1. Δικαιούται να υποβάλει αίτηση εξαγοράς όποιος κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος:
α) Ασκεί κατοχή αδιαλείπτως με τίτλο στο όνομα του ιδίου ή των δικαιοπαρόχων του για τουλάχιστον τριάντα (30) έτη επί δημοσίου ακινήτου και, στην περίπτωση που εντός του δημοσίου ακινήτου υφίσταται κτίσμα, αυτό έχει ανεγερθεί το αργότερο μέχρι την 31η.12.1991, είτε
β) ασκεί κατοχή αδιαλείπτως για τουλάχιστον σαράντα (40) έτη επί δημοσίου ακινήτου, το οποίο έχει εγερθεί έως την 31η.12.1981 και στο οποίο:
βα) βρίσκεται η κύρια και μοναδική κατοικία του, η οποία καλύπτει τις στεγαστικές ανάγκες του ιδίου ή της οικογένειάς του, ή
ββ) ασκεί τουριστική, βιοτεχνική, βιομηχανική δραστηριότητα με χρήση κτιριακών εγκαταστάσεων και άλλων συνοδών έργων που συνδέονται λειτουργικά με αυτές ή
βγ) ασκεί αγροτική δραστηριότητα με χρήση ή μη κτιριακών εγκαταστάσεων και άλλων συνοδών έργων που συνδέονται λειτουργικά με αυτές.
2. Για την εφαρμογή της παρ. 1, στον χρόνο της κατοχής του αιτούντος συνυπολογίζεται και ο χρόνος κατοχής των δικαιοπαρόχων του.
3. Εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις της παρ. 1, ο αιτών δικαιούται να εξαγοράσει:
α) Επί δημοσίων ακινήτων, τα οποία βρίσκονται εντός σχεδίου πόλεως ή οικισμού, έκταση ίση κατ’ ανώτατο όριο με το ελάχιστο εμβαδό αρτίου και οικοδομήσιμου οικοπέδου, κατά κανόνα ή κατά παρέκκλιση, σύμφωνα με την πολεοδομική νομοθεσία που ισχύει κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης εξαγοράς. Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η εξαγορά μεγαλύτερης έκτασης, εφόσον σε αυτή υφίστανται, εν όλω ή εν μέρει, κτίσματα ή βοηθητικές εγκαταστάσεις αυτών, που αποτελούν ενιαίο λειτουργικό σύνολο. Στις περιπτώσεις του πρώτου εδαφίου, εάν το τμήμα που απομένει μετά την εξαγορά του δημοσίου ακινήτου καθίσταται μη άρτιο και μη οικοδομήσιμο, είναι υποχρεωτική η εξαγορά αυτού από τον αιτούντα.
β) Επί δημοσίων ακινήτων, τα οποία βρίσκονται εκτός σχεδίου πόλεως ή οικισμού, ενιαία έκταση δέκα (10) στρεμμάτων κατ’ ανώτατο όριο. Κατ’ εξαίρεση, μπορούν να εξαγορασθούν περισσότερα του ενός δημόσια ακίνητα εκτός σχεδίου πόλεως ή οικισμού από τον ίδιο αιτούντα, υπό την προϋπόθεση ότι το σύνολο των υπό εξαγορά δημοσίων ακινήτων δεν υπερβαίνει τα είκοσι (20) στρέμματα κατ’ ανώτατο όριο και κάθε προς εξαγορά δημόσιο ακίνητο δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) στρέμματα. Στην περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου, στην αίτηση εξαγοράς προσδιορίζονται το δημόσιο ακίνητο ή τα δημόσια ακίνητα για τα οποία ασκείται το δικαίωμα εξαγοράς. Είναι δυνατή η εξαγορά μεγαλύτερης έκτασης και μέχρι τριάντα (30) στρέμματα κατ’ ανώτατο όριο συνολικά, εφόσον είτε αυτή καλύπτεται από κτίσματα ή από αναγκαία έργα υποδομής ή εγκαταστάσεις παντός είδους νόμιμα λειτουργούσης επιχείρησης είτε έχει γίνει χρήση του συντελεστή δόμησης της έκτασης αυτής για την ανέγερση των κτισμάτων. Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις, εάν το εναπομείναν τμήμα μετά την εξαγορά του δημοσίου ακινήτου καθίσταται μη άρτιο και μη οικοδομήσιμο, είναι υποχρεωτική η εξαγορά αυτού από τον αιτούντα.
