ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΑΦΕΡΕΓΓΥΟΤΗΤΑΣ  

 

Άρθρο 91

Διορισμός διαχειριστών αφερεγγυότητας – Τροποποίηση παρ. 2 και προσθήκη παρ. 3 στο άρθρο 230 ν. 4738/2020

Στο άρθρο 230 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί των προϋποθέσεων διορισμού του διαχειριστή αφερεγγυότητας εγγραφής στο μητρώο διαχειριστών αφερεγγυότητας, στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 διαγράφεται η φράση «η απασχόληση με οιαδήποτε σχέση είτε μέσω σύμβασης εξηρτημένης εργασίας είτε μέσω ανεξαρτήτων υπηρεσιών, είτε σύμβασης έργου σε τουλάχιστον τρεις υποθέσεις αφερεγγυότητας», προστίθεται παρ. 4, και το άρθρο 230 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 230

Διαχειριστές αφερεγγυότητας Προϋποθέσεις διορισμού του διαχειριστή αφερεγγυότητας εγγραφής στο μητρώο διαχειριστών αφερεγγυότητας ανά βαθμίδα

  1. Διαχειριστής αφερεγγυότητας μπορεί να διορισθεί:

α. φυσικό πρόσωπο υπό την προϋπόθεση ότι κατέχει ισχύουσα πιστοποίηση, ατομικά ή ως κοινοπραξία πιστοποιημένων προσώπων, ή

β. δικηγορική εταιρεία ή ελεγκτική εταιρεία ή συμβουλευτική εταιρεία, εφόσον σε κάθε περίπτωση απασχολεί τουλάχιστον ένα πιστοποιημένο πρόσωπο με οποιαδήποτε σχέση απασχόλησης.

  1. Τα πρόσωπα που πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ. 1 εγγράφονται στη βαθμίδα Β του μητρώου διαχειριστών αφερεγγυότητας. Για την απευθείας εγγραφή στη βαθμίδα Α΄ του μητρώου, εφόσον πρόκειται για φυσικό πρόσωπο ή κοινοπραξία φυσικών προσώπων, απαιτείται αφενός η άσκηση του επαγγέλματος του δικηγόρου ή του ορκωτού ελεγκτή ή του λογιστή φοροτεχνικού με δικαίωμα υπογραφής Α΄ τάξεως, σε κάθε μια από τις παραπάνω περιπτώσεις για δέκα (10) τουλάχιστον έτη και, αφετέρου, η αποδεδειγμένη άσκηση καθηκόντων συνδίκου ή εκκαθαριστή ή ειδικού εντολοδόχου σε τουλάχιστον τρεις υποθέσεις αφερεγγυότητας ή, εφόσον πρόκειται για νομικό πρόσωπο, η απασχόληση ενός τουλάχιστον προσώπου που ικανοποιεί τις προϋποθέσεις ένταξης στη βαθμίδα Α΄ για τα φυσικά πρόσωπα.
  2. Η περ. α) του άρθρου 8 του ν. 4194/2013 (Α΄ 208) ισχύει και για δικηγόρο που κατέχει την πιστοποίηση του άρθρου 231 και απασχολείται σε ελεγκτική εταιρία ή συμβουλευτική εταιρία με αντικείμενο την ανάληψη καθηκόντων διαχειριστή αφερεγγυότητας, του οποίου το έργο δεν είναι ασυμβίβαστο, ούτε αναστέλλει την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος, λογίζεται δε ως άσκηση αυτού. Για τις ανάγκες του άρθρου 49 του ν. 4194/2013 (Α΄ 208) η απασχόληση ως διαχειριστής αφερεγγυότητας νοείται ως δικηγορική υπηρεσία. Για την παροχή υπηρεσιών διαχειριστή αφερεγγυότητας, δικηγορική εταιρία δύναται να απασχολεί και πιστοποιημένα πρόσωπα μη δικηγόρους.
  3. Κάθε πρόσωπο της παρ. 2, δικαιούται, εντός προθεσμίας πέντε (5) εργάσιμων ημερών, η οποία εκκινεί από την επομένη της, προς αυτό, κοινοποίησης της σχετικής απόφασης, να ασκήσει, έντυπα ή ηλεκτρονικά, ενώπιον της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας, ένσταση, προσδιορίζοντας ειδικώς τις νομικές και πραγματικές αιτιάσεις του, κατά της απόφασης της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας, περί εγγραφής του στη βαθμίδα Α΄ ή Β΄ του Μητρώου. Η Επιτροπή εξετάζει το νόμιμο και βάσιμο της ένστασης και εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών και, αν την κρίνει δεκτή, λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα. Αν παρέλθει άπρακτη η άνω προθεσμία των δέκα (10) ημερών, τεκμαίρεται η απόρριψη της ένστασης.».

