Οι παρ. 2 έως 7 του άρθρου 131 του ν. 4261/2014 (Α΄107) αντικαθίστανται και το άρθρο 131 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 131
Περιορισμοί διανομής κερδών
(άρθρο 141 της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ)
- Για τους σκοπούς των παρ. 2 και 3, η διανομή κερδών όσον αφορά το κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
α) καταβολή μερισμάτων σε μετρητά,
β) διανομή μετοχών που πληρώθηκαν πλήρως ή μερικώς και διανέμονται με ευνοϊκούς όρους ή άλλων κεφαλαιακών μέσων που αναφέρονται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 26 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,
γ) εξαργύρωση ή αγορά από ένα ίδρυμα ιδίων μετοχών του ή άλλων κεφαλαιακών μέσων που αναφέρονται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 26 του εν λόγω Κανονισμού,
δ) ανάκτηση ποσών που καταβλήθηκαν για κεφαλαιακά μέσα που αναφέρονται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 26 του εν λόγω Κανονισμού,
ε) διανομή στοιχείων που αναφέρονται στις περ. β) έως ε) της παρ. 1 του άρθρου 26 του εν λόγω Κανονισμού.
- Ίδρυμα που πληροί τη συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας δεν προβαίνει σε διανομή κερδών όσον αφορά στο κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1, στον βαθμό που μια τέτοια διανομή θα μείωνε το κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 σε τέτοιο επίπεδο, ώστε να μην πληρούται πλέον η συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας.
- Ίδρυμα που δεν πληροί τη συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας υπολογίζει το μέγιστο διανεμητέο ποσό («ΜΔΠ») σύμφωνα με την παρ. 5 και το κοινοποιεί στην Τράπεζα της Ελλάδος ή την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Σε αυτή την περίπτωση δεν προβαίνει σε οποιαδήποτε από τις κάτωθι ενέργειες προτού υπολογίσει το ΜΔΠ:
α) διανομή κερδών όσον αφορά το κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1,
β) ανάληψη της υποχρέωσης καταβολής μεταβλητών αποδοχών ή προαιρετικών συνταξιοδοτικών παροχών, ή καταβολή μεταβλητών αποδοχών, εάν η υποχρέωση καταβολής δημιουργήθηκε όσο το ίδρυμα δεν πληρούσε τη συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας, ή
γ) πληρωμές σε πρόσθετα κεφαλαιακά μέσα της Κατηγορίας 1.
- Εφόσον ένα ίδρυμα δεν πληροί ή δεν υπερβαίνει τη συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας, δεν διανέμει περισσότερο από το ΜΔΠ που έχει υπολογιστεί σύμφωνα με την παρ. 5 μέσω οποιασδήποτε ενέργειας από αυτές που αναφέρονται στις περ. α), β) και γ) του δευτέρου εδαφίου της παρ. 3.
- Το ίδρυμα υπολογίζει το ΜΔΠ πολλαπλασιάζοντας το ποσό που υπολογίσθηκε βάσει της παρ. 6 με τον συντελεστή που ορίζεται βάσει της παρ. 7. Από το ΜΔΠ αφαιρείται οποιοδήποτε ποσό προκύπτει από τις ενέργειες που αναφέρονται στις περ. α), β) ή γ) του δευτέρου εδαφίου της παρ. 3.
- Το ποσό που πολλαπλασιάζεται σύμφωνα με την παρ. 5 περιλαμβάνει:
α) οποιαδήποτε ενδιάμεσα κέρδη που δεν έχουν συμπεριληφθεί στο κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 26 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, καθαρά από οποιαδήποτε διανομή κερδών ή οποιαδήποτε πληρωμή που προκύπτει από τις ενέργειες που αναφέρονται στις περ. α), β) ή γ) του δεύτερου εδαφίου της παρ. 3 του παρόντος άρθρου,
πλέον
β) κέρδη τέλους χρήσης που δεν έχουν συμπεριληφθεί στο κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 26 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, καθαρά από οποιαδήποτε διανομή κερδών ή οποιαδήποτε πληρωμή που προκύπτει από τις ενέργειες που αναφέρονται στις περ. α), β) ή γ) του δεύτερου εδαφίου της παρ. 3 του παρόντος άρθρου,
μείον
γ) τα ποσά που θα ήταν πληρωτέα ως φόρος, αν τα στοιχεία που προσδιορίζονται στις περ. α) και β) της παρούσας δεν διανέμονταν.
