1. Οι αρμόδιες αρχές επιβάλλουν διοικητικές κυρώσεις στις περιπτώσεις που:
α) χρηματοπιστωτική επιχείρηση, κατά το άρθρο 48 του παρόντος, η οποία καταχωρίσθηκε ως πάροχος ή διανομέας PEPP, χρησιμοποιώντας ψευδείς ή παραπλανητικές δηλώσεις ή με άλλο αντικανονικό τρόπο, κατά παράβαση των άρθρων 6 και 7 του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/1238, των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού κανονισμών και των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών πράξεων,
β) χρηματοπιστωτική επιχείρηση, κατά το άρθρο 48 του παρόντος, η οποία παρέχει ή αντιστοίχως διανέμει προϊόντα που φέρουν τον χαρακτηρισμό «πανευρωπαϊκό ατομικό συνταξιοδοτικό προϊόν» ή «PEPP» χωρίς την απαιτούμενη καταχώριση,
γ) πάροχος PEPP, ο οποίος δεν παρείχε την υπηρεσία δυνατότητας μεταφοράς, κατά παράβαση των άρθρων 18 ή 19 του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/1238 και κάθε, κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, διάταξης, ή δεν παρείχε τις πληροφορίες σχετικά με την εν λόγω υπηρεσία που απαιτούνται, σύμφωνα με τα άρθρα 20 και 21 του ως άνω Κανονισμού και κάθε, κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, διάταξης, ή δεν εκπλήρωσε τις απαιτήσεις και τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο κεφάλαιο IV, στο κεφάλαιο V, στα άρθρα 48 και 50, και στο κεφάλαιο VII του εν λόγω Κανονισμού και κάθε, κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, διάταξης,
δ) θεματοφύλακας δεν εκπλήρωσε τα εποπτικά καθήκοντά του, βάσει του άρθρου 48 του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/1238 και κάθε, κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, διάταξης,
ε) σε κάθε άλλη περίπτωση παράβασης του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/1238, των κατ΄ εξουσιοδότηση αυτού κανονισμών, των κατ’ εξουσιοδότηση αυτών πράξεων και του παρόντος.
2. Οι αρμόδιες αρχές έχουν την εξουσία να επιβάλλουν τις ακόλουθες διοικητικές κυρώσεις:
α) δημόσια δήλωση, η οποία αναφέρει την ταυτότητα του φυσικού ή νομικού προσώπου και τη φύση της παράβασης, σύμφωνα με το άρθρο 69 του Κανονισμού (ΕΕ) 2019/1238,
β) έκδοση διαταγής προς το φυσικό ή νομικό πρόσωπο για τερματισμό της ελεγχόμενης συμπεριφοράς και αποφυγή της επανάληψής της,
γ) προσωρινή απαγόρευση στο υπαίτιο μέλος του διευθυντικού οργάνου της χρηματοπιστωτικής επιχείρησης, εποπτικού ή διοικητικού οργάνου ή σε κάθε άλλο υπαίτιο φυσικό πρόσωπο, από το να ασκεί καθήκοντα διοίκησης σε αυτές τις επιχειρήσεις,
δ) στην περίπτωση νομικού προσώπου, μέγιστο διοικητικό χρηματικό πρόστιμο που καθορίζεται σε πέντε εκατομμύρια (5.000.000) ευρώ ή σε ποσό ανερχόμενο έως και στο δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών του, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες διαθέσιμες οικονομικές καταστάσεις, οι οποίες έχουν εγκριθεί από το Διοικητικό του Συμβούλιο. Αν το νομικό πρόσωπο είναι μητρική επιχείρηση ή θυγατρική μιας μητρικής επιχείρησης που καταρτίζει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, σύμφωνα με τον ν. 4308/2014 (Α’ 251) και τον ν. 4403/2016 (Α΄ 125), ο συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών ορίζεται ως ο συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών ή τα αντίστοιχα έσοδα, σύμφωνα με τη νομοθεσία περί κατάρτισης και παρουσίασης των ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, που προκύπτουν από τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις της ανώτατης μητρικής επιχείρησης, όπως αυτές εγκρίθηκαν από το Διοικητικό της Συμβούλιο κατά την προηγούμενη χρήση.
ε) στην περίπτωση φυσικού προσώπου, διοικητικό χρηματικό πρόστιμο ύψους έως και επτακοσίων χιλιάδων (700.000) ευρώ,
στ) ανώτατο διοικητικό πρόστιμο τουλάχιστον στο διπλάσιο του ποσού του οφέλους που αποκομίστηκε από την παράβαση, όταν το όφελος αυτό μπορεί να προσδιοριστεί, ακόμα και στην περίπτωση που υπερβαίνει τα ανώτατα ποσά που αναφέρονται στις περ. δ’ και ε’ .
3. Αν ο παραβαίνων διανομέας ΡΕΡΡ είναι, είτε ασφαλιστική επιχείρηση, είτε ασφαλιστικός διαμεσολαβητής με τη μορφή νομικού προσώπου, οι κυρώσεις και τα μέτρα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο επιβάλλονται στο νομικό πρόσωπο και, επιπλέον αυτού, στο ή στα πρόσωπα της παρ. 5 του άρθρου 19 και της παρ. 3 του άρθρου 24 του ν. 4583/2018 (Α’ 212) και της παρ. 2 του άρθρου 29 του ν. 4364/2016 (Α’ 35), κατά περίπτωση.
4. Σε κάθε περίπτωση, οι κυρώσεις και τα μέτρα μπορεί να επιβληθούν και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που η αρμόδια αρχή διαπιστώσει κατά περίπτωση ότι φέρει την ευθύνη ή προέβη στην παράβαση.
5. Τα πρόστιμα που επιβάλλουν οι αρμόδιες αρχές αποτελούν έσοδα του Δημοσίου, βεβαιώνονται από τις καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες και εισπράττονται κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α’ 190).
6. Κατά την άσκηση των εξουσιών τους, κατά το παρόν, οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται στενά μεταξύ τους ή και με άλλες αρχές, για να διασφαλίσουν ότι οι διοικητικές κυρώσεις και τα άλλα μέτρα του παρόντος παράγουν τα αποτελέσματα που επιδιώκονται με τον παρόντα, τον Κανονισμό (ΕΕ) 2019/1238, τους κατ’ εξουσιοδότηση αυτού κανονισμούς και τις κατ’ εξουσιοδότηση αυτών πράξεις, και συντονίζουν τη δράση τους, προκειμένου να αποφευχθούν πιθανές επαναλήψεις και επικαλύψεις κατά την εφαρμογή διοικητικών κυρώσεων και άλλων μέτρων σε διασυνοριακές υποθέσεις.