- Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών - http://www.opengov.gr/minfin -

 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΤΩΧΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΥΑΛΩΤΟΥΣ ΟΦΕΙΛΕΤΕΣ  

Άρθρο 70

Αντικειμενικές προϋποθέσεις πτώχευσης – Τροποποίηση παρ. 4 άρθρου 77 ν. 4738/2020

Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 77 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί αντικειμενικών προϋποθέσεων για την κήρυξη πτώχευσης, τροποποιείται, ώστε το πτωχευτικό δικαστήριο να προσδιορίζει την ημερομηνία παύσης των πληρωμών και αν η περιουσία ή το εισόδημα του οφειλέτη δεν επαρκούν για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας, και η παρ. 4 διαμορφώνεται ως εξής:

«4. Πτώχευση κηρύσσεται εφόσον, με βάση τα οικονομικά στοιχεία που τίθενται υπόψη του δικαστηρίου, πιθανολογείται ότι η περιουσία ή το εισόδημα του οφειλέτη, επαρκούν για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας. Άλλως, το δικαστήριο διατάσσει την καταχώριση του ονόματος ή της επωνυμίας, κατά περίπτωση, του οφειλέτη στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας του άρθρου 213 και προσδιορίζει την ημερομηνία της παύσης των πληρωμών κατά την παρ. 2 του άρθρου 81.».

 

Άρθρο 71

Διαδικασία πτώχευσης – Τροποποίηση άρθρου 78 ν. 4738/2020

Στην παρ. 2 του άρθρου 78 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί προσδιορισμού των μικρού αντικειμένου πτωχεύσεων, στο πρώτο εδάφιο προσδιορίζεται ότι η πλήρωση των κριτηρίων προσδιορισμού είναι σωρευτική, το δεύτερο εδάφιο καταργείται, το πρώτο εδάφιο της παρ. 5 και η παρ. 6, περί διαδικασίας κλήτευσης του οφειλέτη στη συζήτηση της αίτησης πτώχευσης, τροποποιούνται, ώστε ο οφειλέτης να κλητεύεται εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης στη γραμματεία του δικαστηρίου, και το άρθρο 78 διαμορφώνονται ως εξής

«Άρθρο 78

Αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο – Διαδικασία

  1. Με εξαίρεση τις πτωχεύσεις μικρού αντικειμένου στις οποίες εφαρμόζεται το Έκτο Μέρος του παρόντος Δεύτερου Βιβλίου, αρμόδιο πτωχευτικό δικαστήριο είναι το Πολυμελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει το κέντρο των κύριων συμφερόντων του, ή, στην περίπτωση φυσικού προσώπου χωρίς εμπορική ιδιότητα, την κύρια κατοικία του, όπως αυτή προκύπτει από την τελευταία φορολογική δήλωση του οφειλέτη πριν από την κατάθεση αίτησης πτώχευσης.
  2. Μικρού αντικειμένου πτωχεύσεις ορίζονται αυτές στις οποίες ο οφειλέτης ικανοποιεί σωρευτικά και τα τρία (3) κριτήρια προσδιορισμού της πολύ μικρής οντότητας του άρθρου 2 [1] του ν. 4308/2014 (Α` 251 [1]). Στην περίπτωση των φυσικών προσώπων, το κριτήριο που αφορά το ενεργητικό εφαρμόζεται στην περιουσία του προσώπου. Ως προς την ακίνητη περιουσία του προσώπου, η αξία αυτής προκύπτει κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 11. Οι διαδικαστικές και άλλες παρεκκλίσεις της πτώχευσης μικρού αντικειμένου αναφέρονται στο Έκτο Μέρος του παρόντος Δεύτερου Βιβλίου, ενώ κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις των υπολοίπων Μερών του Δεύτερου Βιβλίου.
  3. Κέντρο των κύριων συμφερόντων είναι ο τόπος, όπου ο οφειλέτης ασκεί συνήθως τη διοίκηση των συμφερόντων του και, συνεπώς, είναι αναγνωρίσιμος από τους τρίτους. Για τα νομικά πρόσωπα τεκμαίρεται, μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο, ότι κέντρο των κύριων συμφερόντων είναι ο τόπος της καταστατικής έδρας.
  4. Η υπόθεση εκδικάζεται όπως προβλέπεται στην παρ. 1 του άρθρου 130.
  5. Στη συζήτηση της αίτησης κλητεύεται ο οφειλέτης εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης στη γραμματεία του δικαστηρίου, εφόσον αυτή υποβάλλεται από τα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 79, άλλως η συζήτηση είναι απαράδεκτη. Αν ο οφειλέτης είναι νομικό πρόσωπο και σύμφωνα με τα στοιχεία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου (Γ.ΕΜ.Η.) δεν έχει διοίκηση, η κλήτευση λογίζεται νομίμως γενομένη αν γίνει στην τελευταία καταχωρημένη στο Γ.ΕΜ.Η. διεύθυνση του νομικού προσώπου, ή στην τελευταία γνωστή διεύθυνση σύμφωνα με τη δήλωση φόρου εισοδήματος, ή αν δεν υπάρχει, ως αγνώστου διαμονής κατά τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Σε κάθε περίπτωση η κλήτευση καταχωρείται στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας. Το δικαστήριο κατά τον προσδιορισμό της δικασίμου μπορεί να διατάξει την κλήτευση των σημαντικότερων μετόχων ή εταίρων, αν είναι γνωστοί. Τη διαδικασία της παρούσας μπορεί να εκκινήσουν και πιστωτές μέσω διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, πριν από την εκδίκαση της αίτησης πτώχευσης. Αντίστοιχη διαδικασία ακολουθείται και για τα φυσικά πρόσωπα αγνώστου διαμονής.
  6. Το δικαστήριο μπορεί, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 748 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας να διατάξει την κλήτευση ενός ή περισσότερων πιστωτών του οφειλέτη, ορίζοντας ταυτόχρονα και την προθεσμία της κλήτευσης, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης στη γραμματεία του δικαστηρίου, καθώς και την καταχώρησή της.».

