ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄
ΣΚΟΠΟΣ-ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ
Άρθρο 46
Σκοπός
1. Σκοπός του παρόντος είναι η αντιμετώπιση του προβλήματος της ασύμμετρης πληροφόρησης μεταξύ φορέων του δημόσιου τομέα και ιδιωτικών φορέων για την πιστοληπτική ικανότητα φυσικών και νομικών προσώπων μέσω της πιστοληπτικής βαθμολόγησής τους (credit scoring) σε σχέση με οφειλές τους προς το Δημόσιο. Ο απώτερος στόχος είναι η αποτροπή της αύξησης των μη εξυπηρετούμενων και ληξιπρόθεσμων οφειλών προς δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και η πρόληψη της υπερχρέωσης των φυσικών και νομικών προσώπων.
2. Για τη μέτρηση της αποτελεσματικότητας του παρόντος χρησιμοποιούνται ως βασικοί δείκτες, σε βάθος τριετίας από την έναρξη λειτουργίας της Ανεξάρτητης Αρχής Πιστοληπτικής Αξιολόγησης, σύμφωνα με το άρθρο 107 παρ. 12, αφενός ο αριθμός των πιστοληπτικών βαθμολογήσεων ανά έτος και αφετέρου το ποσοστό των επ’ αυτών ενστάσεων ανά έτος. Ως ποσοτικοί στόχοι για τους παραπάνω δείκτες τίθενται η αύξηση κατά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) ετησίως του αριθμού των πιστοληπτικών βαθμολογήσεων και η αντίστοιχη μείωση κατά ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) ετησίως των ενστάσεων.
Άρθρο 47
Αντικείμενο
Αντικείμενο του παρόντος είναι η εισαγωγή των κανόνων που διέπουν την παραγωγή και χορήγηση πιστοληπτικής βαθμολόγησης των φυσικών και νομικών προσώπων μέσω ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος και η σύσταση ανεξάρτητης αρχής χωρίς νομική προσωπικότητα με την επωνυμία «Ανεξάρτητη Αρχή Πιστοληπτικής Αξιολόγησης», μέσω του καθορισμού των αρμοδιοτήτων, της διάρθρωσης και της στελέχωσής της.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΠΙΣΤΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ
Άρθρο 48
Ορισμοί
Για την εφαρμογή του παρόντος ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) «Αρχή»: η Ανεξάρτητη Αρχή Πιστοληπτικής Αξιολόγησης.
β) «Δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς»: οι πληροφορίες για τις ληξιπρόθεσμες, μη ληξιπρόθεσμες και εξοφλημένες οφειλές φυσικών και νομικών προσώπων προς φορείς του δημοσίου τομέα, καθώς και οι πληροφορίες του άρθρου 51.
γ) «Δημόσιος τομέας»: το σύνολο των φορέων που προβλέπονται στο άρθρο 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143) και στην παρ. 1 του άρθρου 51 του ν. 1892/1990 (Α΄ 101), οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού και οι επιχειρήσεις τους, καθώς και οι επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες κοινής ωφέλειας στη μετοχική σύνθεση των οποίων συμμετέχει, άμεσα ή έμμεσα, το Δημόσιο.
δ) «Νομικά πρόσωπα»: τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες ιδιωτικού δικαίου κατά την έννοια των περ. γ΄ και δ΄ του άρθρου 3 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170).
ε) «Πιστοληπτική ικανότητα»: η ικανότητα υποκειμένου δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς για την ανάληψη και τήρηση οικονοµικής υποχρέωσης έναντι των φορέων του δημοσίου τομέα.
στ) «Πιστοληπτική βαθμολόγηση»: η βαθμολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας, καθώς και η πιθανότητα αθέτησης οικονομικής υποχρέωσης υποκειμένου δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, βάσει της στατιστικής αποτίµησης της παρελθούσας συναλλακτικής συµπεριφοράς του σε σχέση με οφειλές προς φορείς του δημόσιου τομέα.
ζ) «Πιστωτές»: οι φορείς του δημόσιου τομέα, προς τους οποίους υπάρχει οφειλή υποκειμένου δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς από οποιαδήποτε αιτία.
η) «Σύστημα»: το ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα της Αρχής.
θ) «Υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς.
ι) «Φορέας ιδιωτικού τομέα»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή η ένωση προσώπων χωρίς νομική προσωπικότητα που δεν εμπίπτει στην έννοια του δημόσιου τομέα.
ια) «Φορέας πιστοληπτικής αξιολόγησης»: ο ιδιωτικός φορέας ο οποίος επεξεργάζεται δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς για την αξιολόγηση της φερεγγυότητας και πιστοληπτικής ικανότητας φυσικών και νομικών προσώπων.
Άρθρο 49
Βασικές ρυθμίσεις πιστοληπτικής βαθμολόγησης
1. Καθιερώνεται σύστημα πιστοληπτικής βαθμολόγησης για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας φυσικών και νομικών προσώπων βάσει δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που αφορούν σε οφειλές προς τον δημόσιο τομέα.
2. Αρμόδια για την παραγωγή και τη χορήγηση της πιστοληπτικής βαθμολόγησης είναι η Ανεξάρτητη Αρχή Πιστοληπτικής Αξιολόγησης που συστήνεται με το άρθρο 64.
3. Για την άσκηση της ανωτέρω αρμοδιότητας οργανώνεται ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα για την επεξεργασία των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που συλλέγονται από τα αρχεία των φορέων του δημόσιου τομέα.
4. Η πιστοληπτική βαθμολόγηση παράγεται και χορηγείται προς χρήση από το υποκείμενο των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς και φορείς του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
Άρθρο 50
Παροχή δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς στην Αρχή
1. Οι φορείς του δημόσιου τομέα παρέχουν στην Αρχή με ακρίβεια, σε ηλεκτρονική μορφή, και επικαιροποιούν ανά μήνα, τα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς που τηρούνται στα αρχεία τους για τους οφειλέτες τους, για το χρονικό διάστημα των τελευταίων είκοσι τεσσάρων (24) μηνών.
2. Οι φορείς του δημόσιου τομέα παρέχουν, μετά από αίτημα της Αρχής, πρόσθετα δεδομένα, με σκοπό την επεξεργασία τους για την εκπόνηση οικονομικών αναλύσεων και στατιστικών μελετών.
3. Η Αρχή ενημερώνει τα υποκείμενα δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς για τους φορείς του δημόσιου τομέα που έχουν συνδεθεί με αυτή κατά την υποβολή αίτησης στο Σύστημα σύμφωνα με τα άρθρα 55 και 56. Η ενημέρωση γίνεται σύμφωνα με όσα προβλέπονται στις παρ. 1 έως 3 του άρθρου 14 του Κανονισμoύ (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 «για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων)» (L 119) (εφεξής «Γ.Κ.Π.Δ.»).
Άρθρο 51
Δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς
Στα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς που συλλέγονται από το Σύστημα περιλαμβάνονται, ιδίως:
α) οι πληροφορίες ταυτοποίησης του υποκειμένου των δεδομένων, οι οποίες συνίστανται:
αα) για τα φυσικά πρόσωπα: στο όνομα και το επώνυμό τους, το όνομα και το επώνυμο του πατέρα τους, τον Αριθμό Δελτίου Αστυνομικής Ταυτότητας (Α.Δ.Τ.) και τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) τους, καθώς και κάθε άλλο προσδιοριστικό της ταυτότητάς τους στοιχείο,
αβ) για τα νομικά πρόσωπα: στην επωνυμία τους, τη νομική τους μορφή, τον αριθμό καταχώρισής τους στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.) και τον Α.Φ.Μ.,
β) γενικές πληροφορίες για τα υποκείμενα των δεδομένων, στις οποίες περιλαμβάνονται:
βα) για τα φυσικά πρόσωπα: η ημερομηνία γέννησης, η διεύθυνση της κύριας κατοικίας και του τόπου εργασίας, τηλέφωνα επικοινωνίας, η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και ο Αριθμός Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (Α.Μ.Κ.Α.),
ββ) για τα νομικά πρόσωπα: οι πληροφορίες ταυτοποίησης των εκπροσώπων τους, η διεύθυνση και ο τηλεφωνικός αριθμός της έδρας τους,
γ) πληροφορίες σχετικά με την οφειλή, στις οποίες περιλαμβάνονται:
γα) στοιχεία εξατομίκευσης της οφειλής, όπως ο αριθμός ταμειακής βεβαίωσης ή ο αριθμός σύμβασης,
γβ) η φύση της οφειλής,
γγ) οι βασικοί όροι της οφειλής, όπως το αρχικό και το τρέχον ύψος της, κατά κεφάλαιο, προσαυξήσεις και πρόστιμα, η διάρκεια αποπληρωμής, το επιτόκιο και οι μεταβολές τους,
γδ) οι εμπράγματες και ενοχικές εξασφαλίσεις της οφειλής και η αποτίμησή τους,
γε) οι καταβολές που πραγματοποιήθηκαν, ο χρόνος των καταβολών και το τρέχον υπόλοιπο της οφειλής,
γστ) ρυθμίσεις της οφειλής,
γζ) μεταβολές στο πρόσωπο του οφειλέτη λόγω καθολικής ή ειδικής διαδοχής,
γη) πληροφορίες για την πορεία δικαστικών διενέξεων μεταξύ οφειλέτη και πιστωτών, μέτρα διοικητικής ή αναγκαστικής εκτέλεσης που λήφθηκαν, καθώς και για την πορεία της δικαστικής προσβολής τους, την άσκηση ποινικής δίωξης ή την ποινική καταδίκη λόγω μη καταβολής της οφειλής, αν η μη καταβολή της συνιστά αξιόποινη πράξη,
δ) πληροφορίες σχετικά με τις οφειλές των φορέων του δημοσίου τομέα προς το υποκείμενο των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, στις οποίες περιλαμβάνονται το είδος της οφειλής, το ποσό της οφειλής και ο οφειλέτης φορέας του δημοσίου τομέα,
ε) πληροφορίες σχετικά με πτώχευση του υποκειμένου των δεδομένων, την κήρυξή του ως συγγνωστού και την απαλλαγή του,
στ) πρόσθετες πληροφορίες που σχετίζονται με την οικονομική συμπεριφορά του υποκειμένου των δεδομένων, όπως:
στα) η ιδιότητά του ως ανέργου,
στβ) φορολογικά δεδομένα και, συγκεκριμένα, στοιχεία εισοδήματος και περιουσιακής κατάστασης.
Άρθρο 52
Πρόσβαση στα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς
1. Πρόσβαση στα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς έχουν μόνο:
α) το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς,
β) οι δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, καθώς και οι υπηρεσίες που ενεργούν υπό την άμεση εποπτεία τους, στο πλαίσιο της απονομής της δικαιοσύνης και ιδίως της πρόληψης και καταστολής της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας,
γ) η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Α.Π.Δ.Π.Χ.), στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της κατά τον Γ.Κ.Π.Δ. και τον ν. 4624/2019 (Α’ 137) σχετικά με τον έλεγχο της τήρησης της νομοθεσίας για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
2. Η πρόσβαση φορέων του ιδιωτικού τομέα ή φορέων πιστοληπτικής αξιολόγησης στα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς που είναι καταχωρισμένα στο Σύστημα απαγορεύεται.
3. Η πρόσβαση στα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς σύμφωνα με το παρόν άρθρο παρέχεται ατελώς.
4. Το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς μπορεί να ζητήσει από την Αρχή τη διόρθωση ή συμπλήρωση των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που το αφορούν και είναι καταχωρισμένα στο Σύστημα, με αίτηση που υποβάλλεται ηλεκτρονικά σε αυτό και συνοδεύεται από την απαραίτητη κατά περίπτωση τεκμηρίωση.
Άρθρο 53
Διατήρηση δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς
1. Η Αρχή διατηρεί τα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς για δέκα (10) έτη από τον χρόνο κατά τον οποίο κάθε δεδομένο αντλήθηκε από τα συστήματα του αντίστοιχου πιστωτή και καταχωρίσθηκε στο Σύστημα.
2. Μετά από την πάροδο του χρονικού διαστήματος της παρ. 1, τα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς διατηρούνται σε μορφή που δεν επιτρέπει τον προσδιορισμό της ταυτότητας των υποκειμένων τους και μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο για την εκπόνηση οικονομικών αναλύσεων και στατιστικών μελετών κατά το άρθρο 59.
Άρθρο 54
Παραγωγή πιστοληπτικής βαθμολόγησης από το Σύστημα
1. Η πιστοληπτική βαθμολόγηση για φυσικά και νομικά πρόσωπα παράγεται από το Σύστημα μέσω της επεξεργασίας, με αυτοματοποιημένη διαδικασία, των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που αντλούνται από τους φορείς του δημόσιου τομέα κατά το άρθρο 51, με τη χρήση αλγορίθμων.
2. Η πιστοληπτική βαθμολόγηση γίνεται με αριθμητική κλίμακα και αφορά στην τήρηση και την αθέτηση υποχρέωσης έναντι των φορέων του δημόσιου τομέα για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.
3. H πιστοληπτική βαθµολόγηση παράγεται μετά από την υποβολή αίτησης κατά τα άρθρα 55 και 56. Στον αιτούντα χορηγείται ενημέρωση πιστοληπτικής βαθμολόγησης, η οποία απεικονίζει την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας του υποκειμένου δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς βάσει των δεδομένων που υφίστανται κατά την ημερομηνία παραγωγής της πιστοληπτικής βαθμολόγησης.
4. Οι μέθοδοι και ο τρόπος επεξεργασίας και υπολογισµού της βαθµολόγησης επαναξιολογούνται τακτικά και οι αλγόριθµοί τους επικαιροποιούνται, ώστε να προσαρµόζονται στις οικονοµικές συνθήκες και στις διαµορφούµενες συναλλακτικές πρακτικές και να επιβεβαιώνεται η ακρίβεια των εκτιµήσεων.
Άρθρο 55
Χορήγηση πιστοληπτικής βαθμολόγησης στο υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς
1. Η Αρχή παράγει και χορηγεί ενημέρωση πιστοληπτικής βαθμολόγησης στο υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, ύστερα από αίτησή του που υποβάλλεται ηλεκτρονικά στο σύστημα.
2. Η χορήγηση ενημέρωσης πιστοληπτικής βαθμολόγησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο γίνεται ατελώς.
Άρθρο 56
Χορήγηση ενημέρωσης πιστοληπτικής βαθμολόγησης σε φορείς του ιδιωτικού τομέα
1. Η Αρχή παράγει και χορηγεί ενημέρωση πιστοληπτικής βαθμολόγησης υποκειμένου δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς σε φορέα του ιδιωτικού τομέα που έχει συνάψει σύμβαση με την Αρχή, μετά από αίτηση του φορέα, με την προϋπόθεση ρητής, ειδικής και διακριτής από άλλους όρους συγκατάθεσης του υποκειμένου στην επεξεργασία των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, την άρση του φορολογικού απορρήτου σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 60 και τη χορήγηση και διαβίβαση της ενημέρωσης πιστοληπτικής βαθμολόγησης στον αιτούντα φορέα του ιδιωτικού τομέα, η οποία παρέχεται μέσω του Συστήματος. Η ενημέρωση πιστοληπτικής βαθμολόγησης διαβιβάζεται στον φορέα του ιδιωτικού τομέα ηλεκτρονικά.
2. Στην αίτηση του φορέα του ιδιωτικού τομέα αναφέρεται ο σκοπός, για τον οποίο ζητείται η χορήγηση ενημέρωσης πιστοληπτικής βαθμολόγησης. Η ενημέρωση αυτή μπορεί να ζητείται για τους εξής σκοπούς:
α) την επαλήθευση των πληροφοριών που παρασχέθηκαν από το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, σχετικά με αίτησή του για χορήγηση πίστωσης από τον φορέα του ιδιωτικού τομέα,
β) την αξιολόγηση των κινδύνων που πηγάζουν από τη χορήγηση πίστωσης από φορέα του ιδιωτικού τομέα προς το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, ή από την αποδοχή από φορέα του ιδιωτικού τομέα της παροχής εγγύησης για μια πιστωτική σύμβαση από το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς,
γ) την αξιολόγηση των κινδύνων που πηγάζουν από χορηγηθείσα πίστωση, ή τη μετατροπή της φύσης ή της διάρκειας μιας πιστωτικής σύμβασης ή εγγύησης που έχει χορηγηθεί για μια πιστωτική σύμβαση από το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς,
δ) την παρακολούθηση και αξιολόγηση της μη τήρησης οποιουδήποτε όρου πιστωτικής σύμβασης που χορηγήθηκε από φορέα του ιδιωτικού τομέα στο υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς ή εγγύησης που παρασχέθηκε από αυτό,
ε) την αξιολόγηση αίτησης υπαγωγής του υποκειμένου δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς σε διακανονισμό οφειλών προς φορέα του ιδιωτικού τομέα, και
στ) την ανάλυση των χαρτοφυλακίων πιστωτικών συμβάσεων που τηρούν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
3. Η αίτηση υποβάλλεται ηλεκτρονικά στο Σύστημα. Το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς χορηγεί τη συγκατάθεση της παρ. 1 και ενημερώνεται μέσω του Συστήματος για τα δικαιώματα που έχει σύμφωνα με τα άρθρα 12 έως 18 και 20 έως 22 του Γ.Κ.Π.Δ..
4. Το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς έχει δικαίωμα να ανακαλέσει τη συγκατάθεσή του ανά πάσα στιγμή σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 7 του Γ.Κ.Π.Δ. Η ανάκληση της συγκατάθεσης δεν θίγει τη νομιμότητα της επεξεργασίας που βασίστηκε στη συγκατάθεση προ της ανάκλησής της. Πριν από την παροχή της συγκατάθεσης σύμφωνα με την παρ. 1, το υποκείμενο των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς ενημερώνεται για το δικαίωμα ανάκλησης της συγκατάθεσης. Η ανάκληση της συγκατάθεσης του υποκειμένου δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς γίνεται μέσω του Συστήματος ατελώς.
5. Η χορήγηση ενημέρωσης πιστοληπτικής βαθμολόγησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο γίνεται με χρέωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται με απόφαση της Αρχής, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 63.
Άρθρο 57
Δικαίωμα αντίρρησης ως προς την ορθότητα της πιστοληπτικής βαθμολόγησης
Το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς έχει δικαίωμα να αμφισβητήσει την ορθότητα της πιστοληπτικής βαθμολόγησης κατόπιν επίκλησης δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που υφίστανται κατά την έκδοση της ενημέρωσης της πιστοληπτικής βαθμολόγησης, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παρ. 4 του άρθρου 52 του παρόντος και το άρθρο 24 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α΄ 45), με την άσκηση προσφυγής στο κατά τόπο αρμόδιο Διοικητικό Εφετείο.
Άρθρο 58
Ανταλλαγή πληροφοριών πιστοληπτικών βαθμολογήσεων
Ενοποιημένη βαθμολόγηση
1. Η Αρχή δύναται να συνάπτει συμβάσεις με φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης, εντός ή εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να γίνεται ανταλλαγή πιστοληπτικών βαθμολογήσεων υποκειμένων δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς υπό την προϋπόθεση της σχετικής ρητής, ειδικής και διακριτής από άλλους όρους συγκατάθεσης του υποκειμένου δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς και ενημέρωσής του ως προς τα δικαιώματά του κατά τον Γ.Κ.Π.Δ., η οποία παρέχεται μέσω του Συστήματος και της μεθοδολογίας του.
2. Η Αρχή δύναται να συνάπτει συμβάσεις με φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης, οι οποίοι παράγουν πιστοληπτική βαθμολόγηση με βάση τουλάχιστον τα δεδομένα των περ. α’, γ΄, ε΄ και θ΄ του άρθρου 51, βάσει της οποίας δύναται να παραχθεί ενοποιημένη βαθμολόγηση.
3. Η χορήγηση ενημέρωσης πιστοληπτικής βαθμολόγησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο γίνεται με χρέωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 63.
Άρθρο 59
Ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο εκπόνησης οικονομικών αναλύσεων και στατιστικών μελετών
Το Σύστημα διαλειτουργεί και ανταλλάσσει πληροφορίες που δεν επιτρέπουν τον προσδιορισμό της ταυτότητας των υποκειμένων δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς με βάσεις δεδομένων του δημόσιου τομέα, ή φορέων του ιδιωτικού τομέα ή φορέων πιστοληπτικής αξιολόγησης, καθώς και με κάθε άλλο ηλεκτρονικό σύστημα δημόσιου ή άλλου φορέα ή με υπηρεσίες από το οποίο ή τις οποίες απαιτείται η παροχή πληροφοριών στο πλαίσιο της εκπόνησης οικονομικών αναλύσεων ή στατιστικών μελετών με βάση τα δεδομένα που τηρεί.
Άρθρο 60
Υπεύθυνος επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα – Δεδομένα νομικών προσώπων – Άρση φορολογικού απορρήτου
1. Ο Γ.Κ.Π.Δ. και ο ν. 4624/2019 (Α΄ 137) εφαρμόζονται, για τις ανάγκες του άρθρου 56 του παρόντος, και για τα δεδομένα νομικών προσώπων που αποτελούν υποκείμενα δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, τα οποία επεξεργάζεται η Αρχή.
2. Η Αρχή ορίζεται ως υπεύθυνος επεξεργασίας κατά την έννοια του Γ.Κ.Π.Δ. και του ν. 4624/2019.