4. Στην περίπτωση που περισσότεροι του ενός αιτούντες:
α) Ασκούν κατοχή στο ίδιο δημόσιο ακίνητο κατά τμήματα, καθένας εξ αυτών δικαιούται να εξαγοράσει το τμήμα επί του οποίου ασκεί κατοχή σύμφωνα με τις περ. α΄ και β΄ της παρ. 3.
β) Ασκούν κατοχή κατ’ ιδανικά μερίδια στο ίδιο δημόσιο ακίνητο, καθένας εξ αυτών δικαιούται να εξαγοράσει το δημόσιο ακίνητο κατά το ιδανικό μερίδιό του. Εάν τουλάχιστον ένας (1) από τους περισσότερους ασκούντες κατοχή κατ’ ιδανικό μερίδιο δεν υποβάλει αίτηση εξαγοράς, είναι υποχρεωτική η εξαγορά του μεριδίου του αναλογικά κατ’ ιδανικά μερίδια από τους λοιπούς ασκούντες κατοχή.
γ) Υποβάλλουν αίτηση εξαγοράς για το ίδιο δημόσιο ακίνητο ή τμήμα αυτού, δικαίωμα για την εξαγορά του δημοσίου ακινήτου ή τμήματος αυτού έχει ο αιτών που ασκεί κατοχή με τίτλο.
5. Η εξαγορά δημοσίου ακινήτου επί του οποίου έχουν ανεγερθεί αυθαίρετα κτίσματα δεν είναι δυνατή, εκτός αν τηρηθεί η διαδικασία της παρ. 6 του άρθρου 10.
6. Εάν εντός του προς εξαγορά δημοσίου ακινήτου βρίσκεται έκταση δασικού χαρακτήρα, εφόσον αυτή καταλαμβάνει κατ’ ανώτατο όριο είκοσι τοις εκατό (20%) του εμβαδού του, εξαγοράζεται ενιαία με το δημόσιο ακίνητο, με διατήρηση των όρων προστασίας της, που απορρέουν από τη φύση της και από την κείμενη νομοθεσία. Οι όροι προστασίας μνημονεύονται στο σύνολό τους υποχρεωτικά στην απόφαση εξαγοράς.
7. Εάν εντός του προς εξαγορά δημοσίου ακινήτου περιλαμβάνονται περιοχές, οι οποίες υπάγονται στο εθνικό σύστημα προστατευόμενων περιοχών, κατά το άρθρο 3 του ν. 3937/2011 (Α΄ 60), εξακολουθούν να εφαρμόζονται μετά την εξαγορά αυτού οι περιορισμοί, οι οποίοι ορίζονται στη σχετική για τις περιοχές αυτές νομοθεσία και μνημονεύονται υποχρεωτικά στην απόφαση εξαγοράς.
8. Σε περίπτωση επέμβασης άνευ νομίμου αδείας στις εκτάσεις που αναφέρονται στην παρ. 6 ή μη τήρησης των περιορισμών που προβλέπονται σύμφωνα με την παρ. 7, η ισχύς της απόφασης εξαγοράς, η οποία εκδίδεται, λήγει αυτοδικαίως και εκδίδεται σχετική διαπιστωτική πράξη από το αρμόδιο όργανο του Υπουργείου Οικονομικών, κατόπιν γνώμης της οικείας κτηματικής υπηρεσίας.
Στην περίπτωση αυτή:
α) δεν επιστρέφεται το καταβληθέν τίμημα εξαγοράς, και
β) εφαρμόζεται κατά τα λοιπά η νομοθεσία για την προστασία των δημοσίων κτημάτων,
με αναφορά των περ. α΄ και β΄ στην ανωτέρω διαπιστωτική πράξη.
9. Αν το προς εξαγορά δημόσιο ακίνητο βρίσκεται σε παραμεθόριο περιοχή, κατά τα άρθρα 24 έως και 32 του ν. 1892/1990 (Α’ 101), για την εξαγορά αυτού απαιτείται η τήρηση των προϋποθέσεων του άρθρου 26 του νόμου αυτού.