 

Άρθρο 92

Πιστοποίηση διαχειριστών αφερεγγυότητας – Τροποποίηση παρ. 4 άρθρου 231 ν. 4738/2020

Το τρίτο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 231 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί παροχής πιστοποίησης από την Επιτροπή Διαχείρισης Αφερεγγυότητας, καταργείται, και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:

«4. Η χορηγούμενη σύμφωνα με το παρόν πιστοποίηση ανανεώνεται κάθε τέσσερα (4) χρόνια. Για την ανανέωση, η Επιτροπή Διαχείρισης Αφερεγγυότητας λαμβάνει υπόψη την εμπλοκή του πιστοποιημένου προσώπου σε πράξεις ή παραλείψεις που διώκονται πειθαρχικά στο πρόσωπο του διαχειριστή αφερεγγυότητας. Η Επιτροπή Διαχείρισης Αφερεγγυότητας δεν ανανεώνει την πιστοποίηση σε περιπτώσεις που το πιστοποιημένο πρόσωπο ευθύνεται προσωπικά για πράξεις ή παραλείψεις που μαρτυρούν έλλειψη συνείδησης των βασικών υποχρεώσεων του διαχειριστή αφερεγγυότητας.».

 

Άρθρο 93

Εξετάσεις απόκτησης πιστοποίησης διαχειριστή αφερεγγυότητας – Τροποποίηση παρ. 3 άρθρου 232 ν. 4738/2020

Στην παρ. 3 του άρθρου 232 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί των εξετάσεων για την απόκτηση πιστοποίησης, οι προθεσμίες κοινοποίησης του αποκλεισμού της συμμετοχής και της υποβολής ενστάσεως, του δευτέρου και τρίτου εδαφίου, αντίστοιχα, αυξάνονται, και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

«3. Για τη συμμετοχή τους στις εξετάσεις, οι υποψήφιοι υποβάλλουν αίτηση ενώπιον της επιτροπής εξετάσεων του άρθρου 233, η οποία συνοδεύεται από τα δικαιολογητικά της παρ. 5 που αποδεικνύουν την πλήρωση των προϋποθέσεων του άρθρου 231. Αν διαπιστωθεί ότι ο υποψήφιος δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 231, αποκλείεται η συμμετοχή του στις εξετάσεις με απόφαση της επιτροπής εξετάσεων, η οποία κοινοποιείται στον υποψήφιο εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από τη λήψη της απόφασης αυτής. Κατά της απόφασης αυτής επιτρέπεται η υποβολή ένστασης εντός πέντε (5) εργασίμων ημερών από την κοινοποίησή της. Επί της ένστασης αυτής αποφαίνεται η αρμόδια αρχή με απόφασή της, η οποία εκδίδεται και κοινοποιείται στον υποψήφιο εντός δύο (2) εργασίμων ημερών από την υποβολή της. Ο υποψήφιος μπορεί, για οποιονδήποτε λόγο, με αίτησή του να ζητήσει από την αρμόδια αρχή, που εξέδωσε την απόφαση, την ανάκληση ή τροποποίησή της, σύμφωνα με τα άρθρα 24 επ. του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας.».

 

Άρθρο 94

Διαρκής επιμόρφωση πιστοποιημένων προσώπων – Αντικατάσταση άρθρου 235 ν. 4738/2020

Το άρθρο 235 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί διαρκούς επιμόρφωσης των πιστοποιημένων προσώπων, αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 235

Διαρκής επιμόρφωση πιστοποιημένων προσώπων

Το πιστοποιημένο πρόσωπο συμμετέχει σε προγράμματα διαρκούς επιμόρφωσης, εφόσον τέτοια προγράμματα διοργανώνονται από πιστοποιημένους φορείς επιμόρφωσης.».