3. Η υποβολή της αίτησης για τη χορήγηση πιστοληπτικής βαθμολόγησης του άρθρου 55 του παρόντος και η συγκατάθεση της παρ. 1 του άρθρου 57 του παρόντος συνεπάγονται την άρση του φορολογικού απορρήτου του άρθρου 17 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) για τα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς, η επεξεργασία των οποίων είναι αναγκαία για την παραγωγή της βαθμολόγησης.
Άρθρο 61
Απόρρητο και ασφάλεια επεξεργασίας του Συστήματος
1. Η επεξεργασία των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς και των πιστοληπτικών βαθμολογήσεων είναι απόρρητη και διεξάγεται αποκλειστικά από την Αρχή.
2. Για τη διεξαγωγή της επεξεργασίας η Αρχή επιλέγει πρόσωπα με αντίστοιχα επαγγελματικά προσόντα που παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις από πλευράς τεχνικών γνώσεων και προσωπικής ακεραιότητας για την τήρηση του απορρήτου.
3. Η Αρχή οφείλει να έχει διαρκώς σε λειτουργία σύστημα διαχείρισης ασφάλειας πληροφοριών, το οποίο ακολουθεί διεθνή πρότυπα και έχει πιστοποιηθεί από ανεξάρτητο φορέα διαπιστευμένο από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης (Ε.ΣΥ.Δ.) που προβλέπεται στον ν. 4468/2017 (Α 61). Το ανωτέρω σύστημα περιλαμβάνει τουλάχιστον μελέτη επικινδυνότητας, πολιτική ασφάλειας και ειδικά, τεχνικά και οργανωτικά, μέτρα ασφαλείας σχετικά με την εσωτερική οργάνωση και τη διαχείριση των αγαθών, το εμπλεκόμενο ανθρώπινο δυναμικό, το φυσικό περιβάλλον λειτουργίας, τον κύκλο ζωής των δεδομένων, τον έλεγχο πρόσβασης, τη διαχείριση συνέχισης λειτουργίας και τη διαχείριση περιστατικών ασφαλείας.
4. Η Αρχή οφείλει να εφαρμόζει, για την αποφυγή, ανίχνευση και διερεύνηση περιστατικών παραβίασης των δεδομένων της, μέτρα για: α) την καταγραφή ενεργειών πρόσβασης στα δεδομένα για χρόνο ίσο με τους χρόνους τήρησης των δεδομένων στο Σύστημα, από τα οποία να προκύπτουν κατ’ ελάχιστο η ταυτότητα αυτού που απέκτησε πρόσβαση, η έκταση, ο χρόνος και η ακριβής αιτία πρόσβασης στα δεδομένα και β) την προστασία της ακεραιότητας των αρχείων.
5. Η αποτελεσματική λειτουργία των καθορισμένων οργανωτικών και τεχνικών μέτρων των παρ. 3 και 4 ελέγχεται περιοδικά.
Άρθρο 62
Απαγόρευση διάδοσης πληροφοριών
1. Ο Πρόεδρος, τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, ο Διοικητής και το προσωπικό της Αρχής που υπηρετεί σε αυτή με οποιαδήποτε σχέση εργασίας απαγορεύεται να διαδίδουν εμπιστευτικές πληροφορίες που έλαβαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και μετά από τη λήξη των καθηκόντων τους.
2. Η παραβίαση της παρ. 1 συνιστά το πειθαρχικό παράπτωμα της παράβασης καθήκοντος και δύναται να επισύρει την ποινή της οριστικής παύσης.
Άρθρο 63
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης καθορίζονται:
α) Οι φορείς του δημόσιου τομέα που συνδέονται με το Σύστημα, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 50,
β) ο χρόνος της περιοδικής πρόσβασης της Αρχής στα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς που τηρούνται στους πιστωτές ή της άντλησης των δεδομένων αυτών από αυτούς,
γ) οι τεχνικές λεπτομέρειες, οι οποίες αποτελούν τις λειτουργικές προδιαγραφές του Συστήματος,
δ) το περιεχόμενο των αιτήσεων χορήγησης πιστοληπτικής βαθμολόγησης και οι διαδικασίες υποβολής τους στο Σύστημα και άσκησης των δικαιωμάτων των υποκειμένων δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς,
ε) η διαδικασία πιστοληπτικής βαθμολόγησης, όπως η μέθοδος επεξεργασίας των δεδομένων, καθώς και τα κριτήρια και η αριθμητική κλίμακα υπολογισμού της βαθμολόγησης,
στ) οι όροι και προϋποθέσεις και η συχνότητα υποβολής αίτησης χορήγησης πιστοληπτικής βαθμολόγησης, σύμφωνα με το άρθρο 55.
2. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Επενδύσεων, η οποία εκδίδεται μετά από εισήγηση του Διοικητή της Αρχής, καθορίζονται ο τρόπος και η μεθοδολογία παραγωγής της ενοποιημένης βαθμολόγησης και της διασύνδεσης του Συστήματος της Αρχής με τα συστήματα φορέων πιστοληπτικής βαθμολόγησης.
3. Με απόφαση της Αρχής καθορίζεται το ύψος της χρέωσης για τη χορήγηση αντιγράφου της ενημέρωσης πιστοληπτικής βαθμολόγησης στους φορείς του ιδιωτικού τομέα, που προβλέπεται στην παρ. 5 του άρθρου 56.
4. Με προεδρικό διάταγμα, κατόπιν πρότασης των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Επενδύσεων, δύναται να προστίθενται νέοι και να τροποποιούνται οι υφιστάμενοι σκοποί επεξεργασίας δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, χορήγησης και διαβίβασης ενημέρωσης πιστοληπτικής βαθμολόγησης σύμφωνα με το άρθρο 56. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Επενδύσεων εξειδικεύονται οι σκοποί επεξεργασίας δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς χορήγησης και διαβίβασης ενημέρωσης πιστοληπτικής βαθμολόγησης σύμφωνα με το άρθρο 56.
5. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Επενδύσεων εξειδικεύονται το ελάχιστο περιεχόμενο και οι υποχρεωτικοί κανόνες που διέπουν τη σύμβαση που προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 56 μεταξύ της Αρχής και των φορέων του ιδιωτικού τομέα και τη σύμβαση του άρθρου 55 μεταξύ της Αρχής και των φορέων πιστοληπτικής αξιολόγησης.
6. Οι φορείς του δημόσιου τομέα, εντός δώδεκα (12) μηνών από πρόσκληση του Διοικητή της Αρχής, την οποία απευθύνει μετά από την έκδοση της απόφασης της περ. α’ της παρ. 1, συνδέονται ηλεκτρονικά με το Σύστημα, ώστε να είναι δυνατή η πρόσβαση της Αρχής στα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς που τηρούνται στα αρχεία τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄
ΣΥΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΙΣΤΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ
Άρθρο 64
Σύσταση, αποστολή και έδρα
της Ανεξάρτητης Αρχής Πιστοληπτικής Αξιολόγησης
1. Συστήνεται Ανεξάρτητη Αρχή χωρίς νομική προσωπικότητα με την επωνυμία «Ανεξάρτητη Αρχή Πιστοληπτικής Αξιολόγησης» (εφεξής η «Αρχή»).
2. Αποστολή της Αρχής είναι η παραγωγή πιστοληπτικών βαθμολογήσεων μέσω του Συστήματος, η τήρηση σχετικής βάσης δεδομένων και η ανταλλαγή πιστοληπτικών βαθμολογήσεων και πληροφοριών με φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης, προς τον σκοπό μείωσης των επιπέδων των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς δημόσιους φορείς και ιδιώτες πιστωτές, καθώς και για την πρόληψη του φαινομένου της υπερχρέωσης των ιδιωτών.
3. Η έδρα της Αρχής βρίσκεται στην Περιφέρεια Αττικής.
Άρθρο 65
Λειτουργική ανεξαρτησία και αυτοτέλεια
Η Αρχή απολαύει λειτουργικής ανεξαρτησίας, διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας και δεν υπόκειται σε εποπτεία από κυβερνητικά όργανα, κρατικούς φορείς ή άλλες διοικητικές αρχές.
Άρθρο 66
Αρμοδιότητες της Αρχής
1. Η Αρχή έχει, ιδίως, τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) την ολοκληρωμένη διαχείριση του Συστήματος και την τήρηση της σχετικής βάσης δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς,
β) τη συλλογή, αποθήκευση και επεξεργασία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς υποκειμένων δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που προέρχονται από φορείς του δημόσιου τομέα,
γ) την εξαγωγή πιστοληπτικής βαθμολόγησης των υποκειμένων δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς,
δ) την ανταλλαγή πιστοληπτικής βαθμολόγησης υποκειμένων δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς με φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης κατά την παρ. 2 του άρθρου 58, ή την παροχή πιστοληπτικής βαθμολόγησης σε φορείς του ιδιωτικού τομέα σύμφωνα με το άρθρο 56,
ε) την εκπόνηση οικονομικών αναλύσεων και στατιστικών μελετών με βάση τα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς που τηρούνται από την Αρχή,
στ) τη στατιστική επεξεργασία ιστορικών δεδομένων με στόχο την ακριβέστερη δυνατή πρόβλεψη της πιθανότητας αθέτησης υποχρεώσεων του κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου, τόσο προς το Δημόσιο και φορείς κοινωνικής ασφάλισης όσο και προς ιδιώτες πιστωτές,
ζ) τη συμμετοχή και εκπροσώπηση της χώρας στους διεθνείς οργανισμούς και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς και τη συνεργασία σε διμερές επίπεδο με αντίστοιχους φορείς άλλων κρατών για την ανταλλαγή δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, την εκπόνηση, ανάληψη και υλοποίηση προγραμμάτων και έργων, την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και τη λήψη τεχνικής βοήθειας για θέματα που άπτονται της αποστολής της Αρχής,
η) τον σχεδιασμό και την υλοποίηση ενημερωτικών σεμιναρίων και προγραμμάτων ευαισθητοποίησης για θέματα που άπτονται της αποστολής της Αρχής.
Άρθρο 67
Προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία του Προέδρου, των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης και του Διοικητή
Ο Πρόεδρος, τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης και ο Διοικητής της Αρχής απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας. Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους δεσμεύονται μόνο από τον νόμο και τη συνείδησή τους και δεν υπόκεινται σε ιεραρχικό έλεγχο ούτε σε διοικητική εποπτεία από κυβερνητικά όργανα ή άλλες διοικητικές αρχές ή άλλον δημόσιο ή ιδιωτικό οργανισμό.
Άρθρο 68
Κοινοβουλευτικός έλεγχος
1. Η Αρχή υπόκειται σε κοινοβουλευτικό έλεγχο, σύμφωνα με το άρθρο 138Α του Κανονισμού της Βουλής. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, καθώς και ο Διοικητής της Αρχής, μετά από κλήση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, καταθέτουν ενώπιον αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 138Α σε συνδυασμό με το άρθρο 41Α του Κανονισμού αυτής, σχετικά με θέματα που αφορούν στις αρμοδιότητες της Αρχής.
2. Ο Διοικητής της Αρχής συντάσσει αναλυτική ετήσια έκθεση προγραμματισμού των δραστηριοτήτων της για το επόμενο έτος και ετήσια έκθεση απολογισμού, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Κανονισμό Λειτουργίας. Στην έκθεση προγραμματισμού περιλαμβάνονται ο σχεδιασμός της μακροπρόθεσμης στρατηγικής κατεύθυνσής της και το ετήσιο επιχειρησιακό σχέδιο της. Στην έκθεση απολογισμού παρουσιάζονται το έργο που επιτελέστηκε κατά το προηγούμενο έτος και τα αποτελέσματα στους κρίσιμους τομείς δράσης της. Η έκθεση απολογισμού υποβάλλεται μέχρι την 31η Μαρτίου κάθε έτους, από τον Διοικητή της Αρχής, στον Πρόεδρο της Βουλής και συζητείται στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 138Α του Κανονισμού της Βουλής. Η έκθεση απολογισμού αναρτάται στην ιστοσελίδα της Αρχής και δημοσιεύεται σε σχετική έκδοση του Εθνικού Τυπογραφείου.
3. Εφόσον της ζητηθεί από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, η Αρχή υποχρεούται να υποβάλλει στον Πρόεδρο της Βουλής, ειδικές εκθέσεις κατά τη διάρκεια του έτους για θέματα γενικότερου ενδιαφέροντος, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 138Α του Κανονισμού της Βουλής.
Άρθρο 69
Οργανισμός και Εσωτερικοί Κανονισμοί της Αρχής.
1. Με απόφαση του Διοικητή της Αρχής, η οποία εκδίδεται κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης, εκδίδεται ο Οργανισμός, με τον οποίο καθορίζονται η οργάνωση και διάρθρωση των υπηρεσιών της Αρχής, η σύσταση, συγχώνευση και κατάργηση οργανικών μονάδων, η σύσταση, κατάργηση ή αλλαγή έδρας περιφερειακών υπηρεσιών και η οργανωτική διάρθρωση αυτών, η σύσταση, μετατροπή και κατάργηση των οργανικών θέσεων, ο καθορισμός των αρμοδιοτήτων των οργανικών μονάδων και του προσωπικού, ο προσδιορισμός των επιχειρησιακών διαδικασιών και συστημάτων διακυβέρνησης και διοίκησης, τα ειδικότερα προσόντα διορισμού ανά κλάδο και ειδικότητα, οι κλάδοι από τους οποίους προέρχονται οι προϊστάμενοι των οργανικών μονάδων αυτής, καθώς και η κατανομή των οργανικών θέσεων του προσωπικού της Αρχής ανά κατηγορία, κλάδο και ειδικότητα.
2. Με απόφαση του Διοικητή, η οποία εκδίδεται κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης, εκδίδεται ο Κανονισμός Λειτουργίας της Αρχής, με τον οποίο καθορίζονται ειδικότερα θέματα λειτουργίας και άσκησης των αρμοδιοτήτων της Αρχής, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία και κάθε άλλο σχετικό αναγκαίο θέμα. Επίσης, με τον Κανονισμό Λειτουργίας της Αρχής καθορίζεται κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρ. 4 του άρθρου 77 περί σύγκρουσης συμφερόντων του Προέδρου και των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης.
3. Με απόφαση του Διοικητή, η οποία εκδίδεται κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης, εκδίδονται επιμέρους κανονισμοί με τους οποίους καθορίζονται, ιδίως, ειδικότερες επιχειρησιακές διαδικασίες και τα καθήκοντα του προσωπικού των υπηρεσιών της.
Άρθρο 70
Όργανα διοίκησης της Αρχής
Τα όργανα διοίκησης της Αρχής είναι το Συμβούλιο Διοίκησης και ο Διοικητής.
Άρθρο 71
Σύνθεση του Συμβουλίου Διοίκησης
Το Συμβούλιο Διοίκησης είναι πενταμελές και αποτελείται από τον Πρόεδρο και τέσσερα (4) μέλη. Στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου Διοίκησης συμμετέχει ο Διοικητής της Αρχής, ως εκ της ιδιότητάς του, χωρίς δικαίωμα ψήφου.
Άρθρο 72
Προσόντα διορισμού Προέδρου και μελών του Συμβουλίου Διοίκησης
1. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης είναι πρόσωπα εγνωσμένου κύρους, υψηλής επιστημονικής συγκρότησης και επαγγελματικής εμπειρίας σε τομείς που έχουν σχέση με τις αρμοδιότητες της Αρχής και του Συμβουλίου Διοίκησης.
2. Οι υποψήφιοι πρέπει να διαθέτουν:
α) πτυχίο ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος της ημεδαπής ή ισότιμο και αντίστοιχο της αλλοδαπής. Συνεκτιμώμενα προσόντα κατά την επιλογή είναι τα εξής:
α) η αποφοίτηση από την Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης (Ε.Κ.Δ.Δ.Α.),
β) οι μεταπτυχιακοί ή διδακτορικοί τίτλοι ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος της ημεδαπής ή ισότιμου και αντίστοιχου της αλλοδαπής, που αποδεικνύουν την επιστημονική εξειδίκευση σε γνωστικά αντικείμενα συναφή προς τους σκοπούς της Αρχής και τις αρμοδιότητες του Συμβουλίου Διοίκησης,
γ) επαγγελματική εμπειρία σε αντικείμενα συναφή προς τους σκοπούς της Αρχής και τις αρμοδιότητες του Συμβουλίου Διοίκησης, δέκα (10) τουλάχιστον ετών,
δ) άριστη γνώση μιας τουλάχιστον ξένης γλώσσας και ιδίως της αγγλικής. Η γνώση επιπλέον ξένων γλωσσών θεωρείται επιπρόσθετο προσόν.
3. Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν τα προσόντα διορισμού τόσο κατά τον χρόνο λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων όσο και κατά τον χρόνο του διορισμού.
Άρθρο 73
Διαδικασία επιλογής, διορισμός και θητεία του Προέδρου και των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης
1. Για την επιλογή των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης διεξάγεται ανοικτός διαγωνισμός.
2. Η αξιολόγηση των υποψηφίων προς διορισμό γίνεται από ανεξάρτητη Επιτροπή Επιλογής, η οποία απαρτίζεται από:
α) τον Πρόεδρο του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (Α.Σ.Ε.Π.), με αναπληρωτή του Αντιπρόεδρο του Α.Σ.Ε.Π., που υποδεικνύεται από τον Πρόεδρο, ως Πρόεδρο,
β) έναν (1) Αντιπρόεδρο ή Σύμβουλο του Α.Σ.Ε.Π., ο οποίος υποδεικνύεται από τον Πρόεδρο του Α.Σ.Ε.Π.,
γ) έναν (1) Αντιπρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), ο οποίος υποδεικνύεται από τον Πρόεδρο του Ν.Σ.Κ.,
δ) τον Ειδικό Γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους και
ε) έναν εκπρόσωπο της Τράπεζας της Ελλάδος, ο οποίος υποδεικνύεται από τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, ως μέλη.
3. Η Επιτροπή Επιλογής καταρτίζει κατάλογο των επικρατέστερων υποψηφίων, ο οποίος αποτελείται από διπλάσιο αριθμό υποψηφίων από τον αριθμό των σχετικών θέσεων, ήτοι δέκα (10), και υποβάλλεται στον Υπουργό Οικονομικών. Αν οι υποψήφιοι είναι λιγότεροι από τον διπλάσιο αριθμό των θέσεων, περιλαμβάνονται όλοι οι υποψήφιοι στον εν λόγω κατάλογο.
4. Ο Υπουργός Οικονομικών επιλέγει από τον κατάλογο της παρ. 3 ισάριθμους με τις προς πλήρωση θέσεις επικρατέστερους υποψηφίους και υποβάλλει για τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής κάθε έναν από αυτούς ξεχωριστά, κατά την προβλεπόμενη από τον Κανονισμό της Βουλής διαδικασία. Αν η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας δεν παράσχει τη σύμφωνη γνώμη της για έναν ή περισσότερους από τους προταθέντες υποψηφίους, ο Υπουργός Οικονομικών προτείνει νέους υποψηφίους από τον κατάλογο των επικρατέστερων υποψηφίων της παρ. 3.
5. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης της Αρχής διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με πενταετή θητεία, με την επιφύλαξη της παρ. 6, η οποία μπορεί να ανανεωθεί για μία (1) φορά.
6. Κατά την πρώτη εφαρμογή του παρόντος, δύο (2) μέλη κληρώνονται από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Διοίκησης αμέσως μετά από τη λήψη της απόφασης επιλογής τους και διορίζονται για θητεία τριών (3) ετών, και τα άλλα δύο (2) για θητεία πέντε (5) ετών. Στην κλήρωση αυτή δεν περιλαμβάνεται ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Διοίκησης, που διορίζεται για θητεία πέντε (5) ετών. Αν ανανεωθεί η θητεία μέλους που διορίσθηκε σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, η ανανέωση χωρεί για πλήρη θητεία πέντε (5) ετών.
7. Η θητεία των μελών παρατείνεται αυτοδίκαια μέχρι τον διορισμό νέων. Ο χρόνος παράτασης της θητείας δεν μπορεί να υπερβεί σε καμία περίπτωση τους έξι (6) μήνες.
8. Το Συμβούλιο Διοίκησης μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί, εάν κάποια από τα μέλη του εκλείψουν ή αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο, εφόσον τα λοιπά μέλη επαρκούν για τον σχηματισμό απαρτίας.
Άρθρο 74
Αναπλήρωση Προέδρου του Συμβουλίου Διοίκησης
Τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Διοίκησης, όταν κωλύεται ή απουσιάζει, αναπληρώνει ένα (1) από τα υπόλοιπα μέλη, που έχει ορισθεί προς τούτο με απόφαση του Προέδρου, που λαμβάνεται εντός τριών (3) μηνών από τον διορισμό του Συμβουλίου Διοίκησης.
Άρθρο 75
Κωλύματα διορισμού Προέδρου και μελών του Συμβουλίου Διοίκησης
1. Δεν μπορεί να διορισθεί Πρόεδρος και μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης πρόσωπο που έχει τα κωλύματα διορισμού που προβλέπονται στα άρθρα 5 και 8 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ν.π.δ.δ. (ν. 3528/2007, Α΄ 26), είτε κατά τον χρόνο λήξης της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων, είτε κατά τον χρόνο του διορισμού και επιπλέον όποιος:
α) έχει απολυθεί από θέση δημόσιας υπηρεσίας ή Ο.Τ.Α. α` και β` βαθμού ή άλλου νομικού προσώπου του δημόσιου τομέα, λόγω επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης, ή λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας για σπουδαίο λόγο, οφειλόμενο σε υπαιτιότητά του,
β) έχει αποκλεισθεί από αρμόδια αρχή από την άσκηση ενός επαγγέλματος, ή του έχει απαγορευθεί η ανάληψη θέσης προϊσταμένου ή στελέχους οποιασδήποτε δημόσιας αρχής, λόγω σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος,
γ) συνδέεται με οποιαδήποτε σχέση εργασίας με την Αρχή,
δ) είναι εν ενεργεία δικαστικός λειτουργός, είναι ή έχει διατελέσει μέλος της Βουλής των Ελλήνων ή μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, είναι ή υπήρξε μέλος της Κυβέρνησης ή Υφυπουργός, ή μέλος των εκτελεστικών οργάνων πολιτικού κόμματος, κατά την τρέχουσα ή την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο, ή έχει ανακηρυχθεί υποψήφιος βουλευτής, κατά τις ίδιες ως άνω περιόδους.
2. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης δεν μπορούν να είναι σύζυγοι ή συμβιούντες κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015 (Α΄181) ή συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας, κατ` ευθεία μεν γραμμή απεριορίστως, εκ πλαγίου δε, έως και δευτέρου βαθμού με τον Διοικητή ή οποιοδήποτε άλλο μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης, συμπεριλαμβανομένου και του Προέδρου.
3. Ως προς τα κωλύματα διορισμού, για τον Πρόεδρο και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης εφαρμόζεται αναλόγως και το άρθρο 67 του ν. 4622/2019 (Α΄133) περί κωλυμάτων διορισμού των μελών της Κυβέρνησης, Υφυπουργών και εν γένει των οργάνων διοίκησης του δημόσιου τομέα.
Άρθρο 76
Ασυμβίβαστα Προέδρου και μελών του Συμβουλίου Διοίκησης
1. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου είναι μερικής απασχόλησης και δεν αναστέλλεται η άσκηση οποιουδήποτε δημόσιου λειτουργήματος, καθώς και η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση του Δημοσίου, ανεξάρτητων αρχών, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού και των επιχειρήσεών τους, των ν.π.δ.δ και των κρατικών ν.π.ι.δ. ή δημόσιων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων, τη διοίκηση των οποίων ορίζει το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος.
2. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου κατά τη διάρκεια της θητείας τους δεν ασκούν οποιοδήποτε έμμισθο ή άμισθο λειτούργημα ή οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα που δεν συμβιβάζεται με την ιδιότητα ή τα καθήκοντα μέλους του Συμβουλίου Διοίκησης. Ιδίως, δεν παρέχουν υπηρεσίες ή έχουν οποιαδήποτε έννομη σχέση με εταιρεία ή επιχείρηση, εκ της οποίας μπορεί να προκληθεί σύγκρουση συμφερόντων και έχουν υποχρέωση γνωστοποίησης όλων των καταστάσεων που μπορεί να συνιστούν σύγκρουση συμφερόντων. Δεν συνιστά για αυτούς ασυμβίβαστο η άσκηση καθηκόντων μέλους Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, με καθεστώς πλήρους ή μερικής απασχόλησης και η άσκηση καθηκόντων μέλους του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Άρθρο 77
Υποχρεώσεις Προέδρου και μελών του Συμβουλίου Διοίκησης
1. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, έχουν υποχρέωση να τηρούν τις αρχές της αντικειμενικότητας, της αμεροληψίας και της ακεραιότητας, να υπηρετούν με συνέπεια τους σκοπούς της Αρχής και να ασκούν τις αρμοδιότητες που τους ανατίθενται σύμφωνα με τo άρθρο 84 με γνώμονα την επίτευξη των στόχων και την αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία και δράση της Αρχής.
2. Ως προς τους κανόνες αποφυγής σύγκρουσης συμφερόντων για τον Πρόεδρο και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης εφαρμόζονται τα άρθρα 71 έως 74 του ν. 4622/2019 (Α’ 133).
3. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, υποχρεούνται σε δήλωση και έλεγχο της περιουσιακής τους κατάστασης, σύμφωνα με τον ν. 3213/2003 (Α΄309) κατά τη διάρκεια της θητείας τους.
4. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης υπογράφουν δήλωση για τη μη ύπαρξη σύγκρουσης συμφερόντων, προτού αναλάβουν τα καθήκοντά τους. Όταν οποιοδήποτε θέμα που άπτεται των συμφερόντων του Προέδρου ή άλλου μέλους τεθεί ενώπιον του Συμβουλίου Διοίκησης, το μέλος αυτό υποχρεούται να προβεί σε δήλωση κατά την έναρξη της συζήτησης σχετικά με τον λόγο που επιβάλλει την αποχή του από την συζήτηση και τη λήψη απόφασης και δεν προσμετράται για τον υπολογισμό της απαρτίας. Σε περίπτωση κωλύματος συμμετοχής περισσότερων του ενός μελών, λόγω σύγκρουσης συμφερόντων, το Συμβούλιο Διοίκησης βρίσκεται σε απαρτία και αποφασίζει νόμιμα, με τα λοιπά, μη κωλυόμενα μέλη. Κατά τα λοιπά εφαρμόζεται το άρθρο 7 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α’ 45).
Άρθρο 78
Δήλωση εμπιστευτικότητας
Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης υπογράφουν δήλωση εμπιστευτικότητας που αποτελεί μονομερή δήλωσή τους με την οποία αναλαμβάνουν την υποχρέωση εμπιστευτικότητας, καθώς και την υποχρέωση να μην αποκαλύπτουν, αναπαράγουν ή χρησιμοποιούν προς ίδιο όφελος ή προς όφελος τρίτου εμπιστευτικές πληροφορίες στις οποίες αποκτούν πρόσβαση εξαιτίας της θέσης που κατέχουν.
Άρθρο 79
Κυρώσεις
Η παράβαση των υποχρεώσεων των άρθρων 77 και 78, καθώς και του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας της Αρχής συνιστά σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα.
Άρθρο 80
Παύση Προέδρου και μελών του Συμβουλίου Διοίκησης
1. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης παύονται από το αξίωμά τους με αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, για τους εξής λόγους:
α) Για αδυναμία εκτέλεσης των καθηκόντων τους λόγω κωλύματος, νόσου ή αναπηρίας, σωματικής ή πνευματικής, που διαρκεί για περισσότερους από τρεις (3) συνεχόμενους μήνες, ή αν δεν έχουν εκπληρώσει τα καθήκοντά τους για τρεις (3) συνεχόμενους μήνες για οποιονδήποτε άλλον λόγο, χωρίς την άδεια του Συμβουλίου Διοίκησης,
β) για σπουδαίο λόγο που αφορά στην εκτέλεση των καθηκόντων τους. Σπουδαίο λόγο συνιστά, ιδίως, η δημοσιοποίηση προσωπικών δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, για τα οποία έλαβαν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και η κατάχρηση της θέσης τους για ίδιο, προσωπικό ή εμπορικό όφελος,
γ) αν παραπεμφθούν αμετάκλητα στο ακροατήριο για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού σε θέση δημόσιου υπαλλήλου ή έκπτωση δημόσιου υπαλλήλου, σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 149 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ν.π.δ.δ. (ν. 3528/2007, Α΄ 26),
δ) εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις θέσης τους σε αυτοδίκαιη αργία, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 103 του ν. 3528/2007,
ε) αν δεν προβούν στις απαιτούμενες γνωστοποιήσεις περί σύγκρουσης συμφερόντων, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 4 του άρθρου 77.
στ) αν έχουν αποκλεισθεί ή παυθεί από αρμόδια αρχή από την άσκηση ενός επαγγέλματος, ή τους έχει απαγορευθεί η ανάληψη θέσης Προϊσταμένου ή στελέχους οποιουδήποτε δημόσιου νομικού προσώπου, λόγω σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος,
ζ) αν εκλεγούν σε θέση μέλους της Βουλής των Ελλήνων, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εκτελεστικών οργάνων διοίκησης πολιτικού κόμματος, ή αν ανακηρυχθούν υποψήφιοι βουλευτές, η αν διορισθούν σε θέση μέλους της Κυβέρνησης ή υφυπουργού,
θ) αν είναι σύζυγοι ή συμβιούντες κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015 (Α’ 181) ή συγγενείς εξ αίματος ή εξ αγχιστείας κατ΄ ευθεία γραμμή απεριορίστως και εκ πλαγίου έως και δεύτερου βαθμού με τον Διοικητή ή τον Πρόεδρο ή οποιοδήποτε άλλο μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης.
2. Ο Πρόεδρος ή μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης που έχει παυθεί από το αξίωμά του δύναται να προσβάλει με προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας την απόφαση περί παύσης του. Η προθεσμία και η άσκηση της προσφυγής δεν αναστέλλουν την προσβαλλόμενη απόφαση.
Άρθρο 81
Παραίτηση Προέδρου και μελών του Συμβουλίου Διοίκησης
Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, που προτίθενται να παραιτηθούν, ενημερώνουν τον Υπουργό Οικονομικών και το Συμβούλιο Διοίκησης τρεις (3) τουλάχιστον μήνες πριν από την παραίτησή τους. Η παραίτηση γίνεται αποδεκτή με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 82
Κένωση θέσης Προέδρου και μελών του Συμβουλίου Διοίκησης λόγω θανάτου, παραίτησης ή παύσης
Σε περίπτωση κένωσης της θέσης του Προέδρου ή μέλους του Συμβουλίου Διοίκησης, λόγω θανάτου, παραίτησης ή παύσης, διορίζεται νέος Πρόεδρος ή μέλος, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 73, εντός δύο (2) μηνών από την κένωση της θέσης για πλήρη θητεία. Μέχρι τον διορισμό νέου Προέδρου ή μέλους, η λειτουργία του Συμβουλίου Διοίκησης δεν διακόπτεται. Για το διάστημα μέχρι τον διορισμό νέου Προέδρου τα καθήκοντα αυτού ασκεί ο αναπληρωτής του ή, εάν δεν υπάρχει αναπληρωτής, κάποιο από τα υπολειπόμενα μέλη με απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης.
Άρθρο 83
Λήξη θητείας Προέδρου και μελών του Συμβουλίου Διοίκησης
Η διαδικασία για τον διορισμό νέου Προέδρου ή μέλους του Συμβουλίου Διοίκησης ξεκινάει τρεις (3) τουλάχιστον μήνες πριν από την εκπνοή της θητείας τους, σύμφωνα με το άρθρο 73. Σε περίπτωση μη ολοκλήρωσης της διαδικασίας για τον διορισμό νέου Προέδρου ή μέλους κατά τα ανωτέρω, η θητεία του απερχόμενου Προέδρου ή μέλους παρατείνεται αυτοδικαίως μέχρι τον διορισμό νέων και πάντως για διάστημα που δεν δύναται να υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες.
Άρθρο 84
Αρμοδιότητες Συμβουλίου Διοίκησης
1. Το Συμβούλιο Διοίκησης έχει τις εξής αρμοδιότητες:
α) εγκρίνει τον στρατηγικό και επιχειρησιακό σχεδιασμό της Αρχής, το σχέδιο προϋπολογισμού της Αρχής, πριν από την υποβολή του στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, και την ετήσια έκθεση απολογισμού των δραστηριοτήτων της Αρχής,
β) κατατάσσει τους δύο (2) επικρατέστερους υποψηφίους για τη θέση του Διοικητή και υποβάλλει σχετική πρόταση στον Υπουργό Οικονομικών,
γ) ελέγχει και αποφαίνεται για τη σκοπιμότητα δαπανών, για έργα παροχής υπηρεσιών ή για προμήθειες ειδών καθαρής αξίας άνω των διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ,
δ) κατόπιν εισήγησης του Διοικητή, υποβάλλει στον Υπουργό Οικονομικών προτάσεις νομοθετικών διατάξεων και κανονιστικών πράξεων για ζητήματα που εμπίπτουν στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της Αρχής,
ε) παρέχει τη γνώμη του για:
εα) τον σχεδιασμό της πολιτικής προσωπικού της Αρχής και παρακολουθεί την εφαρμογή αυτής,
εβ) την ανάπτυξη και την εφαρμογή μεθοδολογιών και ειδικότερων συστημάτων ποιοτικής και ποσοτικής αξιολόγησης, προαγωγών, βαθμολογικής και υπηρεσιακής εξέλιξης του προσωπικού της Αρχής,
εγ) την ένταξη έργων στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και στο Ενιαίο Πρόγραμμα Προμηθειών,
εδ) τη σκοπιμότητα και τη βιωσιμότητα της χρηματοδότησης δράσεων της Αρχής από τα διαρθρωτικά ταμεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, την Υπηρεσία Διαρθρωτικών Μεταρρυθμίσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (Ε.Ο.Χ.), και οποιαδήποτε άλλη πηγή χρηματοδότησης εκτός του κρατικού προϋπολογισμού,
εε) την υπογραφή συμφωνιών συνεργασίας με διεθνείς οργανισμούς,
στ) παρέχει τη σύμφωνη γνώμη του για:
στα) την κατάρτιση του Οργανισμού της Αρχής, καθώς και για την τροποποίησή του,
στβ) τον Κανονισμό Λειτουργίας και τους επιμέρους Κανονισμούς της Αρχής.
2. Όταν ζητείται η γνώμη του Συμβουλίου Διοίκησης, τεκμαίρεται ότι αυτή είναι θετική μετά από την παρέλευση άπρακτης προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την υποβολή του σχετικού ερωτήματος προς αυτό.
Άρθρο 85
Διοικητής της Αρχής
Στην Αρχή συστήνεται θέση Διοικητή, ο οποίος τελεί σε καθεστώς πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης και είναι ο επικεφαλής της Αρχής. Ο Διοικητής διορίζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται κατόπιν σύμφωνης γνώμης του Συμβουλίου Διοίκησης, με πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων (4/5) του συνόλου των μελών του και δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με πενταετή θητεία. Η θητεία του μπορεί να ανανεωθεί μόνο μία φορά.
Άρθρο 86
Προσόντα διορισμού Διοικητή
1. Ο Διοικητής είναι πρόσωπο εγνωσμένου κύρους, υψηλής επιστημονικής συγκρότησης και επαγγελματικής εμπειρίας σε τομείς που έχουν σχέση με τις αρμοδιότητες της Αρχής, ιδίως στους τομείς των χρηματοοικονομικών, της συλλογής, επεξεργασίας και προστασίας προσωπικών δεδομένων, της διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους και της πρόληψης της αφερεγγυότητας νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
2. Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν:
α) Πτυχίο ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος Α.Ε.Ι. ή ισότιμο και αντίστοιχο τίτλο σπουδών σχολών της αλλοδαπής,
β) μεταπτυχιακό ή διδακτορικό τίτλο Α.Ε.Ι. της ημεδαπής ή ισότιμο και αντίστοιχο της αλλοδαπής, που αποδεικνύει την επιστημονική εξειδίκευση σε συναφή προς τους σκοπούς της Αρχής γνωστικά αντικείμενα,
γ) σημαντική διοικητική εμπειρία σε θέσεις ευθύνης, σε διοίκηση ανθρώπινου δυναμικού, κατάρτιση στρατηγικών σχεδίων, διαχείριση έργων και δραστηριοτήτων, συντονισμό ομάδων, διαδικασίες στοχοθεσίας και παρακολούθησης επίτευξης στόχων,
δ) άριστη γνώση μιας τουλάχιστον ξένης γλώσσας, ιδίως, της αγγλικής. Η γνώση επιπλέον ξένων γλωσσών θεωρείται επιπρόσθετο προσόν, και
ε) αποδεδειγμένη εμπειρία δέκα (10) τουλάχιστον ετών σε πολιτικές, έργα και δράσεις σε συναφή προς τους σκοπούς της Αρχής αντικείμενα, όπως προστασίας προσωπικών δεδομένων, ανάπτυξης και ενίσχυσης μηχανισμών πρόληψης αφερεγγυότητας, ανάπτυξης συστημάτων διαχείρισης κινδύνων, οργανωτικών μεταρρυθμίσεων και διαχείρισης αλλαγών. Η εμπειρία από ανάλογα έργα σε διεθνείς οργανισμούς και χώρες του εξωτερικού αξιολογείται ως επιπρόσθετο προσόν.
3. Η κατοχή επαγγελματικών πιστοποιήσεων από αναγνωρισμένους φορείς επαγγελματικής πιστοποίησης, σχετικά με τα θέματα αρμοδιότητας της Αρχής αξιολογείται ως επιπρόσθετο προσόν.
4. Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν τα προσόντα διορισμού τόσο κατά τον χρόνο λήξης της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων όσο και κατά τον χρόνο του διορισμού.
Άρθρο 87
Διαδικασία πλήρωσης της θέσης Διοικητή
1. Για την επιλογή του Διοικητή διεξάγεται ανοικτός διαγωνισμός.
2. Η αξιολόγηση των υποψηφίων προς διορισμό γίνεται από την ανεξάρτητη Επιτροπή Επιλογής του άρθρου 74. Η Επιτροπή Επιλογής καταρτίζει κατάλογο των τεσσάρων (4) επικρατέστερων υποψηφίων, με βάση προκαθορισμένα και αντικειμενικά κριτήρια, ο οποίος υποβάλλεται στο Συμβούλιο Διοίκησης. Αν οι υποψήφιοι είναι λιγότεροι από τέσσερις (4), περιλαμβάνονται όλοι οι υποψήφιοι στον εν λόγω κατάλογο.
3. Το Συμβούλιο Διοίκησης κατατάσσει τους δύο (2) επικρατέστερους υποψηφίους με σειρά προτεραιότητας και υποβάλλει πρόταση στον Υπουργό Οικονομικών. Ο Υπουργός Οικονομικών υποβάλλει τον υποψήφιο που προτείνει για τη θέση του Διοικητή, στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, για τη σύμφωνη γνώμη της, κατά την προβλεπόμενη από τον Κανονισμό της Βουλής διαδικασία. Αν η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας δεν παράσχει τη σύμφωνη γνώμη της για τον προταθέντα υποψήφιο, η διαδικασία του δεύτερου εδαφίου επαναλαμβάνεται για τον έτερο των δύο επικρατέστερων υποψηφίων.
Άρθρο 88
Κωλύματα
1. Δεν μπορεί να διορισθεί Διοικητής της Αρχής πρόσωπο που έχει τα κωλύματα του άρθρου 69 του ν. 4622/2019 (Α’ 133) και των άρθρων 5 και 8 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ν.π.δ.δ. (ν. 3528/2007, Α’ 26) κατά τον χρόνο λήξης της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων και κατά τον χρόνο του διορισμού και επιπλέον όποιος:
α) έχει απολυθεί από θέση δημόσιας υπηρεσίας ή ο.τ.α. ή άλλου νομικού προσώπου του δημόσιου τομέα, λόγω επιβολής της πειθαρχικής ποινής της οριστικής παύσης, ή λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας για σπουδαίο λόγο, οφειλόμενο σε υπαιτιότητά του,
β) έχει αποκλεισθεί από αρμόδια αρχή από την άσκηση ενός επαγγέλματος, ή του έχει απαγορευθεί η ανάληψη θέσης Προϊσταμένου ή στελέχους οποιασδήποτε δημόσιας αρχής, λόγω σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος,
γ) είναι σύζυγος ή μέρος συμφώνου συμβίωσης κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015 (Α’ 181) ή συγγενής εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι δεύτερου βαθμού ή κατιών σε ευθεία γραμμή του Προέδρου ή άλλου μέλους του Συμβουλίου Διοίκησης,
δ) είναι ή έχει διατελέσει μέλος της Βουλής των Ελλήνων ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μέλος της Κυβέρνησης ή Υφυπουργός, ή μέλος των εκτελεστικών οργάνων πολιτικού κόμματος, κατά την τρέχουσα ή την προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο, ή έχει ανακηρυχθεί υποψήφιος βουλευτής, κατά τις ίδιες ως άνω περιόδους.
2. Αν ο Διοικητής είναι μόνιμος δημόσιος υπάλληλος ή όργανο ή λειτουργός φορέων του Δημοσίου, με τη λήξη της θητείας του επανέρχεται στην οργανική θέση που κατείχε πριν από τον διορισμό του. Σε αυτή την περίπτωση, ο χρόνος της θητείας του λογίζεται, για κάθε βαθμολογική και μισθολογική έννομη συνέπεια, ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας σε θέση Προϊσταμένου Γενικής Διεύθυνσης.
Άρθρο 89
Ασυμβίβαστα
1. Κατά τη διάρκεια της θητείας του Διοικητή αναστέλλεται η άσκηση έμμισθου ή άμισθου δημόσιου λειτουργήματος, η άσκηση καθηκόντων σε οποιαδήποτε θέση του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης α΄ και β΄ βαθμού και των επιχειρήσεών τους, των ν.π.δ.δ. και των ν.π.ι.δ. του Δημοσίου ή δημόσιων επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων, τη διοίκηση των οποίων ορίζει το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος, καθώς και οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα. Ο Διοικητής, πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του, παύει οποιαδήποτε έννομη σχέση με επιχείρηση, εταιρεία, και νομική οντότητα, από την οποία μπορεί να προκληθεί σύγκρουση συμφερόντων.
2. Ως προς τα ασυμβίβαστα του Διοικητή εφαρμόζονται και τα άρθρα 70 έως 74 του ν. 4622/2019 (Α’ 133).
Άρθρο 90
Υποχρεώσεις Διοικητή
1. Ο Διοικητής, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, έχει υποχρέωση να τηρεί τις αρχές της αντικειμενικότητας, της αμεροληψίας και της ακεραιότητας, να υπηρετεί με συνέπεια τους σκοπούς της Αρχής και να ασκεί τις αρμοδιότητές του με γνώμονα την επίτευξη των στόχων και την αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία και δράση της Αρχής.
