1. Η παρ. 4 του άρθρου 9 αντικαθίσταται ως εξής:
“4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τηρεί μητρώο ΑΕΠΕΥ στο οποίο καταχωρεί τις ΑΕΠΕΥ στις οποίες έχει χορηγήσει άδεια λειτουργίας . Το κοινό έχει πρόσβαση στο μητρώο αυτό, το οποίο περιέχει πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες και τις δραστηριότητες για τις οποίες η ΑΕΠΕΥ έχει λάβει άδεια λειτουργίας. Το μητρώο ενημερώνεται εντός ευλόγου χρόνου από την επέλευση οποιασδήποτε αλλαγής. Κάθε μεταβολή στο μητρώο κοινοποιείται στην Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) (στο εξής «ΕΑΚΑΑ») που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει κατάλογο όλων των ΕΠΕΥ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Όταν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανακαλέσει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ. 1, στοιχεία β) έως δ), η απόφαση ανάκλησης παραμένει στον κατάλογο επί πέντε έτη από τη λήψη της.”.
2.Το άρθρο 24 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 24
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ΕΑΚΑΑ σχετικά με τις γενικής φύσεως δυσκολίες που συναντούν οι ΑΕΠΕΥ, κατά την εγκατάστασή τους ή την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών και την άσκηση επενδυτικών δραστηριοτήτων σε τρίτες χώρες.”.
3. Η παρ. 3 του άρθρου 31 αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κοινοποιεί εντός ευλόγου χρόνου στην αρμόδια αρχή του κράτους-μέλους υποδοχής, μετά από αίτησή της, την ταυτότητα των συνδεδεμένων αντιπροσώπων που σκοπεύει να χρησιμοποιήσει η ΑΕΠΕΥ. Το κράτος – μέλος υποδοχής μπορεί να δημοσιοποιήσει τις πληροφορίες αυτές. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαθέτει στην ΕΑΚΑΑ τις πληροφορίες αυτές με τη διαδικασία και υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 35 του Κανονισμού 1095/2010/ΕΕ.”.
4. Στο άρθρο 41 προστίθεται νέα παράγραφος 4, η οποία έχει ως εξής:
“ 4. Κάθε ανάκληση αδείας λειτουργίας σε οργανωμένη αγορά κοινοποιείται στην ΕΑΚΑΑ.”.
5. Στην παρ. 7 του άρθρου 45 προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
“Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαθέτει στην ΕΑΚΑΑ τις πληροφορίες αυτές με τη διαδικασία και υπό τις προϋποθέσεις του άρθρο 35 του Κανονισμού 1095/2010/ΕΕ.”.
6. Η παρ. 2 του άρθρου 46 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Σε περίπτωση που η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αποφασίζει να ζητήσει την αναστολή διαπραγμάτευσης ή αποφασίζει τη διαγραφή χρηματοπιστωτικού μέσου, το οποίο αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά ή ΠΜΔ (?), δημοσιοποιεί αμέσως την απόφασή της αυτή και ενημερώνει σχετικά την ΕΑΚΑΑ και τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών – μελών.”.
7. Το άρθρο 48 αντικαθίσταται ως εξής:
“Άρθρο 48
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς καταρτίζει κατάλογο των οργανωμένων αγορών για τις οποίες έχει εκδώσει άδεια λειτουργίας και τον ανακοινώνει στα άλλα κράτη – μέλη και στην ΕΑΚΑΑ. Όμοια ανακοίνωση γίνεται και για κάθε τροποποίηση του καταλόγου αυτού.”.
8. Η παρ. 1 του άρθρου 49 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Οι ΑΕΠΕΥ οφείλουν να τηρούν στη διάθεση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, για πέντε (5) τουλάχιστον έτη, τα στοιχεία σχετικά με τις συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα που έχουν διενεργήσει, είτε για ίδιο λογαριασμό είτε για λογαριασμό πελατών. Στην περίπτωση των συναλλαγών για λογαριασμό πελατών, τα αρχεία περιέχουν όλες τις πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα του πελάτη, καθώς και τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με το ν. 3691/2008, ΦΕΚ Α 166/5-8-2008), για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαθέτει στην ΕΑΚΑΑ τις πληροφορίες αυτές με τη διαδικασία και υπό τις προϋποθέσεις του άρθρο 35 του Κανονισμού 1095/2010/ΕΕ.”.
9. Η παρ. 3 του άρθρου 52 αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατατάσσει κάθε μετοχή, που είναι εισηγμένη σε οργανωμένη αγορά την οποία εποπτεύει και η οποία αποτελεί τη σημαντικότερη από άποψη ρευστότητας αγορά γι’ αυτή τη μετοχή, σε κατηγορίες σύμφωνα με το άρθρο αυτό. Η κατάταξη αναθεωρείται τουλάχιστον μία φορά κατ’ έτος και δημοσιοποιείται στους συμμετέχοντες στην αγορά και στην ΕΑΚΑΑ, η οποία τη δημοσιεύει στον ιστότοπό της.”.
