Άρθρο 177
Σκοπός
Με το παρόν μέρος ενσωματώνεται η Οδηγία (ΕΕ) 2021/338 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Φεβρουαρίου 2021 για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ όσον αφορά τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών, την παρακολούθηση των προϊόντων και τα όρια θέσης, και των Οδηγιών 2013/36/ΕΕ και (ΕΕ) 2019/878 όσον αφορά την εφαρμογή τους στις εταιρείες επενδύσεων, με σκοπό τη διευκόλυνση της ανάκαμψης από την κρίση της COVID-19.
Άρθρο 178
Αντικείμενο
Αντικείμενο του παρόντος μέρους είναι η τροποποίηση του ν. 4514/2018 (Α΄14) για τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών, την παρακολούθηση των προϊόντων και τα όρια θέσης, προκειμένου να διευκολυνθεί η ανάκαμψη από την κρίση που προκλήθηκε λόγω του κορωνοϊού COVID-19.
Άρθρο 179
Εξαιρέσεις – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 3 του ν. 4514/2018
(περ. α παρ. 1 άρθρο 1 της οδηγίας 2021/338)
Η υποπερ. ββ΄ της περ. ι΄ της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 4514/2018 (Α΄ 14), περί των εξαιρέσεων από την εφαρμογή του νόμου, αντικαθίσταται και η περ. ι΄ διαμορφώνεται ως εξής:
«ι) στα πρόσωπα:
αα) τα οποία διενεργούν συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό, περιλαμβανομένων των ειδικών διαπραγματευτών, σε παράγωγα επί εμπορευμάτων ή δικαιώματα εκπομπής ή παράγωγα επί των δικαιωμάτων αυτών, εξαιρουμένων των προσώπων που διενεργούν συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελούν εντολές πελατών, ή
ββ) που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες, πλην της διενέργειας συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό, σε παράγωγα επί εμπορευμάτων ή σε δικαιώματα εκπομπής ή παράγωγα αυτών, στους πελάτες ή τους προμηθευτές της κύριας δραστηριότητάς τους, υπό τον όρο ότι:
σε κάθε μία από τις ανωτέρω περιπτώσεις χωριστά και ως σύνολο, αυτό αποτελεί δραστηριότητα παρεπόμενη ως προς την κύρια δραστηριότητά τους, θεωρούμενη σε επίπεδο ομίλου,
τα εν λόγω πρόσωπα δεν ανήκουν σε όμιλο του οποίου η κύρια δραστηριότητα είναι η παροχή επενδυτικών υπηρεσιών κατά την έννοια του παρόντος νόμου, η άσκηση οιωνδήποτε δραστηριοτήτων που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι της οδηγίας 2013/36/ΕΕ ή η άσκηση δραστηριότητας υπό την ιδιότητα ειδικού διαπραγματευτή για παράγωγα επί εμπορευμάτων,
τα εν λόγω πρόσωπα δεν εφαρμόζουν κάποια τεχνική κατάρτισης αλγοριθμικών συναλλαγών σε υψηλή συχνότητα, και
τα εν λόγω πρόσωπα αναφέρουν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κατόπιν αιτήματος της, τη βάση, με την οποία έχουν αξιολογήσει τη δραστηριότητά τους, σύμφωνα με τις υποπερ. αα) και ββ), ως παρεπόμενη της κύριας δραστηριότητάς τους,».
Άρθρο 180
Ορισμοί – Τροποποίηση του άρθρου 4 του ν. 4514/2018
(παρ. 2 άρθρου 1 της οδηγίας 2021/338)
Στο άρθρο 4 του ν. 4514/2018 (Α΄ 14), αντικαθίσταται η περ. 59, προστίθενται οι περ. 8Α, 44Α, 62Α, 65 και το άρθρο 4 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 4
Ορισμοί
(Άρθρο 4 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ)
Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου ισχύουν οι εξής ορισμοί:
1. α) «Επιχείρηση επενδύσεων»: κάθε νομικό πρόσωπο του οποίου η συνήθης επιχειρηματική δραστηριότητα είναι η παροχή μίας ή περισσότερων επενδυτικών υπηρεσιών σε τρίτους ή και η άσκηση μίας ή περισσότερων επενδυτικών δραστηριοτήτων σε επαγγελματική βάση. Ως επιχείρηση επενδύσεων νοείται και κάθε φυσικό πρόσωπο στο οποίο έχει χορηγηθεί σχετική άδεια από άλλο κράτος – μέλος, σύμφωνα με την Οδηγία 2014/65/ΕΕ.
β) «Ανώνυμη Εταιρεία Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Α.Ε.Π.Ε.Υ.)»: η επιχείρηση επενδύσεων που έχει συσταθεί ως ανώνυμη εταιρεία του κ.ν. 2190/1920 (Α` 144) και έχει λάβει σχετική άδεια λειτουργίας από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
2. «Επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες»: οποιεσδήποτε από τις υπηρεσίες και δραστηριότητες του Τμήματος Α` του Παραρτήματος Ι οι οποίες αφορούν οποιοδήποτε από τα μέσα που απαριθμούνται στο Τμήμα Γ` του Παραρτήματος Ι.
3. «Παρεπόμενη υπηρεσία»: οποιαδήποτε από τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο Τμήμα Β` του Παραρτήματος I.
4. «Επενδυτική συμβουλή»: η παροχή προσωπικών συστάσεων σε πελάτη, είτε κατόπιν αίτησής του είτε με πρωτοβουλία της επιχείρησης επενδύσεων σχετικά με μία ή περισσότερες συναλλαγές που αφορούν χρηματοπιστωτικά μέσα.
5. «Εκτέλεση εντολών για λογαριασμό πελατών»: η διαμεσολάβηση στη σύναψη συμφωνιών αγοράς ή πώλησης ενός ή περισσοτέρων χρηματοπιστωτικών μέσων για λογαριασμό πελατών και περιλαμβάνει τη σύναψη συμφωνιών πώλησης χρηματοπιστωτικών μέσων που εκδίδονται από επιχείρηση επενδύσεων ή πιστωτικό ίδρυμα κατά τη στιγμή της έκδοσής τους.
6. «Διενέργεια συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό»: η διαπραγμάτευση έναντι ιδίων κεφαλαίων, η οποία οδηγεί στην κατάρτιση συναλλαγών σε ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα.
7. «Ειδικός διαπραγματευτής (market maker)»: πρόσωπο που δραστηριοποιείται στις χρηματοπιστωτικές αγορές σε συνεχή βάση και αναλαμβάνει να διενεργεί συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό αγοράζοντας και πωλώντας χρηματοπιστωτικά μέσα έναντι ιδίων κεφαλαίων σε τιμές που έχει καθορίσει ο ίδιος.
8. «Διαχείριση χαρτοφυλακίου»: η διαχείριση, με εντολή του πελάτη και υπό καθεστώς διακριτικής ευχέρειας για κάθε πελάτη, χαρτοφυλακίων που περιλαμβάνουν ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα.
8Α. «Αλλαγή χρηματοπιστωτικών μέσων»: η πώληση χρηματοπιστωτικού μέσου και η αγορά άλλου χρηματοπιστωτικού μέσου ή η άσκηση δικαιώματος αλλαγής σε σχέση με υφιστάμενο χρηματοπιστωτικό μέσο.
9. «Πελάτης»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο μια επιχείρηση επενδύσεων παρέχει επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες.
10. «Επαγγελματίας πελάτης»: ο πελάτης που πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στο Παράρτημα ΙΙ.
11. «Ιδιώτης πελάτης»: κάθε πελάτης που δεν είναι επαγγελματίας πελάτης.
12. «Αγορά ανάπτυξης μικρομεσαίων επιχειρήσεων»: ένας ΠΜΔ που έχει καταχωριστεί ως αγορά για την ανάπτυξη ΜμΕ, σύμφωνα με το άρθρο 33 του παρόντος νόμου και το άρθρο 33 της Οδηγίας 2014/65/EE.
13. «Μικρομεσαία επιχείρηση (ΜμΕ)»: για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, μια εταιρεία που έχει μέση κεφαλαιοποίηση μικρότερη από 200.000.000 ευρώ με βάση τα στοιχεία στο τέλος κάθε έτους, για τα τρία τελευταία ημερολογιακά έτη.
14. «Οριακή εντολή (limit order)»: εντολή αγοράς ή πώλησης χρηματοπιστωτικού μέσου σε συγκεκριμένη οριακή ή καλύτερη τιμή και για συγκεκριμένη ποσότητα.
15. «Χρηματοπιστωτικό μέσο»: τα μέσα που προσδιορίζονται στο Τμήμα Γ` του Παραρτήματος Ι.
16. «Συμβάσεις ενεργειακών παραγώγων Γ.6»: συμβόλαια δικαιωμάτων προαίρεσης (options), συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης (futures), συμβάσεις ανταλλαγής (swaps) και κάθε άλλη σύμβαση παράγωγου μέσου που προβλέπεται στο Τμήμα Γ.6 του Παραρτήματος Ι, η οποία σχετίζεται με άνθρακα ή πετρέλαιο υπό διαπραγμάτευση σε ΜΟΔ και πρέπει να εκκαθαριστεί με φυσική παράδοση.
17. «Μέσα χρηματαγοράς»: κατηγορίες μέσων που συνήθως αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στη χρηματαγορά, όπως τα έντοκα γραμμάτια, τα αποδεικτικά κατάθεσης και τα εμπορικά γραμμάτια, εξαιρουμένων των μέσων πληρωμής.
