1. Δεν είναι δυνατή η εξαγορά δημοσίου ακινήτου, ακόμα και αν πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρ. 1 του άρθρου 3, εφόσον συντρέχουν επιτακτικοί λόγοι δημόσιου συμφέροντος, αναγόμενοι σε ζητήματα:
(α) εθνικής άμυνας, ή
(β) δημόσιας ασφάλειας, ή
(γ) δημόσιας υγείας, ή
(δ) χωροταξικού ή πολεοδομικού σχεδιασμού, ή
(ε) άλλης αιτιολογημένης κρατικής ανάγκης.
2. Εξαιρούνται της εξαγοράς ακίνητα ή τμήματα αυτών, τα οποία:
(α) κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής αποφάσεων που κηρύσσουν αναγκαστική απαλλοτρίωση ή επιβάλλουν ρυμοτομική απαλλοτρίωση,
(β) εμπίπτουν στη δασική νομοθεσία, με την επιφύλαξη των παρ. 6 και 7 του άρθρου 3,
(γ) εμπίπτουν εντός οριοθετημένου υδατορέματος, κατά το άρθρο 3 του ν. 4258/2014 (Α΄ 94) ή βρίσκονται εντός ζώνης πενήντα (50) μέτρων από τις όχθες αυτού, εάν δεν έχει γίνει οριοθέτηση του υδατορέματος,
(δ) κείνται εντός καθορισμένης ζώνης αιγιαλού – παραλίας και εντός χερσαίας ζώνης λιμένα,
(ε) εμπίπτουν σε χώρο που έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός, κατά το άρθρο 12 του Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν. 4858/2021, Α’ 220), σύμφωνα με βεβαίωση της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού,
(στ) είναι εκτός συναλλαγής, κατά το άρθρο 966 του Αστικού Κώδικα,
(ζ) είναι βακουφικά, καθώς εμπίπτουν στην παρ. 1 του άρθρου 12 του ν.δ. 547/1970 (Α’ 118), ή
(η) έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) και έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία μεταγραφής ή καταχώρισης στα κατά τόπους αρμόδια υποθηκοφυλακεία και κτηματολογικά γραφεία κατά περίπτωση, δυνάμει των παρ. 4 και 8 του άρθρου 196 του ν. 4389/2016 (Α΄ 94).
3. Αν οι λόγοι εξαίρεσης από την εξαγορά της παρ. 2 αφορούν σε τμήμα μόνον του προς εξαγορά δημοσίου ακινήτου, δεν κωλύεται η εξαγορά του υπόλοιπου τμήματος του ιδίου δημοσίου ακινήτου, σύμφωνα με το άρθρο 3. Στην περίπτωση αυτή, το τμήμα του δημοσίου ακινήτου, το οποίο εξαιρείται της εξαγοράς, δεν συνυπολογίζεται στο όριο αρτιότητας για τους σκοπούς της παρ. 3 του άρθρου 3.