 

Άρθρο 95

Σύμβαση ασφάλισης επαγγελματικής ευθύνης διαχειριστή αφερεγγυότητας – Αντικατάσταση παρ. 7 άρθρου 236 ν. 4738/2020

Η παρ. 7 του άρθρου 236 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί προσκόμισης σύμβασης ασφάλισης επαγγελματικής ευθύνης, αντικαθίσταται ως εξής:

«7. Ο διαχειριστής αφερεγγυότητας προσκομίζει στο όργανο που τον διορίζει σύμβαση ασφάλισης επαγγελματικής ευθύνης, η οποία καλύπτει την αστική του ευθύνη καθ’ όλην την περίοδο που ενέχεται από την άσκηση των καθηκόντων του ως διαχειριστή αφερεγγυότητας, για κάθε υπόθεση που χειρίζεται, ανάλογα με τη φύση, το μέγεθος των απαιτήσεων και την έκταση του κινδύνου.».

 

Άρθρο 96

Πειθαρχικές ποινές διαχειριστών αφερεγγυότητας – Τροποποίηση άρθρου 245 ν. 4738/2020

Στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 245 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), αντικαθίστανται οι όροι «κυρώσεις» και «κύρωση» από τους όρους «ποινές» και «ποινή», αντιστοίχως, και το άρθρο 245 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 245

Πειθαρχικές ποινές

  1. Πειθαρχικές ποινές κατά σειρά βαρύτητας είναι: α) η έγγραφη επίπληξη, β) η επιβολή προστίμου ύψους έως και είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ και, σε περίπτωση υποτροπής, προστίμου ύψους έως και σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ, γ) η προσωρινή απαγόρευση ανάληψης καθηκόντων διαχειριστή αφερεγγυότητας ή απασχόλησης σε αυτά για χρονικό διάστημα από έναν (1) έως δώδεκα (12) μήνες, δ) η προσωρινή αφαίρεση της άδειας για χρονικό διάστημα έως δύο (2) ετών, η οποία επιβάλλεται ιδίως σε περίπτωση παράβασης των υποχρεώσεων περί κωλυμάτων και η παραίτηση από τη θέση στην οποία έχει διορισθεί χωρίς σπουδαίο λόγο, και ε) η οριστική αφαίρεση της άδειας και διαγραφή από το μητρώο.
  2. Κάθε πειθαρχική ποινή καταχωρίζεται στο μητρώο διαχειριστών αφερεγγυότητας ή στο μητρώο πιστοποιημένων προσώπων, κατά περίπτωση.».

 

Άρθρο 97

Επιμέτρηση ποινής διαχειριστών αφερεγγυότητας – Τροποποίηση άρθρου 246 ν. 4738/2020

Στο άρθρο 246 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί επιμέτρησης ποινών, στις παρ. 1 και 3 ο όρος «κύρωση» αντικαθίσταται από τον όρο «ποινή», στην παρ. 3 προστίθεται δεύτερο εδάφιο, και το άρθρο 246 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 246

Επιμέτρηση ποινής

  1. Η πειθαρχική ποινή προσδιορίζεται: α) από τη βαρύτητα του παραπτώματος και των συνεπειών του, καθώς και από τον αντίκτυπό του στην άσκηση των καθηκόντων του διαχειριστή αφερεγγυότητας, β) από τον βαθμό του δόλου ή τον βαθμό της αμέλειας του διωκομένου, γ) από τις περιστάσεις υπό τις οποίες τελέστηκε το παράπτωμα, όπως, ιδίως, ο προσπορισμός οφέλους και δ) από την προσωπικότητα του διωκόμενου διαχειριστή ή του πιστοποιημένου προσώπου, την πείρα του, τις ατομικές και κοινωνικές περιστάσεις και την προηγούμενη επαγγελματική του συμπεριφορά, καθώς και τη διαγωγή του μετά την πράξη, τη μετάνοια που επέδειξε και την προθυμία να επανορθώσει τις συνέπειες.
  2. Παράπτωμα ελαφράς φύσεως, οφειλόμενο σε αμέλεια του διωκόμενου διαχειριστή ή του πιστοποιημένου προσώπου μπορεί κατά την κρίση του Πειθαρχικού Συμβουλίου να μείνει ατιμώρητο, μετά από εκτίμηση των συνθηκών υπό τις οποίες διαπράχθηκε, υπό την προϋπόθεση ότι γίνεται περί τούτου ειδική αιτιολόγηση στην απόφαση.
  3. Η πειθαρχική ποινή της περ. ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 245 επιβάλλεται μόνο σε ιδιαίτερα βαριές περιπτώσεις πειθαρχικών παραπτωμάτων, τα οποία, από τις συνθήκες διάπραξής τους και τον διαπιστωμένο βαθμό υπαιτιότητας του διωκόμενου διαχειριστή ή πιστοποιημένου προσώπου, κατά περίπτωση, μαρτυρούν έλλειψη συνείδησης των βασικών του υποχρεώσεων. Τέτοιες προϋποθέσεις συντρέχουν:

