1. α. Η Επιτροπή της παρ. 4 του άρθρου 14 καθώς και η Επιτροπή της παρ.1 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 (ΦΕΚ 2010 Α) καταργούνται από την επομένη της ημερομηνίας έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.
β. Από την επομένη της ημερομηνίας δημοσίευσης του νόμου αυτού, οι αρμοδιότητες της Επιτροπής της παρ. 4 του άρθρου 14 του π.δ. 169/2007 που καταργείται σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης περίπτωσης, ασκούνται από τις οικείες Διευθύνσεις Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής της Γενικής Διεύθυνσης Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, κατά περίπτωση.
γ. Οι διατάξεις του τρίτου και τέταρτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 καταργούνται.
2. α. Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«2. Η πράξη κανονισμού σύνταξης υπόκειται σε έφεση στο αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου:
α) από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον εντός εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίηση της πράξης και
β) χωρίς περιορισμό από προθεσμία, από το Διευθυντή της αρμόδιας Διεύθυνσης Διενέργειας Μεταβολών και Δειγματοληπτικών Ελέγχων
i) αν κατά το διενεργούμενο έλεγχο διαπιστωθεί εσφαλμένη εφαρμογή συνταξιοδοτικών διατάξεων ή
ii) αν η πράξη που προσβάλλεται στηρίζεται σε ψευδείς καταθέσεις μαρτύρων ή σε ψευδή έκθεση ή κατάθεση πραγματογνώμονα ή σε πλαστά ή νοθευμένα έγγραφα, εφόσον τα περιστατικά αυτά προκύπτουν από αμετάκλητη δικαστική απόφαση ή βούλευμα ή
iii) αν εμφιλοχώρησε πλάνη για τα πράγματα ή
iv) αν με την πράξη που προσβάλλεται κανονίστηκε σύνταξη χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις ή μεγαλύτερη από αυτή που καθορίζει ο νόμος.»
β. Οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 καταργούνται.
3. Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής :
«4. Το όργανο που έχει εκδώσει την πράξη μπορεί, χωρίς περιορισμό από προθεσμία, να προβεί στη διόρθωση οιουδήποτε τυπικού ή ουσιαστικού στοιχείου αυτής, είτε αυτεπάγγελτα, χωρίς περιορισμό από προθεσμία, είτε μετά την υποβολή σχετικής αίτησης θεραπείας από τον ενδιαφερόμενο, εντός εξήντα (60) ημερών από την κοινοποίησή της, εφόσον διαπιστώσει ότι κατά την έκδοση της πράξης εφαρμόστηκαν εσφαλμένα οι σχετικές συνταξιοδοτικές διατάξεις. Η διόρθωση γίνεται με την έκδοση τροποποιητικής πράξης.
Το ανωτέρω όργανο μπορεί να ανακαλέσει αυτεπάγγελτα την πράξη που εξέδωσε χωρίς περιορισμό από προθεσμία, αν με την πράξη αυτή κανονίστηκε σύνταξη χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις, καθώς και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των περιπτώσεων ii και iii της προηγούμενης παραγράφου. Η ανάκληση γίνεται με την έκδοση ανακλητικής πράξης.
Εάν κατά την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου αυτής διαπιστωθεί ότι έχει επέλθει ζημία στο Δημόσιο, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του πρώτου και δεύτερου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 69.
Η ανωτέρω διαδικασία ισχύει και για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 48 του Ε.Κ. 987/2009.
Οι πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής υπόκεινται στα ένδικα μέσα της παρ. 2.»
4. α. Οι διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 66 του π.δ 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«Οι πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 καθώς και τις διατάξεις της παρ. 4 κοινοποιούνται στο Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος έχει το δικαίωμα να ασκήσει κατά αυτών τα ένδικα μέσα που αναφέρονται στην επόμενη παράγραφο εντός εξήντα (60) ημερών από τότε που θα περιέλθουν σε αυτόν.»
β. Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 6 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«Οι πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 καθώς και τις διατάξεις της παρ. 4 υπόκεινται σε έφεση στο αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που ασκείται από τον Υπουργό Οικονομικών και από εκείνον που έχει έννομο συμφέρον εντός εξήντα (60) ημερών από την έκδοσή τους ή την κοινοποίησή τους, αντίστοιχα.»
γ. Οι διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«7. Κάθε αίτηση σχετική με τις πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 καθώς και τις διατάξεις της παρ. 4, η οποία στηρίζεται σε έγγραφα για το περιεχόμενο των οποίων δεν έγινε κρίση, θεωρείται όχι ως ένδικο μέσο, άλλα ως αίτηση που εξετάζεται για πρώτη φορά.»
δ. Ο διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 10 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 αντικαθίστανται ως εξής:
«10. Οι πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 καθώς και τις διατάξεις της παρ. 4, κοινοποιούνται απευθείας στους ενδιαφερομένους σε επικυρωμένο αντίγραφο.»
ε. Οι διατάξεις των παρ. 9 και 11 του άρθρου 66 του π.δ. 169/2007 καθώς και αυτές του άρθρου 108 του π.δ. 168/2007 (ΦΕΚ 209 Α΄) καταργούνται.
5. α. Ενστάσεις, που κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού εκκρεμούν για εκδίκαση ενώπιον της καταργούμενης με τις διατάξεις της παρ. 1 Επιτροπής Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων, λογίζονται ως σιωπηρώς απορριφθείσες και τίθενται στο αρχείο, τα σχετικά δε παράβολα επιστρέφονται στους δικαιούχους. Κατά της σιωπηρής αυτής απόρριψης μπορεί να ασκηθεί από οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον το ένδικο μέσο της έφεσης ενώπιον του αρμοδίου Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατ’ εξαίρεση εντός προθεσμίας ενός (1) έτους από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού.
Προκειμένου για ενστάσεις που έχουν ασκηθεί από τους Προϊσταμένους των πρώην Διευθύνσεων Ελέγχου και Εντολής Πληρωμής Πολιτικών ή Στρατιωτικών και Πολεμικών Συντάξεων και εκκρεμούν ενώπιον της ανωτέρω Επιτροπής, διαβιβάζονται για επανεξέταση στις αρμόδιες κατά περίπτωση Διευθύνσεις Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής. Στην περίπτωση αυτή, εάν ο Προϊστάμενος της αρμόδιας Διεύθυνσης εμμείνει στην ορθότητα της επανεξεταζόμενης πράξης κανονισμού σύνταξης, αυτή διαβιβάζεται στη Διεύθυνση Διενέργειας Μεταβολών και Δειγματοληπτικών Ελέγχων προκειμένου να προβεί στις δικές της ενέργειες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου αυτού.
β. Αιτήσεις που κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου αυτού εκκρεμούν για εξέταση ενώπιον της καταργούμενης με τις διατάξεις της παρ. 1 Επιτροπής της παρ. 4 του άρθρου 14 του π.δ. 169/2007, διαβιβάζονται στις αρμόδιες, κατά περίπτωση, Διευθύνσεις Κανονισμού και Εντολής Πληρωμής προκειμένου να εξετασθούν, λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων του τελευταίου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 14 του π.δ. 169/2007.
6. Οι διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παρ. 3 καθώς και αυτές της παρ. 5 έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις πράξεις κανονισμού σύνταξης, που εκδίδονται από τις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων των Ασφαλιστικών Οργανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, οι οποίες, με βάση ειδικές ή γενικές διατάξεις, υπόκεινται σε ένσταση ενώπιον της καταργούμενης με τις διατάξεις της παρ. 1 Επιτροπής Ελέγχου Πράξεων Κανονισμού Συντάξεων.