Άρθρο 41 Ενοποιημένη εφαρμογή: διαδικασία διαπίστωσης – Τροποποίηση του εσωτερικού άρθρου 62 του άρθρου 2 του v. 4335/2015 (παρ. 26 του άρθρου 1 της οδηγίας (ΕΕ) 2019/879)

 

Στο εσωτερικό άρθρο 62 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 (Α’ 87), αντικαθίστανται η παρ. 1 και το εισαγωγικό μέρος της παρ. 4 και το εσωτερικό άρθρο 62 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 62
Ενοποιημένη εφαρμογή: διαδικασία διαπίστωσης (άρθρο 62 της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ)

1. Η ενδεδειγμένη αρχή, προτού προβεί στη διαπίστωση που αναφέρεται στις περ. β΄, γ΄, δ΄ ή ε΄ της παρ. 2 του άρθρου 59 όσον αφορά θυγατρική που εκδίδει σχετικά κεφαλαιακά μέσα ή επιλέξιμες υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παρ. 1α του άρθρου 59 για τους σκοπούς της εκπλήρωσης της απαίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 45στ σε ατομική βάση ή σχετικά κεφαλαιακά μέσα, τα οποία αναγνωρίζονται για τους σκοπούς της εκπλήρωσης των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων σε ατομική ή ενοποιημένη βάση, συμμορφώνεται με τις ακόλουθες απαιτήσεις:
α) όταν εξετάζει, εάν θα προβεί σε διαπίστωση που αναφέρεται στις περ. β΄, γ΄, δ΄ ή ε΄ της παρ. 2 του άρθρου 59, κατόπιν διαβούλευσης με την αρχή εξυγίανσης της σχετικής οντότητας εξυγίανσης, η ενδεδειγμένη αρχή αποστέλλει κοινοποίηση εντός είκοσι τεσσάρων (24) ωρών από τη διαβούλευση με την εν λόγω αρχή εξυγίανσης:
i) στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας και, εάν πρόκειται για διαφορετική αρχή, στην ενδεδειγμένη αρχή του κράτους μέλους, στο οποίο βρίσκεται η αρχή ενοποιημένης εποπτείας,
ii) στις αρχές εξυγίανσης άλλων οντοτήτων εντός του ίδιου ομίλου εξυγίανσης που αγόρασαν άμεσα ή έμμεσα υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 45στ από την οντότητα που υπόκειται στην παρ. 1 του άρθρου 45στ,
β) όταν εξετάζει, αν θα προβεί στη διαπίστωση που αναφέρεται στην περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 59, η ενδεδειγμένη αρχή αποστέλλει, αμελλητί, κοινοποίηση στην αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για κάθε ίδρυμα ή οντότητα των περ. β΄, γ΄ ή δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 που έχει εκδώσει τα σχετικά κεφαλαιακά μέσα, ως προς τα οποία πρόκειται να ασκηθούν οι εξουσίες απομείωσης ή μετατροπής, αν γίνει αυτή η διαπίστωση και, εάν πρόκειται για διαφορετικές αρχές, στις ενδεδειγμένες αρχές των κρατών μελών, στα οποία βρίσκονται οι εν λόγω αρμόδιες αρχές και η αρχή ενοποιημένης εποπτείας.
2. Η ενδεδειγμένη αρχή, όταν προβαίνει σε μια διαπίστωση που αναφέρεται στις περιπτώσεις γ ‘, δ ‘ ή ε ‘ της παραγράφου 2 του άρθρου 59 στην περίπτωση ιδρύματος ή ομίλου με διασυνοριακή δραστηριότητα, λαμβάνει υπόψη την πιθανή επίπτωση της εξυγίανσης σε όλα τα κράτη μέλη στα οποία το ίδρυμα ή ο όμιλος δραστηριοποιείται.
3. Η ενδεδειγμένη αρχή στην κοινοποίηση της παραγράφου 1 επεξηγεί τους λόγους για τους οποίους σκέπτεται να προβεί στην εν λόγω διαπίστωση.
4. Όταν έχει πραγματοποιηθεί κοινοποίηση σύμφωνα με την παρ. 1, η ενδεδειγμένη αρχή, κατόπιν διαβούλευσης με τις αρχές, στις οποίες απεστάλη η κοινοποίηση σύμφωνα με την υποπερ. i΄ της περ. α΄ ή την περ. β΄ της παρ. 1, εξετάζει τα ακόλουθα ζητήματα:
α) εάν υπάρχει διαθέσιμο εναλλακτικό μέτρο αντί της άσκησης της εξουσίας απομείωσης ή μετατροπής σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 59,
β) κατά πόσον είναι εφικτή η εφαρμογή του μέτρου αυτού, και
γ) κατά πόσον υπάρχει ρεαλιστική προοπτική να μπορέσει το μέτρο αυτό, σε κατάλληλο χρονικό διάστημα, να αντιμετωπίσει τις περιστάσεις για τις οποίες θα ήταν επιβεβλημένη η διαπίστωση της παραγράφου 2 του άρθρου 59.
5. Για τους σκοπούς της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, ως εναλλακτικά μέτρα νοούνται τα μέτρα έγκαιρης παρέμβασης του άρθρου 27, τα μέτρα της παρ. 1 του άρθρου 96 του ν. 4261/2014 ή η μεταφορά πόρων ή κεφαλαίων από τη μητρική επιχείρηση.
6. Αν, δυνάμει της παραγράφου 4, η ενδεδειγμένη αρχή μετά από την ως άνω διαβούλευση κρίνει ότι πληρούνται τα αναφερόμενα σε αυτή τότε εφαρμόζει τα μέτρα αυτά.
7. Αν συντρέχουν οι συνθήκες της παραγράφου 1 και κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 4, η ενδεδειγμένη αρχή, μετά από διαβούλευση με τις αρχές στις οποίες απεστάλη η κοινοποίηση, κρίνει ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμα εναλλακτικά μέτρα που θα μπορούσαν να επιφέρουν το αποτέλεσμα που αναφέρεται στην περίπτωση γ’ της παραγράφου 4, αποφασίζει εάν είναι σκόπιμο να προβεί στη διαπίστωση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 59.
8. Σε περίπτωση που η ενδεδειγμένη αρχή αποφασίσει να προβεί στη διαπίστωση της περιπτώσεως γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 59 αποστέλλει αμελλητί κοινοποίηση στις ενδεδειγμένες αρχές των κρατών μελών στα οποία είναι εγκατεστημένες οι επηρεαζόμενες θυγατρικές. Η διαπίστωση λαμβάνει τη μορφή κοινής απόφασης των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 92. Ελλείψει κοινής απόφασης δεν εφαρμόζεται η περίπτωση γ’ της παραγράφου 2 του άρθρου 59.
9. Η αρχή εξυγίανσης εφαρμόζει αμέσως την απόφαση απομείωσης ή μετατροπής των κεφαλαιακών μέσων που λαμβάνεται δυνάμει του παρόντος άρθρου, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τον επείγοντα χαρακτήρα των περιστάσεων.».