1. Οι εισφορές κάθε μέλους, συμπεριλαμβανομένου μέλους που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για την οποία δεν υφίσταται ισοδύναμη κάλυψη από το αντίστοιχο σύστημα αποζημίωσης επενδυτών που λειτουργεί στην τρίτη χώρα, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 9, διακρίνονται σε αρχικές, τακτικές και έκτακτες. Η συμπληρωματική κάλυψη εταιρειών επενδύσεων και εταιριών διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 3, που συμμετέχουν οικειοθελώς στο Συνεγγυητικό, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 9, προσδιορίζεται με απόφαση του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού.
2. Οι εισφορές της παρ. 1, καθώς και οι πρόσοδοι και τα έσοδα ή η υπεραξία που προέρχονται από τη διαχείριση της περιουσίας του και έσοδα από ρευστοποίηση απαιτήσεων και από κάθε άλλη νόμιμη αιτία συγκροτούν το ενεργητικό του Συνεγγυητικού και του ΣΚΕΥ και αποτελούν ομάδα περιουσίας των συμμετεχόντων σ’ αυτό μελών.
3. Οι εισφορές των μελών που συμμετέχουν στο Συνεγγυητικό, πλέον των προσόδων που αναλογούν σε αυτές και λοιπών πόρων του Συνεγγυητικού, συνιστούν τις ατομικές τους μερίδες σε αυτό. Κάθε μέλος που συμμετέχει στο Συνεγγυητικό έχει μία ατομική μερίδα σε αυτό. Οι ατομικές μερίδες αντιστοιχούν στο ποσοστό συμμετοχής κάθε μέλους στο ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού. Για λόγους διευκόλυνσης του λογιστικού προσδιορισμού της αξίας των ατομικών μερίδων, το ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού δύναται να υποδιαιρείται σε ισάξια μερίδια ή κλάσματα μεριδίου, από τα οποία συγκροτούνται οι ατομικές μερίδες των συμμετεχόντων σε αυτό μελών.
4. Οι ατομικές μερίδες των μελών που απαρτίζουν το ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού, είναι αμεταβίβαστες και ακατάσχετες. Mεταβίβαση ή κατάσχεση νοείται μόνον ως προς την επιστρεπτέα στο μέλος αξία της ατομικής του μερίδας, σε περίπτωση αποχώρησης αυτού από το Συνεγγυητικό. Η σχετική αξίωση είναι απαιτητή μετά τη διαδικασία του άρθρου 10.