18. «Διαχειριστής αγοράς»: η ανώνυμη εταιρεία που διευθύνει ή διαχειρίζεται ρυθμιζόμενη αγορά, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Ως διαχειριστής αγοράς νοείται και κάθε άλλο πρόσωπο ή πρόσωπα που μπορεί να είναι και η ίδια η ρυθμιζόμενη αγορά το οποίο έχει λάβει σχετική άδεια από άλλο κράτος – μέλος, σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ.
19. «Πολυμερές σύστημα»: οποιοδήποτε σύστημα ή μηχανισμός στο οποίο πλείονα συμφέροντα τρίτων για αγορά και πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων μπορούν να αλληλεπιδρούν στο σύστημα.
20. «Συστηματικός εσωτερικοποιητής (systematic internaliser)»: επιχείρηση επενδύσεων η οποία διενεργεί συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό κατά τρόπο οργανωμένο, συχνά, συστηματικά και σε σημαντικό βαθμό, όταν εκτελεί εντολές πελατών εκτός ρυθμιζόμενης αγοράς, ΠΜΔ ή ΜΟΔ, χωρίς να λειτουργεί πολυμερές σύστημα. O συχνός και συστηματικός χαρακτήρας μετριέται με τον αριθμό των συναλλαγών στο χρηματοπιστωτικό μέσο που συνάπτονται από την επιχείρηση επενδύσεων εκτός τόπου διαπραγμάτευσης για ίδιο λογαριασμό όταν εκτελεί εντολές πελατών. O σημαντικός βαθμός μετριέται είτε βάσει του μεγέθους των συναλλαγών που συνάπτονται εκτός τόπου διαπραγμάτευσης από την επιχείρηση επενδύσεων σε σχέση με τις συνολικές συναλλαγές της επιχείρησης επενδύσεων σε συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο είτε βάσει του μεγέθους των συναλλαγών που συνάπτονται εκτός τόπου διαπραγμάτευσης από την επιχείρηση επενδύσεων σε σχέση με τις συνολικές συναλλαγές στην Ένωση σε συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο. Ο χαρακτηρισμός ως συστηματικού εσωτερικοποιητή ισχύει μόνο όταν πληρούνται και οι δύο προϋποθέσεις, τόσο ο συχνός και συστηματικός χαρακτήρας, όσο και ο σημαντικός βαθμός ή όταν μια επιχείρηση επενδύσεων επιλέγει να δραστηριοποιηθεί ως συστηματικός εσωτερικοποιητής.
21. «Ρυθμιζόμενη αγορά»: πολυμερές σύστημα το οποίο διευθύνει ή διαχειρίζεται διαχειριστής αγοράς και το οποίο επιτρέπει ή διευκολύνει την προσέγγιση πλειόνων συμφερόντων τρίτων για την αγορά και την πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων – εντός του συστήματος και, σύμφωνα με τους κανόνες του οι οποίοι δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια – κατά τρόπο που καταλήγει στη σύναψη σύμβασης σχετικής με χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία είναι εισηγμένα προς διαπραγμάτευση βάσει των κανόνων ή των συστημάτων του, και το οποίο έχει λάβει άδεια λειτουργίας και λειτουργεί κανονικά, σύμφωνα με τον τίτλο III του παρόντος νόμου ή της Οδηγίας 2014/65/EE.
22. «Πολυμερής μηχανισμός διαπραγμάτευσης» ή «ΠΜΔ»: πολυμερές σύστημα το οποίο διαχειρίζεται επιχείρηση επενδύσεων ή διαχειριστής αγοράς και το οποίο επιτρέπει την προσέγγιση πλειόνων συμφερόντων τρίτων για την αγορά και την πώληση χρηματοπιστωτικών μέσων -εντός του συστήματος και, σύμφωνα με κανόνες που δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια – κατά τρόπο που καταλήγει στη σύναψη σύμβασης, σύμφωνα με τον τίτλο II του παρόντος νόμου ή της Οδηγίας 2014/65/EE.
23. «Μηχανισμός οργανωμένης διαπραγμάτευσης» ή «ΜΟΔ»: το πολυμερές σύστημα, που δεν είναι ρυθμιζόμενη αγορά ή ΠΜΔ, στο οποίο πλείονα συμφέροντα τρίτων για αγορά και πώληση ομολόγων, δομημένων χρηματοοικονομικών προϊόντων, δικαιωμάτων εκπομπής και παράγωγων μέσων μπορεί να αλληλεπιδρούν στο εσωτερικό του κατά τρόπο που καταλήγει στη σύναψη σύμβασης, σύμφωνα με τον τίτλο II του παρόντος νόμου ή της Οδηγίας 2014/65/EE.
24. «Τόπος διαπραγμάτευσης»: ρυθμιζόμενη αγορά, ΠΜΔ ή ΜΟΔ.
25. «Ρευστή αγορά»: αγορά χρηματοπιστωτικού μέσου ή κατηγορίας χρηματοπιστωτικών μέσων, όπου υπάρχουν έτοιμοι και πρόθυμοι αγοραστές και πωλητές σε συνεχή βάση, η οποία αξιολογείται βάσει των ακόλουθων κριτηρίων και λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη δομή αγοράς του συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού μέσου ή της συγκεκριμένης κατηγορίας χρηματοπιστωτικών μέσων:
α) μέση συχνότητα και μέσο μέγεθος των συναλλαγών για ένα φάσμα συνθηκών αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και τον κύκλο ζωής των προϊόντων εντός της κατηγορίας των χρηματοπιστωτικών μέσων,
β) αριθμός και είδος συμμετεχόντων στην αγορά, συμπεριλαμβανομένου του λόγου των συμμετεχόντων στην αγορά προς τα χρηματοπιστωτικά μέσα που τελούν υπό διαπραγμάτευση για συγκεκριμένο προϊόν,
γ) μέσο άνοιγμα τιμών όπου είναι διαθέσιμο.
26. «Αρμόδια αρχή»: η αρχή που ορίζεται, σύμφωνα με το άρθρο 67 του παρόντος νόμου ή η αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 67 της Οδηγίας 2014/65/EK κατά περίπτωση.
27. «Πιστωτικό ίδρυμα»: το πιστωτικό ίδρυμα κατά την έννοια του σημείου 1 της παρ. 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) 575/2013 (EE L 176/27.6.2013).
28. «Εταιρεία διαχείρισης Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (ΟΣΕΚΑ)»: η εταιρεία διαχείρισης κατά την έννοια των περιπτώσεων β` και γ` του άρθρου 3 του ν. 4099/2012 (Α`250) και της περίπτωσης β` της παρ. 1 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ (EE L 302/17.11.2009).
29. «Συνδεδεμένος αντιπρόσωπος»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο, ενεργώντας υπό την πλήρη και άνευ όρων ευθύνη μίας και μόνον επιχείρησης επενδύσεων για λογαριασμό της οποίας ενεργεί, προωθεί τις επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες σε πελάτες ή δυνητικούς πελάτες, λαμβάνει και διαβιβάζει οδηγίες ή εντολές πελατών σχετικά με επενδυτικές υπηρεσίες ή χρηματοπιστωτικά μέσα, τοποθετεί χρηματοπιστωτικά μέσα ή παρέχει συμβουλές σε πελάτες ή δυνητικούς πελάτες σχετικά με τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα ή υπηρεσίες.
30. «Υποκατάστημα»: τόπος επιχειρηματικής δραστηριότητας πλην της έδρας που αποτελεί τμήμα επιχείρησης επενδύσεων, στερείται νομικής προσωπικότητας και παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες ή και δραστηριότητες, ενδεχομένως δε και παρεπόμενες δραστηριότητες για τις οποίες η επιχείρηση επενδύσεων έχει αδειοδοτηθεί. Όλοι οι τόποι επιχειρηματικής δραστηριότητας που συγκροτούνται στην Ελλάδα από επιχείρηση επενδύσεων με την έδρα της σε άλλο κράτος – μέλος θεωρούνται ως ένα και μόνο υποκατάστημα.
31. «Ειδική συμμετοχή»: άμεση ή έμμεση συμμετοχή σε επιχείρηση επενδύσεων που αντιπροσωπεύει το 10% τουλάχιστον του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 9 και 10 του ν. 3556/2007 (Α`91), λαμβανομένων υπόψη των όρων για την άθροισή τους που προβλέπονται στις παραγράφους 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 13 του ως άνω νόμου, ή που επιτρέπει την άσκηση σημαντικής επιρροής στη διαχείριση της επιχείρησης επενδύσεων στην οποία υφίσταται η εν λόγω συμμετοχή.
32. «Μητρική επιχείρηση»: η μητρική επιχείρηση κατά την έννοια της μητρικής επιχείρησης του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α` 251).
33. «Θυγατρική επιχείρηση»: η θυγατρική επιχείρηση κατά την έννοια θυγατρικής επιχείρησης του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 περιλαμβανομένης κάθε θυγατρικής μίας θυγατρικής επιχείρησης της μητρικής επιχείρησης που είναι επικεφαλής των επιχειρήσεων αυτών.
34. «Όμιλος»: ο όμιλος κατά την έννοια του ομίλου του Παραρτήματος του ν. 4308/2014.
