Μετά το πρώτο εδάφιο της παρ. 4 του εσωτερικού άρθρου 21 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015, (A΄ 87) προστίθεται εδάφιο, η παρ. 6 αντικαθίσταται και το εσωτερικό άρθρο 21 του άρθρου 2 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 21
Απαιτήσεις και διαδικασία για τα σχέδια εξυγίανσης ομίλου (άρθρο 13 της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ)
- Οι μητρικές επιχειρήσεις της ЕЕ υποβάλλουν στην αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου τις πληροφορίες που είναι δυνατόν να απαιτηθούν σύμφωνα με το άρθρο 19. Οι πληροφορίες αυτές αφορούν τη μητρική επιχείρηση της ЕЕ και, στον απαιτούμενο βαθμό, κάθε ένα από τα μέλη του ομίλου, συμπεριλαμβανομένων των οντοτήτων που αναφέρονται στις περιπτώσεις γ’ και δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1. Υπό τον όρο της τήρησης των κανόνων εμπιστευτικότητας που ορίζονται στον παρόντα νόμο, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου διαβιβάζει τις πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο:
α) στην Ε.Α.Τ.,
β) στις αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών,
γ) στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής σημαντικών υποκαταστημάτων, στο βαθμό που τα αφορά,
δ) στις σχετικές αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στα άρθρα 108 και 109 του ν. 4261/2014, και
ε) στις αρχές εξυγίανσης των κρατών μελών όπου είναι εγκατεστημένες οι οντότητες που αναφέρονται στις περιπτώσεις γ’ και δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 1.
Οι παρεχόμενες πληροφορίες από την αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου προς τις αρχές εξυγίανσης και τις αρμόδιες αρχές των θυγατρικών, τις αρχές εξυγίανσης των κρατών μελών υποδοχής σημαντικών υποκαταστημάτων και τις σχετικές αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στα άρθρα 108 και 109 του ν. 4261/2014, περιλαμβάνουν τουλάχιστον όλες τις πληροφορίες που αφορούν τη θυγατρική ή το σημαντικό υποκατάστημα. Οι πληροφορίες που παρέχονται στην Ε.Α.Τ. περιλαμβάνουν κάθε πληροφορία σχετική με το ρόλο της Ε.Α.Τ. όσον αφορά τα σχέδια εξυγίανσης ομίλου. Στην περίπτωση πληροφοριών σχετικά με θυγατρικές σε τρίτες χώρες, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου δεν υποχρεούται να διαβιβάζει τις πληροφορίες αυτές χωρίς τη συναίνεση της οικείας αρμόδιας αρχής ή της οικείας αρχής εξυγίανσης της τρίτης χώρας.
- Η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, ενεργώντας από κοινού με τις αρχές εξυγίανσης, που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο στην παράγραφο 1, σε Σώματα Αρχών Εξυγίανσης και κατόπιν διαβούλευσης με τις εμπλεκόμενες αρμόδιες αρχές, συμπεριλαμβανομένων των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών υποδοχής σημαντικών υποκαταστημάτων, καταρτίζει και αναπροσαρμόζει σχέδιο εξυγίανσης ομίλου. Η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου μπορεί, κατά τη διακριτική της ευχέρεια και με την επιφύλαξη τήρησης των κανόνων εμπιστευτικότητας που ορίζονται στο άρθρο 94, να ζητήσει να συμμετάσχουν στην εκπόνηση και την αναπροσαρμογή σχεδίων εξυγίανσης ομίλου αρχές εξυγίανσης τρίτων χωρών στις οποίες είναι εγκατεστημένες θυγατρικές ή χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών ή σημαντικά υποκαταστήματα, σύμφωνα με το άρθρο 52 του ν. 4261/2014.
- Το σχέδιο εξυγίανσης ομίλου αναθεωρείται και, κατά περίπτωση, επικαιροποιείται τουλάχιστον άπαξ ετησίως, καθώς και έπειτα από κάθε μεταβολή στη νομική ή την οργανωτική δομή, την επιχειρηματική ή τη χρηματοοικονομική θέση του ομίλου, συμπεριλαμβανομένων των μελών του, που δύναται να έχει σημαντική επίπτωση στο σχέδιο ή να απαιτεί την τροποποίησή του.
- Η έγκριση του σχεδίου εξυγίανσης του ομίλου λαμβάνει τη μορφή κοινής απόφασης της αρχής εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου και των αρχών εξυγίανσης των θυγατρικών. Όταν ένας όμιλος αποτελείται από περισσότερους του ενός ομίλους εξυγίανσης, ο προγραμματισμός των ενεργειών εξυγίανσης που αναφέρονται στην περ. αα’ της παρ. 3 του άρθρου 20 συμπεριλαμβάνεται σε κοινή απόφαση, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας.
Οι εν λόγω αρχές εξυγίανσης λαμβάνουν κοινή απόφαση εντός τεσσάρων (4) μηνών από την ημερομηνία διαβίβασης, από την αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, των πληροφοριών που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1.
