1. Εάν εταιρεία διαχείρισης κράτους μέλους ή τρίτου κράτους έχει εγκαταστήσει και λειτουργεί υποκατάστημά της στην Ελλάδα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ή άλλες αρμόδιες αρχές δύνανται για στατιστικούς λόγους να απαιτούν από την εταιρεία διαχείρισης την υποβολή σε περιοδική βάση στοιχείων σχετικά με τις δραστηριότητές της που ασκεί στην Ελλάδα. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για την άσκηση των εποπτικών της δραστηριοτήτων δύναται να ζητεί από τα υποκαταστήματα των εταιρειών διαχείρισης στην Ελλάδα να υποβάλλουν αντίστοιχα στοιχεία με αυτά που υποβάλλουν οι ΑΕΔΑΚ.
2. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να απαιτεί από τις εταιρείες διαχείρισης που ασκούν δραστηριότητες στην Ελλάδα με την εγκατάσταση υποκαταστήματος, ή στο πλαίσιο ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, να παρέχουν τις απαραίτητες πληροφορίες για την εποπτεία της συμμόρφωσής τους προς τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του στις οποίες υπόκεινται και για την εποπτεία των οποίων αρμόδια είναι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Οι υποχρεώσεις αυτές δεν είναι αυστηρότερες από τις αντίστοιχες υποχρεώσεις των ΑΕΔΑΚ.
Οι εταιρείες διαχείρισης καθορίζουν διαδικασίες και ρυθμίσεις ώστε να παρέχεται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως αρμόδιας αρχής ΟΣΕΚΑ που έχει αδειοδοτηθεί στην Ελλάδα η δυνατότητα να λαμβάνει άμεσα από αυτές τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.
3. Στην περίπτωση που η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαπιστώσει ότι μια εταιρεία διαχείρισης της παραγράφου 2 δεν τηρεί τις διατάξεις του παρόντος νόμου και των αποφάσεων που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότησή του, απαιτεί από την εταιρεία διαχείρισης να παύσει την αντικανονική της συμπεριφορά και ενημερώνει σχετικά τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής της εταιρείας διαχείρισης.
4. Εάν η εταιρεία διαχείρισης αρνηθεί να υποβάλει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τις πληροφορίες των παραγράφων 1 και 2 ή δεν λάβει τα αναγκαία μέτρα ώστε να παύσει την αντικανονική συμπεριφορά που αναφέρεται στην παράγραφο 3, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει σχετικά τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής της εταιρείας διαχείρισης, οι οποίες λαμβάνουν, το συντομότερο δυνατό, όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι η εν λόγω εταιρεία διαχείρισης παρέχει τις πληροφορίες που της ζητεί η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 ή παύει την αντικανονική της συμπεριφορά και ανακοινώνουν τη φύση των μέτρων αυτών στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
5. Εάν, παρά τη λήψη των μέτρων από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής της εταιρείας διαχείρισης ή λόγω ανεπάρκειας των μέτρων αυτών ή αδυναμίας εφαρμογής τους, η εταιρεία διαχείρισης εξακολουθεί να αρνείται να υποβάλει τις πληροφορίες που ζητεί η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, ή να παραβαίνει τις νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις που αναφέρονται στις εν λόγω παραγράφους, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να προβεί στις ακόλουθες ενέργειες:
α) αφού ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής της εταιρείας διαχείρισης, λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των αναφερομένων στα άρθρα 93 και 94, για την επιβολή κυρώσεων ή την πρόληψη νέων παραβάσεων και, εφόσον είναι αναγκαίο, απαγορεύει στην εν λόγω εταιρεία διαχείρισης την πραγματοποίηση περαιτέρω συναλλαγών και την παροχή υπηρεσιών στην Ελλάδα. Τα αναγκαία έγγραφα για τη λήψη των μέτρων αυτών επιδίδονται στην εταιρεία διαχείρισης. Σε περίπτωση που η υπηρεσία που παρέχεται στην Ελλάδα αφορά τη διαχείριση ΟΣΕΚΑ, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να ζητεί από την εταιρεία διαχείρισης να διακόψει τη διαχείριση του εν λόγω ΟΣΕΚΑ, τηρουμένων αναλογικά των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 21 του παρόντος νόμου σχετικά με την αντικατάσταση της εταιρείας διαχείρισης, ή
β) εφόσον θεωρεί ότι οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής της εταιρείας διαχείρισης δεν έχουν λάβει επαρκή μέτρα, παραπέμπει το θέμα στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών.
6. Οι αποφάσεις με τις οποίες επιβάλλονται μέτρα κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 4 και 5 είναι επαρκώς αιτιολογημένες, επιδίδονται στην εταιρεία διαχείρισης και είναι δεκτικές προσφυγής ενώπιον των αρμοδίων δικαστικών αρχών του κράτους μέλους του οποίου οι αρμόδιες αρχές εξέδωσαν τις σχετικές αποφάσεις.
7. Πριν από την εφαρμογή της διαδικασίας των παραγράφων 3, 4 ή 5, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται, σε επείγουσες περιπτώσεις, να λαμβάνει προληπτικά μέτρα αναγκαία για την προστασία των συμφερόντων των επενδυτών και των άλλων προσώπων στα οποία παρέχονται υπηρεσίες. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών και τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής της εταιρείας διαχείρισης το συντομότερο δυνατόν για τα μέτρα που επιβλήθηκαν και το λόγο της επιβολής τους.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και των αρμοδίων αρχών του κράτους μέλους καταγωγής της εταιρείας διαχείρισης, δύναται να αποφασίσει ότι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς πρέπει να τροποποιήσει ή να καταργήσει τα μέτρα αυτά.
8. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής της εταιρείας διαχείρισης διαβουλεύονται με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, πριν ανακαλέσουν την άδεια λειτουργίας της. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίσει τα συμφέροντα των επενδυτών, τα οποία, μεταξύ άλλων, δύνανται να περιλαμβάνουν την απαγόρευση της πραγματοποίησης περαιτέρω συναλλαγών ή παροχής υπηρεσιών στην Ελλάδα από την εταιρεία διαχείρισης.
9. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τον αριθμό και το είδος των περιπτώσεων στις οποίες αρνήθηκε τη χορήγηση άδειας σύμφωνα με τα άρθρα 26 ή 33 και για τα μέτρα που έλαβε σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου.
10. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται με απόφασή της να καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις αναφορικά με την εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 2 έως και 8 του παρόντος άρθρου, κατά τη δραστηριοποίηση εταιρειών διαχείρισης τρίτου κράτους στην Ελλάδα.