 

Άρθρο 72

Δικαιολογητικά που συνοδεύουν την αίτηση πτώχευσης – Τροποποίηση παρ. 6 και 7 άρθρου 79 ν. 4738/2020

Στις παρ. 6 και 7 του άρθρου 79 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί διαδικασίας κατάθεσης αίτησης πτώχευσης, προστίθενται δύο τελευταία εδάφια, και οι παρ. 6 και 7 διαμορφώνονται ως εξής:

«6. Με την αίτησή του ο οφειλέτης υποχρεούται να καταθέσει, με ποινή απαραδέκτου, βεβαίωση της αρμόδιας υπηρεσίας της φορολογικής διοίκησης για τα χρέη του προς το Δημόσιο και τις χρηματοοικονομικές του καταστάσεις για την τελευταία χρήση, για την οποία είναι διαθέσιμες, εφόσον έχει υποχρέωση να συντάσσει τέτοιες. Στην βεβαίωση αυτή πιστοποιείται ότι περιλαμβάνονται όλες οι βεβαιωμένες οφειλές του αιτούντα, ατομικές και από εκ του νόμου συνοφειλή, καθώς και τυχόν φορολογικές εκκρεμότητες αυτού. Σε περίπτωση αίτησης φυσικού ή νομικού προσώπου, το οποίο δεν δημοσιεύει χρηματοοικονομικές καταστάσεις, με την αίτηση κατατίθεται επί ποινή απαραδέκτου η τελευταία δήλωση φόρου εισοδήματος, η δήλωση στοιχείων ακινήτων, κατάσταση των πιστωτών του και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, η κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα. Ο οφειλέτης υπέχει ως προς τα παραπάνω δηλούμενα στοιχεία ευθύνη σύμφωνα με το άρθρο 952 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Η αίτηση μπορεί να συνοδεύεται και από άλλα έγγραφα που στηρίζουν τα παρεχόμενα από τον οφειλέτη στοιχεία, βεβαιωμένα ως προς την ακρίβεια του περιεχομένου τους από τον υπεύθυνο για τη διεύθυνση του λογιστηρίου, όπου υπάρχει, και από τον νόμιμο εκπρόσωπο του οφειλέτη, εφόσον η αίτηση αφορά νομικό πρόσωπο. Εφόσον η αίτηση γίνεται ηλεκτρονικά μέσω του Ηλεκτρονικού Μητρώου Φερεγγυότητας, τα έγγραφα μπορούν να υποβάλλονται σε ηλεκτρονικό αντίγραφο. Ως προς τα απαιτούμενα στοιχεία που ευρίσκονται σε βάσεις δεδομένων του δημόσιου τομέα ή των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, η αίτηση περιλαμβάνει συναίνεση πρόσβασης στα αρχεία αυτά για κάθε πρόσωπο με έννομο συμφέρον καθώς και συναίνεση για άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων του ν.δ. 1059/1971 [1] (Α΄ 270 [1]), καθώς και του φορολογικού απορρήτου. Την ίδια συναίνεση πρόσβασης σε κάθε πρόσωπο με έννομο συμφέρον παρέχει ο οφειλέτης και ως προς κατατεθέντα συνοδευτικά έγγραφα. Σφάλματα στα έγγραφα που κατατίθενται με την αίτηση δεν την καθιστούν απαράδεκτη. Το δικαστήριο δύναται να συμπεριλάβει οφειλές στην απόφασή του, που ανακύπτουν βάσει στοιχείων στο πλαίσιο της συζήτησης της αίτησης.

  1. Η αίτηση και το σύνολο των συνοδευτικών εγγράφων δημοσιεύονται στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας του άρθρου 213. Η αίτηση πτώχευσης επέχει θέση αιτήματος στην πλατφόρμα του Ηλεκτρονικού Μητρώου Φερεγγυότητας για αυτεπάγγελτη αναζήτηση και ανάκτηση στοιχείων από τις βάσεις δεδομένων της φορολογικής διοίκησης και των χρηματοδοτικών φορέων. Η αυτόματη άντληση των παραπάνω στοιχείων και εγγράφων της παρούσας από τις βάσεις δεδομένων του δημοσίου τομέα και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και η εκτύπωση των στοιχείων και εγγράφων αυτών επέχει θέση βεβαίωσης για τις οφειλές και τα λοιπά στοιχεία που αντλούνται.».

 

Άρθρο 73

Περιεχόμενο της απόφασης πτώχευσης – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 81 ν. 4738/2020

Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 81 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί των στοιχείων που περιλαμβάνει η απόφαση που κάνει δεκτή την αίτηση πτώχευσης του οφειλέτη, τροποποιείται, ώστε η συνοπτική αιτιολογία να αναφέρει τουλάχιστον την πλήρωση των υποκειμενικών και αντικειμενικών προϋποθέσεων κήρυξης της πτώχευσης των άρθρων 76 και 77 του ως άνω νόμου, και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Επί πτώχευσης που κηρύσσεται κατόπιν αίτησης του οφειλέτη και εφόσον δεν ασκηθεί παρέμβαση, η απόφαση που κάνει δεκτή την αίτηση περιέχει συνοπτική μόνο αιτιολογία, αναφέροντας τουλάχιστον την πλήρωση των υποκειμενικών και αντικειμενικών προϋποθέσεων κήρυξης της πτώχευσης των άρθρων 76 και 77. Στην απόφαση προσδιορίζεται και η ημέρα παύσης των πληρωμών η οποία τεκμαίρεται ότι είναι η τριακοστή ημερολογιακή ημέρα που προηγείται της υποβολής της αίτησης πτώχευσης ή, σε περίπτωση κήρυξης της πτώχευσης σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 77, η ημέρα υποβολής της αίτησης πτώχευσης. Σε περίπτωση όμως που πιθανολογείται από τα διαθέσιμα στοιχεία ότι ο οφειλέτης περιήλθε σε αδυναμία εξυπηρέτησης των ληξιπρόθεσμων χρηματικών του υποχρεώσεων κατά τρόπο γενικό και μόνιμο σε προγενέστερη ημερομηνία, το δικαστήριο ορίζει την προγενέστερη αυτή ημερομηνία ως ημέρα παύσης πληρωμών, η οποία δεν μπορεί να απέχει πέραν της διετίας από την ημερομηνία κήρυξης της πτώχευσης ή, σε περίπτωση θανάτου του οφειλέτη, πέραν του έτους πριν το θάνατο.».

