητα που υπήχθησαν στην κυριότητα της ΕΤΑΔ Α.Ε.
    αποκλειόμαστε αδικαιολόγητα από τις ευεργετικές διατάξεις του προτεινόμενου
    νομοσχεδίου, για τον τυχαίο και συμπτωματικό λόγο ότι τα ακίνητα που κατέχουμε
    περιήλθαν στην κυριότητα της εταιρίας διαχείρισης της ιδιωτικής περιουσίας του
    Δημοσίου, χωρίς να υπάρχει καμία ουσιαστική διαφοροποίηση που να δικαιολογεί
    τη δυσμενή άνιση μεταχείρισή μας, και άρα υφίσταται κατάφωρη παράβαση της
    αρχής της ισότητας, εφόσον πολίτες που τελούμε σε απολύτως όμοια κατάσταση (επί
    μακρόν κάτοχοι ακινήτων ιδιοκτησίας Δημοσίου) υφιστάμεθα αδικαιολόγητα καιυπέρμετρα (πλήρης εξαίρεση από την εφαρμογή του νόμου) διαφορετική
    μεταχείριση, χωρίς να συντρέχει λόγος που να τη δικαιολογεί. Η εξαίρεση πολιτών
    από μια νόμιμη διαδικασία διευθέτησης του ζητήματος της κατοχής ακινήτων του
    Δημοσίου από ιδιώτες, την οποία ανέμεναν από τον νομοθέτη επί δεκαετίες, για τον
    λόγο ότι έτυχε το ακίνητό τους να υπεισέλθει προσφάτως στην κυριότητα της ΕΤΑΔ
    Α.Ε. δεν δικαιολογείται με κανέναν τρόπο και προσβάλλει κατάφωρα τη
    συνταγματική αρχή της ισότητας. Πέραν δε τούτου βαίνει σε βάρος και του δημοσίου
    συμφέροντος, που επιτάσσει την ομοιόμορφη και οριστική επίλυση του
    προβλήματος της κατοχής ακινήτων του Δημοσίου από ιδιώτες, που σε καμία
    περίπτωση δεν επιτυγχάνεται με την αδικαιολόγητη εξαίρεση μιας σημαντικής
    κατηγορίας ακινήτων.
    Εν όψει των ανωτέρω, η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) πρέπει να
    απαλειφθεί ως προδήλως αντιβαίνουσα στη συνταγματική αρχή της ισότητας,
    προκειμένου να μην απαιτηθεί να αχθεί το ζήτημα ενώπιον των αρμόδιων
    Δικαστηρίων, που προφανώς θα διαγνώσουν την πρόδηλη αντισυνταγματικότητα της
    εξαίρεσης.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 14:55 | ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ

    Για το θέμα των αρχαιολογικών χώρων, νομίζω ότι η πιό σωστή πρόταση είναι αυτή του χρήστη ΔΕΥΚΑΛΙΩΝ, την οποία και αναδημοσιεύω παρακάτω. Είναι απλή και νομικά τεκμηριωμένη και καλύπτει και τις πολλές περιπτώσεις όπου έχει υπάρξει δόμηση σε κάποιο χώρο πριν αυτός χαρακτηριστεί αρχαιολογικός.

    Η περίπτωση ε της παραγράφου 2 του άρθρου 4 πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής:«(ε) εμπίπτουν σε οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο, κατά την έννοια του άρθρου 46 του Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν. 4858/2021, Α’ 220), σύμφωνα με βεβαίωση της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.»
    Τούτο για λόγους συστηματικής ενότητας με τις διατάξεις του άρθ. 7 του Κώδ. νομοθεσίας για τις αρχαιότητες, καθώς σύμφωνα με την παρ. 1 αυτού, μόνο οι οργανωμένοι αρχαιολογικοί χώροι ανήκουν στο Δημόσιο σε κάθε περίπτωση

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 13:38 | Τηλέμαχος Λάχανης

    Ερώτηση: τι προβλέπεται για ακίνητα του Δημοσίου που είναι «μπλοκαρισμένα» από τυχόν «χαρακτηρισμούς»-ρυμοτομικά σχέδια Δήμων, για «κοινωφελής» σκοπούς, οι οποίοι, διαρκούν δεκαετίες, και δεν ολοκληρώνονται;

    Πιο συγκεκριμένα, αναρωτιέμαι για το τι προβλέπεται για ακίνητα του Δημοσίου (ανταλλάξιμα, της Κτηματικής), στα οποία υπάρχει, (α)60 και πλέον χρόνια κατοχή (από τον πατέρα μου), (β)κτίσμα που αποτελεί κύρια οικία, και για το οποίο, οικόπεδο, εδώ και 31 ή 32 χρόνια, η Δημοτική Αρχή (Δήμος Καλαμαριάς), έχει προχωρήσει, σε τροποποίηση ρυμοτομικού σχεδίου, με αλλαγή της χρήσης γης, του οικοπέδου, μέσα στο οποίο, βρίσκετε, το οικόπεδο και το σπίτι-οικία μας. Εδώ και 31 ή 32 χρόνια, το ανταλλάξιμο οικόπεδο με αρ. 5555, έχει χαρακτηριστεί, ως χώρος ανέγερσης Νηπιαγωγείου, το οποίο ποτέ δεν χτίστηκε, και εδώ και 31-32 χρόνια,-ακριβώς λόγω αυτού του «χαρακτηρισμού»-, εμείς, δεν μπορούμε να εξαγοράσουμε (η Κτηματική δεν μπορεί καν να συζητήσει τις αιτήσεις μας, λόγω ακριβώς, του χαρακτηρισμού), το οικόπεδο, και
    άρα να νομιμοποιήσουμε, την κατοικία μας.

    Στη διάθεσή σας, για τυχόν ερωτήσεις ή διευκρινίσεις.
    Τηλέμαχος Λάχανης του Κωνσταντίνου.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 11:37 | Μίκα

    Ο γενικός όρος «αρχαιολογικοί χώροι» δεν περιλαμβάνει μόνο τους οργανωμένους αρχαιολογικούς χώρους και τους χώρους στους οποίους υπάρχουν αρχαία αλλά και χώρους που ίσως να έχουν αρχαία. Το γεγονός αυτό αποτελεί μεγάλο πρόβλημα σε πολλές περιοχές, καθώς πρόκειται συνολικά για εκτάσεις γης τις οποίες ιδιώτες έχουν στην κατοχή τους και εκμεταλλεύονται εδώ και πολλά χρόνια, από γενιά σε γενιά, και οι οποίες πληρούν όλα τα κριτήρια για εξαγορά.
    Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι αρχαιολογικοί χώροι, χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, στη Ζώνη προστασίας Α’ η οποία αφορά απόλυτη προστασία του αρχαιολογικού χώρου, δεν επιτρέπεται η δόμηση, και στη Ζώνη προστασίας Β’ στην οποία ισχύουν ειδικές ρυθμίσεις ως προς τους όρους δόμησης ή τις χρήσεις γης ή τις επιτρεπόμενες δραστηριότητες, καθώς και το γεγονός ότι ήδη ακίνητα της Ζώνης Β’ τα οποία ανήκουν σε ιδιώτες νόμιμα πωλούνται, μεταβιβάζονται, καλλιεργούνται, δομούνται σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία η οποία υπό όρους το επιτρέπει, προτείνουμε τα κάτωθι:

    Προτάσεις:
    Προτείνουμε την τροποποίηση του άρθρου 4, παρ.2, περ.(ε) ως εξής:

    «εμπίπτουν σε χώρο που έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος Ζώνης Προστασίας Α’, κατά την έννοια του άρθρου 13 του Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν. 4858/2021, Α’ 220), σύμφωνα με σχετική βεβαίωση της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού».

    Και παράλληλα να προστεθεί στο άρθρο 3 (δικαίωμα υποβολής αίτησης εξαγοράς) το εξής: περ. (10) αν το προς εξαγορά δημόσιο ακίνητο βρίσκεται σε χώρο που έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος Ζώνης προστασίας Β’, εξακολουθούν να εφαρμόζονται μετά την εξαγορά αυτού οι περιορισμοί οι οποίοι ορίζονται στη σχετική νομοθεσία για τους χώρους αυτούς και μνημονεύονται υποχρεωτικά στην απόφαση εξαγοράς.
    Με τον τρόπο αυτό και οι αρχαιολογικοί χώροι διαφυλάσσονται αλλά και οι πολίτες δεν χάνουν τα δικαιώματά τους από τη στιγμή που στη Ζώνη Προστασίας Β’ υπάρχουν ήδη ειδικές νομοθετικές διατάξεις οι οποίες υπό όρους επιτρέπουν συγκεκριμένες χρήσεις.