Σωματείο με την επωνυμία
δρα ως φορέας εκπροσώπησης των προσώπων εκείνων που αδιαλείπτως καλλιεργούν και νέμονται όπως άλλωστε και οι πρόγονοι μας ,τις εκτάσεις που ανήκουν στο επονομαζόμενο αγρόκτημα περιοχής που βρίσκεται στο Ασβεστοχώρι του Δήμου Πυλαίας Χορτιάτη Θεσσαλονίκης .Οι κάτοικοι του Ασβεστοχωρίου καλλιεργούσαν προ του έτους 1753 ,άρα οι Ασβεστοχωρίτες νέμονταν την περιοχή πριν την σύσταση του βακουφίου που έγινε το έτος 1864 . Εν πάση περιπτώσει,το έτος 1932 κατελήφθη παρανόμως για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου και της Εθνικής Τράπεζας το σύνολο των εκτάσεων που απαρτίζουν την συγκεκριμένη περιοχή και συνετάγη σχετικό πρωτόκολλο,το οποίο μνημονεύει σε προσαρτώμενο κτηματολογικό πίνακα τους κατοίκους καλλιεργητές Ασβεστοχωρίου,που νέμονταν,μέχρι εκείνη τη χρονική στγμή ,τις προαναφερόμενες εκτάσεις .Εξάλλου
ρητώς αναφέρεται στο κείμενο του πρωτοκόλλου ότι η καταλαμβανόμενη έκταση, δηλαδή βοσκότοποι και καλλιέργειες 5.000,000 δεκαδικών στρεμμάτων,αμπελώνες ,αγροί ,λατομεία και μεταλλεία αμιάντου .Παρόλα αυτά ,οι κάτοικοι του Ασβεστοχωρίου ουδέποτε έπαυσαν να καλλιεργούν τα επιμέρους εδαφικά τμήματα .Επίσης το Γεωργικό Γραφείο Θεσσαλονίκης ,με το υπ» αριθμ.84|24-1-1927 έγγραφο του {ΣΥΝ.5}παραχώρησε επίσημα την έκταση της ΠΟΛΥΖΟΒΑ στην Κοινότητα και κατ’ επέκταση στους κατοίκους του Ασβεστοχωρίου .Ολα τα μέλη του Σύλλογου μας ζητούν να συμπεριλάβατε στο νομοσχέδιο και την περιοχή ΠΟΛΥΖΟΒΑ ΑΣΒΕΣΤΟΧΩΡΙΟΥ . Ο πρόεδρος του συλλόγου Δημήτριος Σαπουνίδης
Παρακαλούμε να απαληφθεί η παρ.2 στο αρ.4 (ζ) καθώς ο όρος βακουφικά σε πολλές περιπτώσεις (πχ. Κτήμα Ανταλλαξίμων Πολύζοβας) έχει τεθεί αυθαίρετα και δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που στηρίζουν την κρίση ότι πρόκειται για βακουφικά ανταλλάξιμα ακίνητα.
Την ορθότητα του παραπάνω ισχυρισμού ενισχύει και πρόσφατες αποφάσεις του Αρείου Πάγου που ζητά τον επανακαθορισμό του όρου βακούφικά στο σύνολο των ανταλλάξιμων κτημάτων.
Υπάρχουν αρκετές περιοχές στη επικράτεια όπου πάνω από 15 χρόνια δεν έχει εκπονηθεί η Πράξη Εφαρμογής εγκεκριμένου Σχεδίου Πόλης!!!
Με την παρ 2α του αρθ 4 εξαιρούνται της εξαγοράς ακίνητα στα οποία επεβλήθη ρυμοτομία.
Η διάταξη αυτή: αντίκειται στην διάταξη της παρ 1α του πρόσφατου Ν 4759/20 που ορίζει πως μετά πάροδο 15ετιας από την επιβολή η απαλλοτρίωση αίρεται αυτοδίκαια
χωρίς να απαιτείται οιαδήποτε διαπιστωτική πράξη της Διοίκησης.
Κρίνεται θεωρώ σκόπιμο να προστεθεί στο τέλος του Αρθ.4 του νομοσχεδίου νέα παράγραφος 4 ως εξής:
4. Ειδικά για ακίνητα Δημοσίου ή τμήματα αυτών για τα οποία έχει παρέλθει δεκαπενταετία από την έγκριση του ρυμοτομικού σχεδίου με το οποίο επιβλήθηκε για πρώτη φορά η ρυμοτομική απαλλοτρίωση ή δέσμευση του ακινήτου ή παρήλθε πενταετία από την κύρωση της σχετικής πράξης εφαρμογής ή της πράξης αναλογισμού, επιτρέπεται η εξαγορά και των ρυμοτομούμενων τμημάτων των ακινήτων αυτών κατά παρέκκλιση των ανωτέρω παραγράφων του παρόντος άρθρου.
Η ένστασή μου αφορά το αρ.4 παρ.2 (ζ). Πιο συγκεκριμένα, ως κληρονόμος τμήματος του Ανταλλάξιμου Κτήματος Πολύζοβας, στην περιοχή Ασβεστοχωρίου Θεσσαλονίκης, το οποίο στο σύνολό του καλλιεργούνταν από γηγενείς κατοίκους της κοινότητας Ασβεστοχωρίου, προ του 1932, οπότε και έλαβε χώρα η κατάληψη από την ΕΤΕ, και καλλιεργείται μέχρι σήμερα.
