Στο άρθρο 1 του ν. 2789/2000 (Α’ 21), οι περ. γ’ και στ’ αντικαθίστανται και το άρθρο 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 1
Για τους σκοπούς του παρόντος νοούνται ως:
α. Σύστημα:
1. Η νομοθετικά, κανονιστικά ή συμβατικά ρυθμιζόμενη σχέση με κοινούς και τυποποιημένους κανόνες:
(i) μεταξύ τριών ή περισσότερων συμμετεχόντων, στους οποίους δεν περιλαμβάνονται ο διαχειριστής αυτού του Συστήματος, τυχόν διακανονιστής ή κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, τυχόν συμψηφιστικό γραφείο ή τυχόν εμμέσως συμμετέχων, με κοινούς κανόνες και τυποποιημένες ρυθμίσεις για την εκκαθάριση, είτε μέσω κεντρικού αντισυμβαλλόμενου είτε όχι, ή για την εκτέλεση εντολών μεταβίβασης μεταξύ των συμμετεχόντων, και
(ii) η οποία διέπεται από το δίκαιο του κράτους – μέλους που έχουν επιλέξει οι συμμετέχοντες σε αυτήν, υπό την προϋπόθεση ότι σε αυτό το κράτος – μέλος βρίσκεται η κεντρική διοίκηση ενός τουλάχιστον των συμμετεχόντων και
(iii) η οποία σχέση ορίζεται ως Σύστημα και κοινοποιείται στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών από το κράτος – μέλος του οποίου το δίκαιο εφαρμόζεται σύμφωνα με το ως άνω υποπερίπτωση ii εφόσον αυτό το κράτος – μέλος έχει κρίνει τους κανόνες του Συστήματος ως ικανοποιητικούς.
2. Η νομοθετική ή κανονιστική ρύθμιση ή σύμβαση που πληροί τις παραπάνω προϋποθέσεις και έχει ως αντικείμενο την εκτέλεση εντολών μεταβίβασης που αναφέρονται στην παράγραφο θ` περίπτωση (ii) του παρόντος άρθρου και σε περιορισμένη κλίμακα την εκτέλεση εντολών με αντικείμενο άλλα μέσα της κεφαλαιαγοράς, όπως συμβάσεις παραγώγων επί εμπορευμάτων, η οποία έχει χαρακτηρισθεί ως Σύστημα από κράτος – μέλος και έχει ανακοινωθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
3. Η νομοθετική ή κανονιστική ρύθμιση ή σύμβαση μεταξύ δύο συμμετεχόντων, στους οποίους δεν περιλαμβάνονται ο διαχειριστής αυτού του συστήματος, ο τυχόν διακανονιστής, ο τυχόν κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, το τυχόν συμψηφιστικό γραφείο ή ο τυχόν εμμέσως συμμετέχων, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως Σύστημα από κράτος – μέλος και έχει ανακοινωθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
4. Συμφωνία που συνάπτεται μεταξύ διαλειτουργικών συστημάτων δεν συνιστά σύστημα.
β. Ίδρυμα:
(i) το πιστωτικό ίδρυμα, όπως αυτό ορίζεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 2 του ν. 3601/2007 (Α` 178), συμπεριλαμβανομένων και των ιδρυμάτων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου,
(ii) η Επιχείρηση Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών, όπως αυτή ορίζεται στην περίπτωση 1 του άρθρου 2 του ν. 3606/2007 (Α` 195 ), με εξαίρεση τα ιδρύματα που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 3 του ίδιου νόμου,
(iii) το Δημόσιο ή επιχειρήσεις με εγγύηση του Δημοσίου
(iv) το ίδρυμα, η κεντρική διοίκηση του οποίου βρίσκεται εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης και που το αντικείμενο του είναι ανάλογο των Πιστωτικών Ιδρυμάτων ή των Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών, όπως ορίζονται ανωτέρω, εφόσον τελεί υπό αντίστοιχη με αυτά εποπτεία,
(v) επιχειρήσεις που έχουν χαρακτηρισθεί ως ιδρύματα σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 11 παράγραφος 1 για τα ημεδαπά συστήματα, καθώς και επιχειρήσεις που έχουν χαρακτηριστεί ως ιδρύματα με ανάλογες διαδικασίες για Συστήματα των άλλων κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, εφόσον συμμετέχουν σε Σύστημα και ευθύνονται για την εκπλήρωση υποχρεώσεων που προκύπτουν από Εντολές μεταβίβασης στο πλαίσιο του συστήματος αυτού.
