1. Οι πειθαρχικές ποινές που μπορούν να επιβληθούν στον λειτουργό του ΝΣΚ είναι: α) Η έγγραφη επίπληξη, β) η επιβολή προστίμου έως του ποσού των συνολικών καθαρών αποδοχών τεσσάρων (4) μηνών, γ) η προσωρινή παύση μέχρι οκτώ (8) μήνες, με πλήρη στέρηση των αποδοχών, δ) η οριστική παύση.
2. Η οριστική παύση επιβάλλεται μόνο για τα πειθαρχικά παραπτώματα των περ. α’, β’, γ’ και ιδ’ της παρ. 3 του άρθρου 82, της εξαιρετικά σοβαρής απείθειας και της χαρακτηριστικά αναξιοπρεπούς για λειτουργό του ΝΣΚ διαγωγής εντός ή εκτός υπηρεσίας. Η ποινή της οριστικής παύσης μπορεί να επιβληθεί στον λειτουργό του ΝΣΚ για οποιοδήποτε παράπτωμα, αν κατά την προηγούμενη της διάπραξής του διετία, του είχαν επιβληθεί τρεις (3) τουλάχιστον πειθαρχικές ποινές ανώτερες του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός ή κατά το προηγούμενο της διάπραξής του έτος είχε τιμωρηθεί για το ίδιο παράπτωμα, με ποινή ανώτερη του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός.
3. Όταν επιβάλλεται η πειθαρχική ποινή της περ. γ΄ της παρ. 1 και συντρέχουν επιβαρυντικές περιστάσεις, το πειθαρχικό συμβούλιο μπορεί να επιβάλει επιπλέον διοικητική κύρωση από τρεις χιλιάδες (3.000) έως τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ. Όταν επιβάλλεται η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης και πρόκειται για πειθαρχικά παραπτώματα της περ. γ΄ της παρ. 3 του άρθρου 82 που σχετίζονται με οικονομικό αντικείμενο, το Πειθαρχικό Συμβούλιο μπορεί να επιβάλλει επιπλέον διοικητική κύρωση από δέκα χιλιάδες (10.000) έως πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ.
4. Το είδος της ποινής που θα επιβληθεί και η επιμέτρησή της προσδιορίζονται από τη βαρύτητα του παραπτώματος, τον βαθμό και την πείρα του λειτουργού, τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες τελέστηκε το παράπτωμα και την ένταση του δόλου ή τον βαθμό της αμέλειας του διωκόμενου. Κατά την επιμέτρηση των πειθαρχικών ποινών λαμβάνονται υπόψη οι κανόνες και οι αρχές των περ. β΄, γ’, ε΄, ζ΄ και η΄ του δεύτερου εδαφίου της παρ. 9 του άρθρου 81, με τήρηση της αρχής της αναλογικότητας. Η υποτροπή αποτελεί ιδιαιτέρως επιβαρυντική περίπτωση για τη επιμέτρηση της πειθαρχικής ποινής.
5. Περισσότερες πράξεις που αποτελούν εξακολούθηση του ίδιου παραπτώματος θεωρούνται ως ενιαίο σύνολο, η βαρύτητα του οποίου λαμβάνεται υπόψη και για τον καθορισμό και την επιμέτρηση της ποινής.
6. Όταν συνεκδικάζονται περισσότερα πειθαρχικά παραπτώματα, εφόσον οι πειθαρχικές ποινές που έχουν επιβληθεί για καθένα από αυτά είναι του ίδιου είδους, επιβάλλεται μια συνολική ποινή, η οποία αποτελείται από την πιο βαριά ή αν οι ποινές είναι ίσες, από μία από αυτές, που προσαυξάνεται μέχρι το ανώτατο όριό της. Η προσαύξηση δεν μπορεί να είναι ανώτερη από τα τρία τέταρτα (3/4) του αθροίσματος των άλλων πειθαρχικών ποινών.