1. Όταν η δέσμευση ή η κατάσχεση αφορά σε μη δεκτικά ακριβούς αποτίμησης περιουσιακά στοιχεία, η αρχή που επιβάλλει τα ως άνω μέτρα διατάσσει την αυτούσια παρακατάθεση αυτών στο Τ.Π.Δ. υπέρ του Φορέα Διαχείρισης. Όταν διενεργείται δέσμευση ή κατάσχεση από αρμόδια αρχή της περ. α της παρ. 2 του άρθρου 9, πλην της δικαστικής αρχής, η παρακατάθεση υπέρ του Φορέα Διαχείρισης διατάσσεται από την οικεία δικαστική ή εισαγγελική αρχή, η οποία επικυρώνει το μέτρο.
2. Η απόφαση για παρακατάθεση επιδίδεται στον Φορέα Διαχείρισης για ενημέρωση του Μητρώου, στο Τ.Π.Δ., στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην κατοχή του οποίου ευρέθησαν τα αντικείμενα αυτά, καθώς και στον δικαιούχο αυτών, χωρίς ο τελευταίος να δύναται να προσφύγει κατά της απόφασης αυτής.
3. Η αξιοποίηση των μη δεκτικών ακριβούς αποτίμησης περιουσιακών στοιχείων επιτρέπεται μετά από το αμετάκλητο της απόφασης περί δήμευσής τους. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, με άδεια της αρχής που διέταξε τη δέσμευση ή την κατάσχεση, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του Φορέα Διαχείρισης και προηγούμενης ακρόασης του δικαιούχου, η διαχείριση του συναλλάγματος της παρ. 1 μπορεί να διενεργείται και πριν από τη δήμευση.
4. Στο Τ.Π.Δ., παραδίδεται αρμοδίως πιστοποιητικό περί των αξιώσεων επ΄ αυτών, μαζί με όλα τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία. Η υποχρέωση του πρώτου εδαφίου ισχύει και για το Τ.Π.Δ., αποκλειστικά σχετικά με τις τηρούμενες σε αυτό θυρίδες.