1. Το Συνεγγυητικό αποζημιώνει επενδυτές μόνον για απαιτήσεις από καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες κατά την έννοια της παρ. 2 αποκλειστικά κατά συμμετέχοντος μέλους, κατά τους όρους και τη διαδικασία του παρόντος Κεφαλαίου, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων του παρόντος άρθρου, εφόσον ικανοποιούνται οι εξής προϋποθέσεις:
α) υφίσταται έγγραφη σύμβαση μεταξύ του επενδυτή και του συμμετέχοντος μέλους για την παροχή της αντίστοιχης καλυπτόμενης επενδυτικής υπηρεσίας,
β) βα) η Αρμόδια Αρχή, με απόφασή της, διαπιστώνει ότι το συμμετέχον μέλος αδυνατεί να εκπληρώσει τις απορρέουσες υποχρεώσεις του από απαιτήσεις επενδυτών του, για λόγους που συνδέονται άμεσα με την οικονομική του κατάσταση και η αδυναμία αυτή προβλέπεται ότι δεν είναι αναστρέψιμη στο προσεχές μέλλον ή
ββ) δικαστική αρχή, βασιζόμενη σε λόγους που έχουν άμεση σχέση με την οικονομική κατάσταση του συμμετέχοντος μέλους, έχει εκδώσει απόφαση για την αναστολή της δυνατότητας των επενδυτών να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις τους έναντι του συμμετέχοντος μέλους, αν αυτό συμβεί πριν δημοσιευθεί η απόφαση της υποπερ. βα) και
γ) οι απαιτήσεις προέρχονται αποκλειστικά και μόνον από παροχή καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών από το συμμετέχον μέλος, για την παροχή των οποίων έχει λάβει αντίστοιχη άδεια από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αποκλειομένης ρητώς της ενεργοποίησης της ευθύνης του Συνεγγυητικού σε περίπτωση παροχής επενδυτικής υπηρεσίας εκτός της άδειας λειτουργίας του συμμετέχοντος μέλους του.
2. Η απαίτηση από καλυπτόμενη επενδυτική υπηρεσία είναι η απαίτηση που προκύπτει, όταν το συμμετέχον μέλος αδυνατεί σύμφωνα με την παρ. 1 και κατά τα ισχύοντα στον νόμο ή στη σύμβαση:
α) να αποδώσει στους επενδυτές τα κεφάλαια τα οποία τους οφείλει ή τους ανήκουν και τα οποία κρατεί για λογαριασμό τους σε σχέση με επενδυτικές υπηρεσίες, ή
β) να επιστρέψει στους επενδυτές τίτλους οι οποίοι τους ανήκουν και τους οποίους κρατεί ή διαχειρίζεται για λογαριασμό τους σε σχέση με επενδυτικές υπηρεσίες.
Δεν συνιστούν απαιτήσεις, κατά την έννοια της παρούσας, άλλες απαιτήσεις αποζημίωσης επενδυτών κατά συμμετέχοντος μέλους από πράξεις ή παραλείψεις του ως άνω μέλους, που απορρέουν από παραβάσεις της μεταξύ τους σύμβασης ή των διατάξεων της νομοθεσίας ή του κανονιστικού πλαισίου, όπως απαιτήσεις αποζημίωσης λόγω μη τήρησης των υποχρεώσεων ελέγχου συμβατότητας ή καταλληλότητας (misselling), ή διατάξεων του δικαίου του καταναλωτή.