    Επιπλέον, προτείνουμε, την τροποποίηση του άρθρου 3 «Δικαίωμα υποβολής αίτησης εξαγοράς» του εν λόγω υπό διαβούλευση νομοσχεδίου, όσον αφορά την περ. (β) ασκεί κατοχή αδιαλείπτως για τουλάχιστον σαράντα (40) έτη επί δημοσίου ακινήτου, το οποίο έχει εγερθεί έως την 31η.12.1981, να τροποποιηθεί η περίοδος σε τριάντα (30) έτη το οποίο είναι ένα εύλογο χρονικό διάστημα και δίνει τη δυνατότητα στους πολίτες να συγκεντρώσουν τα δικαιολογητικά για την απόδειξη του διαστήματος κατοχής.

  • 2 Φεβρουαρίου 2023, 11:55 | Μίκα

    Προτείνω, να αφαιρεθούν από τις εξαιρέσεις οι αρχαιολογικοί χώροι Ζώνης Προστασίας Β’, και να μείνουν μόνο όσοι ανήκουν στην Α’, καθώς υπάρχει ειδική νομοθεσία για τους πρώτους που υπό όρους επιτρέπει συγκεκριμένες χρήσης γης, δόμηση κ.α. Επομένως, απαιτείται η παρακάτω προσθήκη στο άρθρο 3:
    περ. (10) αν το προς εξαγορά δημόσιο ακίνητο βρίσκεται σε χώρο που έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός χώρος Ζώνης προστασίας Β’, εξακολουθούν να εφαρμόζονται μετά την εξαγορά αυτού οι περιορισμοί οι οποίοι ορίζονται στη σχετική νομοθεσία για τους χώρους αυτούς και μνημονεύονται υποχρεωτικά στην απόφαση εξαγοράς.

    Επιπλέον, προτείνω, την τροποποίηση του άρθρου 3 «Δικαίωμα υποβολής αίτησης εξαγοράς» του εν λόγω υπό διαβούλευση νομοσχεδίου, όσον αφορά την περ. (β) ασκεί κατοχή αδιαλείπτως για τουλάχιστον σαράντα (40) έτη επί δημοσίου ακινήτου, το οποίο έχει εγερθεί έως την 31η.12.1981, να τροποποιηθεί η περίοδος σε τριάντα (30) έτη το οποίο είναι ένα εύλογο χρονικό διάστημα και δίνει τη δυνατότητα στους πολίτες να συγκεντρώσουν τα δικαιολογητικά για την απόδειξη του διαστήματος κατοχής.

  • 1 Φεβρουαρίου 2023, 22:00 | Σοφία Διαμαντή

    Ένσταση στο άρθρο 4 παράγραφος 2η. Πως κάποια ακίνητα,με ποια κριτήρια και με ποιες διαδικασίες περιήλθαν στη κυριότητα του εταδ χωρίς να λάβουν υπόψη τους την πολύχρονη και συνεχόμενη χρήση αυτών από τους κατόχους τους με αποτέλεσμα να εξαιρούνται δεκάδες ιδιοκτήτες από το παρόν νομοσχέδιο.Αν δε διορθωθεί η παράγραφος αυτή για άλλη μια φορά δε θα δοθεί λύση σε ένα πρόβλημα που αφορά δεκάδες ανθρώπων για πολλά χρόνια.

  • 1 Φεβρουαρίου 2023, 21:28 | Λάμπρος Κομπούρας

    Εξαίροντας την διάθεση του νομοθέτη να τακτοποιήσει ένα χρονίζον θέμα, φλέγον για πολλούς, οφείλουμε να επισημάνουμε κάποιες αντιθέσεις που φαίνεται να υπάρχουν, εξαιτίας των οποίων δεν θα επιλυθούν τα προβλήματα που επιθυμεί η κυβέρνηση.
    Όπως αρκετοί είναι αυτοί που τοποθετούνται στα σχόλια με βάση της διαφαινόμενες παραλήψεις του νομοσχεδίου , έτσι κι εγώ θα τοποθετηθώ απέναντι στο συγκεκριμένο άρθρο και στην παράγραφο 8 που αναφέρεται στα κτήματα που «έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) και έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία μεταγραφής ή καταχώρισης στα κατά τόπους αρμόδια υποθηκοφυλακεία και κτηματολογικά γραφεία κατά περίπτωση, δυνάμει των παρ. 4 και 8 του άρθρου 196 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94)»
    Η ένσταση μου έγκειται στο γεγονός ότι δύνανται να υφίστανται ενεργές αιτήσεις ακύρωσης από θιγόμενους του ν. 4389/2016, οι οποίες κατά τον χρόνο ψήφισης του νομοσχεδίου δεν θα έχουν τελεσιδικήσει και παρόλα ταύτα οι εν δυνάμει ιδιοκτήτες θα υφίστανται το αποτέλεσμα επί της διεκδικούμενης περιουσίας. Η περιουσία αυτή ενδεχομένως να αποδοθεί σε επόμενο βαθμό στους δικαιούχους αλλά δεν θα μπορεί πλέον να αξιοποιηθεί, παρόλη την νομιμότητα της ιδιοκτησίας, δεν θα μπορούν να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια αξιοποίησης της.
    Προς τούτο και εξαιτίας του γεγονότος της κήρυξης ως αντισυνταγματικών αρκετών νομοσχεδίων της προηγούμενης κυβέρνησης,που μας δίνει ιδιαίτερη αισιοδοξία για την θετική έκβαση των ενστάσεών μας, παρακαλούμε όπως περιληφθεί στο παρόν νομοσχέδιο συγκεκριμένη διάταξη στην οποία να αναφέρεται ρητά και κατηγορηματικά τι θα συμβαίνει στις περίπτωση των ακινήτων εκείνων που με βάση ακόμη και με την ισχύουσα νομοθεσία, άρθρο 196 παράγραφος 11 του ν 4389/2016,τα εμπράγματα δικαιώματα δεν θα απαλλοτριωθούν υποχρεωτικά υπέρ της ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε. και κατ εφαρμογή των αποφάσεων, θα αποδοθούν στους νυν διεκδικητές και κατα το χρόνο εκείνο νόμιμους ιδιοκτήτες τους.

  • 1 Φεβρουαρίου 2023, 20:15 | Βουγιουκλούδης Γιαννης Β.Ι

    Με την παρ 2α του αρθ 4 εξαιρουνται της εξαγορας ακινητα στα οποια επεβληθη ρυ
    μοτομια.Η διαταξη οπως ειναι διατυπωμενη οπως πολυ ορθα επισημαινει και ο Δη-
    μος Εδεσσας αντικειται στην διαταξη της παρ 1α του προσφατου Ν 4759/20 που ορι
    ζει πως μετα παροδο 15ετιας απο την επιβολη η απαλλοτριωση αιρεται αυτοδικαια
    χωρις να απαιτειται οιαδηποτε διαπιστωτικη πραξη της Διοικησης.
    Στην συνεχεια η παρ 5 αρθ 92 του ιδιου νομου συστηνει στους Δημους εν οψει προ
    σφατων αποφασεων του ΣτΕ αλλα και του Ευρ Δικ δικαιωματων του ανθρωπου και σε
    εφαρμογη αυτων να ειναι ιδιαιτερα προσεκτικοι στις επανεπιβολες απαλλοτριωσεων
    ιδιαιτερα οταν παρηλθε απ αυτες μεγαλος χρονος,αφου μια τετοια επανεπιβολη απο
    δεικνυει περιτρανα πως καμια αμεση αναγκη για τον σκοπο της δεσμευσης δεν υπη
    ρχε και κριθηκε καταχρηστικη.
    Επειδη δε οι Δημοι στην πλειονοτητα τους δεσμευαν ακινητα που θεωρουσαν ιδιωτι
    κη περιουσια του Δημοσιου και το προβλημα διαιωνιζεται εσαει για γενιες αν σκο
    πος του νομοθετη ειναι η επιλυση χρονιζοντων προβληματων και η αποσυμφορηση των δικαστηριων απαιτειται αμεσα ρηξικελευθη λυση μια και στην κατηγορια αυτη
    ανηκουν τα πλειστα αστικα οικοπεδα.
    Στην περιπτωση μου που ειμαι συγκυριος με το Δημοσιο κατα 50% εξ αδιαιρετου με
    νομιμο τιτλο μετα παροδο 35ετιας απο την δεσμευση ο Δημος δεν δεχεται την αιτη
    ση μου για τροποποιηση αφου ο Ν 4315/14 αρ 3 απαιτει πλειοψηφια 65% με αποτελε
    σμα να τελω σε αδιεξοδη ομηρια.

