1. Λειτουργός του ΝΣΚ που στερήθηκε την προσωπική του ελευθερία με ένταλμα προσωρινής κράτησης, με βούλευμα ή με δικαστική απόφαση, έστω και αν απολύθηκε προσωρινά από τις φυλακές, τίθεται αυτοδίκαια σε κατάσταση αργίας και εκδίδεται σχετική διαπιστωτική πράξη του Υπουργού Οικονομικών. Αν εκλείψει ο λόγος για τον οποίο τέθηκε σε αργία, επανέρχεται αυτοδίκαια στην υπηρεσία.
2. Ο λειτουργός του ΝΣΚ μπορεί να τεθεί σε προσωρινή αργία, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών που εκδίδεται ύστερα από γνωμοδότηση του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, μέχρι και τον βαθμό του Νομικού Συμβούλου του Κράτους ή του Πειθαρχικού Συμβουλίου για βαθμό ανώτερο του Νομικού Συμβούλου του Κράτους, αν εκκρεμεί εναντίον του ποινική δίωξη για έγκλημα που μπορεί να επισύρει την οριστική παύση ή πειθαρχική δίωξη για παράπτωμα που μπορεί να επισύρει την ποινή της οριστικής παύσης. Για τη λήξη της προσωρινής αργίας εκδίδεται απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από γνωμοδότηση του παραπάνω Συμβουλίου.
3. Η προσωρινή αργία της παρ. 2 αρχίζει ή λήγει από την ηλεκτρονική επίδοση στον ενδιαφερόμενο της απόφασης του Υπουργού Οικονομικών.
4. Δεν απαιτείται έκδοση απόφασης για τη λήξη της αργίας, αν εκδοθεί αμετάκλητη απαλλακτική δικαστική απόφαση ή αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα ή τελεσίδικη πειθαρχική απόφαση. Στις περιπτώσεις αυτές, ο ευρισκόμενος σε αργία επανέρχεται αυτοδίκαια. Επίσης επανέρχεται αυτοδίκαια στην υπηρεσία, αν καταδικάστηκε αμετάκλητα για έγκλημα ή τιμωρήθηκε τελεσίδικα για πειθαρχικό παράπτωμα που δεν συνεπάγονται την οριστική παύση από την υπηρεσία. Στις περιπτώσεις αυτές εκδίδεται διαπιστωτική απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
5. Από τις αποδοχές του λειτουργού που έχει τεθεί σε αργία, παρακρατείται το ένα δεύτερο (1/2), το οποίο αποδίδεται με απόφαση του αρμόδιου, κατά την παρ. 2 Συμβουλίου, αν ο λειτουργός απαλλαγεί αμετάκλητα από την κατηγορία, ενώ είναι δυνατόν να του αποδοθεί, με αιτιολογημένη απόφαση του ίδιου Συμβουλίου, αν καταδικαστεί για έγκλημα ή τιμωρηθεί για πειθαρχικό παράπτωμα που δεν συνεπάγεται την οριστική παύση.