35. «Στενοί δεσμοί»: κατάσταση στην οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα συνδέονται με:
α) σχέση συμμετοχής: δηλαδή κατοχή, άμεσα ή μέσω ελέγχου, του 20% ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου μιας επιχείρησης,
β) «σχέση ελέγχου»: δηλαδή σχέση μεταξύ μητρικής και θυγατρικής επιχείρησης, σε όλες τις περιπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 32 του ν. 4308/2014, ή παρόμοια σχέση μεταξύ οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου και μίας επιχείρησης. Κάθε θυγατρική θυγατρικής επιχείρησης θεωρείται επίσης θυγατρική της μητρικής επιχείρησης που είναι επικεφαλής των επιχειρήσεων αυτών,
γ) δεσμό με τον οποίο αμφότερα ή όλα τα πρόσωπα αυτά συνδέονται μόνιμα με ένα και το αυτό πρόσωπο με σχέση ελέγχου.
36. «Όργανο διοίκησης»: το διοικητικό συμβούλιο ή άλλο όργανο ή όργανα μιας επιχείρησης επενδύσεων, ενός διαχειριστή αγοράς ή ενός παρόχου υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων, όπως ορίζεται στην περ. 36α της παρ. 1 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014, που έχουν οριστεί σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τα οποία έχουν την εξουσία καθορισμού της στρατηγικής, των στόχων και της συνολικής κατεύθυνσης της οντότητας και επιβλέπουν και παρακολουθούν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων αναφορικά με τη διοίκησή της, περιλαμβανομένων των προσώπων που διευθύνουν πραγματικά τις δραστηριότητες της οντότητας.
37. «Διευθυντικά στελέχη»: τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν εκτελεστικές λειτουργίες μιας επιχείρησης επενδύσεων, ενός διαχειριστή αγοράς ή ενός παρόχου υπηρεσιών αναφοράς δεδομένων, όπως ορίζεται στην περ. 36α της παρ. 1 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 και τα οποία είναι υπεύθυνα και υπόλογα απέναντι στο όργανο διοίκησης για την καθημερινή διαχείριση της οντότητας, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής των πολιτικών σχετικά με τη διάθεση υπηρεσιών και προϊόντων προς τους πελάτες από την επιχείρηση και το προσωπικό της».
38. «Αντιστοιχισμένη συναλλαγή για ίδιο λογαριασμό»: συναλλαγή για ίδιο λογαριασμό κατά την οποία ο φορέας διευκόλυνσης μεσολαβεί μεταξύ του αγοραστή και του πωλητή της συναλλαγής κατά τρόπο που δεν τον εκθέτει ποτέ σε κίνδυνο αγοράς καθ` όλη τη διάρκεια εκτέλεσης της συναλλαγής, με αμφότερα τα μέρη της συναλλαγής να εκτελούνται ταυτόχρονα, και όπου η συναλλαγή ολοκληρώνεται σε τιμή κατά την οποία ο φορέας διευκόλυνσης δεν πραγματοποιεί κανένα κέρδος ή ζημία, πέραν της προμήθειας, αμοιβής ή χρέωσης για τη συναλλαγή που γνωστοποιείται προηγουμένως.
39. «Αλγοριθμικές συναλλαγές»: οι συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα, όπου ένας αλγόριθμος υπολογιστή καθορίζει αυτόματα επιμέρους παραμέτρους εντολών, όπως π.χ. την απόφαση για την εισαγωγή της εντολής, το χρόνο, την τιμή ή την ποσότητα της εντολής ή τον τρόπο διαχείρισης της εντολής μετά την εισαγωγή της, με ελάχιστη ή καμία ανθρώπινη παρέμβαση και δεν περιλαμβάνει συστήματα που χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς της δρομολόγησης εντολών σε έναν ή περισσότερους τόπους διαπραγμάτευσης ή για την επεξεργασία εντολών που δεν καθορίζουν παραμέτρους για την εκτέλεσή τους, ή για την επιβεβαίωση εντολών ή τη μετασυναλλακτική επεξεργασία των συναλλαγών που εκτελέστηκαν.
40. «Τεχνική κατάρτισης αλγοριθμικών συναλλαγών σε υψηλή συχνότητα»: τεχνική κατάρτισης αλγοριθμικών συναλλαγών που χαρακτηρίζεται από:
α) τη χρήση τεχνολογικής υποδομής για την ελαχιστοποίηση του χρόνου αδράνειας δικτύων ή άλλων συστημάτων πληροφορικής, η οποία περιλαμβάνει τουλάχιστον μια από τις εξής διευκολύνσεις για την αλγοριθμική εισαγωγή εντολών: συστέγαση συστημάτων, φιλοξενία συστημάτων σε εγγύτητα (proximity hosting) ή άμεση ηλεκτρονική πρόσβαση υψηλής ταχύτητας,
β) τον καθορισμό από το σύστημα της απόφασης για την εισαγωγή, την παραγωγή, τη δρομολόγηση ή την εκτέλεση μιας εντολής χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, για μεμονωμένες συναλλαγές ή εντολές, και
γ) υψηλά ημερήσια επίπεδα μηνυμάτων τα οποία αποτελούν εντολές, προσφορές ή ακυρώσεις.
41. «Άμεση ηλεκτρονική πρόσβαση»: μηχανισμός στο πλαίσιο του οποίου ένα μέλος ή συμμετέχων ή πελάτης ενός τόπου διαπραγμάτευσης επιτρέπει σε ένα πρόσωπο να χρησιμοποιεί τον κωδικό διαπραγμάτευσής του έτσι ώστε το πρόσωπο αυτό να μπορεί να διαβιβάζει ηλεκτρονικά εντολές σχετικά με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο απευθείας στον τόπο διαπραγμάτευσης και περιλαμβάνει ρυθμίσεις όπου το εν λόγω πρόσωπο κάνει χρήση της υποδομής του μέλους ή του συμμετέχοντος ή του πελάτη ή οποιουδήποτε συστήματος σύνδεσης με τον τόπο διαπραγμάτευσης που παρέχεται από το μέλος ή τον συμμετέχοντα ή τον πελάτη, για τη διαβίβαση εντολών (άμεση πρόσβαση στην αγορά, direct market access) και ρυθμίσεις όπου η υποδομή αυτή δεν χρησιμοποιείται από ένα πρόσωπο κατευθείαν (κατευθείαν πρόσβαση στην αγορά, sponsored access).
42. «Πρακτική διασταυρούμενων πωλήσεων (crossselling practices)»: η προσφορά μιας επενδυτικής υπηρεσίας μαζί με μια άλλη υπηρεσία ή προϊόν ως μέρος πακέτου ή ως προϋπόθεση για την ίδια συμφωνία ή πακέτο.
43. «Δομημένη κατάθεση»: κατάθεση, όπως ορίζεται στην περίπτωση 20 της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 4370/ 2016 (Α` 37), πλήρως επιστρεπτέα κατά την ημερομηνία λήξης, βάσει όρων υπό τους οποίους τόκοι ή άλλες αποδόσεις (premium) καταβάλλονται ή εκτίθενται σε κίνδυνο, σύμφωνα με έναν τύπο που περιλαμβάνει παράγοντες όπως:
α) ένα δείκτη ή συνδυασμό δεικτών, εξαιρουμένων των καταθέσεων μεταβλητού επιτοκίου των οποίων η απόδοση συνδέεται άμεσα με ένα δείκτη επιτοκίου όπως ο Euribor ή ο Libor,
β) ένα χρηματοπιστωτικό μέσο ή συνδυασμό χρηματοπιστωτικών μέσων,
γ) ένα εμπόρευμα ή συνδυασμό εμπορευμάτων ή άλλων, υλικών ή μη υλικών, μη ανταλλάξιμων περιουσιακών στοιχείων ή
δ) μια συναλλαγματική ισοτιμία ή συνδυασμό συναλλαγματικών ισοτιμιών.
44. «Κινητές αξίες»: οι κατηγορίες κινητών αξιών που επιδέχονται διαπραγμάτευσης στην κεφαλαιαγορά, εξαιρουμένων των μέσων πληρωμής, και ιδίως:
α) μετοχές και άλλοι τίτλοι ισοδύναμοι με μετοχές εταιρειών, προσωπικών εταιρειών και άλλων οντοτήτων, καθώς και αποθετήρια έγγραφα για μετοχές,
β) ομόλογα ή άλλες μορφές τιτλοποιημένου χρέους, καθώς και αποθετήρια έγγραφα για τέτοιες κινητές αξίες,
γ) κάθε άλλη κινητή αξία που παρέχει δικαίωμα αγοράς ή πώλησης παρόμοιων κινητών αξιών ή επιδεχόμενη διακανονισμού με ρευστά διαθέσιμα προσδιοριζόμενο κατ` αναφορά προς κινητές αξίες, νομίσματα, επιτόκια ή αποδόσεις, εμπορεύματα ή άλλους δείκτες ή μεγέθη.
44Α. «Ρήτρα πλήρους αποκατάστασης»: ρήτρα που αποσκοπεί στην προστασία του επενδυτή, διασφαλίζοντας ότι, σε περίπτωση πρόωρης εξόφλησης ενός ομολόγου, ο εκδότης υποχρεούται να καταβάλει στον επενδυτή που κατέχει το ομόλογο ποσό ίσο με το άθροισμα της καθαρής παρούσας αξίας των υπόλοιπων πληρωμών τοκομεριδίων που αναμένονται μέχρι τη λήξη και του κεφαλαίου του προς εξόφληση ομολόγου.