3. Δεν καλύπτονται από το Συνεγγυητικό απαιτήσεις επενδυτών που αφορούν:
α) στα κεφάλαια που ο επενδυτής καταθέτει στο συμμετέχον μέλος και που δεν συνδέονται με θεματοφυλακή ή διοικητική διαχείριση χρηματοπιστωτικών μέσων ή που ο επενδυτής δεν αποδεικνύει ότι έχουν λειτουργική σύνδεση και συνάφεια με τις συμφωνηθείσες προς διενέργεια από το συμμετέχον μέλος επενδυτικές υπηρεσίες, στο πλαίσιο της συμβατικής τους σχέσης ή συνδέονται με άλλου είδους υποκρυπτόμενη συμβατική σχέση με το συμμετέχον μέλος, όπως δάνειο ή ανώμαλη παρακαταθήκη ή κατάθεση με ή χωρίς τόκο,
β) σε αδυναμία εκπλήρωσης υποχρεώσεων τρίτων μη μελών του Συνεγγυητικού, με τους οποίους οι επενδυτές του συμμετέχοντος μέλους έχουν απευθείας συμβατική σχέση ακόμη και αν το συμμετέχον μέλος ευθύνεται για την επιλογή τους, όπως θεματοφυλάκων ή εκτελουσών επιχειρήσεων,
γ) σε αξίωση, η οποία έχει γεννηθεί πριν την ημερομηνία έκδοσης των αποφάσεων της περ. β) της παρ. 1 και δεν προκύπτει από τη διαπιστωθείσα αδυναμία, ανεξαρτήτως από το εάν η αξίωση έχει αναζητηθεί δικαστικώς από τον επενδυτή κατά του συμμετέχοντος μέλους πριν από την έκδοση των παραπάνω αποφάσεων,
δ) σε απαιτήσεις που προέρχονται από συναλλαγές επενδυτών – πελατών, για τις οποίες έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες κατά την έννοια του ν. 4557/2018 (Α’ 139) ή της ισχύουσας σχετικής νομοθεσίας,
ε) σε απαιτήσεις που απορρέουν από συναλλαγές ή συμπεριφορές, για τις οποίες έχει επιβληθεί πρόστιμο, κατά του οποίου δεν έχει ασκηθεί ένδικο βοήθημα, ή έχει εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση διοικητικού ή ποινικού δικαστηρίου για τα αδικήματα της κατάχρησης αγοράς, όπως προβλέπονται στις κείμενες διατάξεις.
5. Δεν θεωρούνται επενδυτές για τους σκοπούς του παρόντος νόμου:
α) οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι εξομοιούμενες με αυτές ως προς το αντικείμενό τους επιχειρήσεις τρίτων χωρών, ανεξαρτήτως νομικού τύπου,
β) τα πιστωτικά ιδρύματα και οι εξομοιούμενες με αυτά ως προς το αντικείμενο τους αλλοδαπές επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως νομικού τύπου,
γ) τα χρηματοδοτικά ιδρύματα της περ. 22 της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 4261/2014 (Α’ 107) και οι εξομοιούμενες με αυτά ως προς το αντικείμενό τους αλλοδαπές επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως νομικού τύπου,
δ) οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις του ν. 4364/2016 (Α’ 13) και οι εξομοιούμενες με αυτές ως προς το αντικείμενό τους αλλοδαπές επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως νομικού τύπου,
ε) οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων, οι εταιρείες διαχείρισης του άρθρου 3 του 3283/2004 (Α’ 210), οι ανώνυμες εταιρείες επενδύσεων χαρτοφυλακίου του άρθρου 27 του ν. 3371/2005 (Α’ 178), οι διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων του ν. 4209/2013 (Α’ 253) και οι εξομοιούμενες ως προς το αντικείμενό τους αλλοδαπές επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως νομικού τύπου,
στ) τα νομικά πρόσωπα που υπάγονται στον ν. 1611/1950 (Α’ 340) και τα εξομοιούμενα με αυτά ως προς τη φύση τους νομικά πρόσωπα, ανεξαρτήτως νομικού τύπου, καθώς και τα ταμεία επαγγελματικής ασφάλισης του ν. 4680/2020 (Α’ 72) και του ν. 4261/2014,
ζ) τα κράτη, οι κεντρικές διοικητικές αρχές, οι κρατικές υπηρεσίες και οι υπερεθνικοί φορείς και οργανισμοί ανεξαρτήτως νομικού τύπου,
η) οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης,
θ) τα διοικητικά και διευθυντικά στελέχη των επιχειρήσεων επενδύσεων ή εταιρειών διαχείρισης, όπως αυτές ορίζονται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 3 ή πιστωτικών ιδρυμάτων, οι εταίροι που κατέχουν, άμεσα ή έμμεσα, τουλάχιστον πέντε τοις εκατό (5%) των δικαιωμάτων ψήφου ή του μετοχικού κεφαλαίου της επιχείρησης επενδύσεων, τα πρόσωπα που είναι υπεύθυνα για τη διενέργεια του προβλεπόμενου στη νομοθεσία ελέγχου των οικονομικών καταστάσεων της επιχείρησης επενδύσεων και πρόσωπα που έχουν τις ίδιες ιδιότητες σε εταιρείες συνδεδεμένες, κατά την έννοια του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 (Α’ 251) με την επιχείρηση επενδύσεων ή την εταιρεία διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 3, ή το πιστωτικό ίδρυμα,
ι) οι συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι δευτέρου βαθμού, οι σύζυγοι, συμβίοι, καθώς και τρίτοι που ενεργούν για λογαριασμό των προσώπων της περ. θ) ως προς την επιχείρηση επενδύσεων ή την εταιρεία διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 3, ή το πιστωτικό ίδρυμα, στην οποία απασχολούνται ή μετέχουν τα πρόσωπα της περ. θ),
ια) κάθε άλλο πρόσωπο, το οποίο είναι συνδεδεμένο κατά την έννοια του άρθρου 32 του ν. 4308/2014 με το μέλος που του παρέχει καλυπτόμενες υπηρεσίες,
ιβ) πρόσωπα τα οποία, με βάση απόφαση αρμόδιας διοικητικής αρχής ή τελεσίδικη απόφαση δικαστηρίου, έχουν κριθεί ότι είναι υπαίτια ή ότι έχουν επωφεληθεί από την αδυναμία της επιχείρησης επενδύσεων ή της εταιρείας διαχείρισης, όπως ορίζεται στις παρ. 1 έως 4 του άρθρου 3, ή του πιστωτικού ιδρύματος και τα οποία έχουν συμβάλλει στην επιδείνωση της οικονομικής της κατάστασης ή έχουν προξενήσει τις οικονομικές της δυσκολίες, οι οποίες οδήγησαν στην έκδοση των αποφάσεων της περ. α) της παρ. 1 .