10.Στο άρθρο 59 προστίθεται νέα παράγραφος 7 ως εξής:
“7. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς εφαρμόζονται τα εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα που καταρτίζει η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών και εγκρίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο του Κανονισμού 1095/2010/ΕΕ.”.
11. Στο άρθρο 61 προστίθενται νέες παράγραφοι 5 και 6, οι οποίες έχουν ως εξής:
«5. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και η Τράπεζα της Ελλάδος παρέχουν κάθε έτος στην ΕΑΚΑΑ συγκεντρωτικές πληροφορίες για όλα τα διοικητικά μέτρα και τις κυρώσεις που έχουν επιβάλει δυνάμει των παραγράφων 1 και 2.
6. Οσάκις οι ως άνω αρμόδιες αρχές ανακοινώνουν δημοσίως διοικητικά μέτρα ή κυρώσεις, τα γνωστοποιούν παράλληλα στην ΕΑΚΑΑ.”.
12. Στην παράγραφο μόνη του άρθρου 62 προστίθεται νέο εδάφιο, το οποίο έχει ως εξής:
“Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς γνωστοποιεί στην ΕΑΚΑΑ τις διαθέσιμες στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της πληροφορίες σχετικά με την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών που αφορούν στην παροχή επενδυτικών και παρεπόμενων υπηρεσιών.”.
13. Oι παρ. 6 και 7 του άρθρου 65 αντικαθίστανται ως εξής:
“6. Εάν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έχει βάσιμες υπόνοιες ότι πράξεις αντίθετες προς το νόμο αυτόν διαπράττονται ή έχουν διαπραχθεί στο έδαφος άλλου κράτους – μέλους από επιχειρήσεις που δεν υπόκεινται στην εποπτεία της, γνωστοποιεί το γεγονός αυτό με το λεπτομερέστερο δυνατό τρόπο στην αρμόδια αρχή του άλλου κράτους – μέλους και στην ΕΑΚΑΑ. Η παράγραφος αυτή δεν θίγει τις αρμοδιότητες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
7. Εάν η αρμόδια αρχή άλλου κράτους – μέλους γνωστοποιήσει στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ότι πράξεις αντίθετες προς νόμο που ενσωματώνει την Οδηγία 2004/39/ΕΚ διαπράττονται ή έχουν διαπραχθεί στην Ελλάδα από επιχειρήσεις που δεν υπόκεινται στην εποπτεία της, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα και ενημερώνει τη εν λόγω αρμόδια αρχή και την ΕΑΚΚΑ για τα αποτελέσματα των τυχόν ενεργειών της και, στο μέτρο του δυνατού, για τις κυριότερες ενδιάμεσες εξελίξεις.”.
14. H παρ. 3 του άρθρου 67 αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Τα άρθρα 63, 67 και 70 δεν εμποδίζουν την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να διαβιβάζει στην ΕΑΚΑΑ, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (στο εξής «ΕΣΣΚ»), στην Τράπεζα της Ελλάδος, όταν ενεργεί υπό την ιδιότητα της νομισματικής αρχής, στις κεντρικές τράπεζες, στο ευρωπαϊκό σύστημα κεντρικών τραπεζών και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, και, κατά περίπτωση, σε άλλες δημόσιες αρχές επιφορτισμένες με την εποπτεία των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού, εμπιστευτικές πληροφορίες που προορίζονται για την εκπλήρωση της αποστολής τους. Οι εν λόγω αρχές ή φορείς δεν εμποδίζονται να διαβιβάζουν στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς τις πληροφορίες που ενδέχεται να χρειασθεί η τελευταία για την άσκηση των αρμοδιοτήτων που προβλέπει ο νόμος αυτός.”.
15. Η παρ. 2 του άρθρου 68 αντικαθίσταται ως εξής :
“2. Στις περιπτώσεις άρνησης η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει λεπτομερώς την αιτούσα αρμόδια αρχή και την ΕΑΚΑΑ για την εκκρεμή δικαστική διαδικασία ή απόφαση που έχει εκδοθεί.”.
16.