 

Άρθρο 74

Πτωχευτική περιουσία – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 92 ν. 4738/2020

Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 92 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί υπαγωγής στην πτωχευτική περιουσία μέρους του εισοδήματος του οφειλέτη, διορθώνεται η παραπομπή στον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α’ 190), και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Σε περίπτωση οφειλέτη φυσικού προσώπου, με την επιφύλαξη των παρ. 3 και 5, από την κήρυξη της πτώχευσης μέχρι την απαλλαγή του οφειλέτη, στην πτωχευτική περιουσία ανήκει το μέρος του ετησίου εισοδήματός του, αφού αφαιρεθούν οι φόροι και οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, που υπερβαίνει το ποσό των ετήσιων ευλόγων δαπανών διαβίωσης ή το δωδεκαπλάσιο του ακατάσχετου κατά την παρ. 2 του άρθρου 33 του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων, όποιο είναι υψηλότερο εκ των δύο. Εντός τριάντα (30) ημερών από την παρέλευση της προθεσμίας αναγγελίας των απαιτήσεων κατά το άρθρο 153, ο σύνδικος υποβάλλει στον εισηγητή, με κοινοποίηση στον οφειλέτη, σχέδιο περιοδικών πληρωμών για την εφαρμογή της παρούσας. Εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών από την κοινοποίηση, ο οφειλέτης μπορεί να εκθέσει τις απόψεις του επί του σχεδίου περιοδικών πληρωμών, καταθέτοντας σημείωμα. Ο εισηγητής, με αιτιολογημένη διάταξή του, αποφασίζει περί της αποδοχής ή μη, εν όλω ή εν μέρει, του σχεδίου περιοδικών πληρωμών. Εγκεκριμένο σχέδιο πληρωμών εφαρμόζεται αναδρομικά από την ημερομηνία κήρυξης της πτώχευσης».

 

Άρθρο 75

Ρυθμίσεις για τους ενέγγυους πιστωτές – Τροποποίηση παρ. 3 άρθρου 101 ν. 4738/2020

Στο τελευταίο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 101 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί της περιόδου ισχύος άρσης της αναστολής κατάσχεσης από ενέγγυο πιστωτή, η παραπομπή στην «παρ. 3» διορθώνεται, και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

«3. Η αναστολή των ατομικών διώξεων του άρθρου 100 δεν ισχύει ως προς τους ενέγγυους πιστωτές σχετικά με τα ανωτέρω υπέγγυα στοιχεία της πτωχευτικής περιουσίας για διάστημα εννέα (9) μηνών από την κήρυξη της πτώχευσης, με την παρέλευση των οποίων η αναστολή επεκτείνεται και στις ατομικές διώξεις των ενέγγυων πιστωτών. Κατ’ εξαίρεση, αναστέλλονται οι ατομικές διώξεις των ενέγγυων πιστωτών στην περίπτωση που στην απόφαση του άρθρου 81 προβλέπεται η εκποίηση του ενεργητικού της επιχείρησης ως λειτουργικού συνόλου ή των επιμέρους λειτουργικών συνόλων αυτής και το περιουσιακό στοιχείο επί του οποίου έχει παραχωρηθεί ασφάλεια αποτελεί μέρος του υπό εκποίηση περιουσιακού συνόλου. Στην τελευταία περίπτωση, εφόσον η διαδικασία εκποίησης του ενεργητικού της επιχείρησης ως λειτουργικού συνόλου ή των επιμέρους λειτουργικών συνόλων αυτής περατωθεί για τους λόγους που προβλέπονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 159 ή στην παρ. 1 του άρθρου 161, οι ενέγγυοι πιστωτές ανακτούν τις ατομικές τους διώξεις για διάστημα εννέα (9) μηνών από την κατά τα ως άνω περάτωση της διαδικασίας, με την παρέλευση των οποίων η αναστολή διώξεων επεκτείνεται και στις ατομικές διώξεις αυτών. Σε περίπτωση κατάσχεσης από ενέγγυο πιστωτή, η άρση της αναστολής, σύμφωνα με την παρούσα, ισχύει μέχρι την πώληση του υπέγγυου στοιχείου μέσω πλειστηριασμού ή μέχρι την ανατροπή της κατάσχεσης.».

 

Άρθρο 76

Γενικές διατάξεις για την κατ’ ιδίαν εκποίηση – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 162 ν. 4738/2020

Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 162 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί της εκποίησης από κοινού περισσότερων ακινήτων, τροποποιείται, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα της από κοινού εκποίησης ακινήτων που για νομικούς ή πραγματικούς λόγους πρέπει να εκποιηθούν ως ενιαίο σύνολο, και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου εφαρμόζονται στην εκποίηση ακινήτων, πλοίων και αεροσκαφών του οφειλέτη, ανεξαρτήτως αξίας, καθώς και στην εκποίηση κινητών ή ομάδων κινητών του οφειλέτη, η αξία καθενός από τα οποία είναι τουλάχιστον ίση με πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, σύμφωνα με τη μέση τιμή των εκτιμήσεων των πιστοποιημένων εκτιμητών της παρ. 4. Σε περίπτωση ακινήτων, στα οποία έχουν εγκατασταθεί βιομηχανικές, βιοτεχνικές, ξενοδοχειακές ή τουριστικές επιχειρήσεις ή άλλες παραγωγικές μονάδες που διαθέτουν εξοπλισμό και αποτελούν οικονομικό σύνολο, τα ακίνητα μπορούν να εκποιούνται μαζί με τα παραρτήματά τους. Αν περισσότερα ακίνητα παρουσιάζουν λειτουργική ενότητα για την εξυπηρέτηση της επιχείρησης ή της παραγωγικής μονάδας που έχει εγκατασταθεί σε ένα από αυτά ή για νομικούς ή πραγματικούς λόγους πρέπει να εκποιηθούν ως ενιαίο σύνολο, μπορούν να εκποιούνται από κοινού.».

 

Άρθρο 77

Διαδικασία εκποίησης κινητών μικρής αξίας – Τροποποίηση άρθρου 165 ν. 4738/2020

Στο άρθρο 165 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί της διαδικασίας εκποίησης κινητών μικρής αξίας, η φράση «σύμφωνα με τη μέση τιμή των εκτιμήσεων των πιστοποιημένων εκτιμητών της παρ. 4 του άρθρου 162» αντικαθίσταται από τη φράση «σύμφωνα με εκτίμηση του συνδίκου για την οποία απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του εισηγητή» τροποποιείται, και το άρθρο 165 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 165

Διαδικασία εκποίησης κινητών μικρής αξίας

Τα κινητά του οφειλέτη αξίας μικρότερης από πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ, σύμφωνα με εκτίμηση του συνδίκου για την οποία απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του εισηγητή, εκποιούνται ως μία ή περισσότερες ομάδες πραγμάτων, όπως προβλέπεται στα άρθρα 162 έως και 164.».