45. «Αποθετήρια έγγραφα»: οι κινητές αξίες οι οποίες επιδέχονται διαπραγμάτευση στην κεφαλαιαγορά και οι οποίες αντιπροσωπεύουν κυριότητα επί των κινητών αξιών αλλοδαπού εκδότη, ενώ μπορεί να εισαχθούν προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και η διαπραγμάτευσή τους να γίνεται ανεξάρτητα από τις κινητές αξίες του αλλοδαπού εκδότη.
46. «Διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια»: κεφάλαια των οποίων τουλάχιστον μία κατηγορία μεριδίων ή μετοχών αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης καθ` όλη τη διάρκεια της ημέρας σε τουλάχιστον έναν τόπο διαπραγμάτευσης και με τουλάχιστον έναν ειδικό διαπραγματευτή που ενεργεί για να εξασφαλίσει ότι η αξία των μεριδίων ή των μετοχών στον τόπο διαπραγμάτευσης δεν αποκλίνει σημαντικά από την καθαρή αξία ενεργητικού τους και, κατά περίπτωση, από την ενδεικτική καθαρή αξία ενεργητικού τους.
47. «Πιστοποιητικά»: τα πιστοποιητικά κατά την έννοια του σημείου 27 της παρ. 1 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014.
48. «Δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα»: τα δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα κατά την έννοια του σημείου 28 της παρ. 1 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014.
49. «Παράγωγα»: τα παράγωγα κατά την έννοια του σημείου 29 της παρ. 1 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014.
50. «Παράγωγα επί εμπορευμάτων»: τα παράγωγα επί εμπορευμάτων κατά την έννοια του σημείου 30 της παρ. 1 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014.
51. «Κεντρικός αντισυμβαλλόμενος (CCP)»: κεντρικός αντισυμβαλλόμενος, όπως ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012 (EE L 201/ 27.7.2012).
52. (Καταργήθηκε).
53. (Καταργήθηκε).
54. (Καταργήθηκε).
55. «Κράτος – μέλος καταγωγής»:
α) στην περίπτωση επιχείρησης επενδύσεων:
αα) αν η επιχείρηση επενδύσεων είναι φυσικό πρόσωπο, το κράτος – μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά της γραφεία,
ββ) αν η επιχείρηση επενδύσεων είναι νομικό πρόσωπο, το κράτος – μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική της έδρα,
γγ) αν η επιχείρηση επενδύσεων δεν έχει, βάσει της εθνικής της νομοθεσίας, καταστατική έδρα, το κράτος – μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά της γραφεία,
β) στην περίπτωση ρυθμιζόμενης αγοράς, το κράτος-μέλος στο οποίο είναι καταχωρισμένη η ρυθμιζόμενη αγορά ή, αν βάσει της νομοθεσίας του εν λόγω κράτους- μέλους αυτή δεν έχει καταστατική έδρα, το κράτος – μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία της ρυθμιζόμενης αγοράς,
γ) (Καταργήθηκε).
56. «Κράτος – μέλος υποδοχής»: το κράτος – μέλος, διάφορο του κράτους μέλους καταγωγής, στο οποίο μια επιχείρηση επενδύσεων έχει υποκατάστημα ή παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκεί επενδυτικές δραστηριότητες, ή το κράτος – μέλος στο οποίο ρυθμιζόμενη αγορά παρέχει τους κατάλληλους μηχανισμούς για να διευκολύνει την εξ αποστάσεως πρόσβαση μελών ή συμμετεχόντων εγκατεστημένων σε αυτό το ίδιο κράτος – μέλος στις διενεργούμενες στο σύστημά της συναλλαγές.
57. «Επιχείρηση τρίτης χώρας»: μια επιχείρηση που θα ήταν πιστωτικό ίδρυμα που θα παρείχε επενδυτικές υπηρεσίες ή θα ασκούσε επενδυτικές δραστηριότητες, ή επιχείρηση επενδύσεων αν τα κεντρικά γραφεία της ή η καταστατική έδρα της βρίσκονταν εντός της Ένωσης.
58. «Ενεργειακό προϊόν χονδρικής»: τα ενεργειακά προϊόντα χονδρικής όπως ορίζονται στο σημείο 4 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 1227/2011 (EE L 326/ 8.12.2011).
59. «Παράγωγα επί γεωργικών προϊόντων»: οι συμβάσεις παραγώγων που σχετίζονται με τα προϊόντα που απαριθμούνται στο άρθρο 1 και στο παράρτημα I μέρη I έως ΧΧ και XXIV/1 του Κανονισμού (ΕΕ) 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, καθώς και με τα προϊόντα που απαριθμούνται στο παράρτημα I του Κανονισμού (ΕΕ) 1379/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
60. «Εκδότης κρατικών/δημόσιων τίτλων»: οποιοσδήποτε από τους ακόλουθους φορείς εκδίδει χρεωστικούς τίτλους:
α) η Ένωση,
β) ένα κράτος – μέλος, συμπεριλαμβανομένου κυβερνητικού φορέα ή οργανισμού ή εταιρείας ειδικού σκοπού του κράτους – μέλους,
γ) σε περίπτωση ομοσπονδιακού κράτους – μέλους, ένα από τα μέλη που συγκροτούν την ομοσπονδία,
δ) εταιρεία ειδικού σκοπού για διάφορα κράτη – μέλη,
ε) ένα διεθνές χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που συστήνεται από δύο ή περισσότερα κράτη – μέλη, σκοπός του οποίου είναι η κινητοποίηση χρηματοδότησης και η παροχή χρηματοοικονομικής βοήθειας προς όφελος όσων μελών του αντιμετωπίζουν ή απειλούνται με σοβαρά προβλήματα χρηματοδότησης, ή
στ) η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.
61. «Κρατικός/δημόσιος χρεωστικός τίτλος»: χρεωστικός τίτλος που έχει εκδοθεί από εκδότη κρατικών/ δημόσιων τίτλων.
62. «Σταθερό μέσο»: κάθε μέσο το οποίο:
α) παρέχει στον πελάτη τη δυνατότητα να αποθηκεύει πληροφορίες που απευθύνονται προσωπικά στον πελάτη αυτόν, κατά τρόπο ώστε να μπορεί να ανατρέχει σε αυτές μελλοντικά, για το απαιτούμενο από τους σκοπούς των πληροφοριών χρονικό διάστημα, και
β) επιτρέπει την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων πληροφοριών.
62Α. «Ηλεκτρονική μορφή»: κάθε σταθερό μέσο εκτός από χαρτί.
63. (Καταργείται).
64. Κεντρικό αποθετήριο τίτλων ή «ΚΑΤ» : κεντρικό αποθετήριο τίτλων όπως ορίζεται στο σημείο 1 της παρ. 1 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 909/2014.
65. «Κατεξοχήν εμπορικός όμιλος»: κάθε όμιλος του οποίου η κύρια δραστηριότητα δεν είναι η παροχή επενδυτικών υπηρεσιών κατά την έννοια του παρόντος νόμου, ή η άσκηση οποιασδήποτε από τις δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ ή η άσκηση δραστηριότητας υπό την ιδιότητα του ειδικού διαπραγματευτή σε σχέση με παράγωγα επί εμπορευμάτων.».
Άρθρο 181
Εξαιρέσεις από τις απαιτήσεις παρακολούθησης προϊόντων –
Προσθήκη άρθρου 16α στον ν. 4514/2018
(παρ. 3 άρθρου 1 της Οδηγίας 2021/338)
Μετά το άρθρο 16 του ν. 4514/2018 (Α΄ 14) προστίθεται άρθρο 16α ως εξής:
«Άρθρο 16α
Εξαιρέσεις από τις απαιτήσεις παρακολούθησης προϊόντων
Οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. εξαιρούνται από τις απαιτήσεις που ορίζονται στο δεύτερο έως και πέμπτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 16 και στην παρ. 2 του άρθρου 24, όταν οι επενδυτικές υπηρεσίες που παρέχουν αφορούν σε ομόλογα χωρίς κανένα άλλο ενσωματωμένο παράγωγο, εκτός από τη ρήτρα πλήρους αποκατάστασης ή όταν τα χρηματοπιστωτικά μέσα διατίθενται στην αγορά ή διανέμονται αποκλειστικά σε επιλέξιμους αντισυμβαλλόμενους.».