- Ο συντελεστής καθορίζεται ως εξής:
α) όταν το κεφάλαιο κοινών μετοχών της Kατηγορίας 1 που τηρεί το ίδρυμα, και το οποίο δεν χρησιμοποιείται για την εκπλήρωση των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που καθορίζονται στα στοιχεία α), β) και γ) της παρ. 1 του άρθρου 92 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και της πρόσθετης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων για την αντιμετώπιση κινδύνων, εκτός του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης, που καθορίζεται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 96 του παρόντος νόμου, εκφραζόμενο ως ποσοστό του συνολικού ποσού ανοιγμάτων σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 92 του εν λόγω Κανονισμού, είναι εντός του πρώτου (δηλαδή του χαμηλότερου) τεταρτημόριου της συνολικής απαίτησης αποθεμάτων ασφαλείας, ο συντελεστής είναι 0,
β) όταν το κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 που τηρεί το ίδρυμα, και το οποίο δεν χρησιμοποιείται για την εκπλήρωση των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που καθορίζονται στα στοιχεία α), β) και γ) της παρ. 1 του άρθρου 92 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και της πρόσθετης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων για την αντιμετώπιση κινδύνων, εκτός του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης, που καθορίζεται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 96 του παρόντος νόμου, εκφραζόμενο ως ποσοστό του συνολικού ποσού ανοιγμάτων σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 92 του εν λόγω Κανονισμού είναι εντός του δεύτερου τεταρτημόριου της συνολικής απαίτησης αποθεμάτων ασφαλείας, ο συντελεστής είναι 0,2,
γ) όταν το κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 που τηρεί το ίδρυμα, και το οποίο δεν χρησιμοποιείται για την εκπλήρωση των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που καθορίζονται στα στοιχεία α), β) και γ) της παρ. 1 του άρθρου 92 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και της πρόσθετης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων για την αντιμετώπιση κινδύνων, εκτός του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης, που καθορίζεται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 96 του παρόντος νόμου, εκφραζόμενο ως ποσοστό του συνολικού ποσού ανοιγμάτων σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 92 του εν λόγω Κανονισμού είναι εντός του τρίτου τεταρτημόριου της συνολικής απαίτησης αποθεμάτων ασφαλείας, ο συντελεστής είναι 0,4,
δ) όταν το κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 που τηρεί το ίδρυμα, και το οποίο δεν χρησιμοποιείται για την εκπλήρωση των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) της παρ. 1 του άρθρου 92 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και της πρόσθετης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων για την αντιμετώπιση κινδύνων, εκτός του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης, που καθορίζεται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 96 του παρόντος νόμου, εκφραζόμενο ως ποσοστό του συνολικού ποσού ανοιγμάτων σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 92 του εν λόγω Κανονισμού είναι εντός του τέταρτου (δηλαδή του υψηλότερου) τεταρτημόριου της συνολικής απαίτησης αποθεμάτων ασφαλείας, ο συντελεστής είναι 0,6.
Το κατώτατο και το ανώτατο όριο του κάθε τεταρτημόριου της συνολικής απαίτησης αποθεμάτων ασφαλείας υπολογίζονται ως εξής:
Κατώτατο όριο τεταρτημορίου | = | Συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας | × | (Qn – 1) |
4 | ||||
Ανώτατο όριο τεταρτημορίου | = | Συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας | × | Qn |
4 |
όπου:
Qn= ο τακτικός αριθμός του σχετικού τεταρτημόριου.
- Οι περιορισμοί του παρόντος άρθρου ισχύουν μόνο για πληρωμές που συνεπάγονται μείωση του κεφαλαίου κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 ή μείωση των κερδών και όπου η παύση πληρωμών ή η μη πληρωμή δεν αποτελεί γεγονός αθέτησης ή προϋπόθεση για την έναρξη διαδικασιών αφερεγγυότητας ή πτώχευσης βάσει του καθεστώτος που ισχύει για το ίδρυμα.
- Όταν ένα ίδρυμα δεν πληροί τη συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας και σκοπεύει να προβεί σε διανομή οποιωνδήποτε διανεμητέων κερδών του ή σε ενέργεια που περιγράφεται στην παράγραφο 3, ενημερώνει την Τράπεζα της Ελλάδος ή την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και υποβάλλει τα εξής στοιχεία:
α) το ποσό του κεφαλαίου που τηρεί το ίδρυμα, χωρισμένο ως εξής:
αα) κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1,
ββ) πρόσθετο κεφάλαιο της Κατηγορίας 1,
γγ) κεφάλαιο της Κατηγορίας 2,
β) το ποσό των προσωρινών κερδών του και των κερδών του στο τέλος της χρήσης,
γ) το ΜΔΠ που υπολογίσθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 5,
δ) το ποσό των διανεμητέων κερδών που σκοπεύει να μοιράσει και την κατανομή του στα εξής:
αα) πληρωμή μερισμάτων,
ββ) εξαγορές ιδίων μετοχών,
γγ) πληρωμές σε πρόσθετα κεφαλαιακά μέσα της Κατηγορίας 1,
δδ) καταβολή μεταβλητών αποδοχών ή προαιρετικών συνταξιοδοτικών παροχών, με τη δημιουργία νέας υποχρέωσης καταβολής ή βάσει υποχρέωσης καταβολής που δημιουργήθηκε σε χρόνο κατά τον οποίο το ίδρυμα δεν πληρούσε τη συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας.
- Τα ιδρύματα εφαρμόζουν ρυθμίσεις που διασφαλίζουν ότι το ποσό των διανεμητέων κερδών και το ΜΔΠ υπολογίζονται με ακρίβεια και είναι σε θέση να το αποδείξουν στην Τράπεζα της Ελλάδος ή την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εφόσον τους ζητηθεί.»