  • 1 Φεβρουαρίου 2023, 19:05 | Ελλη Ρ

    Αυτή τη στιγμή υπάρχουν στη Ροδο Κώ και Λέρο 14000 ακίνητα που εξαιρούνται με την αιτιολογία πως «βρίσκονται» εντός της ιταλικής κοινόχρηστης ζώνης της παραλίας, τα οποία αν βρίσκονταν στην Κάλυμνο στη Σύμη στην Αστυπάλαια δεν θα εξαιρούντο και θα είχαν δικαίωμα υπαγωγής. Δεν σας κάνει να ντρέπεστε αυτή η κατάσταση.

  • 1 Φεβρουαρίου 2023, 19:30 | ΑΝΔΡΕΑΣ

    Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ.2 περ.ζ του σχεδίου νόμου εξαιρούνται τα βακούφια. Εντούτοις έχει δημιουργηθεί τεράστιο πρόβλημα στην Θεσσαλονίκη και συγκεκριμένα στην Καλαμαριά, καθώς το Δημόσιο έχει εγείρει αγωγές.
    Πρόκειται για ιδιοκτησίες που οι άνθρωποι έχουν αγοράσει και 50 χρόνια μετά το Δημόσιο τα διεκδικεί.
    Πρέπει να συμπεριληφθούν κι αυτά, το πρόβλημα είναι σημαντικό.

  • 1 Φεβρουαρίου 2023, 12:48 | ΔΗΜΟΣ ΕΔΕΣΣΑΣ

    ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΔΗΜΟΥ ΕΔΕΣΣΑΣ ΣΤΗ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ
    ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΓΙΑ ΤΑ KATEXOMENA ΑΚΙΝΗΤΑ

    ΑΡΘΡΟ 4
    παρ. 2, περ. α)
    ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ: η εξειδίκευση της έννοιας «ρυμοτομική απαλλοτρίωση».

    παρ. 2, περ. ζ)
    ΠΡΟΤΕΙΝΕΤΑΙ: να προσδιοριστεί ποια ακριβώς βακουφικά ακίνητα εξαιρούνται, διότι υπάρχουν καταγεγραμμένα ανταλλάξιμα βακουφικά, χωρίς διάκριση σε ποια κατηγορία ανήκουν. Άλλωστε με το άρθρο 5 του ν. 357/1976 καταργήθηκε η παρ. 1 του άρθρου 12 του ν.δ. 547/1970 και ο ν. 357/1976 είναι στις καταργούμενες διατάξεις του νομοσχεδίου. Προτείνεται να εξαλειφθεί πλήρως η εξαίρεση της περ. ζ, άλλως στο τέλος του εδαφίου να προστεθεί η φράση: «εκτός από τις περιπτώσεις που το ακίνητο είναι η κύρια και μοναδική κατοικία του αιτούντος ή των δικαιοπαρόχων του».

  • 31 Ιανουαρίου 2023, 22:05 | ΡΟΖΑ

    Στο νομοσχέδιο, στο άρθρο 4 παράγραφος 2ε, υπάρχει μια μεγάλη αδικία η οποία αν δεν διορθωθεί, για άλλη μια φορά δεν θα δώσει λύση σε ένα πρόβλημα που αφορά δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους.
    Εξαιρείτε από το δικαίωμα εξαγοράς περιουσίες οι οποίες βρίσκονται σε αρχαιολογικούς χώρους, χωρίς όμως να αναφέρεστε σε μνημεία που δικαίως οφείλουμε να σεβόμαστε και να προστατεύουμε, αλλά σε αρχαιολογικούς χώρους που καταλαμβάνουν έκταση δεκάδων χιλιάδων στρεμμάτων.
    Γνωρίζετε πόσες φορές τις τελευταίες δεκαετίες έχουν αλλάξει τα όρια των αρχαιολογικών χώρων σε περιοχές της Αττικής;
    Πόσα οικήματα και ιδιοκτησίες βρέθηκαν στην πορεία των δεκαετιών τελικά μέσα σε αρχαιολογικές περιοχές, ενώ αρχικά δεν είχαν καμία σχέση με αρχαιολογικό χώρο;
    Με ποια λογική, εάν οι ιδιοκτήτες τους έχουν τίτλους και άδεια οικοδόμησης για τα οικήματά τους, τους στερείτε το δικαίωμα εξαγοράς;
    Θεωρώ ότι για να δώσει πραγματικά λύσεις σε τόσο σοβαρά προβλήματα, το νομοσχέδιο χρειάζεται απλά να βασιστεί στην απλή λογική.

  • 31 Ιανουαρίου 2023, 13:14 | Βαλέριος Σ.

    Αυτό που αδυνατώ να καταλάβω είναι ότι φτιάχνετε ένα νομοσχέδιο, δουλεμένο κατά πώς φαίνεται αρχικά, και που το περίμεναν δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι για να λυθεί ένα πρόβλημα δεκαετιών και μέσα σε όλα βάζετε μια εξαίρεση (άρθρο 4 παράγραφος 2ε) και χιλιάδες ιδιοκτήτες βρίσκονται ξανά στον αέρα.
    Τι πετυχαίνετε εξαιρώντας από το δικαίωμα εξαγοράς όσους βρίσκονται σε αρχαιολογικό χώρο – και δεν εννοούμε φυσικά τα αρχαιολογικά μνημεία, αλλά εκτάσεις χιλιάδων στρεμμάτων, σχεδόν τη μισή ανατολική Αττική;
    Η δική μας ιδιοκτησία έχει τίτλους από το 1909, και σπίτι κτισμένο το 1920 και ανακαινισμένο με οικοδομική άδεια το 1974 και δεν μας επιτρέπεται να το εξαγοράσουμε επειδή το 1980 επεκτάθηκε ο αρχαιολογικός χώρος και μας συμπεριέλαβε.
    Και όλα αυτά άραγε σε μια περιοχή που το μόνο μη αρχαιολογικό οίκημα είναι το δικό μας σπίτι;
    Προφανώς όχι! Γύρω μας υπάρχουν συγκροτήματα κατοικιών, σπίτια, ξενοδοχεία, ταβέρνες και εστιατόρια…
    Εάν δεν αντιμετωπιστεί πρακτικά και με σοβαρότητα το θέμα, λυπάμαι αλλά το νομοσχέδιο όχι μόνο δεν λύνει προβλήματα αλλά κάνει τους πολίτες να νιώθουν ότι τους εμπαίζουν και ότι τους αφαιρούν το δικαίωμα της ισονομίας.

  • 31 Ιανουαρίου 2023, 12:02 | ΔΗΜΟΣ ΠΡΕΣΠΩΝ

    Στον Άγιο Γερμανό Πρεσπών, ένα χωριό (παραδοσιακός οικισμός) που εμπίπτει στην πλειονότητά του στις διατάξεις των κατεχόμενων ανταλλάξιμων είναι υπό εξέλιξη η αλλαγή ρυμοτομικού με κύρια κατεύθυνση την προσαρμογή των κοινόχρηστων χώρων στην υφιστάμενη κατάσταση στον οικισμό. Σε τέτοιες περιπτώσεις πρέπει να υπάρξει μέριμνα ώστε τελικά οι κάτοχοι να πάρουν το πραγματικό ακίνητο
    φηλ. να δοθεί η δυνατότητα να παραχωρηθούν τα ακίνητα στους κατόχους συμπεριλαμβάνοντας το τμήμα της αρχικής έκτασης του οικοπέδου η οποία σήμερα εμφανίζεται ως οδός ή άλλος κοινόχρηστος χώρος στο ισχύον ρυμοτομικό που είναι υπό αναθεώρηση.