 

Άρθρο 78

Φορολογικές ρυθμίσεις για τον φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης – Προσθήκη παρ. 9 στο άρθρο 170 ν. 4738/2020

Στο άρθρο 170 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί φορολογικών και διοικητικών διευκολύνσεων, προστίθεται παρ. 9 ως εξής:

 

«9. Με την επιφύλαξη του παρόντος, το άρθρο 31 του ν. 2778/1999 (Α΄ 295), καθώς και η εξαίρεση της περ. ζ) της παρ. 2 του άρθρου 15 του ν. 3091/2002 (Α΄ 330) εφαρμόζονται αναλογικά στην περίπτωση του φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 217 του παρόντος, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης αντίθετης διάταξης.».

 

Άρθρο 79

Άσκηση παρέμβασης από οφειλέτη κατά της αίτησης πτώχευσης μικρού αντικειμένου – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 173 ν. 4738/2020

Στην παρ. 1 του άρθρου 173 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί της διαδικασίας υποβολής της αίτησης πτώχευσης μικρού αντικειμένου, προστίθεται νέο τρίτο εδάφιο, και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Η αίτηση πτώχευσης μικρού αντικειμένου υποβάλλεται ηλεκτρονικά, μέσω του Ηλεκτρονικού Μητρώου Φερεγγυότητας, στο οποίο και δημοσιοποιείται για χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών. Εφόσον, η αίτηση υποβάλλεται από τα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 79, κοινοποιείται στον οφειλέτη εντός δεκαπέντε (15) ημερών από τη δημοσιοποίησή της κατά το πρώτο εδάφιο, άλλως δεν επέρχονται οι συνέπειες από την υποβολή της. Στην περίπτωση αυτή, ο οφειλέτης δύναται να ασκήσει παρέμβαση κατά της αίτησης. Σε περίπτωση που εντός του χρονικού διαστήματος του πρώτου εδαφίου δεν υποβληθεί παρέμβαση κατά της αίτησης ή υποβληθεί παρέμβαση που αφορά μόνο στον διορισμό συνδίκου, η αίτηση γίνεται δεκτή με μόνη τη διαπίστωση παρέλευσης του χρονικού διαστήματος από το πτωχευτικό δικαστήριο. Με την ίδια απόφαση ορίζεται από το πτωχευτικό δικαστήριο ο εισηγητής. Ο εισηγητής διορίζει τον σύνδικο, εφόσον δεν προσδιορίζεται στην αίτηση, εκτός αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις καταχώρισης του άρθρου 178».

 

Άρθρο 80

Συνοδευτικά στοιχεία αίτησης πτώχευσης μικρού αντικειμένου – Τροποποίηση άρθρου 174 ν. 4738/2020

Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 174 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί του περιεχομένου της αίτησης πτώχευσης, τροποποιείται, ώστε η αίτηση πτώχευσης μικρού αντικειμένου να συνοδεύεται και από κτηματολογικό φύλλο ή πιστοποιητικό βαρών των ακινήτων του οφειλέτη, στην παρ. 3 προστίθενται νέα εδάφια, δεύτερο και τρίτο, προστίθεται παρ. 5, και το άρθρο 174 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 174

Περιεχόμενο της αίτησης πτώχευσης

  1. Με την αίτησή του ο οφειλέτης υποχρεούται να καταθέσει, με ποινή απαραδέκτου, τις οικονομικές του καταστάσεις, εφόσον υπάρχουν, για την τελευταία χρήση για την οποία είναι διαθέσιμες.
  2. Σε περίπτωση αίτησης φυσικού ή νομικού προσώπου που δεν δημοσιεύει χρηματοοικονομικές καταστάσεις, με την αίτηση κατατίθεται επί ποινή απαραδέκτου η τελευταία δήλωση φόρου εισοδήματος, η δήλωση στοιχείων ακινήτων και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, η κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα. Η αίτηση συνοδεύεται από κατάσταση του συνόλου των πιστωτών του, βεβαίωση της αρμόδιας οικονομικής υπηρεσίας για τα χρέη του οφειλέτη προς το Δημόσιο και κτηματολογικό φύλλο ή πιστοποιητικό βαρών των ακινήτων του οφειλέτη. Η αίτηση μπορεί να συνοδεύεται και από άλλα έγγραφα που υποστηρίζουν τα παρεχόμενα από τον οφειλέτη στοιχεία.
  3. Ο οφειλέτης υπέχει ως προς τα παραπάνω δηλούμενα στοιχεία ευθύνη σύμφωνα με το άρθρο 952 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Σφάλματα στα έγγραφα που κατατίθενται με την αίτηση δεν την καθιστούν απαράδεκτη. Το δε δικαστήριο δύναται να συμπεριλάβει οφειλές στην απόφασή του που ανακύπτουν βάσει στοιχείων στο πλαίσιο της συζήτησης της αίτησης.
  4. Τα έγγραφα υποβάλλονται σε ηλεκτρονικό αντίγραφο. Η αίτηση περιλαμβάνει συναίνεση πρόσβασης στα στοιχεία και στα συνοδευτικά έγγραφα που βρίσκονται σε βάσεις δεδομένων του δημόσιου τομέα ή των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
  5. Η αίτηση πτώχευσης επέχει θέση αιτήματος στην πλατφόρμα του Ηλεκτρονικού Μητρώου Φερεγγυότητας για αυτεπάγγελτη αναζήτηση και ανάκτηση στοιχείων από τις βάσεις δεδομένων της φορολογικής διοίκησης και των χρηματοδοτικών φορέων. Η αυτόματη άντληση των παραπάνω στοιχείων και εγγράφων της παρούσας από τις βάσεις δεδομένων του δημοσίου τομέα και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και η εκτύπωση των στοιχείων και εγγράφων αυτών επέχει θέση βεβαίωσης για τις οφειλές και τα λοιπά στοιχεία που αντλούνται.».

 

Άρθρο 81

Δικονομικές ρυθμίσεις – Τροποποίηση παρ. 2 και αντικατάσταση παρ. 3 άρθρου 177 ν. 4738/2020

  1. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 και η παρ. 3 του άρθρου 177 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί της άσκησης παρέμβασης και της κατάθεσης προτάσεων, αντίστοιχα, αντικαθίστανται, και οι παρ. 2 και 3 διαμορφώνονται ως εξής:

«2. Οι παρεμβάσεις υποβάλλονται ηλεκτρονικά στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας. Εφόσον υποβληθούν εμπρόθεσμα κύριες παρεμβάσεις, αντίγραφα των διαδικαστικών εγγράφων κατατίθενται σε έντυπη μορφή ή ηλεκτρονικά στο αρμόδιο Ειρηνοδικείο, με μέριμνα του επιμελέστερου των διαδίκων. Αντίγραφο της παρέμβασης επιδίδεται από τον παρεμβαίνοντα, εντός δέκα (10) εργασίμων ημερών, στα λοιπά διάδικα μέρη.