2. Ο Διοικητής υποχρεούται σε δήλωση και έλεγχο της περιουσιακής του κατάστασης, σύμφωνα με τον ν. 3213/2003 (Α΄309) κατά τη διάρκεια της θητείας του.
3. Ως προς τους κανόνες αποφυγής σύγκρουσης συμφερόντων για τον Διοικητή εφαρμόζονται τα άρθρα 71 έως 74 του ν. 4622/2019 (Α’ 133).
Άρθρο 91
Κυρώσεις
Η παράβαση των υποχρεώσεων των παρ. 1 και 2 του άρθρου 90, καθώς και του Εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας της Αρχής συνιστά σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα.
Άρθρο 92
Παύση Διοικητή
1. Ο Διοικητής παύεται πρόωρα για τους εξής λόγους:
α) Για αδυναμία εκτέλεσης των καθηκόντων του λόγω κωλύματος, νόσου ή αναπηρίας, σωματικής ή πνευματικής, που διαρκεί για περισσότερους από τρεις (3) συνεχόμενους μήνες, ή αν δεν έχει εκπληρώσει τα καθήκοντά του για τρεις (3) συνεχόμενους μήνες για οποιονδήποτε άλλον λόγο, χωρίς την άδεια του Συμβουλίου Διοίκησης,
β) για σπουδαίο λόγο που αφορά στην εκτέλεση των καθηκόντων του, όπως ιδίως, η αποκάλυψη εμπιστευτικών θεμάτων, για τα οποία έλαβε γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων του και η κατάχρηση της θέσης του για ίδιο, προσωπικό ή οικονομικό όφελος,
γ) αν παραπεμφθεί αμετάκλητα στο ακροατήριο για αδίκημα που συνεπάγεται κώλυμα διορισμού σε θέση δημόσιου υπαλλήλου ή έκπτωση δημόσιου υπαλλήλου, σύμφωνα με τα άρθρα 8 και 149 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ν.π.δ.δ. (ν. 3528/2007, Α’ 26),
δ) εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις θέσης του σε αυτοδίκαιη αργία, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 103 του ν. 3528/2007,
ε) αν έχει αποκλεισθεί ή παυθεί από αρμόδια αρχή από την άσκηση ενός επαγγέλματος, ή του έχει απαγορευθεί η ανάληψη θέσης Προϊσταμένου ή στελέχους οποιουδήποτε δημόσιου νομικού προσώπου, λόγω σοβαρού πειθαρχικού παραπτώματος,
στ) αν εκλεγεί μέλος της Βουλής των Ελλήνων, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εκτελεστικών οργάνων διοίκησης πολιτικού κόμματος, ή αν ανακηρυχθεί υποψήφιος βουλευτής,
ζ) αν διορισθεί μέλος της Κυβέρνησης ή Υφυπουργός,
η) αν είναι σύζυγος ή μέρος συμφώνου συμβίωσης κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 4356/2015 (Α΄181) ή συγγενής εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι δεύτερου βαθμού ή κατιών σε ευθεία γραμμή με τον Πρόεδρο ή οποιοδήποτε άλλο μέλος του Συμβουλίου Διοίκησης.
2. Όταν συντρέχουν αναμφισβήτητα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν λόγο παύσης του Διοικητή πριν από τη λήξη της θητείας του, ο Διοικητής παύεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από αιτιολογημένη πρόταση του Συμβουλίου, η οποία εγκρίνεται με πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων (4/5) των μελών του. Η απόφαση περί παύσης δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
3. Ο Υπουργός Οικονομικών δύναται οποτεδήποτε να ζητήσει τη γνώμη του Συμβουλίου Διοίκησης, ως προς το εάν συντρέχουν πραγματικά περιστατικά που συνιστούν λόγο πρόωρης παύσης του Διοικητή.
4. Ο Διοικητής, που έχει παυθεί από το αξίωμά του, δύναται να προσβάλει με προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας την απόφαση περί παύσης του. Η άσκηση προσφυγής δεν αναστέλλει την εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Άρθρο 93
Παραίτηση Διοικητή
Ο Διοικητής, όταν προτίθεται να παραιτηθεί από το αξίωμά του, ενημερώνει τον Υπουργό Οικονομικών και το Συμβούλιο Διοίκησης, τρεις (3) τουλάχιστον μήνες πριν από την παραίτησή του. Η παραίτηση γίνεται αποδεκτή με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Άρθρο 94
Κένωση της θέσης του Διοικητή λόγω θανάτου, παύσης ή παραίτησης
Σε περίπτωση κένωσης της θέσης του Διοικητή λόγω θανάτου, παύσης ή παραίτησης, διορίζεται νέος Διοικητής σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 87, εντός δύο (2) μηνών από την κένωση της θέσης. Για το διάστημα μέχρι τον διορισμό νέου Διοικητή, τα καθήκοντα αυτού ασκεί ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής, ή, εάν δεν υπάρχει ή αδυνατεί να εκπληρώσει τα καθήκοντά του, καθήκοντα Διοικητή ασκεί ένας εκ των Διευθυντών της Γενικής Διεύθυνσης της Κεντρικής Υπηρεσίας, που ορίζεται με απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης.
Άρθρο 95
Λήξη της θητείας
1. Η διαδικασία για τον διορισμό νέου Διοικητή ξεκινάει τρεις (3) τουλάχιστον μήνες πριν τη λήξη της θητείας του.
2. Σε περίπτωση επιλογής του Διοικητή μετά από τη λήξη της θητείας του, με απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης ορίζεται ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής ως αναπληρωτής για το χρονικό διάστημα από τη λήξη της θητείας του μέχρι τον διορισμό του διαδόχου του. Αν ο ορισθείς ως αναπληρωτής αδυνατεί να εκτελέσει τα καθήκοντά του ή για οποιονδήποτε λόγο παύσει να εκτελεί αυτά, με απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης ορίζεται ως αναπληρωτής ένας εκ των Διευθυντών της Γενικής Διεύθυνσης της Κεντρικής Υπηρεσίας μέχρι τον διορισμό του νέου Διοικητή της Αρχής ή την ανάληψη των καθηκόντων του υφισταμένου. Το ενδιάμεσο αυτό διάστημα δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες.
Άρθρο 96
Αρμοδιότητες Διοικητή
1. Οι αρμοδιότητες της Αρχής που προβλέπονται στο άρθρο 66 ασκούνται από τον Διοικητή της, πλην αυτών που κατά το άρθρο 84 ασκούνται από το Συμβούλιο Διοίκησης. Ο Διοικητής ασκεί, ιδίως, τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) εισηγείται στο Συμβούλιο Διοίκησης για όλα τα θέματα αρμοδιότητάς του,
β) διαμορφώνει και επικαιροποιεί τον μακροπρόθεσμο στρατηγικό σχεδιασμό της Αρχής. Επίσης καταρτίζει και αναθεωρεί, εφόσον απαιτείται, το ετήσιο επιχειρησιακό σχέδιο της Αρχής και καθορίζει τους ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους, το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης και τα κριτήρια αξιολόγησης των οργανικών μονάδων αυτής, των Προϊσταμένων αυτών και του προσωπικού τους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα,
γ) εισηγείται στο Συμβούλιο Διοίκησης τις αναγκαίες νομοθετικές ρυθμίσεις για ζητήματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Αρχής,
δ) υποβάλλει απαντήσεις της Αρχής, για ερωτήσεις, επερωτήσεις και επίκαιρες ερωτήσεις προς την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, για την υποβοήθηση της άσκησης των κοινοβουλευτικών αρμοδιοτήτων,
ε) λαμβάνει μέτρα για τη διασφάλιση της προστασίας των προσωπικών δεδομένων στις υπηρεσίες που υπάγονται στην Αρχή,
στ) λαμβάνει μέτρα για την κίνηση της διαδικασίας πειθαρχικής δίωξης ενώπιον των αρμόδιων πειθαρχικών συμβουλίων,
ζ) αποφασίζει για τη συμμετοχή της Αρχής σε ομάδες εργασίας ή επιτροπές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διεθνών οργανισμών με αντικείμενο που άπτεται των αρμοδιοτήτων της,
η) εκπροσωπεί την Αρχή σε εθνικό και διεθνές επίπεδο για κάθε ζήτημα που αφορά στους σκοπούς και τις αρμοδιότητες της Αρχής,
θ) προΐσταται του συνόλου του προσωπικού, σύμφωνα με όσα ορίζονται στον Οργανισμό και τον Κανονισμό Λειτουργίας της Αρχής,
ι) επιλέγει και τοποθετεί τους προϊσταμένους των οργανικών μονάδων κάθε επιπέδου της Αρχής, και αποφασίζει για την πρόωρη λήξη της θητείας τους και την απαλλαγή ή τη μετακίνησή τους,
ια) συγκροτεί τα Υπηρεσιακά και Πειθαρχικά Συμβούλια στην Αρχή, καθώς και ομάδες εργασίας ή έργου, συμβούλια και ειδικές επιτροπές αξιολόγησης,
ιβ) ορίζει τον Πρόεδρο, τα μέλη, τον εισηγητή και τον γραμματέα όλων των διαρκών και μη συλλογικών οργάνων της Αρχής,
ιγ) οργανώνει και υλοποιεί προγράμματα εκπαίδευσης, μετεκπαίδευσης και εξειδίκευσης του προσωπικού που υπάγεται στις οργανικές μονάδες της Αρχής,
ιδ) υποδεικνύει εκπροσώπους της Αρχής σε συλλογικά όργανα άλλων υπουργείων και φορέων,
ιε) συγκροτεί ομάδες εργασίας με τη συμμετοχή εκπροσώπων φορέων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται στην περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143), καθώς και ανεξάρτητων αρχών, προς τον σκοπό συνδρομής στην αποδοτικότερη διεξαγωγή του έργου της Αρχής σε θέματα για τα οποία απαιτούνται ειδική επιστημονική κατάρτιση και τεχνογνωσία.
ιστ) αποφασίζει για τα ειδικότερα προσόντα και τα κριτήρια πρόσληψης προσωπικού στην Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 100 και για την υποβολή στους αρμόδιους φορείς και στο Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού των αντίστοιχων αιτημάτων για τις σχετικές προκηρύξεις,
ιζ) είναι πειθαρχικός προϊστάμενος του συνόλου του προσωπικού της Αρχής, και δύναται να επιβάλει ποινή επίπληξης ή προστίμου έως τις αποδοχές ενός (1) μηνός.
2. Ο Διοικητής της Αρχής δύναται, με αποφάσεις του, που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, να μεταβιβάζει στους προϊσταμένους των οργανικών μονάδων της Αρχής, αρμοδιότητες ή να εξουσιοδοτεί αυτούς να υπογράφουν «Με εντολή Διοικητή» αποφάσεις, πράξεις ή άλλα έγγραφα. Επιτρέπεται η περαιτέρω εξουσιοδότηση υπογραφής από τα όργανα στα οποία μεταβιβάστηκαν οι αρμοδιότητες ή τα οποία εξουσιοδοτήθηκαν να υπογράφουν από τον Διοικητή της Αρχής, σε ιεραρχικά υφιστάμενα όργανα αυτών, στις περιπτώσεις που αυτό προβλέπεται από τις αποφάσεις που έχουν εκδοθεί κατ` εξουσιοδότηση του πρώτου εδαφίου. Αν η ως άνω περαιτέρω εξουσιοδότηση παρέχεται από όργανο στο οποίο:
α) Είχε μεταβιβασθεί η αρμοδιότητα, το εξουσιοδοτούμενο όργανο υπογράφει με εντολή του οργάνου που του παρείχε την εξουσιοδότηση ή
β) είχε παρασχεθεί η εξουσιοδότηση υπογραφής, το εξουσιοδοτούμενο όργανο υπογράφει «Με εντολή Διοικητή». Οι αποφάσεις που προβλέπονται στην παρούσα δύνανται να τροποποιούνται εν όλω ή εν μέρει από το ίδιο όργανο, ανεξαρτήτως αλλαγής του προσώπου που τις εξέδωσε.
Άρθρο 97Αναπλήρωση Διοικητή
Σε περίπτωση προσωρινής αδυναμίας του Διοικητή να εκτελέσει τα καθήκοντά του, με απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης ορίζεται ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής ως αναπληρωτής για όσο διάστημα ο Διοικητής τελεί σε προσωρινή αδυναμία εκτέλεσης των καθηκόντων του. Αν ο ορισθείς ως αναπληρωτής αδυνατεί να εκτελέσει τα καθήκοντά του ή για οποιονδήποτε λόγο παύσει να εκτελεί αυτά, με απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης ορίζεται ως αναπληρωτής ένας εκ των Διευθυντών της Γενικής Διεύθυνσης της Κεντρικής Υπηρεσίας μέχρι την ανάληψη των καθηκόντων του υφιστάμενου Διοικητή. Το χρονικό αυτό διάστημα δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες.
Άρθρο 98
Προϋπολογισμός και οικονομική διαχείριση
1. Για την κατάρτιση και εκτέλεση του προϋπολογισμού δαπανών της Αρχής και των σχετικών προβλέψεων στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (Μ.Π.Δ.Σ.), καθώς και τα θέματα δημοσιονομικής διαχείρισης και δημόσιου λογιστικού εφαρμόζεται ο ν. 4270/2014 (Α` 143).
2. Η Αρχή, με ευθύνη του προϊσταμένου οικονομικών υπηρεσιών της, υποβάλλει απευθείας στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους το σχέδιο προϋπολογισμού της μέχρι την 31η Ιουλίου κάθε έτους, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 54 του ν. 4270/2014.
3. Οι δαπάνες λειτουργίας της Αρχής βαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό. Οι απαιτούμενες πιστώσεις για τη λειτουργία της Αρχής εγγράφονται κάθε έτος σε χωριστό ειδικό φορέα ή χωριστούς ειδικούς φορείς στον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Οικονομικών.
4. Ο Διοικητής της Αρχής είναι διατάκτης των πιστώσεων του προϋπολογισμού δαπανών της, σύμφωνα με τον ν. 4270/2014.
5. Η Αρχή δύναται να πραγματοποιεί δαπάνες που εντάσσονται στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, σύμφωνα με το Υποκεφάλαιο 3 του Κεφαλαίου Β` του Μέρους Δ` του ν. 4270/2014. Επίσης, δύναται να συμμετέχει σε συγχρηματοδοτούμενα ή χρηματοδοτούμενα προγράμματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλους διεθνείς οργανισμούς.
6. Ακίνητα του Δημοσίου μπορεί να παραχωρούνται κατά χρήση στην Αρχή από την Εταιρία Ακινήτων Δημοσίου ή άλλους φορείς του Δημοσίου ή των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, για την αντιμετώπιση των στεγαστικών αναγκών των υπηρεσιών της. Ο Διοικητής παρέχει σχετικές εγκρίσεις, σύμφωνα με τον ν. 3130/2003 (Α΄76), περί στέγασης δημοσίων υπηρεσιών, για θέματα στέγασης και μεταστέγασης των υπηρεσιών της Αρχής. Για τη σύναψη συμβάσεων μίσθωσης ακινήτων προς στέγαση των Υπηρεσιών της Αρχής, το ελληνικό Δημόσιο εκπροσωπείται από τον Διοικητή της Αρχής. Κατά τα λοιπά, εφαρμόζονται οι διατάξεις περί στέγασης δημόσιων υπηρεσιών.
Άρθρο 99
Προσωπικό
1. Οι αποδοχές του προσωπικού με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου ή ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που υπηρετεί στην Αρχή, καθώς και των συνεργατών που ορίζονται στην παρ. 3 του άρθρου 105 καθορίζονται σύμφωνα με τον ν. 4354/2015 (Α΄176). Στους ανωτέρω εξακολουθούν να καταβάλλονται: α) η προσωπική διαφορά του άρθρου 27 του ν. 4354/2015, στο ύψος που αυτή έχει προσδιοριστεί κατά την ημερομηνία ανάληψης υπηρεσίας στην Αρχή, χωρίς αυτή να συμψηφίζεται με τον καταβαλλόμενο βασικό μισθό και β) η οικογενειακή παροχή του άρθρου 15 του ν. 4354/2015.
2. Με την καθ` οιονδήποτε τρόπο αποχώρηση του ως άνω προσωπικού που υπηρετεί με απόσπαση στην Αρχή, αυτό επανέρχεται αυτοδίκαια σε κενή θέση ή, εάν δεν υπάρχει, σε συνιστώμενη με την πράξη επαναφοράς προσωποπαγή θέση, της υπηρεσίας προέλευσής του. Στην περίπτωση αυτή, το προσωπικό αυτό με την επαναφορά του εξελίσσεται κανονικά στους βαθμούς και τα Μισθολογικά Κλιμάκια της κατηγορίας του, συνυπολογιζόμενου του χρόνου υπηρεσίας που έχει διανυθεί στην Αρχή.
Άρθρο 100
Πειθαρχική ευθύνη
1. Ο Διοικητής, ο Πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, που παραβαίνουν εκ δόλου τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 75έως 80, 84 και 88 έως 92, καθώς και στις πράξεις που εκδίδονται κατ’ εξουσιοδότηση αυτών, υπέχουν, ανεξάρτητα από την ποινική, και πειθαρχική ευθύνη.
2. Για τους υπαλλήλους που υπηρετούν στην Αρχή εφαρμόζονται τα άρθρα 103 έως 151 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ν.π.δ.δ. (ν. 3528/2007, Α’ 26).
3. Για τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Πιστοληπτικής Αξιολόγησης, την πειθαρχική δίωξη ασκεί ο Διοικητής της Αρχής.
4. Για τον Πρόεδρο, τα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, καθώς και τον Διοικητή, την πειθαρχική δίωξη ασκεί ο Υπουργός Οικονομικών.
Άρθρο 101
Πειθαρχικά Συμβούλια
1. Στην Αρχή συστήνεται Πειθαρχικό Συμβούλιο το οποίο αποτελείται από: α) τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Διοίκησης, ως Πρόεδρο, με τον αναπληρωτή του και β) δύο (2) Παρέδρους του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους με τους αναπληρωτές τους, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. Ο Πρόεδρος, τα μέλη, τακτικά και αναπληρωματικά, και ο γραμματέας του Πειθαρχικού Συμβουλίου ορίζονται με απόφαση του Διοικητή της Αρχής, με διετή θητεία.
2. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο της Αρχής έχει αποκλειστική αρμοδιότητα για την άσκηση της πειθαρχικής εξουσίας στους υπαλλήλους της Αρχής, εκτός του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Πιστοληπτικής Αξιολόγησης για τον οποίο το αρμόδιο πειθαρχικό όργανο σε πρώτο και τελευταίο βαθμό είναι το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του άρθρου 146Α του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ν.π.δ.δ. (ν. 3528/2007, Α΄26). Για την αρμοδιότητα του Πειθαρχικού Συμβουλίου της Αρχής εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 120 του ν. 3528/2007.
3. Αρμόδιο πειθαρχικό όργανο για να κρίνει σε δεύτερο βαθμό το προσωπικό της Αρχής που υπάγεται στην αρμοδιότητα του Πειθαρχικού Συμβουλίου αυτής, είναι το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο του άρθρου 146Α του ν. 3528/2007. Όταν κρίνονται υπάλληλοι της Αρχής, στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο συμμετέχει, αντί του μέλους που προβλέπεται στην περ. δ` της παρ. 1 του άρθρου 146Α του ν. 3528/2007, ο Προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Πιστοληπτικής Αξιολόγησης, ο οποίος ορίζεται, με αναπληρωτή του τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Οικονομικών και Διοικητικών Υπηρεσιών, με απόφαση του Διοικητή της Αρχής, πριν από την έναρξη λειτουργίας του Συμβουλίου.
Άρθρο 102
Ειδικό Πειθαρχικό Συμβούλιο
1. Στην Αρχή συστήνεται Ειδικό Πειθαρχικό Συμβούλιο, το οποίο είναι αρμόδιο για την άσκηση πειθαρχικής εξουσίας στον Πρόεδρο και στα μέλη του Συμβουλίου Διοίκησης, καθώς και στον Διοικητή αυτής.
2. Το Ειδικό Πειθαρχικό Συμβούλιο αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό.
3. Το Ειδικό Πειθαρχικό Συμβούλιο αποτελείται από έναν (1) Σύμβουλο Επικρατείας, έναν (1) Αρεοπαγίτη και έναν (1) Νομικό Σύμβουλο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), με τους αναπληρωτές τους, που υποδεικνύονται με απόφαση του οικείου Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου και του Προέδρου του Ν.Σ.Κ., αντίστοιχα. Καθήκοντα Προέδρου ασκεί ο αρχαιότερος των δικαστικών λειτουργών.
4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται μέσα σε ενενήντα (90) ημέρες από την έναρξη ισχύος του παρόντος, ορίζονται ο Πρόεδρος και τα έλη του Ειδικού Πειθαρχικού Συμβουλίου.
Άρθρο 103
Υπηρεσιακό Συμβούλιο
Συστήνεται πενταμελές υπηρεσιακό συμβούλιο με διετή θητεία για το πάσης φύσεως προσωπικό που υπηρετεί στην Αρχή, το οποίο αποτελείται από: α) Τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Διοίκησης, με τον αναπληρωτή του, ως Πρόεδρο, β) τον Προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Πιστοληπτικής Αξιολόγησης, με τον αναπληρωτή του, γ) τον Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Οικονομικών και Διοικητικών Υπηρεσιών με τον αναπληρωτή του, και δ) δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους του πάσης φύσεως προσωπικού της Αρχής με τους αναπληρωτές τους, κατά τη σειρά εκλογής τους. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου, καθώς και ο γραμματέας ορίζονται με απόφαση του Διοικητή της Αρχής. Μέχρι τη διενέργεια εκλογών ανάδειξης αιρετών εκπροσώπων, το Υπηρεσιακό Συμβούλιο λειτουργεί νόμιμα με τα λοιπά τρία (3) τακτικά μέλη.