γ. Κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ή CCP: ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος (CCP), όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Ιουλίου 2012 για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (L 201).
δ. Διακανονιστής:
Ο οργανισμός ο οποίος παρέχει σε ιδρύματα ή/και σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο που συμμετέχουν σε συστήματα, λογαριασμούς διακανονισμού μέσω των οποίων γίνεται ο διακανονισμός εντολών μεταβίβασης στο πλαίσιο των συστημάτων αυτών και ο οποίος, αν συντρέχει περίπτωση, παρέχει πίστωση στα εν λόγω ιδρύματα ή/και κεντρικούς αντισυμβαλλομένους με σκοπό τον διακανονισμό.
ε. Συμψηφιστικό Γραφείο:
Ο οργανισμός που είναι υπεύθυνος για τον υπολογισμό της καθαρής θέσης των ιδρυμάτων, του τυχόν κεντρικού αντισυμβαλλομένου ή / και τυχόν διακανονιστή,
στ. Συμμετέχων: Ίδρυμα, κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, διακανονιστής, συμψηφιστικό γραφείο, διαχειριστής συστήματος ή εκκαθαριστικό μέλος ενός κεντρικού αντισυμβαλλομένου, που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 17 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Ιουλίου 2012 για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (L 201).
ζ. Εμμέσως Συμμετέχων:
Ίδρυμα, κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, διακανονιστής, συμψηφιστικό γραφείο ή διαχειριστής συστήματος που έχει με συμμετέχοντα σε σύστημα το οποίο εκτελεί εντολές μεταβίβασης συμβατική σχέση η οποία του επιτρέπει να δίδει εντολές μεταβίβασης μέσω του συστήματος, υπό τον όρο ότι ο εμμέσως συμμετέχων είναι γνωστός στον διαχειριστή του συστήματος.
η. Χρηματοπιστωτικά μέσα:
Τα μέσα που αναφέρονται στο άρθρο 5 του ν. 3606/2007.
θ. Εντολή μεταβίβασης:
(i) κάθε Οδηγία συμμετέχοντος να τεθεί στη διάθεση ενός αποδέκτη χρηματικό ποσό μέσω λογιστικής εγγραφής στους λογαριασμούς πιστωτικού ιδρύματος, κεντρικής τράπεζας, κεντρικού αντισυμβαλλόμενου ή διακανονιστή ή κάθε Οδηγία η οποία συνεπάγεται την ανάληψη ή την εκπλήρωση οφειλής πληρωμής, όπως ορίζεται από τους κανόνες του συστήματος ή
(ii) κάθε Οδηγία συμμετέχοντος να μεταβιβασθεί η κυριότητα ή άλλο εμπράγματο ή ενοχικό δικαίωμα επί χρηματοπιστωτικού μέσου, μέσω λογιστικής εγγραφής σε μητρώο ή με άλλον τρόπο.
ι. Διαδικασία αφερεγγυότητας:
Κάθε συλλογικό μέτρο που προβλέπεται από το δίκαιο κράτους – μέλους ή τρίτης χώρας και συνεπάγεται την απαγόρευση ή τον περιορισμό της εξουσίας διάθεσης όπως η πτώχευση, η ειδική εκκαθάριση ή η εξυγίανση.
ια. Συμψηφισμός:
Η μετατροπή σε καθαρή απαίτηση ή καθαρή οφειλή, απαιτήσεων και οφειλών που προκύπτουν από εντολές μεταβίβασης, τις οποίες ένας συμμετέχων ή συμμετέχοντες απευθύνουν προς ή λαμβάνουν από έναν ή περισσότερους άλλους συμμετέχοντες με τελικό εξαγόμενο μία μόνο καθαρή απαίτηση ή καθαρή οφειλή.