  • 31 Ιανουαρίου 2023, 11:53 | ΧΑΤΖΗΣ

    Η περίπτωση ε της παραγράφου 2 του άρθρου 4 πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής:

    «(ε) εμπίπτουν σε οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο, κατά την έννοια του άρθρου 46 του Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν. 4858/2021, Α’ 220), σύμφωνα με βεβαίωση της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.»

    Τούτο για λόγους συστηματικής ενότητας με τις διατάξεις του άρθ. 7 του Κώδ. νομοθεσίας για τις αρχαιότητες, καθώς σύμφωνα με την παρ. 1 αυτού, μόνο οι οργανωμένοι αρχαιολογικοί χώροι ανήκουν στο Δημόσιο σε κάθε περίπτωση

  • 31 Ιανουαρίου 2023, 10:49 | ΘΩΜΑΣ

    ΑΡΘΡΟ 4 2. ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ/ (ε) εμπίπτουν σε χώρο που έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός, κατά το άρθρο 12 του Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν. 4858/2021, Α’ 220), σύμφωνα με βεβαίωση της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού,
    ……………………………….
    Η Διαταξη θα πρεπει να διορθωθει. οι αρχαιολογικοιθ χωροι σημερα ειναι τεραστιοι. πχ. υπάρχουν ολόκληρα νησια που ειναι αρχαιολογικος χωρος . Η Λαυρεωτικη απο την ΑΝΑΒΥΣΣΟ μεχρι το ΚΟΡΩΠΙ ολη η περιοχη κλπ. οπως και πόλεις ολοκληρες ( Χανια , Ηράκλειο , Ρέθυμνο , Αργος , Θηβα , Θεσσαλονίκη , Αθήνα κλπ)
    επομένως Η ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙ/ΝΣΗς ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΑΝ Η ΕΚΤΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΕΝΤΟς ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΚΑΙ ΕΑΝ ΕΚΡΕΜΕΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ Απόκτησης ΤΗς ΕΚΤΑΣΗς ΑΠΟ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥς
    ΛΟΓΟΥς. Διαφορετικα θα πρεπει να επιτρεπεται η αποκτηση της απο τον αιτούντα κατοχο , συμφωνα με το παρον νομοσχεδιο

  • 30 Ιανουαρίου 2023, 15:30 | ΔΗΜΗΤΡΗΣ

    Στην περιοχή Κατακόλου ο παλαιος αιγιαλός έχει χαραχθεί (το 1993) σε απόσταση ….500-700 μέτρα από τον αιγιαλό. Αν αυτό δεν ειναι δήμευση, τότε τι ειναι δήμευση?

  • 30 Ιανουαρίου 2023, 11:06 | ΕΛΕΝΗ Κ.

    Να απαλειφθεί ο όρος ‘καθορισμένης’ στο 2δ γιατί έτσι όπως είναι διατυπωμένο, θα παραχωρηθούν εκτάσεις που είναι αιγιαλός ή παραλία και απλά δεν έχει καθοριστεί ακόμα επίσημα. Στην Κω που υπάρχει κτηματολόγιο επί Ιταλοκρατίας, η ζώνη αιγιαλού και παραλίας είναι προκαθορισμένη, αν δεν το θεωρήσετε ότι είναι επίσημα καθορισμένος, πολλοί καταπατητές θα ζητούσαν να του εκποιηθεί αιγιαλός και παραλία..

  • 29 Ιανουαρίου 2023, 18:22 | Iωάννα Π.

    Είναι κατανοητή και επιβεβλημένη η διάταξη που ο αιγιαλός και η παραλία εξαιρούνται. Στα νησιά των Δωδεκανήσων όμως υπάρχει μια μεγάλη μερίδα χιλιάδων πολιτών που κληρονόμησαν ιδιοκτησίες απο τους προγόνους τους και είναι δέσμιοι μιας διάταξης ενός Ιταλικού Κανονισμού που τους τοποθετεί εσφαλμένα εντός της ζώνης της παραλίας, με αποτέλεσμα να εξαιρούνται και αυτοί. Θα υπάρξει πρόβλεψη για τα νησιά επι του συγκεκριμένου;

  • 29 Ιανουαρίου 2023, 18:02 | Βαγιανού Μιχαήλ

    Θα πρέπει να εξεταστεί το καθεστώς Δωδεκανήσου ως προς τον Αιγιαλό και Την παραλία καθώς θα εξαιρεθούν του σχεδίου νόμου χιλιάδες ιδιοκτησίες με την πρόφαση πως βρίσκονται εντός αιγιαλού και παραλίας ενώ με τον εθνικό νόμο περι αιγιαλού και παραλίας κάτι τέτοιο δεν ισχύει.

    Οι εν λόγο ιδιοκτησίες είναι περισσότερες από 10000 περιπτώσεις (με βάση τα στοιχεία της Κτ.υπηρεσίας όπως τα κατέθεσε στη Βουλή τον Απρίλιο του 2019 ο τότε βουλευτής Δωδεκανήσου της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Γάκης).

    Οι ιδιοκτησίες αυτές θεωρούνται παράνομες γιατί βρίσκονται κτηματολογικός εκτός των κτηματολογικών μερίδων που δημιουργήθηκαν κατά την πρώτη καταγραφή μεταξύ των ετών 1923-1928 πάντοτε κατά την διάρκεια της κατοχής της Δωδεκανήσου από τους Ιταλούς. Αφού είχε πραγματοποιηθεί η 1 η καταγραφή το 1929 οι κατακτητές κατήρτισαν τον κτηματολογικό κανονισμό.
    Η σύσταση του Κτηματολογίου Δωδεκανήσου πραγματοποιήθηκε από τους Ιταλούς την περίοδο της Ιταλικής κατοχής. Κατά τη διάρκεια της Ιταλικής κατοχής, οι κτηματολογικές υπηρεσίες κατάφεραν να κτηματογραφήσουν τα νησιά της Ρόδου της Κω, όπως επίσης και ένα μικρό κομμάτι της νήσου Λέρου. Ενώ είχαν ήδη καταρτίσει τον Κανονισμό, αν κάποιος είχε την οικονομική δυνατότητα ή ήταν παρόν ή αν είχε τις «διασυνδέσεις» τον κτηματογραφούσαν.
    Τα κριτήρια λοιπόν και οι διαδικασίες με τις οποίες πραγματοποιήθηκε η εν λόγω κτηματογράφηση δεν ήταν μόνο ανεξακρίβωτα αλλά κατά κύριο λόγο ήταν έκνομα και μη νομιμοποιημένα. Τα κριτήρια και οι διαδικασίες ήταν έκνομες εξαιτίας της παράνομης ιταλικής κατοχής, ενώ παράλληλα, ήταν μη νομιμοποιημένες στην συνείδηση του δωδεκανησιακού λαού όχι μόνο γιατί πολλοί εξ αυτών δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να τα κτηματογραφήσουν, αλλά κυρίως γιατί στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι κάτοικοι αντιτάσσονταν των Ιταλών κατακτητών. Επίσης μεγάλες παραλιακές εκτάσεις που είχαν ιδιοκτησιακό καθεστώς το οποίο ισχύει μέχρι σήμερα οι κατακτητές αρνήθηκαν να κτηματογραφήσουν και να
    πραγματοποιήσουν εγγραφές στους χάρτες του κτηματολογίου καθώς τις θεώρησαν υψίστης σημασίας για την αμυντική θωράκιση των νησιών και τον στρατηγικό σχεδιασμό τους. Όλα τα παραπάνω είχαν ως συνέπεια την εξαίρεση ιδιοκτησιών από του κτηματολογικούς χάρτες.
    Με την συνθήκη των Παρισίων τον Φεβρουάριο του 1947 τα Δωδεκάνησα περιήλθαν στην κυριότητα του Ελληνικού κράτους.

