1. Οι συντάξεις των προσώπων των περ. α, β και ε της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 4387/2016 (Α΄ 85) αναπροσαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2017, σύμφωνα με τα άρθρα 9Α και 34Α του π.δ. 169/2007 (Α΄ 210), τα άρθρα 92, 94, 95, 157 και 166 του π.δ. 168/2007 (Α΄ 209), τα άρθρα 14, 15, 16, 18 και 19 του ν. 4354/2015 (Α΄ 176) και τα άρθρα 123 έως 161 του ν. 4472/2017 (Α΄ 74). Αν κατά την εκτέλεση της πράξης αναπροσαρμογής της σύνταξης, σύμφωνα με το παρόν, το συνολικό ποσό της αναπροσαρμοσμένης σύνταξης την 1η Ιανουαρίου 2017, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και το ποσό του τυχόν καταβαλλόμενου επιδόματος ανικανότητας, είναι μικρότερο από το συνολικό ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης την 31η Δεκεμβρίου 2016, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και το ποσό του τυχόν καταβαλλόμενου επιδόματος ανικανότητας, καθώς και της τυχόν καταβαλλόμενης κατά την ημερομηνία αυτή προσωπικής διαφοράς, η προκύπτουσα από την 1η Ιανουαρίου 2017 διαφορά διατηρείται ως προσωπική και αμεταβίβαστη μέχρι την εξάλειψή της από την αύξηση της σύνταξης λόγω αλλαγής των συνταξιοδοτικών στοιχείων υπολογισμού της.
2. α. Στα πρόσωπα, που κατά την εφαρμογή της παρ. 1 προκύπτει προσωπική διαφορά, καταβάλλεται εφάπαξ οικονομική ενίσχυση ποσού τριακοσίων (300) ευρώ. Αν κατά την αναπροσαρμογή της παρ. 1 προκύπτει, από την 1η Ιανουαρίου 2017 έως την 31η Δεκεμβρίου 2022, ποσό αναδρομικών που υπολείπεται των τριακοσίων (300) ευρώ, καταβάλλεται εφάπαξ οικονομική ενίσχυση μέχρι τη συμπλήρωση του ποσού αυτού.
Εάν στη σύνταξη συμμετέχουν περισσότερα του ενός δικαιούχα πρόσωπα, το ποσό της εφάπαξ οικονομικής ενίσχυσης καταβάλλεται επιμεριζόμενο σύμφωνα με τα καταβαλλόμενα σε αυτά μερίδια σύνταξης.
β. Η εφάπαξ οικονομική ενίσχυση είναι αφορολόγητη, δεν κληρονομείται, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, δεν υπολογίζεται στα εισοδηματικά όρια για την καταβολή οποιασδήποτε παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα, δεν κατάσχεται στα χέρια του Δημοσίου ή τρίτων, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, δεν συμψηφίζεται με βεβαιωμένες οφειλές προς το Δημόσιο ή χρηματοδοτικά ή πιστωτικά ιδρύματα και καταβάλλεται ανεξαρτήτως της καταβολής κάθε άλλης σύνταξης ή μισθού.
3. Από 1η Ιανουαρίου 2017, το άρθρο 2 του ν. 3513/2006 (Α΄265), περί αύξησης του επιδόματος εξομάλυνσης και η παρ. 11 του άρθρου 59 του π.δ. 169/2007, περί υπαγωγής σε κρατήσεις ποσού από επιδόματα δημοσίων υπαλλήλων, δεν έχουν εφαρμογή για τα πρόσωπα της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 4387/2016.