Άρθρο 182
Γενικές αρχές και πληροφόρηση των πελατών – Τροποποίηση άρθρου 24 του ν. 4514/2018
(παρ. 4 άρθρου 1 της οδηγίας 2021/338)
Στο άρθρο 24 του ν. 4514/2018 (Α΄14), στην παρ. 4 προστίθενται πέμπτο και έκτο εδάφιο, προστίθενται παρ. 5Α και 9Α και οι παρ. 4, 5Α και 9Α διαμορφώνονται ως εξής:
«4. Η Α.Ε.Π.Ε.Υ. παρέχει στους πελάτες ή τους δυνητικούς πελάτες εγκαίρως κατάλληλη πληροφόρηση σχετικά με την ίδια και τις υπηρεσίες της, τα χρηματοπιστωτικά μέσα και τις προτεινόμενες επενδυτικές στρατηγικές, τους τόπους εκτέλεσης και το κόστος και τις συναφείς επιβαρύνσεις. Η πληροφόρηση αυτή περιλαμβάνει τα εξής:
α) κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών, η Α.Ε.Π.Ε.Υ. πρέπει, εγκαίρως πριν από την παροχή των επενδυτικών συμβουλών, να ενημερώνει τον πελάτη για τα ακόλουθα:
αα) αν οι συμβουλές παρέχονται σε ανεξάρτητη βάση ή όχι,
ββ) αν οι συμβουλές βασίζονται σε ευρεία ή πιο περιορισμένη ανάλυση των διαφόρων ειδών χρηματοπιστωτικών μέσων και, ιδίως, αν το εύρος αυτό περιορίζεται στα χρηματοπιστωτικά μέσα που εκδίδονται ή διατίθενται από οντότητες που έχουν στενούς δεσμούς με την Α.Ε.Π.Ε.Υ. ή οποιεσδήποτε άλλες νομικές ή οικονομικές σχέσεις, όπως συμβατικές σχέσεις, που είναι τόσο στενές, ώστε να θέτουν σε κίνδυνο την ανεξαρτησία των παρεχόμενων συμβουλών,
γγ) αν η Α.Ε.Π.Ε.Υ. διαθέτει στον πελάτη περιοδική αξιολόγηση της καταλληλότητας των χρηματοπιστωτικών μέσων που προτείνονται στον πελάτη,
β) οι πληροφορίες για τα χρηματοπιστωτικά μέσα και τις προτεινόμενες επενδυτικές στρατηγικές περιλαμβάνουν κατάλληλη καθοδήγηση και προειδοποιήσεις σχετικά με τους κινδύνους που συνδέονται με τις επενδύσεις στα χρηματοπιστωτικά μέσα ή με την υιοθέτηση συγκεκριμένων επενδυτικών στρατηγικών και αναφορά για το αν το χρηματοπιστωτικό μέσο απευθύνεται σε ιδιώτες ή επαγγελματίες πελάτες, λαμβανομένης υπόψη της προσδιορισμένης αγοράς-στόχου, σύμφωνα με την παράγραφο 2,
γ) η πληροφόρηση για όλα τα κόστη και τις συναφείς επιβαρύνσεις περιλαμβάνει πληροφορίες σχετιζόμενες τόσο με τις επενδυτικές όσο και με τις παρεπόμενες υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένου του κόστους που σχετίζεται με την παροχή των συμβουλευτικών υπηρεσιών, κατά περίπτωση, του κόστους του χρηματοπιστωτικού μέσου που συνιστάται ή διαφημίζεται στον πελάτη και των δυνατών τρόπων πληρωμής του από τον πελάτη, περιλαμβανομένων επίσης όλων των πληρωμών προς τρίτους.
Οι πληροφορίες σχετικά με όλα τα κόστη και τις επιβαρύνσεις, περιλαμβανομένων εκείνων που συνδέονται με την επενδυτική υπηρεσία και το χρηματοπιστωτικό μέσο, που δεν οφείλονται στην επέλευση υποκείμενου κινδύνου της αγοράς, παρέχονται συγκεντρωτικά για να επιτρέψουν στον πελάτη να κατανοήσει το συνολικό κόστος, καθώς και το αθροιστικό αποτέλεσμά του στην απόδοση της επένδυσης και αν το ζητήσει ο πελάτης, συνοδεύονται από αναλυτική καταγραφή του κόστους. Εφόσον συντρέχει περίπτωση, οι πληροφορίες αυτές διατίθενται στον πελάτη σε τακτική βάση, τουλάχιστον ετήσια, καθ` όλη τη διάρκεια της επένδυσης.
Αν η συμφωνία για αγορά ή πώληση χρηματοπιστωτικού μέσου έχει συναφθεί μέσω επικοινωνίας εξ αποστάσεως, που δεν καθιστά δυνατή την εκ των προτέρων παράδοση πληροφοριών σχετικά με το κόστος και τις επιβαρύνσεις, η Α.Ε.Π.Ε.Υ. μπορεί να παρέχει τέτοιου είδους πληροφορίες κόστους και επιβαρύνσεων είτε σε ηλεκτρονική μορφή, είτε σε έντυπη μορφή, εφόσον το ζητήσει ιδιώτης πελάτης, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά την ολοκλήρωση της συναλλαγής, εφόσον πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α) Ο πελάτης έχει συμφωνήσει να λάβει τις πληροφορίες χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά την ολοκλήρωση της συναλλαγής,
β) η Α.Ε.Π.Ε.Υ. έχει προσφέρει στον πελάτη τη δυνατότητα να καθυστερήσει την ολοκλήρωση της συναλλαγής έως ότου ο πελάτης λάβει τις πληροφορίες. Επιπροσθέτως προς τις απαιτήσεις του τρίτου εδαφίου, η Α.Ε.Π.Ε.Υ. υποχρεούται να παρέχει στον πελάτη τη δυνατότητα να λαμβάνει τις πληροφορίες σχετικά με το κόστος και τις επιβαρύνσεις τηλεφωνικώς πριν από τη σύναψη της συναλλαγής.».
«5Α. Οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. παρέχουν σε πελάτες ή δυνητικούς πελάτες τις πληροφορίες που παρέχονται βάσει του παρόντος νόμου σε ηλεκτρονική μορφή, εκτός εάν ο πελάτης ή ο δυνητικός πελάτης είναι ιδιώτης πελάτης ή δυνητικός ιδιώτης πελάτης που έχει ζητήσει να λαμβάνει τις πληροφορίες σε έντυπη μορφή, οπότε οι πληροφορίες, κατόπιν σχετικής ενημέρωσης για τη δυνατότητα αυτή από τις Α.Ε.Π.Ε.Υ., παρέχονται σε έντυπη μορφή και δωρεάν. Οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. ενημερώνουν, επιπλέον, τους υφιστάμενους ιδιώτες πελάτες ότι θα λαμβάνουν τις εν λόγω πληροφορίες σε ηλεκτρονική μορφή τουλάχιστον οκτώ (8) εβδομάδες πριν από την αποστολή τους σε ηλεκτρονική μορφή. Οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. ενημερώνουν τους υφιστάμενους ιδιώτες πελάτες ότι έχουν τη δυνατότητα είτε να συνεχίσουν να λαμβάνουν πληροφορίες σε έντυπη μορφή, είτε να επιλέξουν να λαμβάνουν τις πληροφορίες σε ηλεκτρονική μορφή. Οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. ενημερώνουν τους υφιστάμενους ιδιώτες πελάτες ότι θα υπάρξει αυτόματη μετάβαση σε ηλεκτρονική μορφή, εάν δεν ζητήσουν τη συνέχιση της παροχής των πληροφοριών σε έντυπη μορφή εντός της οριζόμενης περιόδου των οκτώ (8) εβδομάδων. Οι υφιστάμενοι ιδιώτες πελάτες που λαμβάνουν ήδη τις πληροφορίες που παρέχονται, βάσει της παρούσας, σε ηλεκτρονική μορφή, δεν χρειάζεται να ενημερώνονται.»
«9Α. Η παροχή έρευνας από τρίτους σε Α.Ε.Π.Ε.Υ. που παρέχουν διαχείριση χαρτοφυλακίου ή άλλες επενδυτικές ή παρεπόμενες υπηρεσίες σε πελάτες, θεωρείται ότι πληροί τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στην παρ. 1 εάν:
α) Πριν από την παροχή υπηρεσιών εκτέλεσης ή έρευνας, έχει συναφθεί συμφωνία μεταξύ της Α.Ε.Π.Ε.Υ. και του παρόχου έρευνας, στην οποία προσδιορίζεται το μέρος συνδυασμένων επιβαρύνσεων ή από κοινού πληρωμών που αντιστοιχεί στην έρευνα,
β) η Α.Ε.Π.Ε.Υ. ενημερώνει τους πελάτες της σχετικά με τις πληρωμές από κοινού για υπηρεσίες εκτέλεσης και έρευνες που πραγματοποιούνται σε τρίτους παρόχους έρευνας, και
γ) η έρευνα για την οποία καταβάλλονται οι συνδυασμένες επιβαρύνσεις ή πραγματοποιείται η από κοινού πληρωμή αφορά σε εκδότες των οποίων η χρηματιστηριακή αξία κατά τη διάρκεια των τριάντα έξι (36) μηνών που προηγούνται της παροχής έρευνας δεν υπερβαίνει το ένα δισεκατομμύριο (1.000.000.000) ευρώ, όπως προκύπτει από τα στοιχεία στο τέλος κάθε έτους, κατά η διάρκεια των ετών, κατά τα οποία είναι ή ήταν εισηγμένες, ή από τα ίδια κεφάλαια, κατά τη διάρκεια των οικονομικών ετών, κατά τα οποία δεν είναι ή δεν ήταν εισηγμένες.
Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η έρευνα νοείται ότι καλύπτει υλικό ή υπηρεσίες έρευνας που αφορούν σε ένα ή περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία, ή τους εκδότες ή εν δυνάμει εκδότες χρηματοπιστωτικών μέσων, ή ότι καλύπτει υλικό ή υπηρεσίες έρευνας που συνδέονται στενά με έναν συγκεκριμένο κλάδο ή αγορά, ώστε να τεκμηριώνει απόψεις για τα χρηματοπιστωτικά μέσα, τα περιουσιακά στοιχεία ή τους εκδότες, στο πλαίσιο του εν λόγω κλάδου ή της εν λόγω αγοράς. Η έρευνα περιλαμβάνει υλικό ή υπηρεσίες που συνιστούν ή υποδεικνύουν συγκεκριμένη επενδυτική στρατηγική και παρέχουν τεκμηριωμένη γνώμη, σχετικά με την παρούσα ή τη μελλοντική αξία ή τιμή χρηματοπιστωτικών μέσων ή περιουσιακών στοιχείων, ή περιέχουν, υπό άλλη μορφή, ανάλυση και πρωτότυπες ιδέες, και καταλήγουν σε συμπεράσματα με βάση νέες ή υφιστάμενες πληροφορίες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να τεκμηριωθεί μια επενδυτική στρατηγική και να είναι συναφής και ικανή να προσθέσει αξία στις αποφάσεις της Α.Ε.Π.Ε.Υ. για λογαριασμό των πελατών που χρεώνονται για την εν λόγω έρευνα.».