    Έτσι, εξαιτίας της πρότερης δημιουργίας του Κτηματολογίου Δωδεκανήσου και με τις διατάξεις του ΚΔ 132/1929 Περί κτηματολογικού κανονισμού τέθηκε σε ισχύ ο Ν. 510/1947 (ΦΕΚ 298
    Α’). Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου
    (κανονιστικό δ/γμα 132/1929), που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 8
    παράγραφος 2 του ν. 510/1947 (Α΄ 298):
    «Τα δημόσια κτήματα ανήκουσιν εις την Κυβέρνησιν της Κτήσεως και
    υποδιαιρούνται εις κτήματα κοινής χρήσεως και εις κτήματα περιουσιακά(ιδιόκτητα του Δημοσίου)».
    Ενώ στο άρθρο 3 του Κανονισμού ορίζεται ότι:
    «Αποτελούσι μέρος των κτημάτων κοινής χρήσεως: α) Ο αιγιαλός μέχρι του ορίου του μεγίστου συνήθους χειμερίου κύματος επί πλέον δε, έξω των αστικών κέντρων, μία ζώνη εκ 12 μέτρων από του τοιούτου ορίου, και αι θαλάσσιαι παραλίαι μέχρι των ορίων πάσης άλλης ιδιοκτησίας δημοσίας ή ιδιωτικής» (άρθρο3 περίπτωση α΄)».

    Συνεπώς, όπως συμπεραίνεται από τις παραπάνω διατάξεις, αναφορικά στο Νομό Δωδεκανήσου, ο αιγιαλός είναι η χερσαία ζώνη που εκτείνεται από τη θάλασσα μέχρι το όριο του μεγίστου πλην συνήθους χειμερίου κύματος. Έξω όμως από τα αστικά κέντρα περιλαμβάνει επιπλέον και μια ζώνη πλάτους 12 μέτρων.

    Οι θαλάσσιες παραλίες ορίζονται στο ίδιο άρθρο από το σημείο που ορίζεται ο αιγιαλός μέχρι τα όρια πάσης άλλης ιδιοκτησίας ιδιωτικής ή δημόσιας(όπως ερμηνεύετε ,δηλ μέχρι τις κτηματολογικές μερίδες, άσχετα αν η κτηματογράφηση είχε μόλις αρχίσει και οι ιδιοκτησίες δεν είχαν ακόμα οριστεί.)
    Αξίζει να σημειωθεί πως το πρωτότυπο Ιταλικό κείμενο του κανονισμού που αντικαταστάθηκε μεταφρασμένο στην καθαρεύουσα στις τάξεις του Κτηματολογίου Ρόδου (και ερμηνεύεται με άγνωστα κριτήρια) η μετάφραση αυτή ΔΕΝ αναρτήθηκε ποτέ στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως και κανείς δεν ξέρει αν η μετάφραση έγινε σωστά, με διαπιστεύσεις και ως νόμος του κράτους να δημοσιευτεί στο ΦΕΚ.
    Τι ισχύει στην υπόλοιπη Ελλάδα;
    Ο νόμος 2971/2001
    Κατά την ψήφιση του νόμου 2971/01 έχοντας λάβει υπόψη του κριτήρια για την προστασία του περιβάλλοντος την φυσική ομορφιά τις φυσικές προσχώσεις κ.α όρισε στο άρθρο 1
    μεταξύ άλλων πως:
    1.«Αιγιαλός» είναι η ζώνη της ξηράς, που βρέχεται από τη θάλασσα από τις
    μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της.
    2.«Παραλία» είναι η ζώνη ξηράς που προστίθεται στον αιγιαλό, καθορίζεται
    δε σε πλάτος μέχρι και πενήντα (50) μέτρα από την οριογραμμή του
    αιγιαλού, προς εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς με τη θάλασσα
    και αντίστροφα.
    3.«Παλαιός αιγιαλός» είναι η ζώνη της ξηράς, που προέκυψε από τη
    μετακίνηση της ακτογραμμής προς τη θάλασσα, οφείλεται σε φυσικές
    προσχώσεις ή τεχνικά έργα και προσδιορίζεται από τη νέα γραμμή
    αιγιαλού και το όριο του παλαιότερα υφιστάμενου αιγιαλού.
    Επίσης στο άρθρο 3,4,5,6 όρισε τις επιτροπές οριοθέτησης τα διαγράμματα και την Διαδικασία καθορισμού οριογραμμών αιγιαλού, παραλίας και παλαιού αιγιαλού.
    Ο νόμος 2971/2001 κράτησε σε ισχύ τον κτηματολογικό κανονισμό με το άρθρο Άρθρο.26, Καθεστώς Δωδεκανήσου οποίος κατισχύει του νέου νόμου και έθεσε τα τρία αυτά νησιά να εξακολουθούν να βρίσκονται σε καθεστώς ιταλικού κανονισμού, ενώ στη λοιπή Ελλάδα ισχύει άλλη νομοθεσία με βάση τις διατάξεις του νόμου 2971/2001 όσον αφορά τις διαδικασίες οριοθέτησης του αιγιαλού και της παραλίας.
    Εξαιτίας αυτού, μέχρι και σήμερα χιλιάδες κτίσματα ακόμα και ιστορικής για τα νησιά σημαίας όπως π.χ Οι πηγές της Καλλιθέας, το Έλλη κ.α βρίσκονται εκτός κτηματολογικών μερίδων εξαιτίας της μη ολοκλήρωσης της κτηματογράφησης. Τα εν λόγω παραδείγματα αποδεικνύουν και κάτι ακόμα πολύ σημαντικό. Αφενός πως οι Ιταλικές δυνάμεις είχαν ως σκοπό την αξιοποίηση των παραθαλάσσιων περιοχών (γι’αυτό και έχτισαν ευτυχώς μνημεία τέτοιου βεληνεκούς παραθαλάσσια βλ. Καλλιθέα, Έλλη, κλπ) και αφετέρου πως βρίσκονται εκτός κτηματολογικής μερίδας καθώς δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν στο 100% την κτηματογράφηση εξαιτίας του Β παγκόσμιου πόλεμου. Από την ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων και μετά ουδέποτε δόθηκε εντολή ολοκλήρωσης ή συμπληρωματικής κτηματογράφησης στο κτηματολόγιο Δωδεκανήσου για να ολοκληρώσει την διαδικασία τουλάχιστον αυτών των τριών νησιών με αποτέλεσμα να θεωρούνται όλοι οι παραπάνω ιδιοκτήτες ως καταπατητές.
    Είναι απαραίτητη λοιπόν ο έλεγχος του συγκεκριμένου πρωτού ψηφιστεί το σχέδιο αυτό και να υπάρχει σαφής πρόβλεψη για το ζήτημα

  • 29 Ιανουαρίου 2023, 18:11 | Αθηνά Μ.

    Αλλη μια άρνηση διευθέτησης του σημαντικότερου ζητήματος της Δωδεκανήσου, λόγω της ύπαρξης του άρθρου 3 του κτηματολογικού κανονισμού Δωδεκανήσου. που πεισματικά οι κυβερνήσεις κρατούν σε ισχύ ενώ κατήργησαν όλες τις ειδικές διατάξεις που άφησαν οι Ιταλοί κατακτητές με αποτέλεσμα να εξαιρούνται πάνω απο 10.000 ιδιοκτήτες απο το παρόν σχέδιο νόμου. Παρακάτω σας παραθέτω απόσπασμα της ακαδημαϊκής μελέτης που αναφέρει τους τις διακρίσεις.