  1. Εντός εξήντα (60) ημερών από τη δημοσιοποίηση της αίτησης στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας, τα διάδικα μέρη καταθέτουν ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου τις προτάσεις τους και το σύνολο των αποδεικτικών τους εγγράφων.».

 

Άρθρο 82

Καταχώριση στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 178 ν. 4738/2020

Η παρ. 1 του άρθρου 178 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί ανεπάρκειας των μη βεβαρυμμένων στοιχείων του οφειλέτη, αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Αν με τα στοιχεία στα οποία παρέχεται πρόσβαση μέσω του Ηλεκτρονικού Μητρώου Φερεγγυότητας, πιθανολογείται ότι τα μη βεβαρυμμένα στοιχεία της περιουσίας του οφειλέτη δεν επαρκούν για την κάλυψη των εξόδων της διαδικασίας και τα ετήσια εισοδήματα του οφειλέτη, δεν υπερβαίνουν το ποσό των ετήσιων ευλόγων δαπανών διαβίωσης ή αν είναι υψηλότερο, το δωδεκαπλάσιο του ακατάσχετου της παρ. 2 του άρθρου 33 του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ν. 4987/2022, Α’ 190), δεν διορίζεται σύνδικος και το δικαστήριο διατάσσει την καταχώριση του ονόματος ή της επωνυμίας του οφειλέτη στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας του άρθρου 213, προσδιορίζει την ημερομηνία της παύσης των πληρωμών και επέρχονται οι συνέπειες της καταχώρισης της παρ. 4 του άρθρου 77. Την ανεπάρκεια της παρούσας μπορεί να αποδείξει με παρέμβασή του και ο πιστωτής.».

 

Άρθρο 83

Διαδικασία σφράγισης πτωχευτικής περιουσίας – Τροποποίηση άρθρου 179 ν. 4738/2020

Το άρθρο 179 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί σφράγισης της πτωχευτικής περιουσίας, τροποποιείται, ώστε να παραλειφθεί ο προσδιορισμός της ημέρας παύσης των πληρωμών από μέρους του εισηγητή, και το άρθρο 179 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 179

Σφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας

Με την επιφύλαξη του άρθρου 178, σε κάθε άλλη περίπτωση πτώχευσης μικρού αντικειμένου, εφόσον γίνει αποδεκτή αίτηση πτώχευσης, ο εισηγητής διατάσσει τη σφράγιση της πτωχευτικής περιουσίας.».

 

Άρθρο 84

Αιτιολογημένη απόφαση εισηγητή για τις ανακοπές κατά του πίνακα κατάταξης – Τροποποίηση άρθρου 181 ν. 4738/2020

Στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 181 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί αναγγελιών και επαληθεύσεων των πιστώσεων, οι λέξεις «του άρθρου 156» αντικαθίστανται από τη φράση «που αφορούν την επαλήθευση και το περιεχόμενο του πίνακα πτωχευτικών πιστωμάτων του άρθρου 156, καθώς και την κατάταξη», και το άρθρο 181 διαμορφώνεται ως εξής:

 

«Άρθρο 181

Αναγγελίες και επαληθεύσεις των πιστώσεων

Οι αναγγελίες και επαληθεύσεις των πιστώσεων γίνονται σύμφωνα με το Τέταρτο Μέρος του Δεύτερου Βιβλίου. Ο εισηγητής, αφού ακούσει τους ενδιαφερομένους, αποφαίνεται με αιτιολογημένη διάταξή του για τις ανακοπές κατά του πίνακα κατάταξης των πιστωτών που αφορούν την επαλήθευση και το περιεχόμενο του πίνακα πτωχευτικών πιστωμάτων του άρθρου 156, καθώς και την κατάταξη. Κατά της πράξης αυτής του εισηγητή επιτρέπεται, εντός δέκα (10) ημερών, προσφυγή ενώπιον του πτωχευτικού δικαστηρίου, το οποίο αποφαίνεται αμετάκλητα.».

 

Άρθρο 85

Εκποίηση πραγμάτων που υπόκεινται σε φθορά – Τροποποίηση άρθρου 183 ν. 4738/2020

Στο άρθρο 183 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί εκποίησης πραγμάτων που υπόκεινται σε φθορά, προστίθεται δεύτερο εδάφιο, και το άρθρο 183 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 183

Εκποίηση πραγμάτων που υπόκεινται σε φθορά

Η εκποίηση πραγμάτων του άρθρου 140 πραγματοποιείται από τον σύνδικο χωρίς την άδεια του εισηγητή. Κατόπιν αιτήματος του συνδίκου προς τον εισηγητή, δύναται να γίνει από τον σύνδικο ελεύθερη εκποίηση για τα πράγματα του άρθρου 140, εφόσον ο εισηγητής χορηγήσει σχετική άδεια.».

 

Άρθρο 86

Ειδικές προβλέψεις για την εκπροσώπηση και παράσταση ενώπιον δικαστηρίου – Τροποποίηση άρθρου 185 ν. 4738/2020

Στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 185 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί ειδικών προβλέψεων, αφαιρείται η παραπομπή στην παρ. 1 του άρθρου 133, και το άρθρο 185 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 185

Ειδικές προβλέψεις

Τα άρθρα 146, 148, 150 και 151 δεν εφαρμόζονται στις διαδικασίες του παρόντος. Σε περίπτωση που απαιτείται η εκπροσώπηση και παράσταση ενώπιον δικαστηρίου, ο σύνδικος μπορεί να αναθέτει τη σχετική εντολή σε δικηγόρο, μετά από σύμφωνη γνώμη του εισηγητή, ο οποίος καθορίζει και την αμοιβή του, κατ’ εύλογη κρίση, με αιτιολογημένη διάταξή του, κατά της οποίας δεν επιτρέπεται προσφυγή στο πτωχευτικό δικαστήριο.».