Οποιαδήποτε εμπλεκόμενη αρχή εξυγίανσης μπορεί να ζητήσει από την Ε.Α.Τ. να συνδράμει τις αρχές εξυγίανσης για τη λήψη κοινής απόφασης, σύμφωνα με την περίπτωση γ’ του άρθρου 31 του Κανονισμού (ЕЕ) αριθμ. 1093/2010.
- Αν δεν ληφθεί κοινή απόφαση των αρχών εξυγίανσης εντός τεσσάρων (4) μηνών, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου, λαμβάνει η ίδια την απόφαση όσον αφορά το σχέδιο εξυγίανσης του ομίλου. Η απόφαση αυτή λαμβάνει υπόψη τις γνώμες και τις επιφυλάξεις των άλλων αρμοδίων αρχών και διαβιβάζεται στη μητρική επιχείρηση της ЕЕ από την αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου.
- Ελλείψει κοινής απόφασης των αρχών εξυγίανσης εντός τεσσάρων (4) μηνών, κάθε αρχή εξυγίανσης που είναι υπεύθυνη για μια θυγατρική και που διαφωνεί με το σχέδιο εξυγίανσης του ομίλου, λαμβάνει τη δική της απόφαση και, όπου αρμόζει, προσδιορίζει την οντότητα εξυγίανσης και καταρτίζει και διατηρεί σχέδιο εξυγίανσης για τον όμιλο εξυγίανσης, ο οποίος αποτελείται από οντότητες, υπό τη δικαιοδοσία της. Καθεμία από τις μεμονωμένες αποφάσεις των αρχών εξυγίανσης που διαφωνούν είναι πλήρως αιτιολογημένη, αναφέρει τους λόγους της διαφωνίας με το προτεινόμενο σχέδιο εξυγίανσης του ομίλου και λαμβάνει υπόψη τις απόψεις και επιφυλάξεις των άλλων αρχών εξυγίανσης και αρμόδιων αρχών. Κάθε αρχή εξυγίανσης κοινοποιεί την απόφασή της στα λοιπά μέλη του Σώματος Αρχών Εξυγίανσης.
- Οι λοιπές αρχές εξυγίανσης που δεν έχουν διαφωνήσει στο πλαίσιο της παραγράφου 6 μπορούν να λάβουν κοινή απόφαση σχετικά με το σχέδιο εξυγίανσης του ομίλου που καλύπτει οντότητες υπό τη δικαιοδοσία τους.
- Οι κοινές αποφάσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 7, και οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τις αρχές εξυγίανσης όταν δεν υπάρχει κοινή απόφαση σύμφωνα με τις παραγράφους 5 και 6, αναγνωρίζονται ως οριστικές και εφαρμόζονται από τις λοιπές εμπλεκόμενες αρχές εξυγίανσης.
- Σύμφωνα με τις παραγράφους 5 και 6, κατ’ αίτηση μιας αρχής εξυγίανσης, η Ε.Α.Τ. μπορεί να συνδράμει τις αρχές εξυγίανσης να καταλήξουν σε συμφωνία, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 19 του Κανονισμού (ЕЕ) αριθμ. 1093/2010, εκτός εάν οποιαδήποτε εμπλεκόμενη αρχή εξυγίανσης εκτιμήσει ότι το αντικείμενο της διαφωνίας είναι δυνατόν να θίξει τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες του οικείου κράτους μέλους. Αν μέχρι την πάροδο της τετράμηνης προθεσμίας που καθορίζεται στην παράγραφο 4 για την λήψη κοινής απόφασης, οποιαδήποτε αρχή εξυγίανσης του παρόντος άρθρου έχει ζητήσει τη συνδρομή της Ε.Α.Τ. σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου κατά την παράγραφο 5 ή αρχή εξυγίανσης για τη θυγατρική κατά την παράγραφο 6, αντίστοιχα, αναβάλλουν τη λήψη απόφασής τους και αναμένουν την απόφαση της Ε.Α.Τ. σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 19 του Κανονισμού (ЕЕ) αριθμ. 1093/2010, λαμβάνουν δε την απόφασή τους σύμφωνα με την απόφαση της Ε.Α.Τ.. Η τετράμηνη περίοδος θεωρείται ως περίοδος συμβιβασμού κατά την έννοια του εν λόγω Κανονισμού. Αν δεν ληφθεί απόφαση της Ε.Α.Τ. εντός ενός (1) μηνός, εφαρμόζεται η απόφαση της αρχής εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου ή της αρχής εξυγίανσης για τη θυγατρική, κατά περίπτωση. Το ζήτημα δεν παραπέμπεται στην Ε.Α.Τ. μετά την πάροδο της τετράμηνης περιόδου ή έπειτα από τη λήψη κοινής απόφασης.
- Σε περίπτωση που λαμβάνονται κοινές αποφάσεις σύμφωνα με τις παραγράφους 4 και 7, και μια αρχή εξυγίανσης εκτιμά στο πλαίσιο της παραγράφου 9 ότι το αντικείμενο μιας διαφωνίας θίγει τις δημοσιονομικές αρμοδιότητες του κράτους μέλους της, η αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου κινεί την επαναξιολόγηση του σχεδίου εξυγίανσης ομίλου, συμπεριλαμβανομένης της ελάχιστης απαίτησης ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων.»