    «το αρθρο 3 του Κ.Δ. 132/1929 προβλέπει ότι: «Αποτελούσι μέρος των κτημάτων κοινής
    χρήσεως: α) Ο αιγιαλός μέχρι του ορίου του μεγίστου συνήθους χειμερίου
    κύματος επί πλέον δε, έξω των αστικών κέντρων, μία ζώνη εκ 12 μέτρων από
    του τοιούτου ορίου και αι θαλάσσιαι παραλίαι μέχρι των ορίων πάσης άλλης
    ιδιοκτησίας δημοσίας ή ιδιωτικής».
    Αντιθετα, στην υπολοιπη χωρα, αναφορικα με τον καθορισμο του αιγιαλου
    και της παραλιας, ισχυει το αρθρο 1 του ν. 2971/2001 συμφωνα με το
    οποιο οριζεται οτι: «1. «Αιγιαλός» είναι η ζώνη ξηράς που βρέχεται από τη
    θάλασσα κατά τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της. Ο
    αιγιαλός αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος της
    Χώρας, που προστατεύεται από την Πολιτεία, η οποία το διαχειρίζεται,
    σύμφωνα με τη φύση του και τον κοινόχρηστο χαρακτήρα του». Περαιτερω,
    στην παραγραφο 2 οριζεται οτι: «Παραλία» είναι η ζώνη της ξηράς, η οποία
    προστίθεται στον αιγιαλό, σύμφωνα με τα άρθρα 3 έως 10, προς
    εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς με τη θάλασσα και αντίστροφα,
    καθώς και για τη διατήρηση και προστασία των ακτών από τη διάβρωση και
    γενικότερα την προστασία του αιγιαλού. Με την επιφύλαξη της παραγράφου
    5 του άρθρου 7, το πλάτος της παραλίας καθορίζεται σε τουλάχιστον τριάντα
    (30) και μέχρι πενήντα (50) μέτρα από τη γραμμή του αιγιαλού».
    Η σοβαρη διαφοροποιηση καθισταται προφανης απο την πρωτοβαθμια
    γραμματικη και μονο ερμηνεια των δυο παραπανω νομοθετικων ορισμων.
    Στον ορισμο με τοπικο πεδιο εφαρμογης τη Δωδεκανησο και ουσιαστικα
    τη Ροδο και την Κω – Λερο οικισμος Λακκιου του Δημου Λερου -αρθρο 3
    του ΚΔ 132/1929), ο( που και λειτουργου( ν κτηματολογικα( γραφει(α, ο
    αιγιαλος δημιουργειται νομικα απο τη βουληση της πολιτειας, κατα το
    μερος που αυτος αποτελει( το τμη( μα της ξηρας εως το μεγιστο συνηθες
    χειμε(ριο κυ( μα, προσαυξανομενο κατα 12 μετρα. Στον ορισμο με πεδιο
    11
    εφαρμογης την υπολοιπη χωρα αρθρο 1 του ν. 2971/2001), ο αιγιαλος
    δημιουργειται απο τη φυση, ως φυσικο φαινομενο, κατα το μερος που
    αυτο( ς αποτελει(το τμη( μα της ξηρα( ς ε(ως το μεγιστο συνηθες χειμεριο κυμα και μονο»

    Δεν ειναι συνταγματικως ανεκτη η διαφοροποιηση του νομοθετικου
    ορισμου του αιγιαλου σε μικρο τμημα της ελληνικης επικρατειας
    και κατά συνέπεια η εξαίρεση των ιδιοκτητών απο το παρόν σχέδιο νόμου με την πρόφαση πως βρίσκονται εντός αιγιαλού και παραλίας των οποίων τα όρια δεν έχουν χαραχθεί.
    Κρίνεται άμεση η κατάθεση τροπολογίας με την τροποποίηση του άρθρου 26 του νόμου 2971/2001 που σημαίνει την δυνατότητα υπαγωγής στο σχέδιο νόμου, ώστε να επέλθει η ισότητα μεταξύ των Ελλήνων όπως ορίζει το Σύνταγμα

  • 29 Ιανουαρίου 2023, 13:54 | ΔΕΥΚΑΛΙΩΝ

    Η περίπτωση ε της παραγράφου 2 του άρθρου 4 πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής:

    «(ε) εμπίπτουν σε οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο, κατά την έννοια του άρθρου 46 του Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν. 4858/2021, Α’ 220), σύμφωνα με βεβαίωση της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.»

    Τούτο για λόγους συστηματικής ενότητας με τις διατάξεις του άρθ. 7 του Κώδ. νομοθεσίας για τις αρχαιότητες, καθώς σύμφωνα με την παρ. 1 αυτού, μόνο οι οργανωμένοι αρχαιολογικοί χώροι ανήκουν στο Δημόσιο σε κάθε περίπτωση.

  • 29 Ιανουαρίου 2023, 11:26 | Γιώργος Γ.

    Αρθρο 26 του ν 2971/2001 όπως ισχύει
    1. Ο παρών νόμος εχει εφαρμογη και στα νησια του Νομου
    Δωδεκανησου, εφαρμοζομενων παραλληλως και των διαταξεων του Κ.Δ.
    132/1929 περι Κτηματολογικου Κανονισμου Δωδεκανησου που
    διατηρήθηκαν σε ισχυ( με το α( ρθρο 8 του Ν. 510/1947 (ΦΕΚ 298 Α`), οι
    οποιες κατισχυουν.

    Αν αυτό είναι το σωστό γιατί δεν το εφαρμόζεται παντού…
    Πως μας εξαιρείτε με ένα ΠΑΡΑΛΛΉΛΩΣ ΚΑΙ ΕΝΑ ΚΑΤΙΣΧΥΕΙ
    Αλλαξτε το να μπορέσουμε τουλάχιστον να αγοράσουμε τα σπίτια μας και να ησυχάσουν τα κόκκαλα των παππούδων μας

  • 29 Ιανουαρίου 2023, 11:17 | Αντιγόνη

    Στα Δωδεκάνησα που δεν έχει χαραχθεί ορθά ο αιγιαλός και η παραλία τι θα ισχύει.. Θα παραμείνουμε αμφισβητούμενοι και αυθαίρετοι όπως μας λέτε 100 χρόνια τώρα … Στο Τέλος θα χάσουμε τα σπίτια μας που τα θεωρείτε αμφισβητούμενα απο αυτούς που τα αμφισβητούν γιατί κάτι διαβάσαμε στον γειτονικό τύπο.

  • 29 Ιανουαρίου 2023, 11:28 | Βαιος Σ

    «(δ) κείνται εντός καθορισμένης ζώνης αιγιαλού – παραλίας και εντός χερσαίας ζώνης λιμένα,»
    Ξέρετε ότι στη Ρόδο και στην Κώ με Ιταλικό Σχέδιο όλο το παραλιακό μέτωπο κείντε εντός των παραπάνω ορίων ένω σε οποιοδήποτε άλλο μέρος της Ελλάδας το 90% των ακινήτων στις ίδιες αποστάσεις απο την θάλασσα θα ήταν εκτός. Αυτά τα ακίνητα τί θα γίνουν θα τους ειδοποίησετε ότι θα τα τακτοποιήσετε στο μέλλον με τις γνωστές ειδοποιήσεις των 150.000 ευρώ.

  • 29 Ιανουαρίου 2023, 10:49 | Λαζαρός ι

    Στα Δωδεκάνησα που ο αιγιαλός και η παραλία είναι καθορισμένα με Ιταλικό Μάτι τι θα γίνει εντάσσονται στο σχέδιο ή πάλι εξαιρούνται.

  • 29 Ιανουαρίου 2023, 10:43 | Ελένη Δασκαλάκη

    Χρειάζεται προσοχή στην παράγραφο 2 περίπτωση ε, δηλαδή την εξαίρεση της εξαγοράς ακινήτων που βρίσκονται σε αρχαιολογικό χώρο, ο οποίος μπορεί να καλύπτει πολύ μεγάλη έκταση, όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του Μαραθώνα, του Ωρωπού, της Λαυρεωτικής κ.ά.
    Θα πρέπει να γίνουν διορθώσεις που να λαμβάνουν υπόψη ορισμένες σημαντικές παραμέτρους:
    -Όταν αγοράστηκαν/αποκτήθηκαν τα ακίνητα αυτά, βρίσκονταν σε αρχαιολογικό χώρο ή όχι;
    -Οι ιδιοκτήτες τους, ορισμένοι εκ των οποίων μπορεί να διαθέτουν τίτλους ιδιοκτησίας από τις αρχές του 1900, πληρώνουν φόρους; Μεταβιβάζουν επί γενεές τα εν λόγω ακίνητα;
    -Εάν οικοδομήθηκαν ή χρειάστηκαν επισκευή, χορηγήθηκε από την Πολιτεία οικοδομική άδεια, η οποία προσδίδει τεκμήριο νομιμότητας στο ακίνητο;

