Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
α) «Θεματοφύλακας»: το πιστωτικό ίδρυμα που εδρεύει στην Ελλάδα ή σε άλλο κράτος μέλος και ασκεί δραστηριότητες μέσω υποκαταστήματος στην Ελλάδα, στο οποίο έχουν ανατεθεί τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 36 και το οποίο υπόκειται στις διατάξεις του Κεφαλαίου Δ.
β) «Εταιρεία διαχείρισης»: κάθε εταιρεία κράτους μέλους της οποίας η κύρια δραστηριότητα συνίσταται στη διαχείριση ΟΣΕΚΑ που έχουν τη μορφή αμοιβαίων κεφαλαίων ή/και εταιρειών επενδύσεων (διαχείριση συλλογικών χαρτοφυλακίων) και η οποία δύναται να παρέχει επιπροσθέτως τις υπηρεσίες που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 12. Η κύρια δραστηριότητα μιας εταιρείας διαχείρισης περιλαμβάνει τις λειτουργίες που αναφέρονται στην περίπτωση β) της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του παρόντος νόμου. Ως εταιρεία διαχείρισης τρίτου κράτους νοείται κάθε εταιρεία που έχει λάβει άδεια λειτουργίας από τις αρμόδιες αρχές τρίτου κράτους για τη διαχείριση οργανισμών συλλογικών επενδύσεων.
γ) «Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων» (εφεξής «ΑΕΔΑΚ»): η εταιρεία διαχείρισης η οποία έχει λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
δ) «Κράτος μέλος καταγωγής εταιρείας διαχείρισης»: το κράτος μέλος στο οποίο η εταιρεία διαχείρισης έχει την καταστατική της έδρα.
ε) «Κράτος μέλος υποδοχής εταιρείας διαχείρισης»: το κράτος μέλος, εκτός του κράτους μέλους καταγωγής, στο οποίο η εταιρεία διαχείρισης διαθέτει υποκατάστημα ή παρέχει υπηρεσίες υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.
στ) «Κράτος μέλος καταγωγής ΟΣΕΚΑ»: το κράτος μέλος στο οποίο ο ΟΣΕΚΑ έχει λάβει άδεια σύστασης ή λειτουργίας, σύμφωνα με το άρθρο 5 της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ. Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ένας ΟΣΕΚΑ θεωρείται ότι είναι εγκατεστημένος στο κράτος μέλος καταγωγής του, ήτοι στο κράτος μέλος στο οποίο έχει λάβει άδεια σύστασης ή λειτουργίας.
ζ) «Κράτος μέλος υποδοχής ΟΣΕΚΑ»: το κράτος μέλος, εκτός του κράτους μέλους καταγωγής του ΟΣΕΚΑ, στο οποίο διατίθενται τα μερίδιά του.
η) «Υποκατάστημα»: μονάδα εκμετάλλευσης που αποτελεί τμήμα της εταιρείας διαχείρισης, στερείται νομικής προσωπικότητας και παρέχει τις υπηρεσίες για τις οποίες έχει λάβει άδεια λειτουργίας η εταιρεία διαχείρισης. Όλες οι μονάδες εκμετάλλευσης που έχουν συσταθεί στο ίδιο κράτος μέλος από μια εταιρεία διαχείρισης που έχει λάβει άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος λογίζονται ως ένα υποκατάστημα.
θ) «Αρμόδιες αρχές»: οι αρχές τις οποίες ορίζει κάθε κράτος μέλος βάσει του άρθρου 97 της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ, ενημερώνοντας σχετικά την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Για την Ελλάδα αρμόδια αρχή είναι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
ι) «Στενοί δεσμοί»: κατάσταση στην οποία δύο ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα συνδέονται με:
αα) «σχέση συμμετοχής», δηλαδή κατοχή, απευθείας ή μέσω ελέγχου, του είκοσι τοις εκατό (20%) ή περισσότερο των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου μιας επιχείρησης, ή
ββ) «σχέση ελέγχου», δηλαδή σχέση μεταξύ μητρικής και θυγατρικής επιχείρησης, κατά την έννοια της παραγράφου 5 του άρθρου 42ε του κ.ν. 2190/1920, ή παρόμοια σχέση μεταξύ ενός φυσικού ή νομικού προσώπου και μιας επιχείρησης. Για τους σκοπούς του παρόντος σημείου, ισχύουν τα εξής:
i) κάθε θυγατρική επιχείρηση μιας άλλης θυγατρικής επιχείρησης θεωρείται θυγατρική της μητρικής επιχείρησης που είναι επικεφαλής των εν λόγω επιχειρήσεων,
ii) μια κατάσταση κατά την οποία δύο ή περισσότερα πρόσωπα, φυσικά ή νομικά, συνδέονται σταθερά με το αυτό πρόσωπο μέσω «ελέγχου» θεωρείται επίσης ότι δημιουργεί στενούς δεσμούς μεταξύ των προσώπων αυτών.
ια) «Ειδική συμμετοχή»: άμεση ή έμμεση συμμετοχή σε μια ΑΕΔΑΚ, η οποία αντιπροσωπεύει τουλάχιστον δέκα τοις εκατό (10%) του κεφαλαίου ή των δικαιωμάτων ψήφου ή η οποία επιτρέπει την άσκηση σημαντικής επιρροής στη διοίκηση της εταιρείας στην οποία υπάρχει η συμμετοχή. Για τον υπολογισμό των δικαιωμάτων ψήφου λαμβάνονται υπόψη τα δικαιώματα ψήφου που αναφέρονται στα άρθρα 9 και 10 του ν. 3556/2007 (ΦΕΚ Α΄/91/30.4.2007).