ιβ. Λογαριασμός διακανονισμού:
Λογαριασμός σε κεντρική τράπεζα, διακανονιστή ή κεντρικό αντισυμβαλλόμενο που χρησιμοποιείται για την κατοχή κεφαλαίων ή χρηματοπιστωτικών μέσων, καθώς και για το διακανονισμό συναλλαγών μεταξύ των συμμετεχόντων σε Σύστημα.
ιγ. Ασφάλεια:
Όλα τα ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία, περιλαμβανομένων ιδίως των χρηματοοικονομικών ασφαλειών που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 1 του ν. 3301/2004 (Α` 263), που παρέχονται δυνάμει ενεχύρου, εγγυοδοσίας, σύμβασης πωλήσεως με σύμφωνο επαναγοράς ή παρεμφερούς συμφωνίας ή με άλλο τρόπο, για την εξασφάλιση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, που ενδέχεται να προκύψουν σε συνάρτηση με Σύστημα ή που παρέχονται στις κεντρικές τράπεζες των κρατών – μελών ή στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
ιδ. Εργάσιμη ημέρα:
Καλύπτει τόσο τους ημερήσιους όσο και τους νυκτερινούς διακανονισμούς και περιλαμβάνει όλα τα γεγονότα που συμβαίνουν κατά τον επιχειρησιακό κύκλο ενός συστήματος.
ιε. Διαλειτουργικά συστήματα:
Δύο ή περισσότερα συστήματα των οποίων οι διαχειριστές έχουν συνάψει μεταξύ τους συμφωνία που περιλαμβάνει τη διασυστημική εκτέλεση εντολών μεταβίβασης.
ιστ. Διαχειριστής συστήματος:
Το ή τα νομικά πρόσωπα που είναι νομικά υπεύθυνα για τη λειτουργία του συστήματος. Ο διαχειριστής συστήματος μπορεί επίσης να ενεργεί ως διακανονιστής, κεντρικός αντισυμβαλλόμενος ή συμψηφιστικό γραφείο.
ιζ. Αρμόδιες αρχές:
Οι αρχές που έχουν ορισθεί από τα λοιπά κράτη – μέλη και έχουν γνωστοποιηθεί από αυτά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως αρμόδιες για την ενημέρωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του εσωτερικού δικαίου κάθε κράτους – μέλους, με τις οποίες επήλθε εναρμόνιση στις διατάξεις του άρθρου 6 της Οδηγίας 98/26/Ε.Κ.
ιη. Ημεδαπά Συστήματα:
Τα Συστήματα της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του παρόντος, καθώς και εκείνα, που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 11 του παρόντος, στο πλαίσιο των οποίων οι εντολές μεταβίβασης εκτελούνται εντός Ελλάδος ή είναι διασυνοριακές.
ιθ. TARGET2-Securities (T2S): η υπηρεσία διακανονισμού συναλλαγών επί τίτλων σε χρήμα κεντρικής τράπεζας, η οποία παρέχεται από το Ευρωσύστημα και προβλέπεται στην Κατευθυντήρια Γραμμή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ΕΕ 2012/473 (ΕΚΤ/2012/13).
κ. Σύμβαση-Πλαίσιο T2S: η σύμβαση-πλαίσιο μεταξύ των κεντρικών τραπεζών του Ευρωσυστήματος και εκάστου συμμετέχοντος στο T2S αποθετηρίου, όπως αυτό ορίζεται στο στοιχείο 1 του άρθρου 2 της Κατευθυντήριας Γραμμής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ΕΕ 2012/473 (ΕΚΤ/2012/13), συμπεριλαμβανομένων των παραρτημάτων της, κατά την έννοια του στοιχείου 5 του άρθρου 2 της εν λόγω Κατευθυντήριας Γραμμής.»