Άρθρο 183
Αξιολόγηση της καταλληλότητας και της συμβατότητας και ενημέρωση προς πελάτες – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 25 του ν. 4514/2018
(παρ. 5 άρθρου 1 της οδηγίας 2021/338)
Στην παρ. 2 του άρθρου 25 του ν. 4514/2018 (Α΄ 14) προστίθενται τρίτο και τέταρτο εδάφια και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:
«2. Όταν οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. παρέχουν επενδυτικές συμβουλές ή προβαίνουν σε διαχείριση χαρτοφυλακίου, αντλούν τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τη γνώση και την εμπειρία του πελάτη ή του δυνητικού πελάτη στον επενδυτικό τομέα σε σχέση με το συγκεκριμένο τύπο προϊόντος ή υπηρεσίας, σχετικά με τη χρηματοοικονομική του κατάσταση, περιλαμβανομένης της δυνατότητάς του να υποστεί ζημίες, καθώς και σχετικά με τους επενδυτικούς στόχους του, περιλαμβανομένου του επιπέδου ανοχής κινδύνου, ώστε να μπορούν οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. να του συστήσουν τις επενδυτικές υπηρεσίες και τα χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι κατάλληλα για την περίπτωσή του και, ιδίως, είναι, σύμφωνα με το επίπεδο ανοχής κινδύνου και τη δυνατότητά του να υποστεί ζημίες. Όταν οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. παρέχουν επενδυτικές συμβουλές, στο πλαίσιο των οποίων συστήνουν πακέτο υπηρεσιών ή προϊόντων, σύμφωνα με την παράγραφο 11 του άρθρου 24, το συνολικό πακέτο πρέπει να είναι κατάλληλο για τον πελάτη. Κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών ή υπηρεσιών διαχείρισης χαρτοφυλακίου που περιλαμβάνουν την αλλαγή χρηματοπιστωτικών μέσων, οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. αντλούν τις αναγκαίες πληροφορίες σχετικά με τις επενδύσεις του πελάτη και αναλύουν το κόστος και τα οφέλη της αλλαγής χρηματοπιστωτικών μέσων. Κατά την παροχή επενδυτικών συμβουλών, οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. ενημερώνουν τον πελάτη αν τα οφέλη της αλλαγής χρηματοπιστωτικών μέσων είναι μεγαλύτερα από το κόστος που συνεπάγεται η εν λόγω αλλαγή.».
Άρθρο 184
Υποχρέωση εκτέλεσης των εντολών με τους πλέον ευνοϊκούς για τον πελάτη όρους- Τροποποίηση άρθρου 27 του ν. 4514/2018
(παρ. 6 άρθρου 1 της οδηγίας 2021/338)
Στην παρ. 3 του άρθρου 27 του ν. 4514/2018 (Α΄ 14), προστίθεται τέταρτο εδάφιο και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:
«3. Για τα χρηματοπιστωτικά μέσα που υπόκεινται στη σχετική με την κατάρτιση συναλλαγών υποχρέωση των άρθρων 23 και 28 του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014, κάθε τόπος διαπραγμάτευσης και κάθε συστηματικός εσωτερικοποιητής και, για τα λοιπά χρηματοπιστωτικά μέσα, κάθε τόπος εκτέλεσης, διαθέτει στο κοινό, ατελώς, δεδομένα σχετικά με την ποιότητα της εκτέλεσης των συναλλαγών που διενεργούνται στο συγκεκριμένο τόπο τουλάχιστον σε ετήσια βάση. Μετά την εκτέλεση συναλλαγής για λογαριασμό πελάτη, η Α.Ε.Π.Ε.Υ. πληροφορεί τον πελάτη σε ποιον τόπο εκτελέστηκε η εντολή. Οι περιοδικές εκθέσεις περιλαμβάνουν λεπτομέρειες σχετικά με την τιμή, τα κόστη, την ταχύτητα και την πιθανότητα εκτέλεσης μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών μέσων. Ως ημερομηνία έναρξης ισχύος για την εφαρμογή της απαίτησης περιοδικής υποβολής εκθέσεων στο κοινό που προβλέπεται στην παρούσα, ορίζεται η 1η.3.2023.».
Άρθρο 185
Παροχή υπηρεσιών σε επαγγελματίες πελάτες – Προσθήκη άρθρου 29Α στον ν. 4514/2018
(παρ. 8 άρθρου 1 της οδηγίας 2021/338)
Στον ν. 4514/2018 (Α΄ 14) προστίθεται άρθρο 29Α ως εξής:
«Άρθρο 29Α
Παροχή υπηρεσιών σε επαγγελματίες πελάτες
1. Οι απαιτήσεις που προβλέπονται στην περ. γ) της παρ. 4 του άρθρου 24 δεν ισχύουν για υπηρεσίες που παρέχονται σε επαγγελματίες πελάτες, εκτός των επενδυτικών συμβουλών και της διαχείρισης χαρτοφυλακίου.
2. Οι απαιτήσεις που προβλέπονται στο τρίτο εδάφιο της παρ. 2 και στην παρ. 6 του άρθρου 25 δεν ισχύουν για υπηρεσίες που παρέχονται σε επαγγελματίες πελάτες, εκτός εάν οι εν λόγω πελάτες ενημερώσουν εγγράφως την επιχείρηση επενδύσεων, είτε σε ηλεκτρονική είτε σε έντυπη μορφή, ότι επιθυμούν να επωφεληθούν από τα δικαιώματα που προβλέπονται στις συγκεκριμένες διατάξεις.
3. Οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. τηρούν αρχείο των ανακοινώσεων πελατών που αναφέρονται στην παρ. 2.»
Άρθρο 186
Συναλλαγές με επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους – Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 4514/2018
(παρ. 9 άρθρου 1 Οδηγίας 2021/338)
Στην παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 4514/2018 (Α΄ 14), περί λειτουργίας των Ανώνυμων Εταιρειών Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Α.Ε.Π.Ε.Υ.), αντικαθίσταται το πρώτο εδάφιο και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. που έχουν λάβει άδεια να εκτελούν εντολές για λογαριασμό πελατών και/ή να διενεργούν συναλλαγές για ίδιο λογαριασμό ή να λαμβάνουν και να διαβιβάζουν εντολές, έχουν τη δυνατότητα να διακανονίζουν ή να διενεργούν συναλλαγές με επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους χωρίς να υποχρεούνται να συμμορφωθούν με το άρθρο 24, εξαιρουμένης της παρ. 5α, το άρθρο 25, το άρθρο 27 και την παρ. 1 του άρθρου 28.
Στις συναλλαγές τους με τους επιλέξιμους αντισυμβαλλόμενους οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. ενεργούν με εντιμότητα, αμεροληψία και επαγγελματισμό και επικοινωνούν με τρόπο που είναι ορθός, σαφής και μη παραπλανητικός, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση του επιλέξιμου αντισυμβαλλομένου και της επιχειρηματικής του δραστηριότητας.».
Άρθρο 187
Όρια θέσεων και έλεγχοι για τη διαχείριση θέσεων σε παράγωγα επί εμπορευμάτων -Τροποποίηση του άρθρου 57 του ν. 4514/2018
(παρ. 10 άρθρου 1 της Οδηγίας 2021/338)
Στο άρθρο 57 του ν. 4514/2018 (Α’ 14), περί ορίων σε παράγωγα εμπορευμάτων, οι παρ. 1, 3, 5 και 6 αντικαθίστανται, προστίθεται παρ. 1Α και το άρθρο 57 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 57
Όρια θέσεων και έλεγχοι για τη διαχείριση θέσεων σε παράγωγα επί εμπορευμάτων
(Άρθρο 57 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ)
1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, σύμφωνα με τη μεθοδολογία υπολογισμού που καθορίζει η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (Ε.Α.Κ.Α.Α.) στο πλαίσιο ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που εκδίδονται κατ’ εφαρμογή της παρ. 3 του άρθρου 57 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της Οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της Οδηγίας 2011/61/ΕΕ (L 173), ορίζει και εφαρμόζει όρια σχετικά με το μέγεθος της καθαρής θέσης που μπορεί να κατέχει ανά πάσα στιγμή ένα πρόσωπο σε παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων και σε σημαντικά ή κρίσιμης σημασίας παράγωγα επί εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης, καθώς και σε οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Τα παράγωγα επί εμπορευμάτων θεωρούνται κρίσιμης σημασίας ή σημαντικά όταν το άθροισμα όλων των καθαρών θέσεων των κατόχων τελικής θέσης αποτελεί το μέγεθος της ανοικτής συμμετοχής τους και ανέρχεται σε τουλάχιστον τριακόσιες χιλιάδες (300.000) παρτίδες κατά μέσο όρο για περίοδο ενός (1) έτους. Τα όρια καθορίζονται με βάση όλες τις θέσεις που κατέχει ένα πρόσωπο και εκείνες που κατέχονται εξ ονόματός του σε συγκεντρωτικό επίπεδο ομίλου, προκειμένου:
α) Να αποτρέπεται η κατάχρηση της αγοράς,
β) να υποστηρίζονται ορθοί όροι τιμολόγησης και διακανονισμού, συμπεριλαμβανομένης της αποτροπής δημιουργίας θέσεων που στρεβλώνουν την αγορά και της εξασφάλισης, ιδίως, της σύγκλισης των τιμών των παραγώγων κατά τον μήνα παράδοσης και των τιμών για άμεση παράδοση του υποκείμενου εμπορεύματος, με την επιφύλαξη της διαδικασίας διαμόρφωσης τιμής στην αγορά του υποκείμενου εμπορεύματος.