Άρθρο 104
Οργανωτική διάρθρωση της Αρχής
1. Η Αρχή συγκροτείται από το Γραφείο του Διοικητή και την Κεντρική Υπηρεσία.
2. Το Γραφείο Διοικητή επικουρεί αυτόν στην άσκηση των καθηκόντων του. Για τη γραμματειακή υποστήριξη του Διοικητή συστήνεται τριμελής Γραμματεία, η οποία στελεχώνεται από προσωπικό εκ του οριζόμενου στην παρ. 1 του άρθρου 105, για την υπηρεσιακή κατάσταση του οποίου εφαρμόζονται οι παρ. 4 και 5 του άρθρου 105.
3. Συστήνονται δύο (2) αυτοτελείς οργανικές μονάδες σε επίπεδο τμήματος υπαγόμενες στον Διοικητή, ήτοι: α) Τμήμα Εσωτερικού Ελέγχου και Εσωτερικών Υποθέσεων και β) Τμήμα Επικοινωνίας, Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων.
4. Στην Κεντρική Υπηρεσία συστήνεται Γενική Διεύθυνση Πιστοληπτικής Αξιολόγησης υπό την οποία συστήνονται: α) Διεύθυνση Οικονομικών και Διοικητικών Υπηρεσιών, β) Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και γ) Διεύθυνση Σχεδιασμού και Υποστήριξης.
Άρθρο 105
Προσωπικό της Αρχής
1. Στην Αρχή συνιστώνται ενενήντα πέντε (95) θέσεις, οι οποίες κατανέμονται ως εξής: α) σαράντα μία (41) θέσεις εκπαιδευτικής κατηγορίας Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης (ΠΕ), β) είκοσι πέντε (25) θέσεις Ειδικού Επιστημονικού Προσωπικού, γ) δέκα (10) θέσεις εκπαιδευτικής κατηγορίας Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΤΕ), δ) δεκαπέντε (15) θέσεις εκπαιδευτικής κατηγορίας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ), ε) δύο (2) θέσεις εκπαιδευτικής κατηγορίας Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΥΕ), και στ) δύο (2) θέσεις δικηγόρων με σχέση έμμισθης εντολής.
2. Τα προσόντα που απαιτούνται για την κάλυψη των ανωτέρω θέσεων είναι όσα ορίζονται στο π.δ. 50/2001 (Α΄ 39) και στο άρθρο 52 του ν. 4830/2021 (Α’ 169), εκτός αν άλλως ορίζεται στον Οργανισμό της Αρχής. Ειδικότερα για τη διεξαγωγή της επεξεργασίας των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς η Αρχή επιλέγει πρόσωπα με αντίστοιχα επαγγελματικά προσόντα που παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις από πλευράς τεχνικών γνώσεων και προσωπικής ακεραιότητας για την τήρηση του απορρήτου των προσωπικών δεδομένων και της ασφάλειας των πληροφοριών.
3. Για την υποβοήθηση του Διοικητή της Αρχής συνιστώνται πέντε (5) θέσεις συνεργατών μη μετακλητών. Για την κάλυψη των θέσεων αυτών εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 46 και 47 του ν. 4622/2019 (Α’ 133) περί συνεργατών των ιδιαίτερων γραφείων των μελών της Κυβέρνησης και των Υφυπουργών. Στο Γραφείο του Διοικητή της Αρχής συνιστάται θέση Διευθυντή, η οποία καλύπτεται από έναν εκ των συνεργατών.
4. Η Αρχή στελεχώνεται από μόνιμους δημόσιους υπαλλήλους και υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, οι οποίοι διέπονται από τις διατάξεις του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων ν.π.δ.δ. (ν. 3528/2007, Α’ 26), καθώς και του ν. 3801/2009 (Α΄ 163) και καταλαμβάνουν αντίστοιχες οργανικές θέσεις. Η πλήρωση των κενών οργανικών θέσεων γίνεται με διορισμό μέσω του Ανωτάτου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3051/2002 (Α΄220) και του ν. 4765/2021 (A’ 6) για τις ανεξάρτητες αρχές. Κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων της Αρχής δύναται, επίσης, να γίνεται με μετάταξη ή απόσπαση προσωπικού που υπηρετεί στον δημόσιο τομέα, όπως αυτός οριοθετείται στην περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), με την ίδια σχέση εργασίας.
5. Για την κάλυψη προσωρινών αναγκών προσωπικού της Αρχής με απόσπαση ή με μετάταξη υπαλλήλων μόνιμων και με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου, εφαρμόζεται το άρθρο 31 του ν. 4873/2021 (Α΄248), περί κινητικότητας υπαλλήλων σε νεοσύστατες υπηρεσίες.
Άρθρο 106
Δικαστική εκπροσώπηση και υποστήριξη της Αρχής
1. Η Αρχή εκπροσωπείται δικαστικώς και εξωδίκως από τον Διοικητή της και παρίσταται αυτοτελώς, εκπροσωπώντας το Δημόσιο, σε κάθε είδους δίκες που έχουν ως αντικείμενο πράξεις ή παραλείψεις της ή τις έννομες σχέσεις που την αφορούν. Οι επιδόσεις των δικογράφων στις δίκες αυτές γίνονται προς τον Διοικητή της Αρχής.
2. Η εν γένει δικαστική υποστήριξη των υποθέσεων της Αρχής διεξάγεται από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους σύμφωνα με τον ν. 4831/2021 (Α’ 170).
Άρθρο 107
Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Με απόφαση του Διοικητή της Αρχής πριν από την έναρξη λειτουργίας του Συστήματος καταρτίζεται ο Κανονισμός Επεξεργασίας Δεδομένων, ο οποίος και αναρτάται στην ιστοσελίδα της.
2. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, δύνανται να μεταβιβάζονται ή να ανατίθενται στην Αρχή περαιτέρω αρμοδιότητες σχετικά με θέματα που εμπίπτουν στην αποστολή της.
3. Με απόφαση του Διοικητή της Αρχής δύναται να ανατίθενται αρμοδιότητες, δικές του ή της Αρχής, σε επιμέρους οργανικές μονάδες ή σε όργανα αυτής.
4. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζεται η διαδικασία προκήρυξης του ανοικτού διαγωνισμού της παρ. 1 του άρθρου 73 για την επιλογή του Προέδρου και των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης της Αρχής, οι όροι και οι προϋποθέσεις συμμετοχής, η διαδικασία υποβολής των αιτήσεων, τα κριτήρια κατάταξης και ο τρόπος βαθμολόγησης αυτών, η γραμματειακή υποστήριξη της Επιτροπής της παρ. 2 του άρθρου 73, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 73.
5. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι αποδοχές του Προέδρου και των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης της Αρχής.
6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, καθορίζεται η διαδικασία προκήρυξης του διαγωνισμού της παρ. 1 του άρθρου 87 για την επιλογή του Διοικητή της Αρχής, η γραμματειακή υποστήριξη της Επιτροπής της παρ. 2 του άρθρου 87, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 87.
7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται ύστερα από εισήγηση του Συμβουλίου Διοίκησης, καθορίζονται, κατά παρέκκλιση κάθε κείμενης διάταξης, οι κάθε είδους αποδοχές του Διοικητή της Αρχής, τακτικές ή πρόσθετες, για όλο το διάστημα της θητείας του. Για τον υπολογισμό του ανώτατου ορίου αποδοχών εφαρμόζεται αναλόγως η περ. α` της παρ. 3 του άρθρου 28 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176).
8. Με απόφαση του Διοικητή:
α) Καθορίζεται ειδικό σύστημα προαγωγών και βαθμολογικής και υπηρεσιακής εξέλιξης των υπαλλήλων της Αρχής,
β) καθορίζονται ο τρόπος, η διαδικασία και τα όργανα ελέγχου της επίτευξης των στόχων, τα κριτήρια, ο τρόπος, η διαδικασία και τα όργανα αξιολόγησης των υπαλλήλων της Αρχής,
γ) συστήνονται ή συγχωνεύονται Υπηρεσιακά και Πειθαρχικά Συμβούλια στην Αρχή, καθώς και ομάδες εργασίας ή έργου, συμβούλια και ειδικές επιτροπές αξιολόγησης,
δ) καθορίζονται τα ειδικότερα θέματα λειτουργίας των διαρκών και μη συλλογικών οργάνων, σύμφωνα με τα άρθρα 13 έως 15 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α’ 45),
ε) συστήνονται ομάδες εργασίας με τη συμμετοχή εκπροσώπων των φορέων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143), καθώς και ανεξάρτητων αρχών, προς τον σκοπό συνδρομής στην αποδοτικότερη διεξαγωγή του έργου της Αρχής σε θέματα για τα οποία απαιτούνται ειδική επιστημονική κατάρτιση και τεχνογνωσία.
9. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Αρχής καθορίζεται η αμοιβή του Προέδρου, των μελών και του γραμματέα του Ειδικού Πειθαρχικού Συμβουλίου του άρθρου 102.
10. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο ειδικότερος τρόπος λειτουργίας του Ειδικού Πειθαρχικού Συμβουλίου του άρθρου 102, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
11. Με απόφαση του Διοικητή της Αρχής δύναται να ανακατανέμονται οι θέσεις του προσωπικού ανά εκπαιδευτική κατηγορία προς κάλυψη των επιχειρησιακών αναγκών της Αρχής.
12. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, μετά από εισήγηση της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, διαπιστώνεται η έναρξη λειτουργίας της Αρχής.
Άρθρο 108
Μεταβατική διάταξη
1. Μέχρι τον διορισμό του Προέδρου και των μελών του Συμβουλίου Διοίκησης, η έκδοση του Οργανισμού, του Κανονισμού Λειτουργίας και των επιμέρους κανονισμών της Αρχής λαμβάνει χώρα με απόφαση του Διοικητή.
2. Έως την αρχική στελέχωση της Αρχής η λειτουργία της υποβοηθείται από την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους του Υπουργείου Οικονομικών.
Το προτεινόμενο Σχέδιο Νόμου συνεισφέρει στην αποτελεσματική συλλογή δεδομέ-νων και αξιολόγηση των πιστωτικών κινδύνων έναντι του Δημοσίου, ενώ προάγει τη συνετή χρήση τους προς άρση της ασύμμετρης πληροφόρησης μεταξύ πιστωτή και οφειλέτη. Ταυτόχρονα ωστόσο οι προτεινόμενες ρυθμίσεις εν πολλοίς αγνοούν το ρόλο των Οργανισμών Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας, οι οποίοι ως θεσμός λειτουργούν υπό αυστηρό Ευρωπαϊκό εποπτικό πλαίσιο βάσει του ΕΚ 1069/2009, με εντολή η οποία συνάδει με τους σκοπούς του Σχεδίου Νόμου.
Προτείνονται επομένως οι παρακάτω τροποποιήσεις:
ΜΕΡΟΣ Β΄ Αξιολόγηση της έναντι του Δημοσίου φερεγγυότητας και πιστοληπτικής ικανότητας φυσικών και νομικών προσώπων – Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Πιστο-ληπτικής Αξιολόγησης (άρθρα 46-108)
(1) Στο Άρθρο 48-Ορισμοί «Φορείς Πιστοληπτικής Αξιολόγησης» να προστεθεί ρητή αναφορά ότι συμπεριλαμβάνονται οι αναγνωρισμένοι Οργανισμοί Αξιολόγησης Πι-στοληπτικής Ικανότητας (Credit Rating Agencies), οι οποίοι λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 (όπως τροποποιηθείς ισχύει).
(2) Στο Άρθρο 52, παράγραφος 2, να αρθεί η απαγόρευση πρόσβασης αυτών των Φο-ρέων (οι οποίοι συμπεριλαμβάνουν Οργανισμούς Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανό-τητας) στις αξιολογήσεις οικονομικής συμπεριφοράς που θα είναι καταχωρισμένα στο Σύστημα
-Επί του άρθρου 56 παρ. 1
Για τη χρήση της πληροφορίας να χρησιμοποιηθεί η νόμιμη βάση του έννομου συμ-φέροντος σύμφωνα με το άρθρο 6 ΓΚΠΔ παράγραφος vi.
Βάσει αυτού το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς θα μπορούσε να λαμβάνει σχετική ειδοποίηση-ενημέρωση ότι έχει ζητηθεί η πληροφορία χωρίς να απαιτείται η πρωτύτερη σχετική συγκατάθεση του υποκειμένου, η οποία καθιστά τη διαδικασία δυσλειτουργική και αμφίβολη. Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα δεν θα πρέ-πει σε κάθε περίπτωση να υπάρχει πρωτύτερη συγκατάθεση.
-Επί του άρθρου 56 παρ. 2
Από τον περιγραφόμενο σκοπό των αιτιολογήσεων (2α,β,γ,δ,ε) προκύπτει ότι οι ιδιω-τικοί φορείς με πρόσβαση στο αποτέλεσμα της αξιολόγησης θα μπορούν να είναι μό-νο οι πιστωτές. Δεδομένου όμως ότι οι φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης συμβάλ-λουν με τις υπηρεσίες τους στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των Ελληνικών επιχειρήσεων, στη διαφάνεια των εμπορικών συναλλαγών και στη σημαντική μείωση του επιχειρηματικού κινδύνου, προτείνουμε να έχουν πρόσβαση στην πληροφορία, ανεξάρτητα της διαδικασίας που περιγράφεται στο άρθρο 58.1.
Επομένως, προτείνουμε να προστεθεί και η δυνατότητα παροχής της πληροφορίας και στους φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης και ειδικότερα σε:
Α) σε «Οργανισμούς Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας», επίσημα αναγνωρισμέ-νους από την European Securities and Markets Authority (ESMA)
Β) σε εταιρίες που παρέχουν Υπηρεσίες Αξιολόγησης Πιστωτικού Κινδύνου
–Άρθρο 58, παράγραφος 1:
Για τη χρήση της πληροφορίας να χρησιμοποιηθεί η νόμιμη βάση του έννομου συμ-φέροντος σύμφωνα με το άρθρο 6 ΓΚΠΔ παράγραφος vi.
Βάσει αυτού το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς θα μπορούσε να λαμβάνει σχετική ειδοποίηση-ενημέρωση ότι έχει ζητηθεί η πληροφορία χωρίς να απαιτείται η πρωτύτερη σχετική συγκατάθεση του υποκειμένου, η οποία καθιστά τη διαδικασία δυσλειτουργική και αμφίβολη. Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα δεν θα πρέ-πει σε κάθε περίπτωση να υπάρχει πρωτύτερη συγκατάθεση.
-Άρθρο 58, παράγραφος 2:
Δεν υπάρχει η περίπτωση θ στο άρθρο 51, επομένως θα πρέπει να αφαιρεθεί και το άρθρο να τροποποιηθεί ως εξής:
«Η Αρχή δύναται να συνάπτει συμβάσεις με φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης, βάσει της οποίας δύναται να παραχθεί ενοποιημένη βαθμολόγηση αποκλειστικά από αναγνωρι-σμένους Οργανισμούς Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας (Credit Rating Agencies), οι οποίοι λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 (όπως τροποποιηθείς ισχύει).»
Με τις προαναφερόμενες τροποποιήσεις διασφαλίζεται: α) η αξιοπιστία των πιστο-ληπτικών βαθμολογήσεων που θα λαμβάνει η Ανεξάρτητη Αρχή Πιστοληπτικής Αξιο-λόγησης από τους Φορείς Πιστοληπτικής Αξιολόγησης, και β) ως επακόλουθο η ακε-ραιότητα και ποιότητα των ενοποιημένων βαθμολογήσεων που θα παράγουν τα CRAs.
(1) Στο Άρθρο 48-Ορισμοί «Φορείς Πιστοληπτικής Αξιολόγησης» να προστεθεί ρητή αναφορά ότι συμπεριλαμβάνονται οι αναγνωρισμένοι Οργανισμοί Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας (Credit Rating Agencies), οι οποίοι λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 (όπως τροποποιηθείς ισχύει).
(2) Στο Άρθρο 52, παράγραφος 2, να αρθεί η απαγόρευση πρόσβασης αυτών των Φορέων (οι οποίοι συμπεριλαμβάνουν Οργανισμούς Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας) στις αξιολογήσεις οικονομικής συμπεριφοράς που θα είναι καταχωρισμένα στο Σύστημα
-Επί του άρθρου 56 παρ. 1
Για τη χρήση της πληροφορίας να χρησιμοποιηθεί η νόμιμη βάση του έννομου συμφέροντος σύμφωνα με το άρθρο 6 ΓΚΠΔ παράγραφος vi.
Βάσει αυτού το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς θα μπορούσε να λαμβάνει σχετική ειδοποίηση-ενημέρωση ότι έχει ζητηθεί η πληροφορία χωρίς να απαιτείται η πρωτύτερη σχετική συγκατάθεση του υποκειμένου, η οποία καθιστά τη διαδικασία δυσλειτουργική και αμφίβολη. Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα δεν θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να υπάρχει πρωτύτερη συγκατάθεση.
-Επί του άρθρου 56 παρ. 2
Από τον περιγραφόμενο σκοπό των αιτιολογήσεων (2α,β,γ,δ,ε) προκύπτει ότι οι ιδιωτικοί φορείς με πρόσβαση στο αποτέλεσμα της αξιολόγησης θα μπορούν να είναι μόνο οι πιστωτές. Δεδομένου όμως ότι οι φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης συμβάλλουν με τις υπηρεσίες τους στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των Ελληνικών επιχειρήσεων, στη διαφάνεια των εμπορικών συναλλαγών και στη σημαντική μείωση του επιχειρηματικού κινδύνου, προτείνουμε να έχουν πρόσβαση στην πληροφορία, ανεξάρτητα της διαδικασίας που περιγράφεται στο άρθρο 58.1.
Επομένως, προτείνουμε να προστεθεί και η δυνατότητα παροχής της πληροφορίας και στους φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης και ειδικότερα σε:
Α) σε «Οργανισμούς Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας», επίσημα αναγνωρισμένους από την European Securities and Markets Authority (ESMA)
Β) σε εταιρίες που παρέχουν Υπηρεσίες Αξιολόγησης Πιστωτικού Κινδύνου
–Άρθρο 58, παράγραφος 1:
Για τη χρήση της πληροφορίας να χρησιμοποιηθεί η νόμιμη βάση του έννομου συμφέροντος σύμφωνα με το άρθρο 6 ΓΚΠΔ παράγραφος vi.
Βάσει αυτού το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς θα μπορούσε να λαμβάνει σχετική ειδοποίηση-ενημέρωση ότι έχει ζητηθεί η πληροφορία χωρίς να απαιτείται η πρωτύτερη σχετική συγκατάθεση του υποκειμένου, η οποία καθιστά τη διαδικασία δυσλειτουργική και αμφίβολη. Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα δεν θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να υπάρχει πρωτύτερη συγκατάθεση.
-Άρθρο 58, παράγραφος 2:
Δεν υπάρχει η περίπτωση θ στο άρθρο 51, επομένως θα πρέπει να αφαιρεθεί και το άρθρο να τροποποιηθεί ως εξής:
«Η Αρχή δύναται να συνάπτει συμβάσεις με φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης, βάσει της οποίας δύναται να παραχθεί ενοποιημένη βαθμολόγηση αποκλειστικά από αναγνωρισμένους Οργανισμούς Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας (Credit Rating Agencies), οι οποίοι λειτουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 (όπως τροποποιηθείς ισχύει).»
Με τις προαναφερόμενες τροποποιήσεις διασφαλίζεται: α) η αξιοπιστία των πιστοληπτικών βαθμολογήσεων που θα λαμβάνει η Ανεξάρτητη Αρχή Πιστοληπτικής Αξιολόγησης από τους Φορείς Πιστοληπτικής Αξιολόγησης, και β) ως επακόλουθο η ακεραιότητα και ποιότητα των ενοποιημένων βαθμολογήσεων που θα παράγουν τα CRAs.
Το προτεινόμενο Σχέδιο Νόμου συνεισφέρει στην αποτελεσματική συλλογή δεδομένων και αξιολόγηση των πιστωτικών κινδύνων έναντι του Δημοσίου, ενώ προάγει τη συνετή χρήση τους προς άρση της ασύμμετρης πληροφόρησης μεταξύ πιστωτή και οφειλέτη. Ταυτόχρονα ωστόσο οι προτεινόμενες ρυθμίσεις εν πολλοίς αγνοούν το ρόλο των Οργα-νισμών Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας, οι οποίοι ως θεσμός λειτουργούν υπό αυστηρό Ευρωπαϊκό εποπτικό πλαίσιο βάσει του ΕΚ 1069/2009, με εντολή η οποία συνά-δει με τους σκοπούς του Σχεδίου Νόμου.
Προτείνονται επομένως οι παρακάτω τροποποιήσεις:
(1) Στο Άρθρο 48-Ορισμοί «Φορείς Πιστοληπτικής Αξιολόγησης» να προστεθεί ρητή α-ναφορά ότι συμπεριλαμβάνονται οι αναγνωρισμένοι Οργανισμοί Αξιολόγησης Πιστολη-πτικής Ικανότητας (Credit Rating Agencies), οι οποίοι λειτουργούν σύμφωνα με τις διατά-ξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμ-βουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 (όπως τροποποιηθείς ισχύει).
