1. Αν ο αιτών έχει αναγνωρισθεί δυνάμει απόφασης πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ως κύριος του δημοσίου ακινήτου έναντι του Δημοσίου, δικαιούται να υποβάλει αίτηση εξαγοράς, με τίμημα εξαγοράς που αντιστοιχεί, κατά παρέκκλιση του άρθρου 5, σε ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.
2. Αν ο αιτών έχει αναγραφεί ως κύριος του δημοσίου ακινήτου στις πρώτες κτηματολογικές εγγραφές και έχει ασκηθεί αγωγή από το Δημόσιο ή δεν έχει παρέλθει η προθεσμία άσκησης αγωγής, κατά την παρ. 2 του άρθρου 6 του ν. 2664/1998 (Α’ 275), δικαιούται να υποβάλει αίτηση εξαγοράς, χωρίς να πληρούνται οι προϋποθέσεις των περ. α’ και β’ της παρ. 1 του άρθρου 3, με τίμημα εξαγοράς που αντιστοιχεί, κατά παρέκκλιση του άρθρου 5, σε ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.
3. Αν ο αιτών, μέχρι την 31η.12.2022, έχει ασκήσει ένδικο μέσο κατά δικαστικής απόφασης σε δίκη που αφορά στην αναγνώριση της κυριότητάς του προς εξαγορά δημοσίου ακινήτου, δικαιούται να υποβάλει αίτηση εξαγοράς, με τίμημα εξαγοράς που αντιστοιχεί, κατά παρέκκλιση του άρθρου 5, σε ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%) της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου.
4. Σε περίπτωση εξαγοράς δημοσίου ακινήτου, κατά την παρ. 3, ο αιτών, εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από την κοινοποίηση προς αυτόν του πιστοποιητικού αποδοχής, υποβάλλει στο αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Οικονομικών αντίγραφο της παραίτησής του από τα ένδικα μέσα κατά της δικαστικής απόφασης σε δίκη που αφορά στην αναγνώριση της κυριότητας του προς εξαγορά δημοσίου ακινήτου. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του πρώτου εδαφίου, δεν εκδίδεται απόφαση εξαγοράς.
5. Εάν στο πρόσωπο του αιτούντος συντρέχουν οι προϋποθέσεις των παρ. 1, 2 και 3 του παρόντος, δεν είναι δυνατή η εφαρμογή των εκπτώσεων της παρ. 1 του άρθρου 6.