1Α. Τα όρια θέσης που αναφέρονται στην παρ. 1 δεν εφαρμόζονται σε:
α) Θέσεις που κατέχονται από μη χρηματοοικονομική οντότητα ή εξ ονόματός της και οι οποίες, κατά τρόπο αντικειμενικά μετρήσιμο, μειώνουν τους κινδύνους που συνδέονται άμεσα με την εμπορική δραστηριότητα της συγκεκριμένης μη χρηματοοικονομικής οντότητας,
β) θέσεις που κατέχονται από χρηματοοικονομική οντότητα, ή εξ ονόματός της, που ανήκει σε κατεξοχήν εμπορικό όμιλο και ενεργεί εξ ονόματος μη χρηματοοικονομικής οντότητας του κατεξοχήν εμπορικού ομίλου, εάν για τις εν λόγω θέσεις μπορεί να διαπιστωθεί, με αντικειμενικά μετρήσιμο τρόπο, ότι μειώνουν τους κινδύνους που συνδέονται άμεσα με την εμπορική δραστηριότητα της συγκεκριμένης μη χρηματοοικονομικής οντότητας,
γ) θέσεις που κατέχονται από χρηματοπιστωτικούς και μη χρηματοπιστωτικούς αντισυμβαλλομένους για τις θέσεις, οι οποίες, κατά τρόπο αντικειμενικά μετρήσιμο, προκύπτουν από συναλλαγές που εκτελούνται με σκοπό την εκπλήρωση υποχρέωσης για την παροχή ρευστότητας σε τόπο διαπραγμάτευσης, όπως αναφέρεται στην περ. γ) της παρ. 4 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ,
δ) κάθε άλλη κινητή αξία, όπως αναφέρεται στην περ. γ) της παρ. 44 του άρθρου 4, η οποία σχετίζεται με εμπόρευμα ή με υποκείμενο μέσο που αναφέρεται στο τμήμα Γ.10 του παραρτήματος I.
2. Τα όρια θέσεων καθορίζουν σαφή ποσοτικά όρια για το ανώτατο μέγεθος θέσης που μπορεί να κατέχει ένα πρόσωπο σε παράγωγο επί εμπορευμάτων.
3. H Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς καθορίζει όρια θέσεων για κρίσιμης σημασίας ή σημαντικά παράγωγα επί εμπορευμάτων και παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης, με βάση τη μεθοδολογία υπολογισμού που καθορίζεται στα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα τα οποία εκδίδει η Επιτροπή κατ’ εφαρμογή της παρ. 3 του άρθρου 57 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Αυτά τα όρια θέσης ισχύουν και για οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επανεξετάζει τα όρια θέσης που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο όταν υπάρχει σημαντική μεταβολή στην αγορά, περιλαμβανομένης σημαντικής μεταβολής στην παραδοτέα ποσότητα ή τις ανοικτές θέσεις, με βάση τον καθορισμό της παραδοτέας ποσότητας και των ανοικτών θέσεων από την αρμόδια αρχή, και αναπροσαρμόζει τα εν λόγω όρια θέσης σύμφωνα με τη μεθοδολογία υπολογισμού που εγκρίνει η Επιτροπή, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 57 της Οδηγίας 2014/65/ΕΕ.
4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κοινοποιεί στην Ε.Α.Κ.Α.Α. τα ακριβή όρια θέσης που προτίθεται να θέσει, σύμφωνα με τη μεθοδολογία υπολογισμού της Ε.Α.Κ.Α.Α. για να λάβει τη γνώμη της. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μεταβάλλει τα όρια θέσης, σύμφωνα με τη γνώμη της Ε.Α.Κ.Α.Α. ή υποβάλλει στην Ε.Α.Κ.Α.Α. τους λόγους για τους οποίους θεωρεί μη αναγκαία τη συγκεκριμένη μεταβολή. Όταν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει όρια σε αντίθεση με τη γνώμη της Ε.Α.Κ.Α.Α., δημοσιεύει αμέσως στο διαδικτυακό της τόπο ανακοίνωση στην οποία επεξηγεί πλήρως τους λόγους για την απόφασή της αυτή.
5. Όταν τα παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων που βασίζονται στο ίδιο υποκείμενο μέσο και παρουσιάζουν τα ίδια χαρακτηριστικά αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε σημαντικές ποσότητες σε τόπους διαπραγμάτευσης σε περισσότερες από μία δικαιοδοσίες, ή όταν τα κρίσιμης σημασίας ή σημαντικά παράγωγα επί εμπορευμάτων που βασίζονται στο ίδιο υποκείμενο μέσο και παρουσιάζουν τα ίδια χαρακτηριστικά αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης σε περισσότερες από μία δικαιοδοσίες, η αρμόδια αρχή του τόπου διαπραγμάτευσης με τον υψηλότερο όγκο συναλλαγών («κεντρική αρμόδια αρχή») ορίζει το ενιαίο όριο θέσης που εφαρμόζεται σε όλες τις συναλλαγές των συγκεκριμένων παραγώγων. Η κεντρική αρμόδια αρχή διαβουλεύεται με τις αρμόδιες αρχές των άλλων τόπων διαπραγμάτευσης στους οποίους τα εν λόγω παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε σημαντικές ποσότητες ή στους οποίους τα εν λόγω κρίσιμης σημασίας ή σημαντικά παράγωγα επί εμπορευμάτων αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης, σχετικά με το ενιαίο όριο θέσης που θα εφαρμόζεται και για τυχόν αναθεωρήσεις του εν λόγω ενιαίου ορίου θέσης. Οι αρμόδιες αρχές, οι οποίες δεν συμφωνούν με τον καθορισμό του ενιαίου ορίου θέσης από την κεντρική αρμόδια αρχή, παρέχουν εγγράφως πλήρη και λεπτομερή τεκμηρίωση των λόγων για τους οποίους θεωρούν ότι δεν πληρούνται οι απαιτήσεις που προβλέπονται στην παρ. 1. Η Ε.Α.Κ.Α.Α. επιλύει κάθε πιθανή διαφορά που μπορεί να προκύψει από διαφωνία μεταξύ των αρμόδιων αρχών στο πλαίσιο των εξουσιών της που προβλέπονται στο άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της Απόφασης 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της Απόφασης 2009/77/ΕΚ (L 331).
Οι αρμόδιες αρχές των τόπων διαπραγμάτευσης, όπου τα παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων που βασίζονται στο ίδιο υποκείμενο μέσο και παρουσιάζουν τα ίδια χαρακτηριστικά, αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε σημαντικές ποσότητες ή τα κρίσιμης σημασίας ή σημαντικά παράγωγα επί εμπορευμάτων που βασίζονται στο ίδιο υποκείμενο μέσο και παρουσιάζουν τα ίδια χαρακτηριστικά, αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης, καθώς και οι αρμόδιες αρχές των κατόχων θέσης στα εν λόγω παράγωγα θέτουν σε εφαρμογή ρυθμίσεις συνεργασίας, οι οποίες περιλαμβάνουν την ανταλλαγή σχετικών στοιχείων, ώστε να είναι δυνατή η παρακολούθηση και η επιβολή του ενιαίου ορίου θέσης.
6. Οι Ανώνυμες Εταιρείες Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Α.Ε.Π.Ε.Υ.) ή οι διαχειριστές αγοράς, οι οποίοι διαχειρίζονται τόπο διαπραγμάτευσης στον οποίο αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης παράγωγα επί εμπορευμάτων, εφαρμόζουν ελέγχους για τη διαχείριση θέσεων, συμπεριλαμβανομένων των ακόλουθων εξουσιών του τόπου διαπραγμάτευσης:
α) Ελέγχουν τις ανοικτές θέσεις των προσώπων,
β) λαμβάνουν πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένης κάθε σχετικής τεκμηρίωσης, από πρόσωπα, σχετικά με το μέγεθος και τον σκοπό της θέσης ή της έκθεσης που δημιουργήθηκε, πληροφορίες σχετικά με πραγματικούς ή υποκείμενους δικαιούχους, τυχόν ρυθμίσεις εναρμόνισης, καθώς και για κάθε σχετικό στοιχείο του ενεργητικού ή του παθητικού στην υποκείμενη αγορά, συμπεριλαμβανομένων, όπου κρίνεται σκόπιμο, των θέσεων που κατέχονται σε παράγωγα επί εμπορευμάτων που βασίζονται στο ίδιο υποκείμενο μέσο και παρουσιάζουν τα ίδια χαρακτηριστικά σε άλλους τόπους διαπραγμάτευσης και σε οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μέσω μελών και συμμετεχόντων,
γ) ζητούν από πρόσωπο να κλείνει ή να περιορίζει θέση, σε προσωρινή ή μόνιμη βάση, και να λαμβάνει μονομερώς μέτρα για να διασφαλίζει το κλείσιμο ή τον περιορισμό της θέσης, όταν το οικείο πρόσωπο δεν συμμορφώνεται με την εν λόγω απαίτηση, και
δ) απαιτούν από πρόσωπο να παρέχει, σε προσωρινή βάση, ρευστότητα στην αγορά σε συμφωνημένη τιμή και όγκο με ρητή πρόθεση τον μετριασμό των επιπτώσεων μεγάλης ή κυρίαρχης θέσης.
