1. Σε περίπτωση ανάκλησης, εν όλω ή εν μέρει, της άδειας λειτουργίας του μέλους από την Αρμόδια Αρχή, από οποιαδήποτε αιτία, καθώς και στην περίπτωση της παρ. 4 του άρθρου 53 του ν. 4370/2016 (Α΄37), ή οριστικής διακοπής της λειτουργίας του υποκαταστήματός του στην Ελλάδα, εφόσον πρόκειται για μέλος με έδρα σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Συνεγγυητικό, με απόφαση του Δ.Σ., προσδιορίζει, μετά από σχετική ενημέρωσή του από τα όργανα του μέλους, το ποσό επιστροφής επί του ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού, που αναλογεί στο μέλος, βάσει της ατομικής του μερίδας, όπως διαμορφώνεται κατά τον χρόνο της πλήρους ή μερικής αποχώρησής του.
2. Το ποσό επιστροφής, που κατατίθεται σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό, εκτός του ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού, ισούται με τη διαφορά του συνόλου της αξίας της ατομικής μερίδας του Μέλους, όπως υπολογίζεται με βάση το άρθρο 22 και διαμορφώνεται κατ’ έτος κατά το άρθρο 21, συνιστάμενης στο σύνολο των εισφορών του μέλους, πλέον των προσόδων που αναλογούν σε αυτή και λοιπών πόρων του ΣΚΕΥ, μείον το σύνολο των αποζημιώσεων προς επενδυτές – πελάτες του μέλους που κατέβαλε το Συνεγγυητικό και των ποσών που αναλογούν στο μέλος από καταβληθείσες ήδη αποζημιώσεις σε επενδυτές, για μέλη του που περιήλθαν σε αδυναμία κατά το άρθρο 11. Στα συγκεκριμένα ποσά συμπεριλαμβάνονται και τα πάσης φύσης έξοδα και αμοιβές που καταβλήθηκαν και συνδέονται άμεσα με τις παραπάνω αποζημιώσεις. Με αιτιολογημένη απόφαση του Δ.Σ. του Συνεγγυητικού, από το ποσό επιστροφής παρακρατείται ποσό που ισούται με το ποσοστό που αντιστοιχεί στην αναλογία του μέλους στις απαιτήσεις επενδυτών συμμετεχόντων στο Συνεγγυητικό μελών, που έχουν περιέλθει σε αδυναμία και βασίζονται σε καλυπτόμενες επενδυτικές υπηρεσίες, οι οποίες είχαν παρασχεθεί μέχρι τον χρόνο αποχώρησής του. Το ποσό παρακράτησης κατατίθεται σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό εκτός του ΣΚΕΥ του Συνεγγυητικού και αποδίδεται στο μέλος, αφαιρουμένου κάθε ποσού που αφορά στην ικανοποίηση υποχρεώσεων του μέλους προς το Συνεγγυητικό, κατά τα αναφερόμενα στο προηγούμενο εδάφιο, τον πρώτο ημερολογιακό μήνα μετά την πάροδο έξι (6) μηνών από την αμετάκλητη οριστικοποίηση και καταβολή των παραπάνω απαιτήσεων.
3. Σε περίπτωση που η αριθμητική αξία του ποσού επιστροφής, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με την παρ. 1, είναι αρνητική, το Συνεγγυητικό έχει απαίτηση κατά του μέλους για την καταβολή της προκύπτουσας διαφοράς.