α) αν ο διωκόμενος καταδικάστηκε αμετάκλητα για κακούργημα,

β) αν καταδικάσθηκε αμετάκλητα για οποιοδήποτε πλημμέλημα, σύμφωνα με τις περ. β), γ) και δ) της παρ. 3 του άρθρου 231, και

γ) αν έχει τιμωρηθεί ήδη με ποινή προσωρινής παύσης τουλάχιστον έξι (6) μηνών την τελευταία τριετία για άλλη, χρονικά προγενέστερη, πράξη.».

 

Άρθρο 98

Διαγραφή πειθαρχικών ποινών διαχειριστών αφερεγγυότητας – Προσθήκη άρθρου 246A στον ν. 4738/2020

Στον ν. 4738/2020 (Α’ 207) προστίθεται άρθρο 246A ως εξής:

«Άρθρο 246A

Διαγραφή πειθαρχικών ποινών

  1. Μετά την εκτέλεσή τους, οι πειθαρχικές ποινές διαγράφονται, ως εξής:

α) η επίπληξη, μετά τα τρία (3) έτη,

β) η επιβολή προστίμου, μετά τα οκτώ (8) έτη, και

γ) οι λοιπές ποινές, μετά τα δέκα (10) έτη, αν κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα ο υπάλληλος δεν τιμωρήθηκε με άλλη ποινή.

Οι ποινές της οριστικής και προσωρινής αφαίρεσης της άδειας και διαγραφής από το μητρώο, δεν διαγράφονται.

  1. Ο πειθαρχικός φάκελος ποινής που διαγράφεται, αφαιρείται από το προσωπικό μητρώο του υπαλλήλου, τίθεται στο αρχείο της υπηρεσίας και δεν επιτρέπεται εφεξής να αποτελεί στοιχείο κρίσης του.».

 

Άρθρο 99

Ανώτατο πειθαρχικό συμβούλιο – Τροποποίηση άρθρου 249 ν. 4738/2020

Στην παρ. 1 του άρθρου 249 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί έφεσης των αποφάσεων του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου, αφαιρείται από το πρώτο εδάφιο η φράση «με εξαίρεση εκείνες που επιβάλλουν την επίπληξη σύμφωνα με το άρθρο 245», το δεύτερο εδάφιο τροποποιείται ώστε η άσκηση έφεσης να γίνεται από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Οι αποφάσεις του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου υπόκεινται σε έφεση εκ μέρους του καταδικασθέντος. Επίσης, σε έφεση ασκούμενη από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών υπόκεινται όλες οι αποφάσεις του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου. Η έφεση ασκείται ενώπιον του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου.».

 

Άρθρο 100

Αρχειοθέτηση καταγγελιών – Τροποποίηση άρθρου 250 ν. 4738/2020

Στο άρθρο 250 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί διαχείρισης επιλήψιμων πράξεων και ανάθεσης της προκαταρκτικής πειθαρχικής εξέτασης, αντικαθίστανται το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 και η παρ. 2, και το άρθρο 250 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 250