  • παρ.1δ. Όπως είναι γνωστό πρόσφατα ξεκίνησε ο χωροταξικός σχεδιασμός μεγάλου μέρους της Χώρας. Η εξαίρεση επομένως λόγω Χωροταξικού ή πολεοδομικού σχεδιασμού δεν είναι δυνατόν να ισχύει στις περιπτώσεις όπου οι εκτάσεις ευρίσκονται εκτός υφισταμένων χωροταξικών και πολεοδομικών σχεδίων. Στην περίπτωση κατά την οποία μεταγενέστερα οι εκτάσεις αυτές περιληφθούν στον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, θα ακολουθούν τα προβλεπόμενα και οι ιδιοκτήτες διατηρούν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την εφαρμογή του σχεδιασμού αυτού.
    Προτείνεται να παραληφθεί ο σχετικός περιορισμός.
    παρ.2β. Σε πολλές περιπτώσεις ποσοστό δασοκάλυψης και μεγαλύτερο του 20% δεν δημιουργεί πρόβλημα στην εκμετάλλευση των ακινήτων.θα μπορούσε δηλαδή να κρίνεται το επιτρεπόμενο ποσοστό δασοκάλυψης με βάση την δυνατότητα εκμετάλλευσης του υπολοίπου τμήματος. Έαν και με μεγαλύτερο ποσοστό είναι εφικτή η εκμετάλλευση, να μην αποκλείεται.
    παρ.2.ε Η απαγόρευση να αφορά μόνο όσα ακίνητα εμπίπτουν στην ζώνη Α της αρχαιολογίας
    παρ.2η. Σημαντικός αριθμός ακινήτων δεν έχει μεταβιβασθεί νόμιμα στην ΕΤΑΔ.
    θα πρέπει να δοθεί η ευκαιρία και στην περίπτωση αυτή να ζητείται η παραχώρηση με την προυπόθεση οτι θα αξιολογείται κατ’ αρχήν η νομιμότητα της μεταβίβασης στην ΕΤΑΔ, σε συνδιασμό βέβαια με τα υπόλοιπα κριτήρια που έχουν τεθεί.

    ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΧΡ.ΖΑΧΑΡΙΑΣ
    ΑΓΡΟΝΟΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ

  • 27 Ιανουαρίου 2023, 23:42 | ΔΗΜΗΤΡΗΣ

    αΝ ΔΙΑΒΆΖΩ ΣΩΣΤΆ, δεν εξαιρούνται τα αγροτεμαχια στη ζωνη παλαιος αιγιαλός παραλία. Εξαιρει τις επιφάνειες στη ζώνη παραλίας αιγιαλού.

  • 26 Ιανουαρίου 2023, 20:00 | ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ

    Σχετικά με παρ.2 περ.(ε)
    Αρχαιολογικοί χώροι δεν είναι μόνο τα αρχαιολογικά μνημεία, αλλά πολύ μεγάλες εκτάσεις όπου η αρχαιολογική υπηρεσία εκτιμά ότι υπάρχει πιθανότητα να βρεθούν κάποτε αρχαία.
    Ο συγκεκριμένος περιορισμός της παρ.2 περ.(ε) θα έχει σαν αποτέλεσμα τον αποκλεισμό από το δικαίωμα εξαγοράς πάρα πολλών ακινήτων που πληρούν τις υπόλοιπες προϋποθέσεις του νόμου, χωρίς ουσιαστικό λόγο, αφού για την προστασία των αρχαιολογικών χώρων υπάρχουν πλήθος νόμοι, διατάγματα, ζώνες προστασίας κ.λπ. που ισχύουν άσχετα από το ιδιοκτησιακό καθεστώς κάθε έκτασης.
    Άλλωστε υπάρχουν πάρα πολλές περιπτώσεις όπου πρώτα χτίστηκαν νόμιμα (με οικοδομική άδεια) κατοικίες σε κάποιες περιοχές και πολύ αργότερα αυτές οι περιοχές συμπεριελήφθησαν στους αρχαιολογικούς χώρους.
    Για παράδειγμα, όλη η χερσόνησος της Λαυρεωτικής (από Λαγονήσι, Κερατέα και Δασκαλειό μέχρι το Σούνιο), έκταση περίπου 300.000 στρέμματα, είναι κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος από το 1980. Θα εξαιρεθεί όλη αυτή η περιοχή; Και οι κατοικίες που ήδη υπήρχαν νόμιμα στην έκταση πριν το 1980 τι θα γίνουν;
    Άρα η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (ε) θα πρέπει να καταργηθεί ή να αναδιατυπωθεί.
    Θα μπορούσε ίσως να περιοριστεί η εξαίρεση στο προφανές, δηλαδή σε χώρους όπου έχουν ήδη βρεθεί αρχαία, άρα οργανωμένους αρχαιολογικούς χώρους και περιφραγμένους αρχαιολογικούς χώρους που ασφαλώς δεν μπορεί να ανήκουν σε ιδιώτες.
    Υπόψιν ότι το παρόν νομοσχέδιο αφορά μόνο σε καταγεγραμμένα ακίνητα του Δημοσίου (ΒΚ), ενώ στο προηγούμενο νομοσχέδιο για την αντιμετώπιση του θέματος των καταπατημένων, που είχε τεθεί σε δημόσια διαβούλευση το 2014, η εξαίρεση των ακινήτων που βρίσκονται σε αρχαιολογικό χώρο προβλεπόταν μόνο για τα μη καταγεγραμμένα ακίνητα του Δημοσίου.

  • 26 Ιανουαρίου 2023, 15:20 | Βαγγέλης

    Ο όρος «προκαθορισμένης» στο δ της παρ. 2 είναι ασαφής σε σχέση με την ΠΟΑ που υπάρχει και θα δημιουργήσει θέμα ερμηνείας όσον αφορά στην εφαρμογή του από τους υπαλλήλους της Κτηματικής ανά την Ελλάδα με αποτέλεσμα την ελλιπή και κατά το δοκούν εφαρμογή του άρθρου, και με δυσμενή αποτελέσματα σε πολλές περιπτώσεις για τον πολίτη.

  • 26 Ιανουαρίου 2023, 10:12 | Εμμανουήλ

    Η περίπτωση στ’ στην παρ. 2 χρειάζεται διευκρίνηση.
    Πιο συγκεκριμένα:
    Γνωρίζουμε περιπτώσεις με εκτάσεις πολύ μικρού εμβαδού (από 50 έως 300 τ.μ.) οι οποίες χαρακτηρίστηκαν «κοινές» στον Αγροτικό Κώδικα. Τα όμορα τότε (1961 – έτος διανομής) γήπεδα και τώρα πια οικόπεδα, μεταβιβάστηκαν μέσω κλήρων. Οι «κοινές» αυτές εκτάσεις – οι οποίες ξέρουμε από την έρευνα ότι στις περισσότερες περιπτώσεις ήταν απλές λακκούβες στις οποίες συγκεντρώνονταν όμβρια ύδατα – αμέσως μπαζώθηκαν από τους κληρούχους για να καλλιεργηθούν, ή γέμισαν με την πάροδο των ετών και λόγω εργασιών.
    Ενσωματώθηκαν στην έκταση που είχε αποδοθεί με κλήρο, μεταβιβάστηκαν οι εκτάσεις ως ενιαίες και μεταγράφηκαν. Στο Κτηματολόγιο αποδίδονται στον τωρινό ιδιοκτήτη ως μέρος του οικοπέδου/γηπέδου του και ουδέποτε αμφισβητήθηκαν. Όμως οι ιδιοκτήτες είναι εκτεθειμένοι καθώς ένα τμήμα του ακινήτου τους (συχνά της τάξης των 200τμ σε ακίνητα 5000τμ αλλά και μικρότερες) εξακολουθεί να έχει ασαφή ιδιοκτησία. Είναι «κοινό» επειδή έτσι χαρακτηρίστηκε στον σχεδιασμό των χαρτών του Αγρ. Κώδικα την περίοδο 1949-1961; Ανήκει στον ΟΤΑ (ακόμα κι αν ουδέποτε ο ΟΤΑ ασχολήθηκε, ούτε καν για να μεταγράψει την μεταβίβαση από το Δημόσιο); Ανήκει στο Δημόσιο (εφόσον ουδέποτε μετεγράφει η μεταβίβαση στον ΟΤΑ); Τι ισχύει με τέτοιου είδους εκτάσεις; Μπορούν να εξαγοραστούν;

  • 26 Ιανουαρίου 2023, 08:32 | Κατελάνος Γιώργος

    Καλημέρα σας,

    Έχουμε ένα ακίνητο, το ισόγειο του οποίου κατασκευάστηκε αρχές της δεκαετίας του 1960. Μέρος του κτίσματος και συγκεκριμμένα κατά 1,94 τ.μ. «πατάει» στο πεζοδρόμιο, όπως το υπολόγισε ο μηχανικός.
    Θα θέλαμε να προβλέψετε την προσωρινή τακτοποίηση τέτοιων περιπτώσεων, μέχρι να συγκεντρώσουμε το απαραίτητο ποσό για την ανακατασκευή του συγκεκριμένου ακινήτου στα σωστά όρια.