(2) Στο Άρθρο 52, παράγραφος 2, να αρθεί η απαγόρευση πρόσβασης αυτών των Φορέων (οι οποίοι συμπεριλαμβάνουν Οργανισμούς Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας) στις αξιολογήσεις οικονομικής συμπεριφοράς που θα είναι καταχωρισμένα στο Σύστημα
-Επί του άρθρου 56 παρ. 1
Για τη χρήση της πληροφορίας να χρησιμοποιηθεί η νόμιμη βάση του έννομου συμφέρο-ντος σύμφωνα με το άρθρο 6 ΓΚΠΔ παράγραφος vi.
Βάσει αυτού το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς θα μπορούσε να λαμ-βάνει σχετική ειδοποίηση-ενημέρωση ότι έχει ζητηθεί η πληροφορία χωρίς να απαιτεί-ται η πρωτύτερη σχετική συγκατάθεση του υποκειμένου, η οποία καθιστά τη διαδικασία δυσλειτουργική και αμφίβολη. Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα δεν θα πρέπει σε κάθε πε-ρίπτωση να υπάρχει πρωτύτερη συγκατάθεση.
-Επί του άρθρου 56 παρ. 2
Από τον περιγραφόμενο σκοπό των αιτιολογήσεων (2α,β,γ,δ,ε) προκύπτει ότι οι ιδιωτι-κοί φορείς με πρόσβαση στο αποτέλεσμα της αξιολόγησης θα μπορούν να είναι μόνο οι πιστωτές. Δεδομένου όμως ότι οι φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης συμβάλλουν με τις υπηρεσίες τους στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των Ελληνικών επιχειρήσε-ων, στη διαφάνεια των εμπορικών συναλλαγών και στη σημαντική μείωση του επιχειρη-ματικού κινδύνου, προτείνουμε να έχουν πρόσβαση στην πληροφορία, ανεξάρτητα της διαδικασίας που περιγράφεται στο άρθρο 58.1.
Επομένως, προτείνουμε να προστεθεί και η δυνατότητα παροχής της πληροφορίας και στους φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης και ειδικότερα σε:
Α) σε «Οργανισμούς Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας», επίσημα αναγνωρισμέ-νους από την European Securities and Markets Authority (ESMA)
Β) σε εταιρίες που παρέχουν Υπηρεσίες Αξιολόγησης Πιστωτικού Κινδύνου
–Άρθρο 58, παράγραφος 1:
Για τη χρήση της πληροφορίας να χρησιμοποιηθεί η νόμιμη βάση του έννομου συμφέρο-ντος σύμφωνα με το άρθρο 6 ΓΚΠΔ παράγραφος vi.
Βάσει αυτού το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς θα μπορούσε να λαμ-βάνει σχετική ειδοποίηση-ενημέρωση ότι έχει ζητηθεί η πληροφορία χωρίς να απαιτεί-ται η πρωτύτερη σχετική συγκατάθεση του υποκειμένου, η οποία καθιστά τη διαδικασία δυσλειτουργική και αμφίβολη. Ειδικά για τα νομικά πρόσωπα δεν θα πρέπει σε κάθε πε-ρίπτωση να υπάρχει πρωτύτερη συγκατάθεση.
-Άρθρο 58, παράγραφος 2:
Δεν υπάρχει η περίπτωση θ στο άρθρο 51, επομένως θα πρέπει να αφαιρεθεί και το άρθρο να τροποποιηθεί ως εξής:
«Η Αρχή δύναται να συνάπτει συμβάσεις με φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης, βάσει της οποίας δύναται να παραχθεί ενοποιημένη βαθμολόγηση αποκλειστικά από αναγνωρισμένους Οργανισμούς Αξιολόγησης Πιστοληπτικής Ικανότητας (Credit Rating Agencies), οι οποίοι λει-τουργούν σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 (όπως τροποποιηθείς ισχύ-ει).»
Με τις προαναφερόμενες τροποποιήσεις διασφαλίζεται: α) η αξιοπιστία των πιστολη-πτικών βαθμολογήσεων που θα λαμβάνει η Ανεξάρτητη Αρχή Πιστοληπτικής Αξιολόγη-σης από τους Φορείς Πιστοληπτικής Αξιολόγησης, και β) ως επακόλουθο η ακεραιότητα και ποιότητα των ενοποιημένων βαθμολογήσεων που θα παράγουν τα CRAs.
Σχετικά με το ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα της Ανεξάρτητης Αρχής Πιστοληπτικής Αξιολόγησης:
Επισημαίνεται ότι η προτεινόμενη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων ενδέχεται να επιφέρει υψηλό κίνδυνο για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των φυσικών προσώπων και, κατά συνέπεια, κρίνεται υποχρεωτική η διενέργεια Εκτίμησης Αντικτύπου στην προστασία προσωπικών δεδομένων. Συγκεκριμένα, με την προτεινόμενη ρύθμιση προβλέπεται:
i) η συστηματική αξιολόγηση, βαθμολόγηση, πρόβλεψη, πρόγνωση και κατάρτιση προφίλ, ιδίως πτυχών που αφορούν την οικονομική κατάσταση, την αξιοπιστία, τη συμπεριφορά και την πιστοληπτική ικανότητα των υποκειμένων των δεδομένων (άρθρο 48 στοιχείο β και άρθρο 51 του ΣχΝ),
ii) μεγάλης κλίμακας επεξεργασία των δεδομένων που αναφέρονται στο άρθρο 10 του ΓΚΠΔ (άρθρο 51 στοιχείο γη´ του ΣχΝ),
iii) συστηματική και σε μεγάλη κλίμακα επεξεργασία δεδομένων ιδιαίτερης σημασίας ή εξαιρετικού χαρακτήρα, και συγκεκριμένα δεδομένα κοινωνικής πρόνοιας, δηλαδή δεδομένα σχετικά με τη φτώχεια και την ανεργία (άρθρο 51 στοιχείο στα´ του ΣχΝ).
Κάθε μια από τις παραπάνω πράξεις επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων, από μόνη της, καθιστά υποχρεωτική τη διενέργεια Εκτίμησης Αντικτύπου στην προστασία προσωπικών δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 35 του ΓΚΠΔ και την υπ’ αριθ. 65/2018 απόφαση της Α.Π.Δ.Π.Χ..
Προτείνονται οι εξής τροποποιήσεις:
Άρθρο 50
3. Η Αρχή ενημερώνει τα υποκείμενα δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς για τους φορείς του δημόσιου τομέα που έχουν συνδεθεί με αυτή κατά την υποβολή αίτησης στο Σύστημα σύμφωνα με τα άρθρα 55 και 56.
3. … σύμφωνα με τα άρθρα 55 και 56. Η Αρχή διατηρεί, σε δημόσια προσβάσιμο ιστότοπό της, λίστα με τους φορείς του δημόσιου τομέα που έχουν συνδεθεί με αυτή.
-[Αιτιολογία: Προσθήκη υποχρέωσης για δημόσια ανάρτηση κατ’ εφαρμογή της αρχής της διαφάνειας του ΓΚΠΔ.]
Άρθρο 51
Στα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς που συλλέγονται από το Σύστημα περιλαμβάνονται, ιδίως:
Στα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς που συλλέγονται από το Σύστημα περιλαμβάνονται:
-[Αιτιολογία: Απαλοιφή της λέξης «ιδίως», ώστε να είναι συγκεκριμένη η έννοια «δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς», όπως απαιτεί η αρχή της ελαχιστοποίησης των δεδομένων (άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο γ του ΓΚΠΔ) και η αρχή της προστασίας των δεδομένων εξ ορισμού (privacy by default – άρθρο 25 παρ. 2 του ΓΚΠΔ).]
Άρθρο 51
α) οι πληροφορίες ταυτοποίησης του υποκειμένου των δεδομένων, οι οποίες συνίστανται: …
β) γενικές πληροφορίες για τα υποκείμενα των δεδομένων, στις οποίες περιλαμβάνονται: …
ε) πληροφορίες σχετικά με πτώχευση του υποκειμένου των δεδομένων, την κήρυξή του ως συγγνωστού και την απαλλαγή του, …
στ) πρόσθετες πληροφορίες που σχετίζονται με την οικονομική συμπεριφορά του υποκειμένου των δεδομένων, όπως:
α) οι πληροφορίες ταυτοποίησης του υποκειμένου των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, οι οποίες συνίστανται: …
β) γενικές πληροφορίες για τα υποκείμενα των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, στις οποίες περιλαμβάνονται: …
ε) πληροφορίες σχετικά με πτώχευση του υποκειμένου των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, την κήρυξή του ως συγγνωστού και την απαλλαγή του, …
στ) πρόσθετες πληροφορίες που σχετίζονται με την οικονομική συμπεριφορά του υποκειμένου των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, όπως:
-[Αιτιολογία: Διαγραφή του άστοχου όρου «προσωπικά δεδομένα», καθώς η διάταξη αναφέρεται σε «δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς», όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 48 παρ. 1 στοιχείο β.]
Άρθρο 52
1. Πρόσβαση στα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς έχουν μόνο: …
β) οι δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, καθώς και οι υπηρεσίες που ενεργούν υπό την άμεση εποπτεία τους, στο πλαίσιο της απονομής της δικαιοσύνης και ιδίως της πρόληψης και καταστολής της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας,
β) οι δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, καθώς και οι υπηρεσίες που ενεργούν υπό την άμεση εποπτεία τους, όταν λειτουργούν ως αρχές επιβολής του νόμου και για σκοπούς επιβολής του νόμου, σύμφωνα με το άρθρο 43 του ν. 4624/2019, ιδίως της πρόληψης και καταστολής της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας,
-[Αιτιολογία: Αν παραμείνει η διατύπωση ως έχει, ο Ειρηνοδίκης που δικάζει υπόθεση υπερχρεωμένων νοικοκυριών θα έχει πρόσβαση στα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς. Τέτοια πρόσβαση δεν κρίνεται αναλογική για όλες τις δικαστικές αρχές, αλλά μόνο για τις αρχές επιβολής του νόμου (ποινικά δικαστήρια και εισαγγελίες, κλπ.)]
Άρθρο 52
1. Πρόσβαση στα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς έχουν μόνο: …
γ) η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Α.Π.Δ.Π.Χ.), στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της κατά τον ΓΚΠΔ και τον ν. 4624/2019 (Α’ 137) σχετικά με τον έλεγχο της τήρησης της νομοθεσίας για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
γ) … ,
δ) η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων της κατά τον ν. 4577/2018 (Α’ 139).
-[Αιτιολογία: Προστίθεται περίπτωση δ, καθώς η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες (άρ. 47 παρ. 1 στοιχ. α και β του ν. 4577/2018, βλ. http://www.hellenic-fiu.gr) αποτελεί διοικητικά και λειτουργικά ανεξάρτητη αρχή και κρίνεται σκόπιμο να περιληφθεί σε αυτούς που έχουν πρόσβαση.]
Άρθρο 56
3. Η αίτηση υποβάλλεται ηλεκτρονικά στο Σύστημα. Το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς χορηγεί τη συγκατάθεση της παρ. 1 και ενημερώνεται μέσω του Συστήματος για τα δικαιώματα που έχει σύμφωνα με τα άρθρα 12 έως 18 και 20 έως 22 του Γ.Κ.Π.Δ..
3. … σύμφωνα με τα άρθρα 12 έως 18 και 21 έως 22 του Γ.Κ.Π.Δ..
-[Αιτιολογία: Πρέπει να αναφέρεται ρητά ότι η ενημέρωση προηγείται της συγκατάθεσης.
Απαλείφεται η αναφορά στο άρθρο 20 του ΓΚΠΔ, καθώς δεν μπορεί να ασκηθεί δικαίωμα φορητότητας όταν υπεύθυνος επεξεργασίας είναι το δημόσιο. Είναι τουλάχιστον άσκοπο να ενημερώνεται το υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων για δικαίωμα που δεν έχει. Ακόμη και να θεωρήσουμε ότι υφίσταται δικαίωμα φορητότητας, σε ποιον φορέα θα γίνει φορητότητα;]
Άρθρο 57
Το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς έχει δικαίωμα να αμφισβητήσει την ορθότητα της πιστοληπτικής βαθμολόγησης κατόπιν επίκλησης δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που υφίστανται κατά την έκδοση της ενημέρωσης της πιστοληπτικής βαθμολόγησης, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παρ. 4 του άρθρου 52 του παρόντος και το άρθρο 24 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (ν. 2690/1999, Α ́ 45), με την άσκηση προσφυγής στο κατά τόπο αρμόδιο Διοικητικό Εφετείο.
Το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς έχει δικαίωμα να αμφισβητήσει την ορθότητα της πιστοληπτικής βαθμολόγησης κατόπιν επίκλησης δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που υφίστανται κατά την έκδοση της ενημέρωσης της πιστοληπτικής βαθμολόγησης, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παρ. 4 του άρθρου 52 του παρόντος και το άρθρο 22 του ΓΚΠΔ, με την άσκηση αίτησης ενώπιον της Αρχής για να ζητήσει την αιτιολόγηση της απόφασης που λήφθηκε στο πλαίσιο της αυτοματοποιημένης ατομικής λήψης αποφάσεων, συμπεριλαμβανομένης της κατάρτισης προφίλ, να εκφράσει την άποψή του, να αμφισβητήσει την αυτοματοποιημένη ατομική απόφαση, συμπεριλαμβανομένης της κατάρτισης προφίλ, και να εξασφαλίσει την ανθρώπινη παρέμβαση από την πλευρά της Αρχής.
-[Αιτιολογία: Η αυτοματοποιημένη ατομική λήψη αποφάσεων, περιλαμβανομένης της κατάρτισης προφίλ, έχει απαγορευτεί με το άρθρο 22 του ΓΚΠΔ. Μπορεί να λάβει χώρα αυτοματοποιημένη ατομική λήψη αποφάσεων, περιλαμβανομένης της κατάρτισης προφίλ, όταν, μεταξύ άλλων, η απόφαση βασίζεται στη ρητή συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων (άρθρο 22 παρ. 2 στοιχείο γ του ΓΚΠΔ). Στην περίπτωση, όμως αυτή, ο υπεύθυνος επεξεργασίας των δεδομένων, δηλαδή η Ανεξάρτητη Αρχή Πιστοληπτικής Αξιολόγησης, οφείλει να εφαρμόζει κατάλληλα μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων, των ελευθεριών και των έννομων συμφερόντων του υποκειμένου των δεδομένων, κατ’ ελάχιστον, δε, οφείλει να προβλέψει το δικαίωμα στη λήψη αιτιολόγησης της απόφασης, στην εξασφάλιση ανθρώπινης παρέμβασης από την πλευρά του υπευθύνου επεξεργασίας, στην έκφρασης άποψης και στην αμφισβήτηση της απόφασης (άρθρο 22 παρ. 3 του ΓΚΠΔ). Πουθενά στη σχέδιο νόμου δεν προβλέπονται αυτά τα δικαιώματα, και κατά συνέπεια οι συγκεκριμένες διατάξεις χαρακτηρίζονται ελλιπείς και αντιβαίνουσες στα όσα απαιτεί ο ΓΚΠΔ.
Επιπλέον, με την παρούσα διάταξη προβλέπεται η άσκηση του δικαιώματος αντίρρησης με την άσκηση προσφυγής στο κατά τόπο αρμόδιο Διοικητικό Εφετείο με διαδικασία αποτρεπτική σε χρόνο και σε χρήμα, ενώ τα άρθρα 21 και 22 του ΓΚΠΔ απαιτούν η άσκηση των δικαιωμάτων να γίνεται ενώπιον του υπεύθυνου επεξεργασίας.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με το άρθρο 56 παρ. 3 του νομοσχεδίου, το υποκείμενο των δεδομένων έχει ήδη ενημερωθεί για το δικαίωμα περιορισμού της επεξεργασίας σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 1 στοιχείο δ του ΓΚΠΔ, το οποίο υποχρεώνει τον υπεύθυνο επεξεργασίας να επαληθεύσει το κατά πόσον οι νόμιμοι λόγοι του υπευθύνου επεξεργασίας υπερισχύουν έναντι των λόγων του υποκειμένου των δεδομένων. Το νομοσχέδιο, με το να προβλέπει την άσκηση δικαιώματος του ΓΚΠΔ μέσω Δικαστηρίων και όχι απευθείας στην Ανεξάρτητη Αρχή Πιστοληπτικής Αξιολόγησης, ως υπεύθυνο επεξεργασίας, αντίκειται σε ουσιώδεις διατάξεις του ΓΚΠΔ και ανοίγει τον ασκό του Αιόλου για την καταδίκη της Ελλάδας λόγω παραβίασης του ευρωπαϊκού Κανονισμού.]
Άρθρο 58
1. Η Αρχή δύναται να συνάπτει συμβάσεις με φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης, εντός ή εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να γίνεται ανταλλαγή πιστοληπτικών βαθμολογήσεων υποκειμένων δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς υπό την προϋπόθεση της σχετικής ρητής, ειδικής και διακριτής από άλλους όρους συγκατάθεσης του υποκειμένου δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς και ενημέρωσής του ως προς τα δικαιώματά του κατά τον Γ.Κ.Π.Δ., η οποία παρέχεται μέσω του Συστήματος και της μεθοδολογίας του.
1. … μέσω του Συστήματος και της μεθοδολογίας του. Ανταλλαγή πιστοληπτικών βαθμολογήσεων μπορεί να γίνει μόνο αν για την τρίτη χώρα στην οποία διαβιβάζονται τα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς βρίσκεται σε ισχύ απόφαση επάρκειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
-[Αιτιολογία: Να εξασφαλιστεί επαρκές επίπεδο προστασίας των δεδομένων όταν γίνονται διαβιβάσεις σε τρίτες χώρες και να διαβιβάζονται προσωπικά δεδομένα μόνο σε αυτές που παρέχουν κατάλληλα εχέγγυα.]
Άρθρο 58
2. Η Αρχή δύναται να συνάπτει συμβάσεις με φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης, οι οποίοι παράγουν πιστοληπτική βαθμολόγηση με βάση τουλάχιστον τα δεδομένα των περ. α’, γ ́, ε ́ και θ ́ του άρθρου 51, βάσει της οποίας δύναται να παραχθεί ενοποιημένη βαθμολόγηση.
2. Η Αρχή δύναται να συνάπτει συμβάσεις με φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης, οι οποίοι παράγουν πιστοληπτική βαθμολόγηση με βάση τουλάχιστον τα δεδομένα των περ. α’, γ ́, δ ́, ε ́ και στ ́ του άρθρου 51, βάσει της οποίας δύναται να παραχθεί ενοποιημένη βαθμολόγηση υπό την προϋπόθεση της σχετικής ρητής, ειδικής και διακριτής από άλλους όρους συγκατάθεσης του υποκειμένου δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς και προηγούμενης ενημέρωσής του ως προς τα δικαιώματά του κατά τον Γ.Κ.Π.Δ. και ως προς τους αποδέκτες των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς. Η ενημέρωση αυτή παρέχεται μέσω του Συστήματος και της μεθοδολογίας του. Διαβίβαση δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς μπορεί να γίνει μόνο αν για την τρίτη χώρα στην οποία διαβιβάζονται τα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς βρίσκεται σε ισχύ απόφαση επάρκειας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
-[Αιτιολογία: Διορθώνεται η παραπομπή από την ανύπαρκτη «περ. θ ́ του άρθρου 51» στην ορθή «στ».
Προστίθενται στις πληροφορίες, όπου θα στηρίζεται η πιστοληπτική αξιολόγηση, οι πληροφορίες για τις οφειλές των φορέων του δημοσίου τομέα προς το υποκείμενο των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, καθώς χωρίς αυτές τις πληροφορίες είναι πολύ πιθανό η σχετική πιστοληπτική βαθμολόγηση να είναι εσφαλμένη.
Να εξασφαλιστεί επαρκές επίπεδο προστασίας των δεδομένων όταν γίνονται διαβιβάσεις σε τρίτες χώρες και να διαβιβάζονται προσωπικά δεδομένα μόνο σε αυτές που παρέχουν κατάλληλα εχέγγυα.]
Άρθρο 60
3. Η υποβολή της αίτησης για τη χορήγηση πιστοληπτικής βαθμολόγησης του άρθρου 55 του παρόντος και η συγκατάθεση της παρ. 1 του άρθρου 57 του παρόντος συνεπάγονται την άρση του φορολογικού απορρήτου του άρθρου 17 του ν. 4174/2013 (Α ́ 170) για τα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς, η επεξεργασία των οποίων είναι αναγκαία για την παραγωγή της βαθμολόγησης.
3. Η υποβολή της αίτησης για τη χορήγηση πιστοληπτικής βαθμολόγησης του άρθρου 55 του παρόντος και η συγκατάθεση της παρ. 1 του άρθρου 56 του παρόντος …
-[Αιτιολογία: Διόρθωση από το εσφαλμένο «συγκατάθεση της παρ. 1 του άρθρου 57 του παρόντος» στο ορθό «συγκατάθεση της παρ. 1 του άρθρου 56 του παρόντος».]
Άρθρο 61
1. Η επεξεργασία των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς και των πιστοληπτικών βαθμολογήσεων είναι απόρρητη και διεξάγεται αποκλειστικά από την Αρχή.
1. Η επεξεργασία των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς και των πιστοληπτικών βαθμολογήσεων διεξάγεται αποκλειστικά από την Αρχή, υπό τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για την προστασία των δεδομένων.