Διαχείριση επιλήψιμων πράξεων και ανάθεση προκαταρκτικής πειθαρχικής εξέτασης

  1. Οι καταγγελίες για πειθαρχικώς επιλήψιμες πράξεις διαχειριστή αφερεγγυότητας ή πιστοποιημένου προσώπου απευθύνονται στον Πρόεδρο της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας. Ανώνυμες καταγγελίες δεν λαμβάνονται υπόψη και αρχειοθετούνται από τον Πρόεδρο της Επιτροπής χωρίς να ακολουθείται η διαδικασία της παρ. 3 του άρθρου 253. Ο Πρόεδρος μπορεί ακόμη να λάβει με οποιονδήποτε τρόπο γνώση σχετικά με την τέλεση τέτοιων πράξεων, καθώς και διαμέσου δικαστικής ή εν γένει δημόσιας αρχής.
  2. Αν η καταγγελία δεν στηρίζεται στον νόμο ή είναι προφανώς αβάσιμη στην ουσία ή ανεπίδεκτη οποιασδήποτε εκτίμησης, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας τη θέτει στο αρχείο με συνοπτική αιτιολογία.
  3. Ο Πρόεδρος της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας, μόλις λάβει την καταγγελία ή γνώση της επιλήψιμης πράξης, παραγγέλλει τη διενέργεια προκαταρκτικής πειθαρχικής εξέτασης, την οποία αναθέτει σε μέλος του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου.».

 

Άρθρο 101

Περάτωση προκαταρκτικής εξέτασης – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 251 ν. 4738/2020

Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 251 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί προκαταρκτικής πειθαρχικής εξέτασης, αντικαθίσταται, και το άρθρο 251 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Η προκαταρκτική πειθαρχική εξέταση είναι συνοπτική και σύντομη και διαρκεί τριάντα (30) ημέρες κατ’ ανώτατο όριο. Η προκαταρκτική πειθαρχική εξέταση περατώνεται με το πόρισμα, αφού κληθεί να δώσει εξηγήσεις, γραπτές ή προφορικές, το καταγγελλόμενο πρόσωπο.».

 

Άρθρο 102

Βελτιώσεις σε ζητήματα πειθαρχικής δίωξης – Τροποποίηση άρθρου 252 ν. 4738/2020

Στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 252 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί άσκησης πειθαρχικής δίωξης, προστίθεται δεύτερο εδάφιο, και το άρθρο 252 διαμορφώνονται ως εξής:

«Άρθρο 252

Άσκηση της πειθαρχικής δίωξης

  1. Η πειθαρχική δίωξη ασκείται ενώπιον του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου από τον Πρόεδρο της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας μετά το πέρας της προκαταρκτικής εξέτασης και εφόσον προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις τέλεσης πειθαρχικού παραπτώματος. Αν δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Διαχείρισης Αφερεγγυότητας, τη θέτει στο αρχείο με συνοπτική αιτιολογία.
  2. Το έγγραφο της πειθαρχικής δίωξης μαζί με το πόρισμα της προκαταρκτικής εξέτασης και τα λοιπά στοιχεία του φακέλου αποστέλλονται αμέσως στον Πρόεδρο του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου. Στο έγγραφο της πειθαρχικής δίωξης προσδιορίζονται επακριβώς ο τόπος, ο χρόνος και τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν το πειθαρχικό παράπτωμα και ο διωκόμενος διαχειριστής αφερεγγυότητας.
  3. Εφόσον ασκηθεί πειθαρχική δίωξη, στη σύνθεση του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου κατά την περαιτέρω διαδικασία μετέχει ο αναπληρωτής του μέλους που διενήργησε την προκαταρκτική εξέταση.».

 

Άρθρο 103

Άσκηση έφεσης κατά οποιασδήποτε ποινής- Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 255 ν. 4738/2020

Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 255 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί υποβολής έφεσης κατά της επιβολής ποινής από το Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, τροποποιείται, ώστε να επιτρέπεται η υποβολή έφεσης και κατά της επίπληξης, και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Ο διωκόμενος, στον οποίο επιβλήθηκε οποιαδήποτε ποινή, έχει δικαίωμα να ασκήσει έφεση μέσα σε προθεσμία ενός μηνός από την επίδοση της απόφασης και πάντως όχι μετά την πάροδο τριών (3) μηνών από την έκδοση της απόφασης. Εντός προθεσμίας των τριών (3) μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου στον διωκόμενο, ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών έχει δικαίωμα να ασκήσει έφεση. Η έφεση ασκείται με κατάθεσή της στη γραμματεία του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου. Για την άσκηση της έφεσης συντάσσεται έκθεση. Η προθεσμία για την άσκηση της έφεσης και η άσκησή της δεν έχουν ανασταλτική δύναμη, εκτός αν στην απόφαση ορίζεται διαφορετικά. Μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την κατάθεση της έφεσης, με επιμέλεια και ευθύνη του Προέδρου του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου που εξέδωσε την απόφαση, ο φάκελος παραδίδεται στον Πρόεδρο του Ανώτατου Πειθαρχικού Συμβουλίου.».

