1. Για την ολοκλήρωση της τακτοποίησης των αυθαιρέτων κτιρίων, κατασκευών και χρήσεων που βρίσκονται εντός της έκτασης των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά ισχύουν τα ειδικά προβλεπόμενα στις επόμενες παραγράφους κατά παρέκκλιση των άρθρων 86 έως 89 του ν. 4495/2017 (Α’ 167).
2. Η περαίωση της δήλωσης για την υπαγωγή στις ρυθμίσεις του ν. 4495/2017 προς νομιμοποίηση και προς κατεδάφιση, καθώς και η καταβολή του σχετικού ενιαίου ειδικού προστίμου λαμβάνουν χώρα μετά την έκδοση του προεδρικού διατάγματος του άρθρου 3 και της κοινής απόφασης του άρθρου 4 του παρόντος. Μέχρι τότε, επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση η ολοκλήρωση της μεταβίβασης των ακινήτων των Ναυπηγείων στον φορέα υλοποίησης της επένδυσης, υπό την αίρεση οριστικοποίησης της σχετικής δήλωσης υπαγωγής και καταβολής του προβλεπόμενου προστίμου.
3. Για όσες αυθαίρετες κατασκευές και χρήσεις έχει γίνει υπαγωγή σε τακτοποίηση πριν την απόκτηση των ακινήτων των Ναυπηγείων από τον φορέα υλοποίησης της επένδυσης και δεν παραβιάζουν το καθεστώς δόμησης που θεσπίζεται με το διάταγμα του άρθρου 3 του παρόντος, ο φορέας δύναται να προβεί στην έκδοση άδειας νομιμοποίησης, προ πάσης καταβολής προστίμου, υποβάλλοντας τροποποιητικό φάκελο ενώπιον της υπηρεσίας που διαπίστωσε την υπαγωγή. Άδεια νομιμοποίησης εκδίδεται, επίσης, με απόφαση της ίδιας υπηρεσίας ύστερα από αιτιολογημένη γνώμη του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού για όσα κτίρια ή κατασκευές έχουν υπαχθεί στην τακτοποίηση και συνδέονται, άμεσα ή έμμεσα, με την εξυπηρέτηση σκοπών εθνικής άμυνας και ασφάλειας. Ενόσω εκκρεμεί η έκδοση άδειας νομιμοποίησης δεν υπολογίζεται ούτε καταβάλλεται το ενιαίο ειδικό πρόστιμο. Κατά τα λοιπά ισχύει το άρθρο 106 του ν. 4495/2017.
4. Για όσες αυθαίρετες κατασκευές και χρήσεις υφίσταντο επί ακινήτων που βρίσκονταν στην κυριότητα της Εταιρείας Ακινήτων του Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ.) Α.Ε. έως τη μεταβίβασή τους στον φορέα υλοποίησης της επένδυσης είναι δυνατή η υπαγωγή τους στις διατάξεις του ν. 4495/2017 σύμφωνα με τα ειδικότερα προβλεπόμενα στο άρθρο 8 του ν. 4664/2020 (Α’ 32), χωρίς την καταβολή παραβόλου και ενιαίου ειδικού προστίμου. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας και Οικονομικών ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα σχετικά με τον επιμερισμό των ποσών παραβόλων και ενιαίων ειδικών προστίμων σε εισπραττόμενα ή μη καταβαλλόμενα με βάση το κριτήριο κυριότητας που προαναφέρθηκε, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια ως προς τη διαδικασία υπολογισμού και είσπραξης των ποσών. Η σχετική δήλωση υπαγωγής είναι κατ’ εξαίρεση δυνατό να υποβάλλεται και από τον φορέα υλοποίησης της επένδυσης για λογαριασμό της ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε..
5. Κτίρια και εγκαταστάσεις που υπάγονται στο καθεστώς τακτοποίησης αυθαιρέτων δύνανται να κατεδαφίζονται κατά παρέκκλιση από τις ισχύουσες διατάξεις. Για την έκδοση της άδειας κατεδάφισης αρμόδια είναι η Κεντρική Υπηρεσία Δόμησης (ΚΥΔΟΜ) του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Μέχρι την έναρξη λειτουργίας αυτής αρμόδια είναι η Γενική Διεύθυνση Στρατηγικών Επενδύσεων του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, μετά από σχετικό αίτημα του φορέα υλοποίησης της επένδυσης και την προσκόμιση των εξής περιοριστικά αναφερόμενων δικαιολογητικών:
α. περιγράμματος των εν λόγω κτιρίων και εγκαταστάσεων,
β. τεχνικής έκθεσης μηχανικού, στην οποία περιγράφονται συνοπτικά τα εν λόγω κτίρια και εγκαταστάσεις,
γ. σκαριφηματικής τομής κάτοψης του κτιρίου,
δ. φωτογραφικής αποτύπωσης του κτιρίου,
ε. δηλώσεων ανάθεσης ανάληψης μελετητών/επιβλεπόντων,
στ. αποδεικτικών κατάθεσης των απαιτούμενων εισφορών υπέρ του Δημοσίου, του οικείου δήμου και του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης,
ζ. αντιγράφου απόδειξης παροχής υπηρεσιών ή τιμολογίου, που αφορά στην καταβολή της συμφωνηθείσας αμοιβής των μελετητών/επιβλεπόντων μηχανικών, καθώς και στον Φόρο Εισοδήματος Μηχανικών αυτής.
6. Οι άδειες κατεδάφισης δύναται να εκδίδονται ενιαίες για περισσότερα από ένα κτίρια και εν γένει κτίσματα και κατασκευές. Η εκτέλεση των εργασιών κατεδάφισης διενεργείται τμηματικά ή ενιαία για περισσότερα από ένα κτίρια και εν γένει κτίσματα και κατασκευές και, πάντως, ολοκληρώνεται εντός δύο (2) ετών από την έκδοση του προεδρικού διατάγματος του άρθρου 3 και της κοινής απόφασης του άρθρου 4 του παρόντος.