-[Αιτιολογία: Ο όρος «απόρρητο» πρέπει να απαλειφθεί από τη διάταξη, ως αντίθετος με τον ΓΚΠΔ, καθώς το υποκείμενο των δεδομένων δικαιούται να ενημερωθεί για σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τη λογική που ακολουθείται στην αυτοματοποιημένη λήψη αποφάσεων, περιλαμβανομένης της κατάρτισης προφίλ, αλλά έχει και δικαίωμα πρόσβασης στις παραπάνω πληροφορίες (άρθρο 14 παρ. 1 στοιχείο ζ και άρθρο 15 παρ. 1 στοιχείο η του ΓΚΠΔ).]
Άρθρο 61
2. Για τη διεξαγωγή της επεξεργασίας η Αρχή επιλέγει πρόσωπα με αντίστοιχα επαγγελματικά προσόντα που παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις από πλευράς τεχνικών γνώσεων και προσωπικής ακεραιότητας για την τήρηση του απορρήτου.
2. Για τη διεξαγωγή της επεξεργασίας η Αρχή επιλέγει πρόσωπα με αντίστοιχα επαγγελματικά προσόντα που παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις από πλευράς τεχνικών γνώσεων καθώς και προσωπικής ακεραιότητας για την τήρηση των μέτρων προστασίας των δεδομένων και για την ικανότητά τους να διορθώνουν προκαταλήψεις που δύναται να προκύψουν κατά την αυτοματοποιημένη ατομική λήψη αποφάσεων, περιλαμβανομένης της κατάρτισης προφίλ.
-[Αιτιολογία: Όπως έδειξε το σκάνδαλο που έριξε την ολλανδική κυβέρνηση τον Ιανουάριο του 2021 λόγω του αλγόριθμου για τα επιδόματα παιδικής μέριμνας («toeslagen»), κάθε αλγόριθμος μπορεί να οδηγήσει σε προκαταλήψεις και λανθασμένες αυτοματοποιημένες αποφάσεις. Τέτοιες αποφάσεις μπορούν να έχουν μακροπρόθεσμες αρνητικές συνέπειες σε βάρος του υποκειμένου των δεδομένων, όπως στο παραπάνω παράδειγμα, όπου δεκάδες χιλιάδες άτομα κατηγορήθηκαν αβάσιμα για απάτη αποκλειστικά λόγω της χρήσης προκατειλημμένου αλγορίθμου.
Είναι απαραίτητο να δίνεται στο υποκείμενο των δεδομένων η δυνατότητα άσκησης του δικαιώματος στην ανθρώπινη παρέμβαση κατά τη λήψη αυτοματοποιημένων αποφάσεων, καθώς και της κατάρτισης προφίλ (άρθρο 22 του ΓΚΠΔ).]
Άρθρο 66
1. Η Αρχή έχει, ιδίως, τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
β) τη συλλογή, αποθήκευση και επεξεργασία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς υποκειμένων δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που προέρχονται από φορείς του δημόσιου τομέα,
β) τη συλλογή, αποθήκευση και επεξεργασία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, τα οποία προέρχονται από φορείς του δημόσιου τομέα,
-[Αιτιολογία: Διαγραφή του περιττού «υποκειμένων δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς», καθώς περιλαμβάνεται ήδη στον ορισμό της έννοιας «δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς» (άρθρο 48 στοιχείο β).]
Άρθρο 105
2. Τα προσόντα που απαιτούνται για την κάλυψη των ανωτέρω θέσεων είναι όσα ορίζονται στο π.δ. 50/2001 (Α ́ 39) και στο άρθρο 52 του ν. 4830/2021 (Α’ 169), εκτός αν άλλως ορίζεται στον Οργανισμό της Αρχής. Ειδικότερα για τη διεξαγωγή της επεξεργασίας των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς η Αρχή επιλέγει πρόσωπα με αντίστοιχα επαγγελματικά προσόντα που παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις από πλευράς τεχνικών γνώσεων και προσωπικής ακεραιότητας για την τήρηση του απορρήτου των προσωπικών δεδομένων και της ασφάλειας των πληροφοριών.
2. Τα προσόντα που απαιτούνται για την κάλυψη των ανωτέρω θέσεων είναι όσα ορίζονται στο π.δ. 50/2001 (Α ́ 39) και στο άρθρο 52 του ν. 4830/2021 (Α’ 169), εκτός αν άλλως ορίζεται στον Οργανισμό της Αρχής. Ειδικότερα για τη διεξαγωγή της επεξεργασίας των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς η Αρχή επιλέγει πρόσωπα με αντίστοιχα επαγγελματικά προσόντα που παρέχουν επαρκείς εγγυήσεις από πλευράς τεχνικών γνώσεων καθώς και προσωπικής ακεραιότητας για την τήρηση των μέτρων προστασίας των δεδομένων, της ασφάλειας των πληροφοριών, και για την ικανότητά τους να διορθώνουν προκαταλήψεις που δύναται να προκύψουν κατά την αυτοματοποιημένη ατομική λήψη αποφάσεων, περιλαμβανομένης της κατάρτισης προφίλ.
-[Αιτιολογία: Ενοποίηση της διατύπωσης των άρθρων 62 παρ. 2 και 105 παρ. 2, καθώς αφορούν όμοιες ρυθμίσεις.
Διαγραφή του νομικά αδόκιμου όρου «απόρρητο των προσωπικών δεδομένων».
Διαγραφή του άστοχου όρου «προσωπικά δεδομένα», καθώς η διάταξη αναφέρεται σε «δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς», όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 48 στοιχείο β.
Όπως έδειξε το σκάνδαλο που έριξε την ολλανδική κυβέρνηση τον Ιανουάριο του 2021 λόγω του αλγόριθμου για τα επιδόματα παιδικής μέριμνας («toeslagen»), κάθε αλγόριθμος μπορεί να οδηγήσει σε προκαταλήψεις και λανθασμένες αυτοματοποιημένες αποφάσεις. Τέτοιες αποφάσεις μπορούν να έχουν μακροπρόθεσμες αρνητικές συνέπειες σε βάρος του υποκειμένου των δεδομένων, όπως στο παραπάνω παράδειγμα, όπου δεκάδες χιλιάδες άτομα κατηγορήθηκαν αβάσιμα για απάτη αποκλειστικά λόγω της χρήσης προκατειλημμένου αλγορίθμου.
Είναι απαραίτητο να δίνεται στο υποκείμενο των δεδομένων η δυνατότητα άσκησης του δικαιώματος στην ανθρώπινη παρέμβαση κατά τη λήψη αυτοματοποιημένων αποφάσεων, καθώς και της κατάρτισης προφίλ (άρθρο 22 του ΓΚΠΔ).]
Το Μέρος Β’ του σχεδίου Νόμου τιτλοφορείται «Αξιολόγηση της έναντι του Δημοσίου φερεγγυότητας και πιστοληπτικής ικανότητας φυσικών και νομικών προσώπων – Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Πιστοληπτικής Αξιολόγησης (άρθρα 46-108)».
Στο άρθρο 47 αναφέρεται ότι «Αντικείμενο του παρόντος είναι η εισαγωγή των κανόνων που διέπουν την παραγωγή και χορήγηση πιστοληπτικής βαθμολόγησης των φυσικών και νομικών προσώπων μέσω ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος και η σύσταση ανεξάρτητης αρχής χωρίς νομική προσωπικότητα με την επωνυμία «Ανεξάρτητη Αρχή Πιστοληπτικής Αξιολόγησης», μέσω του καθορισμού των αρμοδιοτήτων, της διάρθρωσης και της στελέχωσής της».
Στο άρθρο 48, μεταξύ άλλων ορίζονται:
«γ) «Δημόσιος τομέας»: το σύνολο των φορέων που προβλέπονται στο άρθρο 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143) και στην παρ. 1 του άρθρου 51 του ν. 1892/1990 (Α΄ 101), οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού και οι επιχειρήσεις τους, καθώς και οι επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες κοινής ωφέλειας στη μετοχική σύνθεση των οποίων συμμετέχει, άμεσα ή έμμεσα, το Δημόσιο.»
«ε) «Πιστοληπτική ικανότητα»: η ικανότητα υποκειμένου δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς για την ανάληψη και τήρηση οικονομικής υποχρέωσης έναντι των φορέων του δημοσίου τομέα»».
Στο άρθρο 50, μεταξύ άλλων ορίζονται:
«1. Οι φορείς του δημόσιου τομέα παρέχουν στην Αρχή με ακρίβεια, σε ηλεκτρονική μορφή, και επικαιροποιούν ανά μήνα, τα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς που τηρούνται στα αρχεία τους για τους οφειλέτες τους, για το χρονικό διάστημα των τελευταίων είκοσι τεσσάρων (24) μηνών.»
«2. Οι φορείς του δημόσιου τομέα παρέχουν, μετά από αίτημα της Αρχής, πρόσθετα δεδομένα, με σκοπό την επεξεργασία τους για την εκπόνηση οικονομικών αναλύσεων και στατιστικών μελετών.».
Στο άρθρο 51, παρατίθενται τα «δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς που συλλέγονται από το Σύστημα περιλαμβάνονται» πληροφορίες ταυτοποίησης του υποκειμένου των δεδομένων, γενικές πληροφορίες για τα υποκείμενα των δεδομένων, πληροφορίες σχετικά με την οφειλή.
Ωστόσο, στο άρθρο 52, αναφέρεται ότι πρόσβαση στα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς έχουν μόνο: α) το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, β) οι δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, … γ) η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Α.Π.Δ.Π.Χ.). Δεν διαφαίνεται η πρόσβαση άλλων φορέων.
Στο άρθρο 54 «Παραγωγή πιστοληπτικής βαθμολόγησης από το Σύστημα» ορίζεται ότι «1. Η πιστοληπτική βαθμολόγηση για φυσικά και νομικά πρόσωπα παράγεται από το Σύστημα μέσω της επεξεργασίας, με αυτοματοποιημένη διαδικασία, των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς που αντλούνται από τους φορείς του δημόσιου τομέα κατά το άρθρο 51, με τη χρήση αλγορίθμων.».
Στα άρθρα 55, 56 δεν αναφέρεται η χορήγηση πιστοληπτικής βαθμολόγησης σε φορείς του Δημοσίου Τομέα παρά μόνο στο υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς και σε φορείς του ιδιωτικού τομέα. Οπότε θα πρέπει να υπάρξει ρητή πρόβλεψη και για τους φορείς του Δημοσίου Τομέα, του ευρύτερου Δημόσιου Τομέα, τον ΟΚΩ και ασφαλώς και της Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε., η οποία πέραν της υποχρέωσης να δίδει στοιχεία, έχει οφειλέτες και για τη διεκδίκηση των οφειλομένων εφαρμόζει τις διαδικασίες του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, όπως ορίζει ο Ν. 1068/80.
Μάλιστα στο άρθρο 56 όπου αναφέρεται ο σκοπός, για τον οποίο ζητείται η χορήγηση ενημέρωσης πιστοληπτικής βαθμολόγησης, συνίσταται σε πλήθος αντικειμένων που καλύπτουν και τη δραστηριότητα της Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε., π.χ. «α) την επαλήθευση των πληροφοριών που παρασχέθηκαν από το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς … β) την αξιολόγηση των κινδύνων που πηγάζουν από τη χορήγηση πίστωσης … γ) την αξιολόγηση των κινδύνων που πηγάζουν από χορηγηθείσα πίστωση … ε) την αξιολόγηση αίτησης υπαγωγής του υποκειμένου δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς σε διακανονισμό οφειλών προς φορέα του ιδιωτικού τομέα … στ) την ανάλυση των χαρτοφυλακίων πιστωτικών συμβάσεων που τηρούν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα».
Επισημαίνεται ότι, «5. Η χορήγηση ενημέρωσης πιστοληπτικής βαθμολόγησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο γίνεται με χρέωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται με απόφαση της Αρχής, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 63» (άρθρο 56).
Για φορείς του Δημοσίου Τομέα, όπως ορίζονται στο άρθρο 48 παρ. γ), στο οποίο περιλαμβάνεται και η Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε. θα πρέπει να είναι ατελώς.
Στο άρθρο 58 ορίζεται ότι « … 2. Η Αρχή δύναται να συνάπτει συμβάσεις με φορείς πιστοληπτικής αξιολόγησης, οι οποίοι παράγουν πιστοληπτική βαθμολόγηση με βάση τουλάχιστον τα δεδομένα των περ. α’, γ΄, ε΄ και θ΄ του άρθρου 51, βάσει της οποίας δύναται να παραχθεί ενοποιημένη βαθμολόγηση. 3. Η χορήγηση ενημέρωσης πιστοληπτικής βαθμολόγησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο γίνεται με χρέωση, το ύψος της οποίας καθορίζεται σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 63.».
Ωστόσο, υπάρχει ο περιορισμός του άρθρου 59 «Το Σύστημα διαλειτουργεί και ανταλλάσσει πληροφορίες που δεν επιτρέπουν τον προσδιορισμό της ταυτότητας των υποκειμένων δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς με βάσεις δεδομένων του δημόσιου τομέα, ή φορέων του ιδιωτικού τομέα ή φορέων πιστοληπτικής αξιολόγησης, καθώς και με κάθε άλλο ηλεκτρονικό σύστημα δημόσιου ή άλλου φορέα ή με υπηρεσίες από το οποίο ή τις οποίες απαιτείται η παροχή πληροφοριών στο πλαίσιο της εκπόνησης οικονομικών αναλύσεων ή στατιστικών μελετών με βάση τα δεδομένα που τηρεί», οπότε τίθεται το ερώτημα πώς εφαρμόζεται το άρθρο 55 και το άρθρο 56. Σε κάθε περίπτωση εκτιμούμε ότι στο πλαίσιο που θα θεσμοθετηθεί με αυτές τις διατάξεις θα πρέπει να εξασφαλιστεί και η λειτουργικότητα των αντίστοιχων διαδικασιών (γνώση ταυτότητας των οφειλετών, πιστοληπτική ικανότητα των οφειλετών, διευκόλυνση κατάρτισης προγραμμάτων αποπληρωμής οφειλών, διευκόλυνση είσπραξης απαιτήσεων) για την Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε.
Στο άρθρο 63 «Εξουσιοδοτικές διατάξεις» ορίζεται ότι «1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ψηφιακής Διακυβέρνησης καθορίζονται: α) Οι φορείς του δημόσιου τομέα που συνδέονται με το Σύστημα, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 50», οπότε έγκαιρα θα πρέπει η Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε. να μεριμνήσει ώστε να συμπεριληφθεί σε αυτές.
Στο άρθρο 115 (ΜΕΡΟΣ Γ’) αναφέρεται ότι «1. Πρόσβαση στα δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς έχουν μόνο: α) … β) οποιοσδήποτε πιστωτής έναντι του οποίου το υποκείμενο των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς έχει οφειλή, ενήμερη ή σε καθυστέρηση, και ο οποίος έχει συνδεθεί με το Μητρώο κατά την έννοια της παρ. 3 του άρθρου 113, προκειμένου να παρέχει, καθώς και να αντλεί, δεδομένα για τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, με τα οποία συναλλάσσεται με πίστωση και αναλαμβάνει συνακόλουθα πιστωτικό κίνδυνο, γ) οποιοσδήποτε πιστωτής έχει συνδεθεί με το Μητρώο κατά την έννοια της παρ. 3 του άρθρου 113, στον οποίο το υποκείμενο των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς έχει υποβάλει αίτηση για πίστωση …» και στο άρθρο 111 ορίζονται «γ) Ως «δημόσιος τομέας» νοείται το σύνολο των φορέων της περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143), οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού, καθώς και οι επιχειρήσεις των τελευταίων. Για τους σκοπούς του παρόντος, στον δημόσιο τομέα περιλαμβάνονται και οι επιχειρήσεις που ασκούν δραστηριότητες κοινής ωφέλειας, εφόσον στη μετοχική τους σύνθεση συμμετέχει, άμεσα ή έμμεσα, το Ελληνικό Δημόσιο. … στ) Ως «πιστωτές» νοούνται νομικά πρόσωπα που δεν εμπίπτουν στην έννοια του δημόσιου τομέα, προς τους οποίους υφίσταται οφειλή υποκειμένου δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς από οποιαδήποτε αιτία». Εκτιμούμε ότι, στο σημείο αυτό θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι πιστωτής είναι πλέον του Δημόσιου Τομέα «νοούνται και τα νομικά πρόσωπα …», καθώς επίσης να συμπεριληφθεί στην έννοια του πιστωτή και ο δημόσιος τομέας (συνεπώς και η Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε. σύμφωνα με τον ορισμό που δίδεται στο παρόν σχέδιο νόμου).
Κατόπιν των ανωτέρω, εκτιμούμε ότι το σχετικό σχέδιο νόμου, δύναται να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για την απόκτηση γνώσης των οφειλετών της Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε., το οποίο θα λειτουργήσει ευεργετικά συμβάλλοντας τα μέγιστα στην διεκδίκηση των οφειλών (θα παρέχεται και ατελώς) και για το σκοπό αυτό κρίνεται απαραίτητη η ρητή πρόβλεψη στις διατάξεις του (κειμένου του σχεδίου ως τώρα) νόμου ότι αποδέκτης της αξιολόγησης των δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς, πρέπει να είναι και η Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε.
Η ανάλυση που παρατέθηκε ανωτέρω, αποτελεί την κατά τη γνώμη μας εκτίμηση των σημείων του (σχεδίου) νόμου που θα πρέπει να συμπεριληφθεί η σχετική πρόβλεψη για την Ε.ΥΔ.Α.Π. Α.Ε. και οπωσδήποτε στους Φορείς του Δημοσίου Τομέα, οι οποίοι θα οριστούν με Κοινή Υπουργική Απόφαση ως συνδεόμενοι με το Σύστημα, σύμφωνα με το άρθρο 63.
Σε σχέση με την Αξιολόγηση της έναντι του Δημοσίου φερεγγυότητας και πιστοληπτικής ικανότητας φυσικών και νομικών προσώπων (άρθρα 46 – 63), παραθέτουμε κάποια σχόλια/προτάσεις που ελπίζουμε να βρείτε χρήσιμα:
– Άρθρο 54: Γίνεται αναφορά στην χρήση αλγορίθμων αλλά δεν είναι σαφές αν:
o Θα γίνει η ανάπτυξη των υποδειγμάτων από προσωπικό της Ανεξαρτητης Αρχής Πιστοληπτικής αξιολόγησης ή από άλλους φορείς με τους οποίους θα συναφθεί σχετική συνεργασία
o Αν τα υποδείγματα/αλγόριθμοι θα αναπτυχθούν με στατιστικό τρόπο
o Αν η διαδικασία επικαιροποίησης υποδειγματων (models validation and maintenance) θα πραγματοποιείται (και) από ανεξάρτητο φορέα
o Ποια θα είναι η ελάχιστη συχνότητα επικαιροποίησης των υποδειγμάτων
– Αρθρα 52 και 54: Ορίζεται ότι οι φορείς του ιδιωτικού τομέα θα έχουν πρόσβαση μόνο στην πιστοληπτική βαθμολόγηση (δηλαδή το αποτέλεσμα των αλγοριθμων) και όχι και σε πρωτογενή οικονομικά δεδομένα συναλλακτικής συμπεριφοράς ή μέρος αυτών. Αν και είναι σαφής η διάθεση των άρθρων αυτών στην προστασία δεδομένων, παρουσιάζουμε κάποιες στρεβλώσεις που αυτό δημιουργεί:
o Η υπαρξη επιπλεον βασικών μεταβλητών επιτρέπει στην αξιολόγηση της διαβαθμισης οσον αφορά το πόσο ουσιώδης είναι (materialty). Για παράδειγμα, μια βαθμολογία μπορεί να επηρρεαστεί από ανεξόφλητα μικροϋπόλοιπα (τεχνικής ή πραγματικής καθυστέρησης). Κατά συνέπεια μεταβλητές όπως καθυστερημένο υπόλοιπο, ημέρες παλαιότερης τρεχουσας οφειλής, υπολοιπο οφειλων κτλ. θα εδιναν επιπλέον δυνατοτητα ορθής ερμηνείας και χρήσης της βαθμολόγησης.
o Η υπαρξη επιπλέον μεταβλητών ως προς τις οφειλές και το δοσολόγιο θα επιτρέπει σε φορείς στο πιο αποτελεσματικό υπολογισμό του Δείκτη (Δανειακής) Επιβάρυνσης (Affordability analysis) για την εκτίμηση των δυνατοτήτων αποπληρωμής και του ύψους νέας δοσης.
o Η παροχή μόνο της βαθμολόγησης συνεπάγεται ότι οι ιδιωτικοί φορείς θα πρέπει να βασιστούν πλήρως στις μεθοδολογίες ανάπτυξης και επικαιροποίησης υποδειγμάτων της Αρχής. Αυτό μπορεί να μειώσει σημαντικά την χρησιμότητα της σχετική πληροφορίας, με περιορισμό του εύρους χρίσης. Επίσης δεν δίνει την δυνατότητα για challenger models και βελτιώσεις που μπορούν να παρουσιαστούν στην αγορά στα πλαίσια πιο καινοτόμων προσεγγίσεων εκτίμησης και υπηρεσιών.
– Αρθρο 56/2: Ο προσδιορισμός της παροχής πληροφοριών μόνο σε πιστωτές είναι περιοριστικός. Το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς θα μπορουσε να δωσει την σχετική συγκατάθεση και σε άλλης φύσεως ιδιωτικους φορείς, όπως καινοτόμες FinTech εταιρείες, μισθωτές κτηρίων (πχ για εταιρείες), ασφαλιστικές εταιρείες κλπ. στο να εχουν προσβαση στην βαθμολόγηση.