7. Τα όρια θέσεων και οι έλεγχοι για τη διαχείριση θέσεων πρέπει να είναι διαφανείς και να μην επιτρέπουν διακριτική μεταχείριση, να καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίον εφαρμόζονται στα πρόσωπα για τα οποία ισχύουν και να λαμβάνουν υπόψη τη φύση και τη σύνθεση των συμμετεχόντων στην αγορά και τη χρήση από αυτούς των συμβάσεων που υποβάλλονται σε διαπραγμάτευση.
8. Η Α.Ε.Π.Ε.Υ. ή ο διαχειριστής αγοράς που διαχειρίζεται τον τόπο διαπραγμάτευσης στον οποίον αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης παράγωγα επί εμπορευμάτων ενημερώνει την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για τις λεπτομέρειες των ελέγχων για τη διαχείριση θέσεων.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κοινοποιεί στην Ε.Α.Κ.Α.Α. τις ίδιες πληροφορίες, καθώς και τις λεπτομέρειες των ορίων θέσεων που έχει θεσπίσει.
9. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν επιβάλλει πιο περιοριστικά όρια από αυτά που θεσπίζονται, σύμφωνα με την παράγραφο 1, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων, όπου αιτιολογούνται αντικειμενικά και είναι αναλογικά, λαμβάνοντας υπόψη τη ρευστότητα και την εύρυθμη λειτουργία της συγκεκριμένης αγοράς. H Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δημοσιεύει στο διαδικτυακό της τόπο τις λεπτομέρειες των πιο περιοριστικών ορίων θέσεων που αποφασίζει να επιβάλει, τα οποία πρέπει να ισχύουν για αρχική περίοδο μη υπερβαίνουσα τους έξι (6) μήνες από την ημερομηνία δημοσίευσής τους στο διαδικτυακό της τόπο. Τα πιο περιοριστικά όρια θέσεων μπορούν να ανανεωθούν για περαιτέρω περιόδους που δεν υπερβαίνουν τους έξι (6) μήνες κάθε φορά, αν οι λόγοι για τον περιορισμό εξακολουθούν να ισχύουν. Αν δεν ανανεωθούν μετά την πάροδο των έξι (6) αυτών μηνών, λήγουν αυτόματα.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γνωστοποιεί στην Ε.Α.Κ.Α.Α. την επιβολή πιο περιοριστικών ορίων θέσεων. Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει αιτιολόγηση για τα πιο περιοριστικά όρια θέσεων. Όταν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς επιβάλλει όρια σε αντίθεση με τη γνώμη της Ε.Α.Κ.Α.Α., δημοσιεύει αμέσως στο διαδικτυακό της τόπο ανακοίνωση στην οποία επεξηγεί πλήρως τους λόγους της εν λόγω επιβολής.
10. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ασκεί τις εξουσίες της όσον αφορά την επιβολή κυρώσεων, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο, για παραβάσεις επί των ορίων θέσεων που καθορίζονται, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, για:
α) θέσεις που κατέχουν πρόσωπα τα οποία είναι εγκατεστημένα ή δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό, οι οποίες υπερβαίνουν τα όρια θέσεων σε συμβάσεις παραγώγων επί εμπορευμάτων που η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει θεσπίσει για συμβάσεις που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένοι ή δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα ή οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων,
β) θέσεις που κατέχουν πρόσωπα τα οποία είναι εγκατεστημένα ή δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, οι οποίες υπερβαίνουν τα όρια θέσεων σε συμβάσεις παραγώγων επί εμπορευμάτων που καθορίζουν οι αρμόδιες αρχές σε άλλα κράτη-μέλη.».
Άρθρο 188
Γνωστοποίηση θέσης ανά κατηγορία κατόχου θέσης – Τροποποίηση του άρθρου 58 του ν. 4514/2018
(παρ. 11 άρθρου 1 Οδηγίας 2021/338)
Στην παρ. 1 του άρθρου 58 του ν. 4514/2018 (Α’ 14), περί υποχρεώσεων Ανώνυμων Εταιρειών Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Α.Ε.Π.Ε.Υ.) και διαχειριστών αγοράς, προστίθεται νέο τελευταίο εδάφιο, αντικαθίσταται η παρ. 2 και οι παρ. 1 και 2 διαμορφώνονται ως εξής:
«1. Οι Α.Ε.Π.Ε.Υ. ή οι διαχειριστές αγοράς που διαχειρίζονται τόπο διαπραγμάτευσης στον οποίον αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης παράγωγα επί εμπορευμάτων ή δικαιώματα εκπομπής ή παράγωγά τους:
α) δημοσιεύουν εβδομαδιαία έκθεση ανά κατηγορία προσώπων με τις συνολικές θέσεις τους στα διάφορα παράγωγα επί εμπορευμάτων ή δικαιώματα εκπομπής ή παράγωγά τους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον τόπο διαπραγμάτευσης που διαχειρίζονται, προσδιορίζοντας τον αριθμό των θέσεων αγοράς και πώλησης ανά κατηγορία προσώπων, τις μεταβολές τους από την προηγούμενη έκθεση, το ποσοστό των συνολικών ανοικτών θέσεων που αντιστοιχεί σε κάθε κατηγορία και τον αριθμό των προσώπων που κατέχουν θέση σε κάθε κατηγορία, σύμφωνα με την παράγραφο 4, και κοινοποιούν την έκθεση αυτή στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και στην Ε.Α.Κ.Α.Α.,
β) παρέχουν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αναλυτική κατάσταση των θέσεων που κατέχουν όλα τα πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένων των μελών ή των συμμετεχόντων και των πελατών τους, στο συγκεκριμένο τόπο διαπραγμάτευσης, τουλάχιστον σε ημερήσια βάση.
Η υποχρέωση που περιγράφεται στην περίπτωση α` ισχύει μόνο όταν τόσο ο αριθμός των προσώπων όσο και οι ανοικτές θέσεις τους υπερβαίνουν τα ελάχιστα όρια.
Η αναφορά θέσης δεν εφαρμόζεται σε άλλη κινητή αξία που αναφέρεται στην περ. γ) της παρ. 44 του άρθρου 4, η οποία σχετίζεται με εμπόρευμα ή με υποκείμενο μέσο που αναφέρεται στο Τμήμα Γ.10 του Παραρτήματος I.
2. Οι Α.Ε.Π.Ε.Υ που συναλλάσσονται με παράγωγα επί εμπορευμάτων ή δικαιώματα εκπομπής ή παράγωγά τους εκτός τόπου διαπραγμάτευσης παρέχουν, τουλάχιστον σε καθημερινή βάση, στην κεντρική αρμόδια αρχή που αναφέρεται στην παρ. 6 του άρθρου 57 ή, όταν δεν υπάρχει κεντρική αρμόδια αρχή, στην αρμόδια αρχή του τόπου διαπραγμάτευσης στον οποίο αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης τα παράγωγα επί εμπορευμάτων ή δικαιώματα εκπομπής ή παράγωγά τους, αναλυτική κατάσταση των θέσεων που κατέχουν σε οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και, κατά περίπτωση, σε παράγωγα επί εμπορευμάτων ή δικαιώματα εκπομπής ή παράγωγά τους που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης, καθώς και των θέσεων των πελατών τους και των πελατών των εν λόγω πελατών μέχρι τον τελευταίο πελάτη, σύμφωνα με το άρθρο 26 του Κανονισμού (ΕΕ) 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012 (L 173) και, όπου έχει εφαρμογή, το άρθρο 8 του Kανονισμού (ΕΕ) 1227/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας (L 326).».
Άρθρο 189
Καταγγελίες παραβάσεων – Αντικατάσταση της παρ. 3 του άρθρου 71 του ν. 4514/2018 (παρ. 12 άρθρου 1 της οδηγίας 2021/338)
Η παρ. 3 του άρθρου 71 του ν. 4514/2018 (Α΄ 14), περί εσωτερικών διαδικασιών για την αναφορά παραβάσεων, αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Οι Ανώνυμες Εταιρείες Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Α.Ε.Π.Ε.Υ.), διαχειριστές αγοράς, Εγκεκριμένοι Μηχανισμοί Δημοσιοποίησης Συναλλαγών (Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ.) και Εγκεκριμένοι Μηχανισμοί Γνωστοποίησης Συναλλαγών (Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ.) που έχουν άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 648/2012 (L 173) και που διαθέτουν παρέκκλιση κατά την παρ. 3 του άρθρου 2 του εν λόγω Κανονισμού, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε σχέση με επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες και παρεπόμενες υπηρεσίες, και υποκαταστήματα επιχειρήσεων τρίτων χωρών, διαθέτουν κατάλληλες διαδικασίες για την εσωτερική αναφορά πραγματικών ή ενδεχόμενων παραβάσεων από τους υπαλλήλους τους μέσω ειδικού, ανεξάρτητου και αυτόνομου διαύλου.».