Το εν λόγω ανταλλάξιμο κτήμα έχει χαρακτηριστεί ως βακουφικό χωρίς ουδέποτε να παρουσιαστούν αντίστοιχοι τίτλοι και να στηρίξουν το χαρακτήρα του ανταλλάξιμου.
Επιπροσθέτως αναφέρω ότι στην πρώτη ανάρτηση του Κτηματολογίου κατά το 1999 λάβαμε ΚΑΕΚ ως ιδιοκτήτες των ακινήτων μας και στη συνέχεια προβήκαμε σε ενστάσεις και προσφυγές όπου υπήρχαν διαφορές. Παρά το γεγονός αυτό, το 2003 το Ελληνικό Δημόσιο κατέστη κάτοχος του ανταλλαξίμου κτήματος Πολύζοβας, με μόνο προσκομισθέν δικαιολογητικό έγγραφο το μονοσέλιδο Πρωτόκολλο Κατάληψης της ΕΤΕ.
Ως εκ τούτου, θεωρώ απολύτως επιβεβλημένη την προσθήκη της πρότασης «Πλην του ανταλλαξίμου κτήματος Πολύζοβας» στο τέλος του εδαφίου (ζ) της παρ.2 του αρ., ώστε να είναι δυνατή η υποβολή αίτησης εξαγοράς (όπως αυτή αναφέρεται στο άρ.3)των αγροτικών εκτάσεων που ανελλιπώς καλλιεργούμε εγώ και οι συνδικαιούχοι κληρονόμοι για περισσότερο από 100 συναπτά έτη.
Νίκος Γεωργόπουλος
Περιβαλλοντολόγος Msc
Η περίπτωση 2(γ) δημιουργεί μια κατάφορη αδικία για τους ιδιοκτήτες των οποίων η ιδιοκτησία έχει πρόσβαση σε υδατορέμα ή συνορεύει με αυτό. Ειδικότερα υπάρχουν ιδιοκτησίες οι οποίες βρίσκονται εντός ζώνης πενήντα (50) μέτρων από τις όχθες αυτού, εάν δεν έχει γίνει οριοθέτηση του υδατορέματος. Συνεπώς θα μπορούσε να γίνει μια αναφορά ότι μπορούν να ενταχθούν και οι εν λόγω ιδιοκτήτες στον παρόντα νόμο και να εξαγοράσουν την γη εφόσον συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις του νόμου. Για διασφάλιση τήρησης της πολεοδομικής νομοθεσίας θα μπορούσε να ζητηθεί από τους εν λόγω ιδιοκτήτες να δηλώσουν εκ των προτέρων ότι παραιτούνται από κάθε είδους δόμηση κτιρίων κλπ που θα αντίκεινται στην κείμενη πολεοδομική νομοθεσία ακόμα και επί ποινή εκ των υστέρων απένταξης από τον εν λόγω νόμο χωρίς αναζήτηση των καταβλητέων χρημάτων. Θα μπορούσε να προστεθεί ειδική αναφορά και σε περιπτώσεις αγωγών για τις εν λόγω περιπτώσεις ακινήτων.
Μια ακόμα αδικία είναι το γεγονός πως όταν το υδατορέμα οριοθετηθεί και διευθετηθεί οι εν λόγω ιδιοκτήτες θα έχουν χάσει την δυνατότητα εξαγοράς διότι το ρέμα δεν είχε οριοθετηθεί κατά την περίοδο ισχύς του παρόντος νόμου. Ειδικά με δεδομένο ότι επίκειται έναρξη διαδικασιών διευθετήσεων ειδικά στην Αττική στα αμέσως επόμενα χρόνια.
Σε κάθε περίπτωση ο ορισμός 50 μέτρων είναι εντελώς αυθαίρετος και άδικος και πρέπει να εκλείψει.
Τέλος καλό θα ήταν να γίνει ειδική μνεία και στις περιπτώσεις υδατορεμάτων του άρθρου 1070 έως 1073 του Α.Κ. τα οποία ταιριάζουν σε πολλές περιπτώσεις σαν τις προαναφερόμενες.