– Αρθρο 56/1: Προτείνουμε το υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς να λαμβάνει ειδοποίηση κάθε φορά που υπάρχει πρόσβαση από ιδιωτικό φορέα, εφόσον το επιθυμεί.
– Αρθρο 56/στ : Η ανάλυση χαρτοφυλακίων είναι αρκετά ευρεία έννοια και προτείνουμε να προσδιοριστεί. Συμπεριλαμβάνονται πχ ενέργειες ανάπτυξης χαρτοφυλακίου (οπως marketing);
– Αρθρο 51: Τα δεδομένα που παρατίθενται είναι μια πλούσια πηγή πληροφοριών για την εκτίμηση αθέτησης. Αν όμως οριστούν ως η μοναδική πηγή όπως γίνεται στο άρθρο, περιορίζουν τις αρχικές ή μελλοντικές δυνατότητες εμπλουτισμού των υποδειγμάτων με επιπλέον μεταβλητές για πιο ολοκληρωμένη εκτίμηση.
Με εκτιμηση,
Νικολας Καρανασιος
Director
Statistical Decisions
Στην ουσία το δημόσιο θέλει να δημιουργήσει έναν δεύτερο Τειρεσία όπου θα έχει το σκοπό της πιστοληπτικής βαθμολόγησης σε φορείς του δημόσιου τομέα ,κοινής ωφέλειας για χρέη όπως είναι η ΔΕΗ για τη μείωση των οφειλών προς το δημόσιο.
1. Θα πρέπει να λάβει σοβαρά η κυβέρνηση ότι η Ελλάδα πέρασε 10 χρόνια μνημόνιο.
2. Περνάμε ενεργειακή κρίση με αύξηση κόστος ζωής πληθωρισμός,
3. Ενεργοποιώντας αυτό το νομοσχέδιο θα πρέπει να πάρει και μέτρα ασφαλείας υπέρ των φυσικών προσώπων.
*Να δώσει παράταση και να αυξήσει τις δόσεις στις εφορίες ,στον εφκα κτλ. τουλάχιστον σε 120 δόσεις.
*Επίσης χρέη όπως κοινής ωφέλειας στη ΔΕΗ μετά από μία πενταετία θα πρέπει να διαγράφονται αυτόματα. Ούτως ή άλλως τα χρήματα τα έχουν πάρει με τη ρήτρα αναπροσαρμογής και είναι κρίμα να την πληρώνει ο κοσμάκης.
*******Και το πιο σημαντικό που πρέπει να ολοκληρώσει η κυβέρνηση είναι να φτιάξει δυνατούς μηχανισμούς να μπορεί να ελέγξει τους εργοδότες αν καταβάλουν το δώρο Χριστουγέννων ,το δώρο του Πάσχα, το επίδομα αδείας, τις αυξήσεις που ανακοινώνει η κυβέρνηση που δεν τις έχουμε πάρει στο πορτοφόλι μας. Το κράτος αδυνατεί να ελέγξει όλους τους επιχειρηματίες αν έχουν προσαρμόσει τις αυξήσεις υπέρ των εργαζομένων στους μισθούς ,αν καταβάλλονται τα δώρα στην ώρα τους ,έχει μεγάλη αδυναμία στον έλεγχο .Άρα για αυτό και τα φυσικά πρόσωπα αδυνατούν να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους .όλα από εκει ξεκινάν.
Δώσε το χρήμα που πρέπει να πάρω ως εργαζόμενος και εγώ θα το ανταποδώσω εκεί που το οφείλω.
Με αφορμή τη θέση σε διαβούλευση του ΣχΝ του Υπουργείου Οικονομικών υπό τον τίτλο «Εταιρική διακυβέρνηση των Ανωνύμων Εταιρειών του Δημοσίου και των λοιπών θυγατρικών της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας, διαχείριση συμμετοχών του Δημοσίου σε ανώνυμες εταιρείες και ρυθμίσεις για την Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας, αξιολόγηση της έναντι του Δημοσίου φερεγγυότητας και πιστοληπτικής ικανότητας φυσικών και νομικών προσώπων και σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Πιστοληπτικής Αξιολόγησης, ίδρυση και λειτουργία Κεντρικού Μητρώου Πιστώσεων» και ειδικότερα όσον αφορά τα προτεινόμενα άρθρα 46-63 «Αξιολόγηση της έναντι του Δημοσίου φερεγγυότητας και πιστοληπτικής ικανότητας φυσικών και νομικών προσώπων» μέσω των οποίων επιχειρείται, το πρώτον, η θέσπιση τομεακού εθνικού νομοθετικού πλαισίου για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας φυσικών και νομικών προσώπων (του γνωστού σε όλους μας ‘scoring’), διατυπώνω συνοπτικά τις ακόλουθες παρατηρήσεις:
Α. Επί της Αρχής του ΣχΝ
Με τα άρθρα 46-63 του ΣχΝ επιχειρείται να θεσπισθεί τομεακή νομική βάση επεξεργασίας, με βάση την αρχή της «επιτρεπτικότητας» που διαπνέει όλο το δίκαιο της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (Verbotsprinzip mit Erlaubnisvorbehalt),στηριζόμενη, μεταξύ άλλων, όσον αφορά την πιστοληπτική βαθμολόγηση, και στη διατύπωση του άρθρου 22 παρ.2 στοιχ β) του ΓΚΠΔ, η οποία δίδει ρήτρα ανοίγματος στα ΚΜ [ βλ. Buchner:Kühling/Buchner, DS-GVO/BDSG, 3η έκδ. 2020, άρ. 22, αρ. 37-38]. Όπως επεσήμανα και στην παρέμβασή μου για την τεχνητή νοημοσύνη, ακριβώς το ζήτημα αυτό, δηλαδή αν η επιχειρούμενη ρύθμιση, η οποία περιλαμβάνει αυτοματοποιημένη λήψη απόφασης αλλά και profiling, εμπίπτει στο ρυθμιστικό πεδίο του ΓΚΠΔ και ειδικότερα στο άρθρο 22 ΓΚΠΔ (κατ’ εμέ δεν υπάρχει αμφιβολία, αλλά το ΔΕΕ αρμόδιο να αποφανθεί) και ως προς το ζήτημα του εύρους του δικαιώματος ενημέρωσης/ πρόσβασης ή παροχής εξηγήσεων στο υποκείμενο των δεδομένων, προκειμένου για λήψη αυτοματοποιημένης απόφασης/profiling που το αφορά, σύμφωνα με το άρθρο 15 παρ.1 στοιχείο η) του ΓΚΠΔ σε συνδυασμό με το άρθρο 22 του ΓΚΠΔ, εκκρεμούν αυτή τη στιγμή σχετικές υποθέσεις στο ΔΕΕ [ενδεικτικώς: Υποθέσεις C-203/22 Dun & Bradstreet Austria, C-634/21 SCHUFA Holding] και μάλιστα εξ αυτών η C-634/21 αφορά στην ερμηνεία του αντίστοιχου άρθρου 31 του BDSG (γίνεται σχετική μνεία στην έκθεση συνεπειών ρύθμισης του άρθρου αυτού ως πρακτική αλλοδαπής έννομης τάξης).Αντιλαμβάνομαι πλήρως τον δικαιοπολιτικό λόγο πρότασης του ΣχΝ, ωστόσο, και σε αυτό το ΣχΝ, δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι η αλληλεπίδρασή του με τον ΓΚΠΔ και τον ν.4624/2019 (Α΄137) για την προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, αλλά και με τον ν. 4961/2022 ( A΄146) για την τεχνητή νοημοσύνη, κατά την άποψη μου, είναι προβληματική και για αυτό, ενόψει των κινδύνων που εγκυμονεί για τα θεμελιώδη δικαιώματα των φυσικών προσώπων, υπό προϋποθέσεις και νομικών προσώπων, ως πρώτη παρατήρηση, θα πρότεινα να ζητηθεί η γνώμη της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα ( ΑΠΔΠΧ).
Περαιτέρω, εν συντομία επισημαίνω τα ακόλουθα:
1.Θα πρέπει να γίνει μνεία και να φωτισθεί επαρκώς η αλληλεπίδραση του ΣχΝ με τα άρθρα 3 -8 του ν. 4961/2022 και εξηγούμαι: Η απαλλακτική ρήτρα του άρθρου 3 του ν. 4961/2022 δεν με καλύπτει και είναι ακατανόητη. Εφόσον δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα (δπχ) με χρήση αλγόριθμου ( βλ. άρθρο 54 παρ.1 ΣχΝ), αυτονοήτως εμπίπτει στο ρυθμιστικό πεδίο του ΓΚΠΔ, του ν. 4624/2019 και του ν. 4961/2022. Και όμως, στο προτεινόμενο ΣχΝ απουσιάζει παραπομπή στα ως άνω άρθρα του ν. 4961/2022. Απουσιάζει πρόβλεψη για αλγοριθμική εκτίμηση αντικτύπου του άρθρου 5 ν.4621/2022 και του άρθρου 35 του ΓΚΠΔ. Σκόπιμο θα ήταν να προστεθεί και να διευκρινισθεί το ζήτημα αυτό. Περαιτέρω, με το άρθρο 6 του ν. 4961/2022 θεσπίζονται ειδικότερες υποχρεώσεις διαφάνειας δημόσιων φορέων όταν χρησιμοποιούν συστήματα τεχνητής νοημοσύνης και μάλιστα με την παρ. 2 δίδεται δικαίωμα ενημέρωσης ως προς τις παραμέτρους για τη λήψη απόφασης. Εκτιμώ ότι θα πρέπει να γίνει σχετική παραπομπή σε αυτήν την διάταξη για λόγους που άπτονται της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας του υποκειμένου των δεδομένων, αλλά και της άσκησης του δικαιώματος της αντίρρησης έναντι της πιστοληπτικής βαθμολόγησης ( άρθρο 57 ΣχΝ). Φυσικά, υπερισχύει ο ΓΚΠΔ, αλλά ενόψει του άρθρου 6 του ν. 4961/2022 σκόπιμο θα ήταν να παρασχεθεί σχετική διευκρίνιση. Επισημαίνονται ως προς αυτό τα άρθρα 13 παρ. 2 στ), 14 παρ. 2 περ. ζ) και άρθρο 15 παρ. 1 η) ΓΚΠΔ και η σχετική προβληματική για το δικαίωμα πρόσβασης στον αλγόριθμο και αν αυτό προσκρούει σε trade secrets. Επίσης, ενώ η εν θέματι επεξεργασία δεν φαίνεται να απαγορεύεται από τον ΓΚΠΔ (πρόβλεψη για την οικονομική κατάσταση Αιτ.Σκ. 71 ΓΚΠΔ), απουσιάζει, ως δικλείδα ασφαλείας, η πρόβλεψη ανθρώπινης παρέμβασης και άλλων μέτρων, όπως αναλυτικά αναφέρονται στην Αιτ.Σκ 71 του ΓΚΠΔ. Δεν φωτίζεται επίσης επαρκώς η αλληλεπίδρασή του με το ν. 4624/2019, ο οποίος περιλαμβάνει εξαιρέσεις ως προς τα δικαιώματα του υποκειμένου των δεδομένων, στηριζόμενα στο άρθρο 23 ΓΚΠΔ, το οποίο επίσης αλληλοεπιδρά με το scoring, καθώς και ρυθμίσεις για την επεξεργασία για άλλους σκοπούς (άρθρο 6 παρ.4 ΓΚΠΔ).
2.Στο άρθρο 50 παρ.2 να διευκρινισθεί εάν η παροχή των πρόσθετων δεδομένων αφορά σε αννωνυμοποιημένα δεδομένα.
3.Στο άρθρο 51 περ.γη περιλαμβάνεται πρόβλεψη για χορήγηση δεδομένων που άπτονται ποινικών διώξεων, καταδικών κλπ από ποινικά δικαστήρια και αρμόδιες αρχές. Κατά την άποψή μου η περίπτωση αυτή κλείνει ρήτρα ανοίγματος του άρθρου 47 ν. 4624/2019 (επεξεργασία για άλλους σκοπούς) και σκόπιμο θα ήταν για λόγους σαφήνειας να επισημανθεί.
4. Με το άρθρο 52 παρ. 1 περ. β δίδεται δικαίωμα πρόσβασης σε δικαστικές και εισαγγελικές αρχές και λοιπές αρμόδιες αρχές στο πλαίσιο της απονομής της δικαιοσύνης και ιδίως της πρόληψης και καταστολής της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Στο μέτρο όμως που οι σκοποί επεξεργασίας είναι οι σκοποί του άρθρου 43 ν. 4624/2019 τότε η επεξεργασία αυτή δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του ΓΚΠΔ αλλά του Δ΄ Κεφαλαίου του ν. 4624/2019 και αυτό θα πρέπει να διευκρινισθεί.
5. Στο άρθρο 52 παρ. 4 ζητείται τεκμηρίωση από το υποκείμενο των δεδομένων προκειμένου για συμπλήρωση, διόρθωση δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς. Αναδεικνύεται και εδώ το ζήτημα της ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων και τίθεται κατά την άποψή μου και ανεπίτρεπτο βάρος απόδειξης σε αυτό. Η ιδρυθείσα Αρχή είναι διοικητική αρχή και υποχρεούται σε αναζήτηση και επικαιροποίηση των σχετικών στοιχείων (βλ. άρθρο 5 ΓΚΠΔ). Ως εκ τούτου, η απαίτηση για «απαραίτητη τεκμηρίωση» από πλευράς υποκειμένου των δεδομένων είναι ασαφής και παραβιάζει και την αρχή της αναλογικότητας.
6. Να διαγραφεί η περ. γ της παρ.1 άρθρου 52. Αυτονοήτως, η ΑΠΔΠΧ κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της θα μπορεί να έχει πρόσβαση στα δεδομένα αυτά. Η πρόβλεψη ξεχωριστής νομικής βάσης δεν είναι αναγκαία και πρέπει να διαγραφεί.
7. Η πρόβλεψη για διατήρηση κάθε δεδομένου επί 10ετία από την στιγμή της άντλησής του στο σύστημα δεν παρέχει επαρκή προστασία στο υποκείμενο των δεδομένων. Από την άλλη πλευρά, δεν προβλέπεται μεγαλύτερος χρόνος διατήρησης, ενόψει ποινικών ή άλλων εκκρεμών δικών. Η πρόβλεψη είναι ατελής και χρήζει συμπλήρωσης.
8. Στο άρθρο 54 γίνεται ρητή επίκληση χρήσης αλγόριθμου, όποτε η αλληλεπίδραση με τεχνητή νοημοσύνη κλ.π. εκτιμώ δεν αμφισβητείται.
9.Το άρθρο 56 «Χορήγηση ενημέρωσης πιστοληπτικής βαθμολόγησης σε φορείς του ιδιωτικού τομέα» κατά την άποψή μου αφορά σε επεξεργασία για άλλους σκοπούς, σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ.4 του ΓΚΠΔ. Η ρύθμιση φαίνεται να έχει ως νομική βάση τη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων, αναρωτιέμαι όμως κατά πόσο η συγκατάθεση αυτή μπορεί να θεωρηθεί ελεύθερη και εν πλήρει επιγνώσει? Περαιτέρω, το δικαίωμα ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων το οποίο συνδέεται άμεσα και με το νομότυπο της συγκατάθεσής του, όπως το εννοεί ο ΓΚΠΔ (άρθρο 4 στοιχ. 11 ΓΚΠΔ), δεν μπορεί να αφεθεί στις προβλέψεις του άρθρου 56 παρ. 3 του ΣχΝ, οι οποίες κρίνονται ως αόριστες και ανεπαρκείς σε σχέση με τον κίνδυνο του υποκειμένου των δεδομένων ( βλ. Αιτ.Σκ 50 ΓΚΠΔ).Η επεξεργασία για άλλους σκοπούς είναι από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα του ΓΚΠΔ και απαιτεί επαρκή θεμελίωση.
10. Για το δικαίωμα αντίρρησης ισχύει η παρατήρηση 5 και επισημαίνεται ο προβληματισμός σχετικά με τα άρθρα 13 παρ. 2 στ), 14 παρ. 2 περ. ζ) και 15 παρ. 1 η) ΓΚΠΔ.
11. Ως προς το άρθρο 58 για την ανταλλαγή πληροφοριών επισημαίνεται η ανάγκη να γίνεται ρητή μνεία αν οι τρίτες χώρες πληρούν τα απαιτούμενα επίπεδα επάρκειας. Επίσης η διατύπωση του άρθρου είναι γενικόλογη και πάλι χρησιμοποιείται ως νομική βάση η συγκατάθεση, με τους ανωτέρω προβληματισμούς.
Το κύριο πρόβλημα στις ρυθμίσεις αυτές είναι η τήρηση των αρχών της διαφάνειας (βλ.WP 251/3.10/2017) και η αποφυγή δυσμενών διακρίσεων (bias).
Εκτιμώ ότι η ΑΠΔΠΧ θα μπορέσει να σας κατευθύνει σχετικώς!
Με τιμή!
Σπυριδούλα Καρύδα
Πάρεδρος Συμβουλίου της Επικρατείας
LL.M. in Space, SatCom and Media Law (University of Luxembourg)
Στα άρθρα 55, 56 δεν αναφέρεται η χορήγηση πιστοληπτικής βαθμολόγησης σε φορείς του Δημοσίου Τομέα παρά μόνο στο υποκείμενο δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς και σε φορείς του ιδιωτικού τομέα. Οπότε θα πρέπει να υπάρξει ρητή πρόβλεψη και για τους φορείς του Δημοσίου Τομέα. Δεν είναι δυνατόν να έχει φορέας ιδιωτικού τομέα πρόσβαση και όχι ο Δημόσιος Τομέας. Πρωταρχικός σκοπός είναι να μειωθούν οι οφειλές προς το Δημόσιο (συμπεριλαμβανομένων ασφαλώς και των επιχειρήσεων Κοινής Ωφέλειας – βλέπε ΔΕΗ)! Συνεπώς, όχι μόνο να δίνουν στοιχεία ΄(του Δημοσίου Τομέα) αλλά και να λαμβάνουν τα στοιχεία δηλαδή τα αποτελέσματα της πιστοληπτικής βαθμολόγησης. Πώς άλλωστε θα καταρτίσουν πρόγραμμα π.χ. 120 δόσεων ή παραπάνω ή παρακάτω, όταν δεν ξέρουν τί τους γίνεται; Αν δεν υπάρχει ρητή πρόβλεψη δηλαδή να προστεθεί άρθρο με τίτλο «Χορήγηση πιστοληπτικής βαθμολόγησης σε φορείς του Δημοσίου Τομέα» θα υπάρξει όχι απλά πρόβλημα αλλά μεγάλο ΚΕΝΟ που σίγουρα δεν εξυπηρετεί το σκοπό του νομοθετήματος!
Χωρίς αξιολόγηση με πραγματικά στοιχεία και δικλείδες ασφαλείας χορηγήθηκαν δάνεια από τα πιστωτικά ιδρύματα σε πάρα πολλούς δανειολήπτες.
Μετά τα μνημόνια φυσικό και επόμενο ήταν να μην μπορούν να ανταπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις και υπήρχαν ρυθμίσεις κλπ .
Οι δανειολήπτες αυτοί χωρίς ουσιαστικά λοιπόν υπαιτιότητα τους εγκλωβίστηκαν για πολλά πλέον χρόνια με τον Τειρεσία !!!
Αν υπήρχαν αυτά τα νομοθετήματα που προτείνονται τώρα ίσως να μην είχε γίνει όλο αυτό το κακό.
Τουλάχιστον θα πρέπει να προβλεφθεί για όλους αυτούς που είναι ήδη στον Τειρεσία , να μπορούν να διακανονίσουν (μέσω των Τραπεζών) με δόσεις για την αγορά ειδών βασικών αναγκών όπως είναι οικιακοί εξοπλισμοί (ψυγείο, πλυντήριο, κουζίνα, θερμοσίφωνας κλπ κλπ) .
ΕΙΝΑΙ ΑΜΕΣΗ ΑΝΑΓΚΗΣ ΣΧΕΤΙΚΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ
Η καραντίνα και η μη καταβολή μισθωμάτων από ενοίκια τον καιρο του covid 10 οδήγησαν πολίτες στην μη καταβολή των ρυθμίσεων τους. Η επαναφορά τους -αν την κανει δεκτή ο/η εκάστοτε διευθυντής/τρια της ΔΟΥ χρειάζεται να ανοίξει ξανα η εφαρμογή της ΑΑΔΕ ,ώστε ο κάθε πολίτες να κάνει μόνος του αίτηση υπαγωγής στις 120 και ίσως περισσότερες δόσεις. Να συμψηφιστούν τυχόν χρήματα που είχε δώσει εκπρόθεσμα και δεν υπολογίστηκαν αφού έχασε το 2μηνο-το οποίο να μην ισχύει η να γίνει 6μηνο. ΟΧΙ ΤΕΙΡΕΣΙΑ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΔΟΥ
ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΤΩΝ 120 ΔΟΣΕΩΝ ΜΕ ΕΚΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΑΥΞΗΣΕΩΝ αφού δεν είναι δική τους η μη καταβολή των δόσεων αλλά από τα μέτρα της κυβέρνησης
χωρίς την μεσολάβηση ΔΟΥ για φυσικά πρόσωπα,
ΘΕΛΕΙ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΝΑ ΜΑΖΕΨΕΙ ΧΡΗΜΑΤΑ?
ΘΕΛΕΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΝΑ ΚΑΛΥΦΘΕΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ .
ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΤΩΝ 120 ΔΟΣΕΩΝ Η ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΩΝ ΜΕ ΜΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΑΥΞΗΣΕΩΝ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΔΟΥ
Ok well done