 

Άρθρο 104

Ανανέωση πιστοποίησης διαχειριστών αφερεγγυότητας – Προσθήκη παρ. 7 στο άρθρο 263 ν. 4738/2020

Στο άρθρο 263 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί μεταβατικού δικαίου, προστίθεται παρ. 7 ως εξής:

«7. Η πιστοποίηση την οποία διαθέτουν οι διαχειριστές αφερεγγυότητας στους οποίους είχε χορηγηθεί άδεια κατά το άρθρο 7 του π.δ. 133/2016 (Α΄ 242), ανανεώνεται σύμφωνα με τον παρόντα, με την πάροδο τεσσάρων (4) ετών από την ημερομηνία που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 308 του παρόντος και έπειτα κάθε τέσσερα (4) έτη.».

 

  • 17 Νοεμβρίου 2023, 14:21 | ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΨΥΧΟΜΑΝΗΣ

    Θα πρέπει να προσδιοριστεί με κάποιο αντικειμενικό τρόπο η αμοιβή του Διαχειριστή Αφερεγγυότητας
    Αφού έχει τόσες ευθύνες έναντι των πιστωτών θα πρέπει να έχει και την αντίστοιχη αμοιβή

  • 16 Νοεμβρίου 2023, 13:29 | ΘΑΝΟΣ ΠΕΤΣΟΣ

    Εάν ένας διαχειριστής-φυσικό πρόσωπο αποφασίσει να ενταχτεί ή να συστήσει νομικό πρόσωπο Δ/Α και μέσω αυτού να συνεχίσει τη δραστηριότητα του, δεν ρυθμίζεται το τι θα συμβεί με τις διαδικασίες τις οποίες έχει ήδη αναλάβει ως φυσικό πρόσωπο, δεδομένου ότι θα υπάρχουν δικαστικές αποφάσεις και πράξεις που αποφασίζουν το διορισμό του. Θα πρέπει να προβλεφθεί διαδικασία τουλάχιστον προαιρετικής μεταβίβασης των καθηκόντων του διορισμένου Δ/Α προς το Νομικό πρόσωπο στο οποίο θα προσφέρει πλέον τις υπηρεσίες του ο πιστοποιημένος Δ/Α. Διαφορετικά, το πιστοποιημένο φυσικό πρόσωπο θα διευθύνει υποθέσεις δύο κατηγοριών, δηλαδή υποθέσεις του Νομικού Προσώπου και υποθέσεις που είχε αναλάβει πριν την ένταξη του στο Νομικό Πρόσωπο, δεδομένου ότι δυνάμει του άρθρου 236 παρ.2 περ. (αγ), εδ.β΄ Ν.4738/2020, απαγορεύεται στο εξής (μετά την ένταξη του στο δυναμικό του Νομικού Προσώπου Δ/Α) να διοριστεί αυτοτελώς ως Δ/Α. Προτείνεται η μεταβίβαση των καθηκόντων να γίνεται με δήλωση του Διορισμένου Δ/Α προς την Επιτροπή Αφερεγγυότητας και το όργανο που τον διόρισε, ώστε μετά τη δήλωση αυτή να ασκεί καθήκοντα, ως διαχειριστής της συγκεκριμένης διαδικασίας, ο διάδοχος αυτού, χωρίς άλλη διατύπωση ή μεταρρύθμιση των δικαστικών αποφάσεων ή πράξεων.
    Επίσης, στο νομικό πλαίσιο δεν ρυθμίζεται η περίπτωση της αποχώρησης ενός πιστοποιημένου Δ/Α από το νομικό πρόσωπο Δ/Α και με ποιο τρόπο οι διαδικασίες αφερεγγυότητας, που ο πιστοποιημένος Δ/Α χειρίζεται, μεταβιβάζονται ή παραμένουν στο νομικό πρόσωπο Δ/Α σε περίπτωση αποχώρησης. Αν ένα νομικό πρόσωπο απασχολεί Δ/Α Α΄ βαθμίδας και άρα μπορεί να έχει διοριστεί σε διαδικασίες που απαιτούν πιστοποιημένο Δ/Α Α΄ βαθμίδας, δεν ρυθμίζεται το τι θα συμβεί εάν το πιστοποιημένο πρόσωπο αποχωρήσει, και στη συνέχεια το Νομικό πρόσωπο Δ/Α είτε δεν τον αντικαταστήσει, είτε τον αντικαταστήσει από Δ/Α β΄ βαθμίδας.