 

Άρθρο 87

Απαλλαγή πτωχού από οφειλές με πράξη εισηγητή δικαστή – Προσθήκη παρ. 4 στο άρθρο 192 ν. 4738/2020

Στο άρθρο 192 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί απαλλαγής του οφειλέτη, προστίθεται παρ. 4 ως εξής:

«4. Μετά το πέρας της προθεσμίας απαλλαγής, ο εισηγητής δικαστής, κατόπιν αίτησής του πτωχού, αφού λάβει έκθεση του συνδίκου για το ύψος των οφειλών που έχουν επαληθευθεί κατά την πτωχευτική διαδικασία και για το ύψος της αξίας των ακινήτων και λοιπών πάγιων περιουσιακών στοιχείων του πτωχού, και εφόσον δεν εκκρεμεί προσφυγή του άρθρου 193, εκδίδει πράξη με την οποία διαπιστώνει την επέλευση της απαλλαγής του πτωχού από τις οφειλές του, κατά το παρόν Κεφάλαιο.».

 

Άρθρο 88

Προσφυγή κατά της απαλλαγής – Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 193 ν. 4738/2020

Στην παρ. 2 του άρθρου 193 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί άσκησης προσφυγής κατά της απαλλαγής του οφειλέτη, προστίθεται τελευταίο εδάφιο και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Σε περίπτωση προσφυγής, το πτωχευτικό δικαστήριο, ύστερα από σχετική έκθεση του εισηγητή, στην οποία καταχωρούνται και οι τυχόν παρατηρήσεις του οφειλέτη και των πιστωτών, και αφού ακούσει τον σύνδικο, αποφασίζει περί της απαλλαγής. Αν το πτωχευτικό δικαστήριο κρίνει ότι δεν ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις απαλλαγής, δύναται με αιτιολογημένη απόφασή του, να θέσει προθεσμία στον οφειλέτη για την ικανοποίησή τους, να περιορίσει την απαλλαγή ως προς ορισμένα μόνο χρέη ή να ορίσει εξαιρετικά μεγαλύτερη προθεσμία απαλλαγής, παρέχοντας σε κάθε περίπτωση δέουσα αιτιολόγηση τυχόν παρεκκλίσεων από την προβλεπόμενη προθεσμία γενικής απαλλαγής της παρ. 1 του άρθρου 192. Στο πτωχευτικό δικαστήριο ασκείται παραδεκτά και η προσφυγή κατά της απαλλαγής ως προς ορισμένο χρέος, εφόσον ο προσφεύγων επικαλείται έννομο συμφέρον.».

 

Άρθρο 89

Απαλλαγές οφειλέτη και εκπροσώπων νομικού προσώπου – Αντικατάσταση παρ. 1 άρθρου 194, τροποποίηση παρ. 1, προσθήκη παρ. 3 στο άρθρο 195, προσθήκη παρ. 7 στο άρθρο 263 ν. 4738/2020

  1. Η παρ. 1 του άρθρου 194 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί απαλλαγής του οφειλέτη, αντικαθίσταται, και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Ο οφειλέτης δεν απαλλάσσεται από οφειλές που δημιουργήθηκαν μετά την υποβολή της αίτησης πτώχευσης, οφειλές από δόλο ή βαριά αμέλεια που προκάλεσε θάνατο ή σωματική βλάβη προσώπου, οφειλές από τα αδικήματα του ν. 4557/2018 (Α΄ 139), πλην του βασικού αδικήματος της περ. κ) του άρθρου 4 του ν. 4557/2018, και οφειλές διατροφής. Σε περίπτωση χρεών προς το Δημόσιο, κρίσιμος χρόνος, είναι ο χρόνος στον οποίο ανάγεται η υποχρέωση και όχι ο χρόνος δημιουργίας του νόμιμου τίτλου.».

  1. Στην παρ. 1 του άρθρου 195 του ν. 4738/2020, περί απαλλαγής οφειλών εκπροσώπων νομικών προσώπων, προστίθεται νέο δεύτερο εδάφιο, στο τελευταίο εδάφιο, διαγράφεται η φράση «σε περίπτωση καταχώρησης της παρ. 4 του άρθρου 77, κατά περίπτωση», και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Φυσικό πρόσωπο που εκ του νόμου έχει αλληλέγγυα ευθύνη λόγω της εκπροσωπευτικής ή διοικητικής του σχέσης με οφειλέτη νομικό πρόσωπο, απαλλάσσεται από κάθε ευθύνη για οφειλές του οφειλέτη, που προέκυψαν εντός της ύποπτης περιόδου ή και εντός των τριάντα έξι (36) μηνών που προηγήθηκαν της ύποπτης περιόδου, με την πάροδο τριάντα έξι (36) μηνών από την υποβολή της αίτησης πτώχευσης, ή είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από την κήρυξη της πτώχευσης ή την καταχώρηση της παρ. 4 του άρθρου 77, όποιο από τα δύο προηγηθεί χρονικά, εκτός αν εντός της παραπάνω προθεσμίας υποβληθεί προσφυγή οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον κατά της απαλλαγής του. Σε περίπτωση χρεών προς το Δημόσιο, κρίσιμος χρόνος είναι ο χρόνος στον οποίο ανάγεται η υποχρέωση και όχι ο χρόνος δημιουργίας του νόμιμου τίτλου. Ως ύποπτη περίοδος νοείται η οριζόμενη στο άρθρο 116 ή η τεκμαιρόμενη ύποπτη περίοδος του δεύτερου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 81.».

  1. Στο άρθρο 195 του ν. 4738/2020 προστίθεται παρ. 3 ως εξής:

«3. Φυσικό πρόσωπο που εκ του νόμου έχει αλληλέγγυα ευθύνη λόγω της εκπροσωπευτικής ή διοικητικής του σχέσης με οφειλέτη νομικό πρόσωπο, απαλλάσσεται από κάθε ευθύνη για οφειλές του οφειλέτη, που προέκυψαν εντός τριάντα έξι (36) μηνών πριν από την υποβολή της αίτησης υπαγωγής του οφειλέτη νομικού προσώπου στη διαδικασία έκτακτης ειδικής διαχείρισης των άρθρων 68 έως και 77 του ν. 4307/2014 (Α΄ 246), με την πάροδο τριάντα έξι (36) μηνών από την υποβολή της αίτησης των άρθρων 68 έως και 77 του ν. 4307/2014 ή είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από την αποδοχή της ως άνω αίτησης, όποιο από τα δύο προηγηθεί χρονικά, εκτός εάν εντός της παραπάνω προθεσμίας υποβληθεί προσφυγή οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον κατά της απαλλαγής του.»