ιγ) εταιρείες οι οποίες, λόγω του μεγέθους τους, δεν επιτρέπεται να συντάσσουν συνοπτικό ισολογισμό σύμφωνα με τον ν. 4308/2014.
Το δικαίωμα αποζημίωσης θα ήταν λογικό να συνδέεται με την ανάκληση της άδειας.
Στο άρθρο 3 του σχεδίου νόμου έχουμε προτείνει ορισμό του Επενδυτή «ως επενδυτής να ορίζεται κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που συνδέεται με μέλος με σύμβαση παροχής καλυπτόμενων επενδυτικών υπηρεσιών και δεν εμπίπτει στα εξαιρούμενα πρόσωπα.»
Συνεπώς στο παρόν άρθρο 11 παραγρ. 1 το εδάφιο α) μπορεί να απαληφθεί.
Επίσης να απαληφθεί το εδάφιο γ) καθώς έχει προστεθεί στο ορισμό των «Καλυπτομένων επενδυτικών υπηρεσιών» που προτείνουμε στο άρθρο 3 του σχεδίου νόμου. Περαιτέρω σημειώνεται ότι δεν περιλαμβάνει παροχή υπηρεσιών από εταιρία άλλου κράτους μέλους.
Με βάση τα ανωτέρω, η παραγρ. 1 του άρθρου 11 προτείνουμε να αναδιατυπωθεί ως εξής: «1. Το Συνεγγυητικό αποζημιώνει Επενδυτές μόνον για απαιτήσεις από Καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες αποκλειστικά κατά συμμετέχοντος Μέλους, κατά τους όρους και τη διαδικασία του παρόντος Κεφαλαίου, με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων του παρόντος άρθρου, εφόσον ικανοποιούνται οι εξής προϋποθέσεις:
αα) η Αρμόδια Αρχή, με απόφασή της, διαπιστώνει ότι το συμμετέχον μέλος αδυνατεί να εκπληρώσει τις απορρέουσες υποχρεώσεις του από απαιτήσεις επενδυτών του, για λόγους που συνδέονται άμεσα με την οικονομική του κατάσταση και η αδυναμία αυτή προβλέπεται ότι δεν είναι αναστρέψιμη στο προσεχές μέλλον ή
αβ) δικαστική αρχή, βασιζόμενη σε λόγους που έχουν άμεση σχέση με την οικονομική κατάσταση του συμμετέχοντος μέλους, έχει εκδώσει απόφαση για την αναστολή της δυνατότητας των επενδυτών να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις τους έναντι του συμμετέχοντος μέλους, αν αυτό συμβεί πριν δημοσιευθεί η απόφαση της υποπερ. αα)»
Στο παρόν άρθρο 11 ως προς το παραγρ. 2 το εδάφιο β) επισημαίνουμε ότι κατά την Οδηγία μόνον η αδυναμία αποκατάστασης κεφαλαίων και τίτλων καλύπτεται από το Συνεγγυητικό.
Στην παραγρ. 5 του παρόντος άρθρου 11 η παραπομπή στον ν.3283/2004 είναι λανθασμένη και προτείνεται να αντικατασταθεί από τον ισχύοντα ν.4099/2012.