Εν κατακλείδι κρίνεται σκόπιμο να αφαιρεθεί ή να διορθωθεί η περίπτωση 2(γ) επιτρέποντας με αυτόν τον τρόπο σε πολλούς συμπολίτες μας να ενταχθούν στον εν λόγω νόμο.
Αδύνατον να καταλάβουμε πως χάνεται η περιουσία μας, μετά την απελευθέρωσή μας από το Ελληνικό Κράτος. Όταν στις φορολογικές εγγραφές (Μουσβετε, 1911) του Οθωμανικού Κτηματολογίου εμφανιζόμαστε ως κάτοχοι των κτημάτων και φορολογούμαστε 10% της παραγωγής της γης μας ετησίως, σήμερα το 1/3 των κτημάτων μας έχει μεταφερθεί στο ΤΑΥΠΕΔ και εξαιρούμαστε της εξαγοράς των υπολοίπων κτημάτων μας, βάσει του αρ.4, παρ.2 (ζ).
Το αντάλλαξιμο κτήμα Πολύζοβας στο Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης ουδέποτε υπήρξε βακουφικό, καθώς ποτέ δεν παρουσιάστηκαν τίτλοι από το Ελληνικό Δημόσιο, πλην μιας ένορκης κατάθεσης ενός κτηνοτρόφου, η οποία δεν αποδεικνύει τον ανταλλάξιμο χαρακτήρα του.
Αντίθετα, οι κάτοικοι Ασβεστοχωρίου φέρονται εγγεγραμμένοι επ’ονόματι στην τοποθεσία αυτή (Μουσβετε).
Είναι ντροπή να μας αποκλείετε απο τη διεκδίκηση εξαγοράς των ιδιοκτησιών μας. ΑΜΕΣΗ ΑΛΛΑΓΗ στο αρ.4 (ζ). Παρόμοια λάθη και αδικίες σίγουρα έχουν λάβει χώρα και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας και χρήζουν αποκατάστασης και δικαίωσης.
Ανταλλάξιμο Κτήμα Πολύζοβας 2.486.632 τμ βοσκότοποι και αγροί.
Το 1932 κατελήφθησαν τα κτήματα των προγόνων μας από την ΕΤΕ.Παράνομα και καταχρηστικά, συνέταξε πρωτόκολλο κατάληψης της περιοχής, στο οποίο ρητά αναφέρεται ότι η περιοχή καλλιεργείται από γηγενείς Ασβεστοχωρίτες, παρά ταύτα την χαρακτηρίζει ως ανταλλάξιμο ακίνητο. Βεβαίως, ουδέποτε έγινε πραγματική κατάληψη από το Ελληνικό Δημόσιο και η περιοχή Πολύζοβα συνέχισε όπως πρώτα να καλλιεργείται από Ασβεστοχωρίτες μέχρι και σήμερα.
Έπειτα, η Πολιτεία σε συνεργασία με την ΔΑΠ, άρχισε να εκποιεί εκατοντάδες στρέμματα σε τρίτους, όπως είναι το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και η Χ.Ε.Ν. (Χριστιανικής ενώσεως εργαζόμενης νεολαίας).
Το Ελληνικό Δημόσιο ποτέ δεν αναγνώρισε τα αυτονόητα. Δηλαδή τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα όλων αυτών των οικογενειών στα κτήματα της περιοχής ΠΟΛΥΖΟΒΑ, παρά τις έντονες και συνεχείς προσπάθειες που έχουν καταβληθεί. Λαμβάνοντας υπόψη δε τη μακροχρόνια ψυχική και οικονομική ταλαιπωρία που έχουμε να υποστεί για τα κτήματα αυτά και τις ελπίδες και προσδοκίες που βάσιμα δημιουργήθηκαν, ελπίζαμε ότι θα μας δοθεί η δυνατότητα, έστω να εξαγοράσουμε τη ΓΗ ΜΑΣ, απο το να επιδοθούμε σε δικαστικούς αγώνες. Το αρ.4 παρ.2 (ζ), χρήζει άμεσης αναθεώρησης.