  1. Στο άρθρο 263 του ν. 4738/2020 προστίθεται παρ. 7 ως εξής:

«7. Η παρ. 3 του άρθρου 195 εφαρμόζεται και για την απαλλαγή των εκπροσώπων νομικού προσώπου για οφειλές νομικού προσώπου, του οποίου η αίτηση για υπαγωγή σε ειδική διαχείριση ή η υπαγωγή σε ειδική διαχείριση προηγήθηκε της θέσης σε ισχύ της παρούσας. Αν η προθεσμία που αφορά στην απαλλαγή των εκπροσώπων της παρ. 3 του άρθρου 195 λήξει οποτεδήποτε πριν τις 31.12.2023, η απαλλαγή επέρχεται την 1η.1.2024 και τυχόν προσφυγή μπορεί να ασκηθεί μέχρι τις 31.12.2023.».

 

Άρθρο 90

Μεταβίβαση κύριας κατοικίας στον φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης – Τροποποίηση άρθρου 219, παρ. 2 άρθρου 222, παρ. 3 άρθρου 225 ν. 4738/2020

  1. Στο άρθρο 219 του ν. 4738/2020 (Α’ 207), περί μεταβίβασης της κύριας κατοικίας του οφειλέτη στον φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης, επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στο τέλος της περ. α) της παρ. 1 προστίθενται τέσσερα νέα εδάφια, β) στην παρ. 4 βα) στην περ. α επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις και προστίθεται δεύτερο εδάφιο, ββ) το δεύτερο εδάφιο της περ. β) αντικαθίσταται, γ) στην παρ. 5 γα) στο πρώτο εδάφιο τίθεται ποσοστό για το τίμημα της μεταβίβασης σε σχέση με την εμπορική αξία, επί της κύριας κατοικίας του οφειλέτη, γβ) το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται, και το άρθρο 219 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 219

Μεταβίβαση κύριας κατοικίας στον φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης

  1. α) Σε περίπτωση που ευάλωτος οφειλέτης κηρυχθεί σε πτώχευση, ή σε περίπτωση που σε βάρος της κύριας κατοικίας του ευάλωτου οφειλέτη επισπεύδεται αναγκαστική εκτέλεση από ενυπόθηκο ή προσημειούχο πιστωτή, ο ευάλωτος οφειλέτης μπορεί να υποβάλει αίτημα μεταβίβασης ή μίσθωσης της κύριας κατοικίας του σε φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης. Το αίτημα περιλαμβάνει και τη χορήγηση συναίνεσης από τον ευάλωτο οφειλέτη στη διενέργεια αυτοψίας της κύριας κατοικίας του, εκ μέρους πιστοποιημένου εκτιμητή που ορίζεται από τον φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης, στο πλαίσιο της αποτίμησης που προβλέπεται στην παρ. 5. Ο φορέας απόκτησης και επαναμίσθωσης απορρίπτει το αίτημα για την απόκτηση της κύριας κατοικίας του ευάλωτου οφειλέτη, εφόσον η έκθεση αυτοψίας του μηχανικού διαπιστώνει την ύπαρξη αυθαιρέτων κατασκευών ή αυθαίρετων χρήσεων στη συγκεκριμένη κύρια κατοικία, οι οποίες οδηγούν σε απαγόρευση μεταβίβασης και δεν μπορούν να τακτοποιηθούν, ή για την τακτοποίησή τους απαιτείται η συναίνεση συγκυρίων εξ αδιαιρέτου σε οριζόντια ή κάθετη ιδιοκτησία. Ο φορέας απόκτησης και επαναμίσθωσης ευθύνεται αντικειμενικά έναντι του ευάλωτου οφειλέτη για κάθε σφάλμα του μηχανικού κατά τη σύνταξη της προαναφερθείσας έκθεσης αυτοψίας, το οποίο είχε ως αποτέλεσμα τη ματαίωση της απόκτησης της κύριας κατοικίας του ευάλωτου οφειλέτη από τον φορέα.

Ο φορέας απόκτησης και επαναμίσθωσης απαλλάσσεται επίσης από την υποχρέωση απόκτησης της κύριας κατοικίας του ευάλωτου οφειλέτη, εφόσον ο μηχανικός εμποδίστηκε να εισέλθει στην κύρια κατοικία του ευάλωτου οφειλέτη και να διενεργήσει σε αυτήν αυτοψία σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στην απόφαση της παρ. 2 του άρθρου 225.

β) Σε περίπτωση που το αίτημα υποβάλλεται λόγω πτώχευσης του δικαιούχου, το τίμημα για τη μεταβίβαση του ακινήτου στο φορέα αποδίδεται από τον φορέα στον σύνδικο για τη διανομή στους πιστωτές, σύμφωνα με τους όρους του παρόντος νόμου.

γ) Σε περίπτωση που το αίτημα υποβάλλεται λόγω επίσπευσης αναγκαστικής εκτέλεσης, το τίμημα της μεταβίβασης του ακινήτου στο φορέα αποδίδεται από τον φορέα στον υπάλληλο του πλειστηριασμού.

δ) Τα πάσης φύσης έξοδα μεταβίβασης καταβάλλονται από τον φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης και παρακρατούνται από το τίμημα μεταβίβασης.

  1. Σε περίπτωση που η κύρια κατοικία ανήκει στον ευάλωτο οφειλέτη μόνο ως προς ιδανικό μερίδιο ή αν ο ευάλωτος είναι ψιλός κύριος ή επικαρπωτής, η άσκηση του δικαιώματος του παρόντος προϋποθέτει τη σύμπραξη όλων των συνιδιοκτητών, συμπεριλαμβανομένων των ψιλών κυρίων και επικαρπωτών.
  2. Ειδικότερα, εφόσον πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις του παρόντος, ο φορέας απόκτησης και επαναμίσθωσης αποκτά το ιδιοκτησιακό δικαίωμα του ευάλωτου, υπό την πρόσθετη προϋπόθεση ότι οι λοιποί συγκύριοι ή, κατά περίπτωση, ο ψιλός κύριος ή επικαρπωτής αποδέχονται τη μίσθωση του ακινήτου από τον ευάλωτο, υπό τους όρους που καθορίζει ο φορέας απόκτησης και επαναμίσθωσης, και παραιτούνται ρητά από οποιοδήποτε δικαίωμα επί του μισθώματος ή από τη δυνατότητα να προσβάλουν τη μίσθωση για οποιοδήποτε λόγο μέχρι τη συμβατική λήξη της. Η αποδοχή της παρούσας δεσμεύει και τους διαδόχους τους ανεξαρτήτως αιτίας.
  3. α) Για τη μεταβίβαση του ιδιοκτησιακού δικαιώματος επί της κύριας κατοικίας, ο ευάλωτος οφειλέτης υποβάλλει στον φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης τα στοιχεία ταυτότητάς του, το κατασχετήριο ή τα στοιχεία της απόφασης που κηρύσσει την πτώχευσή του, τους τίτλους ιδιοκτησίας που κατέχει και τη βεβαίωση ευάλωτου οφειλέτη. Ο φορέας επιβεβαιώνει τους τίτλους ιδιοκτησίας του δικαιούχου ως προϋπόθεση της αιτούμενης μεταβίβασης.