  • 16 Νοεμβρίου 2023, 10:43 | ΘΑΝΟΣ ΠΕΤΣΟΣ

    Στις προτεινόμενες ρυθμίσεις για τους διαχειριστές αφερεγγυότητας περιλαμβάνονται διατάξεις που κυρίως άπτονται του πειθαρχικού ελέγχου τους. Ωστόσο, ως διαχειριστές αφερεγγυότητας καλούμαστε να εκτελέσουμε το έργο που μας ανατίθεται με αβέβαιη και ακαθόριστη την αμοιβή που πρόκειται να λάβουμε. Τα πτωχευτικά δικαστήρια ανά την Ελλάδα καθορίζουν την αντιμισθία μας απολύτως ελεύθερα στη βάση γενικών κατευθύνσεων (όπως η ωφέλεια της πτώχευσης, το ύψος της πτωχευτικής περιουσίας κτλ.), άρα με κριτήρια μη ποσοτικά σταθερά. Αναμενόμενα, παρατηρείται διαφοροποιημένη αξιολόγηση των ίδιων εργασιών από δικαστήριο σε δικαστήριο και τελικά διαπιστώνουμε πολύ μεγάλες αποκλίσεις στον υπολογισμό των αντιμισθιών μας. Η αβεβαιότητα αυτή δεν συνάδει με τις συνθήκες οικονομικής σταθερότητας και αξιοπρέπειας, που πρέπει να περιβάλλει το πλαίσιο δράσης ενός υψηλής εξειδίκευσης επιστήμονα και επαγγελματία, όπως του διαχειριστή αφερεγγυότητας. Κατά τα ανωτέρω, είναι δίκαιο και εύλογο, εκτός του αυστηρού πειθαρχικού πλαισίου και των αυξανόμενων λοιπών υποχρεώσεων ενός Διαχειριστή Αφερεγγυότητας όπως η υποχρεωτική ασφαλιστική κάλυψη, να εισαχθεί και στο ελληνικό πτωχευτικό δίκαιο κανονισμός καθορισμού της αμοιβής του διαχειριστή αφερεγγυότητας στη βάση αντικειμενικών κριτηρίων, όπως το ποσοστό επί της αξίας της πτωχευτικής περιουσίας ή του διανεμόμενου κάθε φορά χρηματικού ποσού. Υπό την ισχύ ενός τέτοιου κανονισμού, τα δικαστήρια θα απαλλαγούν από το βάρος καθορισμού της αξίας μιας πολύπλοκης εργασίας και οι διαχειριστές αφερεγγυότητας θα μπορούν να σχεδιάσουν το χρόνο και την ένταση της απασχόλησης τους στη στέρεη προσδοκία μιας αντικειμενικά υπολογισμένης ανταμοιβής. Σημειώνεται ότι ο αντικειμενικός καθορισμός της αμοιβής του συνδίκου αποτελεί κεκτημένο στο πτωχευτικό δίκαιο πολλών χωρών της Ε.Ε., όπως η Γερμανία (Insolvenzrechtsvergütungsverordnung – InsVV), η Αυστρία (άρθρο 82 της Insolvenzordnung – IO), η Ιταλία (υπουργικό διάταγμα υπ’ αριθ. 30 της 25ης Ιανουαρίου 2012, Επίσημη Εφημερίδα της 26ης Μαρτίου 2012, αρ. 72) και η Ισπανία (Βασιλικό Διάταγμα αριθ. 1860/2004, της 6ης Σεπτεμβρίου 2004). Εξουσιοδοτική διάταξη για την έκδοση σχετικής υπουργικής απόφασης ήδη βρίσκεται σε ισχύ δυνάμει του άρθρου 262 παρ.2 Ν.4738/2020.