1. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας μίας ΑΕΕΜΚ μόνον εφόσον:
α) δεν κάνει χρήση της άδειας λειτουργίας που της χορηγήθηκε εντός δώδεκα (12) μηνών ή παραιτηθεί ρητά από αυτήν ή έχει παύσει να ασκεί τη δραστηριότητα για την οποία της χορηγήθηκε άδεια λειτουργίας για διάστημα μεγαλύτερο από έξι (6) μήνες,
β) έλαβε την άδεια λειτουργίας της βάσει ψευδών δηλώσεων ή με οποιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο,
γ) δεν πληροί πλέον τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων χορηγήθηκε η άδεια λειτουργίας της,
δ) συντρέχει η περίπτωση του τελευταίου εδαφίου της παραγράφου 11 του άρθρου 4,
ε) έχει διαπράξει σοβαρές ή/και επανειλημμένες παραβάσεις των διατάξεων που θεσπίζονται βάσει του παρόντος νόμου, ή
στ) συντρέχει άλλος λόγος για την ανάκληση της άδειας λειτουργίας της ο οποίος προκύπτει από την ισχύουσα νομοθεσία.
2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας μίας ΑΕΕΜΚ ως προς ένα ή περισσότερα επενδυτικά της τμήματα για τους αναφερόμενους στην παράγραφο 1 λόγους.
3. Πριν προχωρήσει στην ανάκληση της άδειας λειτουργίας, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γνωστοποιεί στην ΑΕΕΜΚ τις διαπιστωθείσες ελλείψεις ή παραβάσεις, καθώς και την πρόθεσή της να προχωρήσει σε ανάκληση της άδειας λειτουργίας της, τάσσοντάς της ταυτόχρονα προθεσμία, που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δέκα (10) εργάσιμες ημέρες από την παραπάνω γνωστοποίηση, μέσα στην οποία η ΑΕΕΜΚ οφείλει να διατυπώσει τις απόψεις της και να λάβει, όταν συντρέχει περίπτωση, τα κατάλληλα μέτρα για την παύση των παραβάσεων ή την άρση των συνεπειών τους. Μετά την πάροδο της προθεσμίας και αφού λάβει υπόψη της τις θέσεις της ΑΕΕΜΚ και αξιολογήσει τα μέτρα που έχει λάβει, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αποφασίζει οριστικώς.
4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γνωστοποιεί την ανάκληση της άδειας λειτουργίας μίας ΑΕΕΜΚ, στο σύνολό της ή ως προς ορισμένα επενδυτικά της τμήματα, στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στο έδαφος των οποίων διατίθενται μετοχές της εν λόγω εταιρείας ή των επενδυτικών της τμημάτων.