β) Αιτήσεις δεν γίνονται δεκτές εφόσον απέχουν περισσότερο από εξήντα (60) ημερολογιακές ημέρες από την ημερομηνία του κατασχετηρίου εγγράφου ή της δημοσίευσης της απόφασης που κηρύσσει τον ευάλωτο οφειλέτη σε πτώχευση στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας του άρθρου 213. Κατά παρέκκλιση του χρονικού περιορισμού του πρώτου εδαφίου, για διάστημα έξι (6) μηνών από τη σύσταση του φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης, ο ευάλωτος οφειλέτης δύναται να υποβάλει αίτηση οποτεδήποτε υπό τους εξής όρους:

βα) αν εις βάρος του οφειλέτη έχει κινηθεί διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, δεν επίκειται πλειστηριασμός του ακινήτου εντός των επόμενων δύο (2) μηνών από την ημερομηνία της αίτησης, ή

ββ) αν ο οφειλέτης έχει κηρυχθεί σε πτώχευση, το ιδιοκτησιακό δικαίωμα του ευάλωτου οφειλέτη, επί της κύριας κατοικίας, εξακολουθεί να αποτελεί μέρος της πτωχευτικής περιουσίας.

  1. Το τίμημα μεταβίβασης ισούται προς το εβδομήντα τοις εκατό (70%) της εμπορικής αξίας του ιδιοκτησιακού δικαιώματος του οφειλέτη επί της κύριας κατοικίας σύμφωνα με την εκτίμηση πιστοποιημένου εκτιμητή. Τα έξοδα της εκτίμησης βαρύνουν τον φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης, ο οποίος τον διορίζει. Σε περίπτωση που το αίτημα υποβάλλεται λόγω κατάσχεσης και η τιμή πρώτης προσφοράς είναι μεγαλύτερη από την εμπορική αξία, κατά την εκτίμηση του πιστοποιημένου εκτιμητή, σε ποσοστό ανώτερο του δεκαπέντε τοις εκατό (15%), το τίμημα μεταβίβασης καθορίζεται ως το εβδομήντα τοις εκατό (70%) του χαμηλότερου μεταξύ: α) της τιμής πρώτης προσφοράς, και β) της εμπορικής αξίας, σύμφωνα με την εκτίμηση άλλου πιστοποιημένου εκτιμητή που διορίζει με έξοδά του ο επισπεύδων πιστωτής.
  2. Ο φορέας αποκτά το ιδιοκτησιακό δικαίωμα του δικαιούχου επί της κύριας κατοικίας του, αφότου καταβάλλει το τίμημα μεταβίβασης στον υπάλληλο πλειστηριασμού, πέντε (5) το αργότερο εργάσιμες ημέρες πριν την ημερομηνία του πλειστηριασμού, ή στον σύνδικο, έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του εξαμήνου που ακολουθεί τη δημοσίευση στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας της απόφασης που κηρύσσει την πτώχευσή του. Η καταβολή του τιμήματος συνεπάγεται τη μεταβίβαση του ιδιοκτησιακού δικαιώματος στον φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης και τη ματαίωση του πλειστηριασμού, σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης. Ο φορέας αποκτά το ιδιοκτησιακό δικαίωμα του δικαιούχου ελεύθερο από κάθε βάρος ή διεκδίκηση τρίτου.».
  3. Η παρ. 2 του άρθρου 222 του ν. 4738/2020, περί επαναγοράς της κύριας κατοικίας από τον ευάλωτο οφειλέτη, αντικαθίσταται, και η παρ. 2 διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Το δικαίωμα επαναγοράς μπορεί να ασκηθεί και πριν από τη συμβατική λήξη της μίσθωσης, με αντίστοιχη καταβολή από τον ευάλωτο οφειλέτη στον φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης, αποκλειστικά του τιμήματος της παρ. 1.».

  1. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 225 του ν. 4738/2020 τροποποιείται, ώστε το τίμημα επαναγοράς του ακινήτου από τον οφειλέτη να βρίσκεται σε αντιστοιχία με το τίμημα απόκτησης του ακινήτου από τον Φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης, και η παρ. 3 διαμορφώνεται ως εξής:

«3. Με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών προσδιορίζεται κάθε ειδικότερο ζήτημα που αφορά τη μίσθωση της κύριας κατοικίας στον οφειλέτη και, ιδίως, το μίσθωμα και το τίμημα επαναγοράς από τον οφειλέτη, τις λοιπές υποχρεώσεις και τα δικαιώματα του φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης και του οφειλέτη, ως προς την κύρια κατοικία, τη μισθωτική σύμβαση και την υπερημερία του οφειλέτη, τις μισθωτικές του υποχρεώσεις, το καταβαλλόμενο ποσό κατά τον χρόνο άσκησης του δικαιώματος επαναγοράς και τους λοιπούς όρους καταβολής του τιμήματος επαναγοράς, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο ζήτημα για την εφαρμογή της παρούσας. Το οριζόμενο σύμφωνα με την απόφαση αυτή τίμημα επαναγοράς οφείλει να αντιστοιχεί στο τίμημα με το οποίο το ακίνητο αποκτήθηκε από τον φορέα κατά το ποσοστό επί της τιμής πρώτης προσφοράς ή της εμπορικής αξίας του που ορίζεται στην παρ. 5 του άρθρου 219, και να διασφαλίζει προς όφελος του φορέα εύλογη αναλογική συμμετοχή σε τυχόν υπεραξία του ακινήτου ή, σε περίπτωση όπου η αξία του ακινήτου έχει μειωθεί σε σχέση προς την αξία του κατά τον χρόνο απόκτησής του από τον φορέα, την εύλογη αναλογική προσαρμογή του προς όφελος του οφειλέτη.».