ιβ) «Αρχικό κεφάλαιο»: τα κεφάλαια, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 4 του ν. 3601/2007 (ΦΕΚ Α’/178/1.8.2007) και στο άρθρο 57 στοιχεία α) και β) της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ (ΕΕ L 177/30.6.2006).
ιγ) «Ίδια κεφάλαια»: τα ίδια κεφάλαια όπως αυτά ορίζονται με απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σύμφωνα με το άρθρο 72 του ν. 3601/2007, τον τίτλο V Κεφάλαιο 2 Τμήμα 1 της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ και τα άρθρα 13 έως 16 της Οδηγίας 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 177/30.6.2006).
ιδ) «Σταθερό μέσο»: κάθε μέσο το οποίο παρέχει στον επενδυτή τη δυνατότητα να αποθηκεύει πληροφορίες απευθυνόμενες προσωπικά σε αυτόν, κατά τρόπο ώστε να μπορεί να ανατρέξει σε αυτές μελλοντικά επί χρονικό διάστημα επαρκές για τους σκοπούς που εξυπηρετούν οι πληροφορίες και το οποίο επιτρέπει την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων πληροφοριών.
ιε) «Κινητές αξίες»:
αα) Οι μετοχές εταιρειών και άλλοι τίτλοι που ισοδυναμούν με μετοχές εταιρειών (εφεξής «μετοχές»).
ββ) Οι ομολογίες, τα ομόλογα και τα λοιπά είδη χρεωστικών τίτλων. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται με απόφασή της να καθορίζει τα λοιπά είδη χρεωστικών τίτλων.
γγ) Κάθε άλλος διαπραγματεύσιμος τίτλος που παρέχει δικαίωμα απόκτησης τέτοιων κινητών αξιών με εγγραφή ή με ανταλλαγή, εξαιρουμένων των τεχνικών και μέσων που αναφέρονται στο άρθρο 60.
ιστ) «Μέσα χρηματαγοράς»: τα επαρκούς ρευστότητας μέσα που συνήθως αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στη χρηματαγορά, των οποίων η αξία μπορεί να προσδιοριστεί επακριβώς ανά πάσα στιγμή. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται με απόφασή της να εξειδικεύει τα ως άνω μέσα χρηματαγοράς.
ιζ) «Συγχώνευση»:
αα) η διαδικασία με την οποία ένας ή περισσότεροι ΟΣΕΚΑ ή επενδυτικά τμήματά τους (εφεξής ο «απορροφώμενος ΟΣΕΚΑ») λύονται, χωρίς να ακολουθεί εκκαθάρισή τους, και μεταφέρουν όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού τους σε άλλον υφιστάμενο ΟΣΕΚΑ ή επενδυτικό τμήμα του (εφεξής ο «απορροφών ΟΣΕΚΑ»), με αντάλλαγμα την έκδοση για τους μεριδιούχους τους μεριδίων του απορροφώντος ΟΣΕΚΑ και, ανάλογα με την περίπτωση, την καταβολή χρηματικού ποσού σε μετρητά έως δέκα τοις εκατό (10%) της καθαρής αξίας του ενεργητικού των μεριδίων που δικαιούνται,
ββ) η διαδικασία με την οποία δύο ή περισσότεροι ΟΣΕΚΑ ή επενδυτικά τμήματά τους (ο «απορροφώμενος ΟΣΕΚΑ») λύονται, χωρίς να ακολουθεί εκκαθάρισή τους, και μεταφέρουν όλα τα στοιχεία του ενεργητικού και του παθητικού τους σε έναν ΟΣΕΚΑ που δημιουργούν ή σε επενδυτικό τμήμα του (ο «απορροφών ΟΣΕΚΑ»), με αντάλλαγμα την έκδοση για τους μεριδιούχους τους μεριδίων του απορροφώντος ΟΣΕΚΑ και, ανάλογα με την περίπτωση, την καταβολή χρηματικού ποσού σε μετρητά έως δέκα τοις εκατό (10%) της καθαρής αξίας του ενεργητικού των μεριδίων που δικαιούνται,
γγ) η διαδικασία με την οποία ένας ή περισσότεροι ΟΣΕΚΑ ή επενδυτικά τμήματά τους (οι «απορροφώμενοι ΟΣΕΚΑ») που εξακολουθούν να υπάρχουν έως ότου εκπληρωθούν οι υποχρεώσεις τους, μεταφέρουν το καθαρό ενεργητικό τους σε άλλο επενδυτικό τμήμα του ίδιου ΟΣΕΚΑ, σε ΟΣΕΚΑ που δημιουργούν ή σε άλλον υφιστάμενο ΟΣΕΚΑ ή επενδυτικό τμήμα του (ο «απορροφών ΟΣΕΚΑ»).
ιη) «Διασυνοριακή συγχώνευση»:
αα) η συγχώνευση ΟΣΕΚΑ εκ των οποίων τουλάχιστον δύο είναι εγκατεστημένοι σε διαφορετικά κράτη μέλη, ή
ββ) η συγχώνευση ΟΣΕΚΑ που είναι εγκατεστημένοι στο ίδιο κράτος μέλος, σε νεοσυσταθέντα ΟΣΕΚΑ που είναι εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος.
ιθ) «Εγχώρια συγχώνευση»: η συγχώνευση ΟΣΕΚΑ που είναι εγκατεστημένοι στην Ελλάδα, ακόμη και εάν για έναν ή περισσότερους από τους εμπλεκόμενους ΟΣΕΚΑ έχει τηρηθεί η διαδικασία κοινοποίησης του άρθρου 91.
Για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, ως «κράτος μέλος» νοείται κάθε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κάθε συμβαλλόμενο κράτος του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου το οποίο έχει συνάψει με τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμφωνίες ή συμβάσεις που καλύπτουν τα θέματα της Οδηγίας 2009/65/ΕΚ.