Παρακαλώ με τον υπό ψήφιση νόμο, να επιλύσετε το χρονίζον πρόβλημα των γηγενών κατοίκων, της περιοχής δυτικού νομού Θεσσαλονίκης (Άδενδρο, Μ. Μοναστήρι κλπ), των οποίων τα οικόπεδα, αυθαίρετα ενετάχθησαν στον κατάλογο των ανταλλαξίμων, χωρίς να ληφθεί υπ΄ όψιν ότι σ΄ αυτά ήσαν εγκατεστημένοι οι γηγενείς πρόγονοί μας. Με μία αυθαίρετη και κακή ερμηνεία της συνθήκης της Λωζάννης, τα εν λόγω οικόπεδα χαρακτηρίσθηκαν από την Υπηρεσία Διαχείρισης Ανταλλαξίμου Περιουσίας (ΔΑΠ) ως ανταλλάξιμα, ωσάν η απελευθερωθείσα Μακεδονία, προ της ανταλλαγής των πληθυσμών να κατοικείτο μόνον από Οθωμανούς.
Προς τούτο παρακαλούμε δια του παρόντος νόμου να επαναφέρετε τον Ν. 1644/1986, άρθρο 31, όπως αυτός συμπληρώθηκε από το άρθρο 13 του Νόμου 3147/2003.
Είμαστε κάτοχοι κτημάτων στο ανταλλάξιμο κτήμα Πολύζοβας (5000 στρ.), στο Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης, και πιστεύουμε ότι είναι δίκαιο να δοθεί και σε εμάς η δυνατότητα εξαγοράς των ιδιοκτησιών μας.
Κατέχουμε ανελλιπώς τα κτήματά μας από τους προπαππούδες μας, οι οποίοι αναφέρονται ονομαστικώς στο Πρωτόκολλο Κατάληψης της ΕΤΕ το 1932, με τις καλλιέργειές τους, τις καλύβες τους και τα μαγγανοπήγαδά τους. Είναι κατάφορα άδικο το ότι δικαιούται να μετέχει στην εξαγορά όποιος καταπάτησε δημόσιο ακίνητο μέχρι το 1991, και εμείς να αποκλειόμαστε της εξαγοράς των ιδιοκτησιών μας βάσει του άρθρου 4 παρ. 2 (ζ).
Το νομοσχεδιο αυτο εξαιρει τα ακινητα που εχουν περιελθει στην κυριοτητα του ΕΤΑΔ με το αρθρο 4 παρ2η (χωρις να εξηγει τον λογο)ενω υπαρχουν γειτονικα ακινητα που δεν υπαγονται τον ΕΤΑΔ.Οι πλητομενοι αυτοι που εξαιρουνται του νομοσχεδιου εχουν την δυνατοτητα να καταφυγουν στο αρθρο 196 παρ 10 του ν 4389/2016 και να ζητησουν την εκ νεου μεταβιβαση τους στο δημοσιο.Και εν συνεχεια να υπαχθουν στο εν λογω νομοσχεδιο.Αυτο και μονο ανατρεπει τον σκοπο του νομοσχεδιου που ειναι η οριστικη λυση του θεματος.Γι αυτο προτεινουμε την απαλοιφη υης παρ 2η
Συμφωνώ απόλυτα με το χρήστη Μιχάλη Ξ.:
Η περίπτωση ε της παραγράφου 2 του άρθρου 4 πρέπει να τροποποιηθεί ως εξής:
«(ε) εμπίπτουν σε οργανωμένο αρχαιολογικό χώρο, κατά την έννοια του άρθρου 46 του Κώδικα νομοθεσίας για την προστασία των αρχαιοτήτων και εν γένει της πολιτιστικής κληρονομιάς (ν. 4858/2021, Α’ 220), σύμφωνα με βεβαίωση της αρμόδιας Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού.»
Τούτο για λόγους συστηματικής ενότητας με τις διατάξεις του άρθ. 7 του Κώδ. νομοθεσίας για τις αρχαιότητες, καθώς σύμφωνα με την παρ. 1 αυτού, μόνο οι οργανωμένοι αρχαιολογικοί χώροι ανήκουν στο Δημόσιο σε κάθε περίπτωση.
Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (α) της παραγράφου 2, που αφορά ακίνητα που βρίσκονται σε καθεστώς ομηρίας λόγω απαλλοτρίωσης που δεν έχει πραγματοποιηθεί εδώ και 50 χρόνια (που σημαίνει ότι δεν ήταν αναγκαία) είναι άδικη αφού σύμφωνα με την διάταξη της παρ 1α του προσφάτου Ν 4759/20 που ορίζει πως μετα την πάροδο 15ετιας απο την επιβολή η απαλλοτρίωση αίρεται αυτοδίκαια χωρίς να απαιτείται οιαδήποτε διαπιστωτική πράξη της Διοίκησης αλλά φυσικά μετά από τόσα χρόνια έχουν αλλάξει οι ανάγκες της κάθε περιοχής και η παλιά απαλλοτρίωση φαντάζει αστεία.
Επίσης η εξαίρεση της περίπτωσης (η) δηλαδή των
ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου
(ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) θα πρέπει να απαλειφθεί από το τελικό κείμενο, διότι είναι
αδικαιολόγητη και έχει τεθεί κατά πρόδηλη παράβαση της συνταγματικής αρχής της ισότητας.
Ως γνωστόν, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.» Με την εν λόγω διάταξη και την όμοια αυτής διάταξη του άρθρου 14 της ΕΣΔΑ, που είναι υπερνομοθετικής ισχύος και πρέπει να γίνονται απόλυτα σεβαστές από τον κοινό νομοθέτη, καθιερώνεται η αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να ρυθμίσει κατά ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες καταστάσεις, όμως πάντα επί τη βάσει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων μέσα στα όρια της αρχής της ισότητας, ούτως
ώστε να αποκλείεται η άνιση μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών υπό τη μορφή
επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, ή διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 902/2020, 2368/2017, 1759/2014, 1090/2012,
1216/2009, 992/2004).
Όσον αφορά το προκείμενο νομοσχέδιο και τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.2 (η), η παράβαση της αρχή της ισότητας είναι προφανής, με την αδικαιολόγητη διαφορετική μεταχείριση.
Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (α) της παραγράφου 2, ακίνητα που θα έπρεπε να είχανε απαλλοτριωθεί πάνω από μισό αιώνα παραμένουν μέχρι και σήμερα σε κατάσταση ομηρίας, σύμφωνα με την διάταξη της παρ. 1α του προσφάτου Ν 4759/20 που
ορίζει πως μετά τη πάροδο 15ετιας από την επιβολή η απαλλοτρίωση αίρεται αυτοδίκαια
χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε διαπιστωτική πράξη, και της περίπτωσης (η) δηλαδή των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) θα πρέπει να απαλειφθεί από το τελικό κείμενο, διότι είναι αδικαιολόγητη και έχει τεθεί κατά πρόδηλη παράβαση της συνταγματικής αρχής τη ισότητας.
Ως γνωστόν, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.» Με την εν λόγω διάταξη και την όμοια αυτής διάταξη του άρθρου 14 της ΕΣΔΑ, που είναι υπερνομοθετικής ισχύος και πρέπει να γίνονται απόλυτα σεβαστές από τον κοινό νομοθέτη, καθιερώνεται η αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να ρυθμίσει κατά ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες καταστάσεις, όμως πάντα επί τη βάσει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων μέσα στα όρια της αρχής της ισότητας, ούτως ώστε να αποκλείεται η άνιση μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών υπό τη μορφή επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, ή διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 902/2020, 2368/2017, 1759/2014, 1090/2012, 1216/2009, 992/2004).
Όσον αφορά το προκείμενο νομοσχέδιο και τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.2 (α),και(η) η παράβαση της αρχή της ισότητας είναι προφανής, με την αδικαιολόγητη διαφορετική μεταχείριση.
Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (α) της παραγράφου 2, που αφορά ακίνητα που βρίσκονται σε καθεστώς ομηρίας λόγω απαλλοτρίωσης που δεν έχει πραγματοποιηθεί εδώ και 50 χρόνια (που σημαίνει ότι δεν ήταν αναγκαία) είναι άδικη αφού σύμφωνα με την διάταξη της παρ 1α του προσφάτου Ν 4759/20 που ορίζει πως μετα την παροδο 15ετιας απο την επιβολη η απαλλοτριωση αιρεται αυτοδικαια χωρις να απαιτειται οιαδηποτε διαπιστωτικη πραξη της Διοικησης αλλά φυσικά μετά από τόσα χρόνια έχουν αλλάξει οι ανάγκες της κάθε περιοχής και η παλιά απαλλοτρίωση φαντάζει αστεία.
Επίσης η εξαίρεση της περίπτωσης (η) δηλαδή των
ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου
(ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) θα πρέπει να απαλειφθεί από το τελικό κείμενο, διότι είναι
αδικαιολόγητη και έχει τεθεί κατά πρόδηλη παράβαση της συνταγματικής αρχής της ισότητας.
Ως γνωστόν, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.» Με την εν λόγω διάταξη και την όμοια αυτής διάταξη του άρθρου 14 της ΕΣΔΑ, που είναι υπερνομοθετικής ισχύος και πρέπει να γίνονται απόλυτα σεβαστές από τον κοινό νομοθέτη, καθιερώνεται η αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να ρυθμίσει κατά ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες καταστάσεις, όμως πάντα επί τη βάσει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων μέσα στα όρια της αρχής της ισότητας, ούτως
ώστε να αποκλείεται η άνιση μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών υπό τη μορφή
επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, ή διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 902/2020, 2368/2017, 1759/2014, 1090/2012,
1216/2009, 992/2004).
Όσον αφορά το προκείμενο νομοσχέδιο και τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.2 (η), η παράβαση της αρχή της ισότητας είναι προφανής, με την αδικαιολόγητη διαφορετική μεταχείριση.
Η εξαίρεση των ακινήτων της περίπτωσης (α) της παραγράφου 2, ακίνητα που θα έπρεπε να είχανε απαλλοτριωθεί πάνω από μισό αιώνα παραμένουν μέχρι και σήμερα σε κατάσταση ομηρίας, σύμφωνα με την διάταξη της παρ. 1α του προσφάτου Ν 4759/20 που
ορίζει πως μετά τη πάροδο 15ετιας από την επιβολή η απαλλοτρίωση αίρεται αυτοδίκαια
χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε διαπιστωτική πράξη, και της περίπτωσης (η) δηλαδή των ακινήτων που έχουν περιέλθει στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) θα πρέπει να απαλειφθεί από το τελικό κείμενο, διότι είναι αδικαιολόγητη και έχει τεθεί κατά πρόδηλη παράβαση της συνταγματικής αρχής τη ισότητας.
Ως γνωστόν, το Σύνταγμα ορίζει στο άρθρο 4 ότι: «1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.» Με την εν λόγω διάταξη και την όμοια αυτής διάταξη του άρθρου 14 της ΕΣΔΑ, που είναι υπερνομοθετικής ισχύος και πρέπει να γίνονται απόλυτα σεβαστές από τον κοινό νομοθέτη, καθιερώνεται η αρχή της ισότητας η οποία αποτελεί νομικό κανόνα που επιβάλλει την ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν κάτω από τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες. Συνεπώς, ο νομοθέτης δύναται να ρυθμίσει κατά ενιαίο ή διαφορετικό τρόπο τις ποικίλες καταστάσεις, όμως πάντα επί τη βάσει γενικών και αντικειμενικών κριτηρίων μέσα στα όρια της αρχής της ισότητας, ούτως ώστε να αποκλείεται η άνιση μεταχείριση των Ελλήνων πολιτών υπό τη μορφή επιβολής αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, ή διαφορετικής μεταχείρισης των αυτών ή παρομοίων καταστάσεων (ΣτΕ 902/2020, 2368/2017, 1759/2014, 1090/2012, 1216/2009, 992/2004).
Όσον αφορά το προκείμενο νομοσχέδιο και τη διάταξη του άρθρου 4 παρ.2 (α),και(η) η παράβαση της αρχή της ισότητας είναι προφανής, με την αδικαιολόγητη διαφορετική μεταχείριση.