    Με εκτίμηση,

    Κατελάνος Γιώργος

  • 25 Ιανουαρίου 2023, 17:47 | Λαγουδακης Γιώργος

    Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (η) θα πρέπει να καταργηθεί ή να αναδιατυπωθεί καθώς δημιουργεί αδικαιολόγητη διάκριση σε βάρος των συγκεκριμένων ιδιοκτησιών. Παράλληλα το άρθρο 196 Παρ. 10 του ν.4389/2016 δίνει τη δυνατότητα να μεταβιβαστουν εκ νέου στο δημόσιο τα ακίνητα που έχουν μεταβιβαστεί στο ΕΤΑΔ. Θα μπορούσε λοιπόν να προβλέπεται υποχρέωση επαναμεταβίβασης σε περίπτωση που υποβληθεί αίτημα εξαγοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του νομοσχεδίου ώστε να μπορούν να υπαχθούν και τα ακίνητα αυτά στο πεδίο εφαρμογής του νέου νόμου.

  • 25 Ιανουαρίου 2023, 11:07 | ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ

    ΣΥΜΦΩΝΩ ΜΕ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΘΩΜΑ.ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΕΣ
    ΜΕ ΣΥΜΒΟΛΑΙΑ ΠΡΙΝ ΤΟΥ 1886 ΠΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΧΑΡΑΞΗ ΤΟΥ ΑΙΓΙΑΛΟΥ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΙΑΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΧΩΡΙΣ ΜΕΛΕΤΗ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΛΑ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑΝ ΤΗΝ ΑΚΤΟΓΡΑΜΜΗ ΜΕΣΩ ΤΙΣ GOOGLE EARTH ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΧΑΘΗΚΑΝ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΕΣ ΜΕ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΣΗΜΕΡΑ ΝΑ ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ ΣΕ ΑΔΙΕΞΟΔΟ.ΠΡΕΠΕΙ ΛΟΙΠΟΝ ΑΥΤΟ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ ΩΣΤΕ ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΝΑ ΜΠΟΡΕΣΟΥΝ ΝΑ ΠΑΡΟΥΝ ΠΙΣΩ ΤΙΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΕΣ ΤΟΥΣ.

  • 24 Ιανουαρίου 2023, 19:52 | ΘΩΜΑΣ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

    Απαραίτητα θα πρέπει στο άρθρο 3 να προστεθεί και νέα περίπτωση με στοιχείο (βδ) σύμφωνα με την οποία θα δύναται να υποβάλει αίτημα εξαγοράς και

    » Ο κάτοχος τμήματος γηπέδου που σήμερα χαρακτηρίζεται ως τμήμα παλαιού αιγιαλού και το οποίο πριν την χάραξη της οριογραμμής παλαιού αιγιαλού αποτελούσε τμήμα μείζονος ιδιοκτησίας του ίδιου ή των δικαιοπαρόχων του. Η περίπτωση αυτή θα ισχύει για διακατεχόμενα τμήματα σε ζώνη παλαιού αιγιαλού η διοικητική χάραξη της οποίας συντελέσθηκε πριν τουλάχιστον 30 έτη από την δημοσίευση του παρόντος. »

    ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΑ Η ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 3 ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΑΥΤΗ ΔΙΟΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΟΛΛΟΙ ΙΔΙΟΚΤΗΤΕΣ ΠΑΡΑΚΤΙΩΝ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΟΙ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΕΣ ΘΙΧΘΗΚΑΝ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΑΡΧΙΚΟ ΠΡΩΤΟ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΖΩΝΩΝ ΠΑΛΑΙΟΥ ΑΙΓΙΑΛΟΥ ΚΑΙ ΕΝΤΑΧΘΗΚΑΝ ΕΝΤΟΣ ΤΩΝ ΖΩΝΩΝ ΑΥΤΩΝ.
    ΟΙ ΙΔΙΟΚΤΗΤΕΣ ΑΥΤΟΙ (ΚΥΡΙΩΣ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΧΩΡΕΣ, ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗ) ΑΔΥΝΑΤΟΥΝ ΝΑ ΑΠΟΔΕΙΞΟΥΝ ΜΕ ΤΙΤΛΟΥΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΤΗΝ ΔΙΑΚΑΤΟΧΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΟΠΑΡΌΧΩΝ ΤΟΥΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΑΥΤΩΝ ΠΡΟ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 1886 ΚΑΙ ΕΤΣΙ ΑΠΟΣΤΕΡΟΥΝΤΑΙ ΤΩΝ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΩΝ ΤΟΥΣ ΕΝΤΕΛΩΣ ΑΔΙΚΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΤΟΥΣ ΕΠΙΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΔΥΣΒΑΣΤΑΧΤΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ ΠΡΟΣΤΙΜΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΠΟΝ ΚΤΗΜΑΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ.
    Η ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΤΟΧΗΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΧΩΡΕΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΠΑΡΟΧΟΥΣ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΑΥΤΩΝ ΠΡΟ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 1886 ( ΕΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΚΑΤΟΧΥΡΩΝΕΤΑΙ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟΝ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΧΡΗΣΙΚΤΗΣΙΑΣ ) ΕΙΝΑΙ ΑΚΑΤΟΡΘΩΤΗ ΤΙΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΦΟΡΕΣ ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠ’ ΟΨΙΝ ΟΤΙ Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΑΥΤΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΟΘΩΜΑΝΟΥΣ ΕΠΕΤΕΥΧΘΗ ΤΟ 1912 ΚΑΙ ΕΠΟΜΕΝΩΣ ΠΩΣ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ Ο ΝΤΟΠΙΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΕΚΕΙΝΗΣ ΠΟΥ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣΕ ΣΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΠΡΩΤΟΓΟΝΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΝΑ ΦΡΟΝΤΙΣΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΤΙΤΛΟ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ;;;;;;ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ ΟΤΙ ΟΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΤΟΤΕ ΑΠΛΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΧΩΡΙΩΝ ΚΑΙ ΚΩΜΩΝ ΣΤΕΡΟΥΜΕΝΟΙ ΧΡΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΑΝ ΒΙΟΠΟΡΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΙΒΑΖΑΝ ΤΙΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΕΣ ΤΟΥΣ ( ΣΤΑ ΤΕΚΝΑ ΤΟΥΣ ΚΥΡΙΩΣ) ΑΤΥΠΩΣ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΟΥΝ ΚΑΠΟΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ ΤΥΠΟ.
    ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΩΣΕΙ ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΛΥΣΗ ΣΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΕΝΑ ΠΡΩΤΟ ΒΗΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ ΑΥΤΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΠΟΥ ΑΝΕΦΕΡΑ.

  • 24 Ιανουαρίου 2023, 10:44 | ΧΡΗΣΤΟΣ

    να απαλειφθεί ο όρος ‘προκαθορισμένης’ στο δ της παρ.2. Ελοχεύει ο κίνδυνος να αποδοθούν ακίνητα σε ιδιώτες σε χώρους με μη καθορισμένο αιγιαλό-παραλία και μετά το δημόσιο να τα απαλλοτριώνει αν είναι εντός παραλίας ή αν βρίσκονται εντός αιγιαλού έστω μη καθορισμένου, να το εξαγοράσει ο ιδιώτης και μετά να χάνει την ιδιοκτησία του.