α. Η παρ. 1 του άρθρου 69 αντικαθίσταται ως εξής:
“1. Εάν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαπιστώσει ότι ΕΠΕΥ που ασκεί δραστηριότητες στην Ελλάδα υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή ότι ΕΠΕΥ που έχει υποκατάστημα στην Ελλάδα παραβαίνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις του νόμου αυτού, οι οποίες όμως δεν εμπίπτουν στις διατάξεις που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 32, ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής της ΕΠΕΥ και την ΕΑΚΑΑ. Εάν, παρά τα μέτρα που λαμβάνει η αρμόδια αρχή του κράτους – μέλους καταγωγής ή εφόσον τα μέτρα αυτά αποδειχθούν ανεπαρκή, η ΕΠΕΥ συνεχίζει να ενεργεί με τρόπο που είναι σαφώς επιζήμιος για τα συμφέροντα των επενδυτών ή για την εύρυθμη λειτουργία των αγορών στην Ελλάδα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους – μέλους καταγωγής και την ΕΑΚΑΑ, λαμβάνει όλα τα κατάλληλα μέτρα που είναι αναγκαία για να προστατεύσει τους επενδυτές και να διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία των αγορών. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνεται η δυνατότητα να απαγορεύει στις ΕΠΕΥ τη διενέργεια συναλλαγών στην Ελλάδα. Επιπλέον η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΚΚΑ, για τις ενέργειές της στο πλαίσιο του άρθρου 19 του Κανονισμού ΕΚ 1095/2010.”.
β. Η παρ. 2 του άρθρου 69 αντικαθίσταται ως εξής:
“2. Εάν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαπιστώσει ότι ΕΠΕΥ η οποία διατηρεί υποκατάστημα στην Ελλάδα παραβαίνει τη νομοθεσία για την κεφαλαιαγορά που ισχύει στην Ελλάδα, απαιτεί από την ΕΠΕΥ να παύσει την παράνομη συμπεριφορά. Εάν η ΕΠΕΥ δεν συμμορφωθεί με τις υποδείξεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει ότι η ΕΠΕΥ θα παύσει την παράνομη συμπεριφορά, ενημερώνοντας σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους – μέλους καταγωγής και την ΕΑΚΑΑ. Εάν, παρά τα μέτρα που έλαβε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, η ΕΠΕΥ συνεχίζει να παραβιάζει τις διατάξεις για την κεφαλαιαγορά που ισχύουν στην Ελλάδα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς μπορεί, αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους – μέλους καταγωγής και την ΕΑΚΚΑ, να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για να εμποδίσει ή να επιβάλλει κυρώσεις για την παράνομη συμπεριφορά και, καθόσον είναι απαραίτητο, να εμποδίσει την ΕΠΕΥ να διεξάγει τυχόν περαιτέρω συναλλαγές στην Ελλάδα. Επιπλέον η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΚΚΑ, για τις ενέργειές της στο πλαίσιο του άρθρου 19 του Κανονισμού ΕΚ 1095/2010.”.
γ. Η παρ. 3 του άρθρου 69 αντικαθίσταται ως εξής:
“3. Εάν η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, ως η αρμόδια αρχή του κράτους – μέλους υποδοχής οργανωμένης αγοράς ή ΕΠΕΥ που λειτουργεί ΠΜΔ, διαπιστώσει ότι η εν λόγω οργανωμένη αγορά ή ΕΠΕΥ παραβαίνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις του νόμου αυτού, ενημερώνει σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους – μέλους καταγωγής της οργανωμένης αγοράς ή της ΕΠΕΥ. Εάν, παρά τα μέτρα που λαμβάνει η αρμόδια αρχή του κράτους – μέλους καταγωγής ή εφόσον τα μέτρα αυτά αποδειχθούν ανεπαρκή, η οργανωμένη αγορά ή η ΕΠΕΥ συνεχίζει να ενεργεί με τρόπο που είναι σαφώς επιζήμιος για τα συμφέροντα των επενδυτών ή για την εύρυθμη λειτουργία των αγορών στην Ελλάδα, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αφού ενημερώσει την αρμόδια αρχή του κράτους – μέλους καταγωγής, μπορεί να λάβει όλα τα κατάλληλα μέτρα που είναι αναγκαία για να προστατεύσει τους επενδυτές και να διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία των αγορών. Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνεται η δυνατότητα να απαγορεύεται στις οργανωμένες αγορές ή στις ΕΠΕΥ να παρέχουν πρόσβαση στους μηχανισμούς τους σε μέλη εξ αποστάσεως εγκατεστημένα στην Ελλάδα. Επιπλέον η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να παραπέμψει το θέμα στην ΕΑΚΚΑ, για τις ενέργειές της στο πλαίσιο του άρθρου 19 του Κανονισμού ΕΚ 1095/2010.”.
δ. H παρ. 4 του άρθρου 69 αντικαθίσταται ως εξής:
“4. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την ΕΑΚΑΑ αμέσως για τα μέτρα που λαμβάνει σύμφωνα με το άρθρο αυτό. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κοινοποιεί και στην ενδιαφερόμενη ΕΠΕΥ ή οργανωμένη αγορά τα μέτρα τα οποία λαμβάνει σύμφωνα με αυτό το άρθρο και αφορούν σε κυρώσεις ή περιορισμό των δραστηριοτήτων τους.”.
17. Προστίθεται νέο άρθρο 69α το οποίο έχει ως εξής:
“69α. Η Επιτροπή συνεργάζεται με την ΕΑΚΑΑ και της παρέχει αμελλητί τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της σύμφωνα με τον κανονισμό ΕΕ 1095/2010.”.