1. Συνιστάται στη Γενική Γραμματεία Φορολογικής Πολιτικής και Δημόσιας ΠεριουσίαςΕπιτροπή για την υλοποίηση της εξαγοράς των δημοσίων ακινήτων του παρόντος, με έδρα την Αθήνα, η οποία συγκροτείται σε σώμα με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, εντός ενός (1) μηνός από την έναρξη ισχύος του παρόντος.
2. Στην Επιτροπή μετέχουν:
(α) Ένας (1) πρώην δικαστικός λειτουργός των πολιτικών δικαστηρίων, συνταξιοδοτηθείςμε βαθμό τουλάχιστον προέδρου εφετών,με τον αναπληρωτή του, ως πρόεδρος, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο της Ένωσης Συνταξιούχων Δικαστικών Λειτουργών και Μελών του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
(β) Μέλος του κύριου προσωπικού του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με βαθμό τουλάχιστον παρέδρου,μετον αναπληρωτή του, ως μέλος, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,με την επιφύλαξη της παρ. 3 του άρθρου 54 του ν. 4831/2021 (Α΄ 170).
(γ) Υπάλληλος Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης Μηχανικών ή Νομικών της Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών, μετον αναπληρωτή του, ως μέλος, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας και Κοινωφελών Περιουσιών.
Χρέη Γραμματέα εκτελεί υπάλληλος της Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών, ο οποίος υποδεικνύεται από τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας και Κοινωφελών Περιουσιών.
3. Η Επιτροπή λειτουργεί σε τμήματα, ο συνολικός αριθμός των οποίωνανέρχεται σε επτά (7). Κάθε τμήμα της Επιτροπής οργανώνεται σε επίπεδο αποκεντρωμένης διοίκησης και χειρίζεται τις αιτήσεις εξαγοράς δημοσίων ακινήτων, τα οποία βρίσκονται στην εδαφική περιφέρεια κάθεαποκεντρωμένης διοίκησης.
4. Η οικεία κτηματική υπηρεσία, αφού ελέγξει τις προϋποθέσεις των άρθρων 3 και 4, καθώς και την αίτηση εξαγοράς και τα δικαιολογητικά κατά το άρθρο 8, αποστέλλει στην Επιτροπή τον φάκελο, με συνοπτικό σημείωμα για την αποδοχή ή την απόρριψη της αίτησης εξαγοράς εντός προθεσμίας πέντε (5) μηνών από τον χρόνο διαβίβασης σε αυτή του πλήρους φακέλου της αίτησης εξαγοράς από τον φορέα υποδοχής. Ειδικά στην περ. β΄ της παρ. 4 του άρθρου 3, η οικεία κτηματική υπηρεσία αποστέλλει τον φάκελο στην Επιτροπή, μετά την παρέλευση της προθεσμίας του πρώτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 18. Κατ’ εξαίρεση η οικεία κτηματική υπηρεσία αποστέλλει τον φάκελο στην Επιτροπή πριν την παρέλευση της προθεσμίας του δευτέρουεδαφίου, εφόσον έχει προσκομισθεί έγγραφη παραίτηση, με βεβαίωση του γνησίου υπογραφής του ασκούντος κατοχή κατ’ ιδανικά μερίδια, από τους λοιπούς ασκούντες κατοχή, κατά την υποβολή της αίτησης εξαγοράς. Πριν την αποστολή του φακέλου και τουσυνοπτικού σημειώματος, η οικεία κτηματική υπηρεσία ζητεί τη σύμφωνη γνώμη του Ταμείου Εθνικής Άμυνας (Τ.ΕΘ.Α.),κατά το άρθρο 14. Περαιτέρω, η οικεία κτηματική υπηρεσία ζητεί τη σύμφωνη γνώμη της Εταιρείας Ακινήτων του Δημοσίου (ΕΤ.Α.Δ.) Α.Ε., η οποία υποβάλλεται εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από την κοινοποίηση σε αυτή γνωστοποίησης με συστημένη επιστολή από την κτηματική υπηρεσία. Η άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας αυτήςδεν κωλύει την αποστολή του φακέλου από την οικεία κτηματική υπηρεσία στην Επιτροπή. Η οικεία κτηματική υπηρεσία δύναται να ζητεί στοιχεία από τον αιτούντα και από κάθε υπηρεσία του δημόσιου τομέα, όπως αυτός ορίζεται στην περ. α) της παρ. 1 του άρθρου14 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143), μέσω του φορέα υποδοχής.
5. ΗΕπιτροπή, εντός τεσσάρων (4) μηνών από τη λήψη του φακέλου,κατά την παρ. 4, προβαίνει στον έλεγχο της αίτησης εξαγοράς και των δικαιολογητικών και προτείνει αιτιολογημένα στο αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Οικονομικών την αποδοχή ή την απόρριψη της αίτησης εξαγοράς. Η προθεσμία υποβολής της πρότασης της Επιτροπής δύναται να παραταθεί με την απόφαση της παρ. 4 του άρθρου 18.
6. Σε περίπτωση πρότασης για την αποδοχή της αίτησης εξαγοράς, η Επιτροπή:
(α) Καθορίζει το εμβαδόν και τα όρια του προς εξαγορά δημοσίου ακινήτου.
(β) Καθορίζει το τμήμα του δημοσίου ακινήτου που μπορεί να εξαγοραστεί,σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 3.
(γ)Επιλέγει μεταξύ περισσοτέρων αιτήσεων εξαγοράς που αφορούν στο ίδιο δημόσιο ακίνητο ή τμήμα αυτού, σύμφωνα με τηνπερ. γ’ της παρ. 5 του άρθρου 3.
(δ)Καθορίζει το τίμημα εξαγοράς, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις της περ. β΄ της παρ. 5 του άρθρου 3 και των άρθρων 5, 6 ή 7, κατά περίπτωση, και προσδιορίζει το ποσό της εφάπαξ καταβολής και των δόσεων του τιμήματος εξαγοράς, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 10. Ειδικά στην περίπτωση καθορισμού τιμήματος εξαγοράς, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 5, η Επιτροπή ζητεί συγκριτικά στοιχεία από την αρμόδια υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης.
(ε) Προβαίνει στον καθορισμό των αδιάθετων και υποχρεωτικώς εξαγοραζόμενων μεριδίων της περ. β΄της παρ. 5 του άρθρου 3 και του αναλογούντος σε αυτά τιμήματος εξαγοράς, μετά το πέρας υποβολής των αιτήσεων εξαγοράς, κατόπιν σχετικής εισήγησης της αρμόδιας κτηματικής υπηρεσίας.
Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή δεν κωλύεται να ζητεί πρόσθετα στοιχεία από τον αιτούντα και από κάθε υπηρεσία του δημόσιου τομέα μέσω του φορέα υποδοχής.
Στο Αρθρο 9, στο τέλος, και ειδικότερα στο σημείο 6 «…Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή δεν κωλύεται να ζητεί πρόσθετα στοιχεία από τον αιτούντα και από κάθε υπηρεσία του δημόσιου τομέα μέσω του φορέα υποδοχής…» να προστεθεί «…Ειδικότερα, η Επιτροπή δύναται να ζητήσει επικαιροποιημένη εκτίμηση της αγοραίας αξίας του ακινήτου κατά την ημερομηνία επεξεργασίας ή απόφασης για το αίτημα εξαγοράς…».