1. Το ακαθάριστο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις περιλαμβάνει τα πάσης φύσεως εισοδήματα σε χρήμα ή σε είδος που αποκτώνται στο πλαίσιο υφιστάμενης, παρελθούσας ή μελλοντικής εργασιακής σχέσης.
2. Για τους σκοπούς του Κ.Φ.Ε, εργασιακή σχέση υφίσταται όταν ένα φυσικό πρόσωπο παρέχει υπηρεσίες:
α) στο πλαίσιο σύμβασης εργασίας σύμφωνα με το εργατικό δίκαιο,
β) βάσει σύμβασης, προφορικής ή έγγραφης, με την οποία το φυσικό πρόσωπο αποκτά σχέση εξαρτημένης εργασίας με άλλο πρόσωπο, το οποίο έχει το δικαίωμα να ορίζει και να ελέγχει τον τρόπο, το χρόνο, και τον τόπο εκτέλεσης των υπηρεσιών,
γ) οι οποίες ρυθμίζονται από τη νομοθεσία περί μισθολογίου και ειδικών μισθολογίων των υπαλλήλων και λειτουργών του Δημοσίου,
δ) ως διευθυντής ή μέλος του ΔΣ εταιρείας ή κάθε άλλου νομικού προσώπου ή νομικής οντότητας,
ε) ως δικηγόρος έναντι πάγιας αντιμισθίας για την παροχή νομικών υπηρεσιών,
στ) βάσει έγγραφων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συμβάσεων έργου, με φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες τα οποία δεν υπερβαίνουν τα τρία (3), ή, εφόσον υπερβαίνουν τον αριθμό αυτόν, ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του ακαθάριστου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα προέρχεται από ένα (1) από τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες που λαμβάνουν τις εν λόγω υπηρεσίες και εφόσον οι ετήσιες επιχειρηματικές δαπάνες που θα εξέπιπταν σύμφωνα με το άρθρο 22, δεν υπερβαίνουν το ποσό των εννέα χιλιάδων διακοσίων πενήντα δύο (9.250) ευρώ. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση που ο φορολογούμενος αποκτά εισόδημα από μισθωτή εργασία σύμφωνα με μία από τις περιπτώσεις α’ έως ε’ του παρόντος άρθρου.
3. Ως ακαθάριστα εισοδήματα από μισθωτή εργασία και συντάξεις θεωρούνται τα εξής:
α) ημερομίσθιο, μισθός, επίδομα αδείας, επίδομα ασθενείας, επίδομα εορτών, αποζημίωση μη ληφθείσας άδειας, αμοιβές, προμήθειες, επιμίσθια και φιλοδωρήματα,
β) επιδόματα περιλαμβανομένων του επιδόματος κόστους διαβίωσης, της ημερήσιας αποζημίωσης, του επιδόματος ενοικίου, της αποζημίωσης εξόδων φιλοξενίας ή ταξιδίου,
γ) αποζημίωση εξόδων στα οποία έχει υποβληθεί ο εργαζόμενος ή συγγενικό πρόσωπο του εργαζομένου,
δ) παροχή οποιασδήποτε μορφής που λαμβάνει ο εργαζόμενος πριν την έναρξη της εργασιακής σχέσης,
ε) αποζημιώσεις για τη λύση ή καταγγελία της εργασιακής σχέσης,
στ) συντάξεις που χορηγούνται από κύριο και επικουρικό φορέα υποχρεωτικής ασφάλισης, καθώς και από επαγγελματικά ταμεία που έχουν συσταθεί με νόμο,
ζ) το ασφάλισμα που καταβάλλεται εφάπαξ ή με τη μορφή περιοδικής παροχής στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστηρίων συνταξιοδοτικών συμβολαίων,
η) κάθε άλλη παροχή που εισπράττεται έναντι υφιστάμενης, παρελθούσας ή μελλοντικής εργασιακής σχέσης.
Συμφωνω με τα σχολια των κκ Ι.Ψυχογιου και Στ.Αγγελιδη
Συμφωνω με τα σχολια των Ιωαννη Ψυχογιου και Στελιου Αγγελιδη.
Κύριοι.Κατόπιν τών προαναφερθέντων σχολίων κ.Ψυχογιού-κ.Μάνου κ.λ.θεωρώ
οτι δέν είναι δυνατή η διπλή φορολόγηση τών αποδόσεων τών μαθηματικών αποθεμάτων τών ασφαλιστικών προγραμμάτων.Ως εκ τούτου θεωρώ ήθικό καί
έντιμο νά επανεξετασθεί η περίπτωση της άδικης καί απαράδεκτης
φορολόγησης στό καταβαλλόμενο άσφάλισμα.
Σάς εύχαριστώ.
Συμφωνώ και προσυπογράφω τα σχόλεια των κ.κ. Ιωάννη Ψυχογιού και Στυλιανού Αγγελίδη. Θεωρώ οτι η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων έχει ήδη καλυφθεί βάσει του Νόμου 2238/1994, καθώς το περιοδικό καταβαλλόμενο συνολικό ασφάλισμα φορολογείται πρός 15%.
Ευελπιστούμε οτι το αίτημά μας είναι δίκαιο και θα ληφθεί υπ’ όψη από την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών.
Είναι προφανές από τα υποβληθέντα σχόλια, ότι η προκείμενη διάταξη έχει ξεσηκώσει την γενική κατακραυγή και την κοινή αποδοκιμασία και δικαίως.
Μπορεί ένας φορολογικός νόμος να έχει εισπρακτικό στόχο, αλλά για να γίνεται αποδεκτός από τους φορολογούμενους πρέπει να έχει ένα κάποιο ηθικό υπόβαθρο πράγμα που στερείται η περιληφθείσα διάταξη στο νέο νομοσχέδιο.
Δεν είναι νοητή μια τέτοια μεταστροφή για την φορολόγηση του ασφαλίσματος σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.
Μόλις τον περασμένο Ιανουάριο, ψηφίστηκε ο νόμος 4010, ο οποίος προβλέπει ρητά την φορολόγηση των ασφαλίστρων του εργοδότη προς 15% και σε συνδυασμό με την φορολόγηση της απόδοσης του συσσωρευμένου κεφαλαίου επίσης προς 15%, με βάση τον νόμο 2238/1994, επιτυγχάνεται η επιδιωκόμενη φορολόγηση του συνολικού ασφαλίσματος προς 15%, με εξάντληση της υποχρέωσης του δικαιούχου.
Ακόμα και η Ένωση των Ασφαλιστικών Εταιρειών είχε αποστείλει προς το Υπουργείο Οικονομικών, πριν από την κατάθεση στην Βουλή του προηγούμενου νομοσχεδίου, επιστολή με συγκεκριμένη πρόταση, η οποία κατέληγε: «Κατά συνέπεια οι παροχές αυτές (εργοδοτικές εισφορές) εν τη γενέσει τους, δεν αποτελούν επ ουδενί εισόδημα του εργαζομένου, αφού δεν έχει πρόσβαση σε αυτές παρά μόνο μετά την πάροδο ετών και υπό προϋποθέσεις. Επί πλέον, ο χαρακτηρισμός τους στο σύνολό τους ως εισοδήματος της χρήσης κατά την οποία εισπράττονται, με αποτέλεσμα την φορολόγησή τους με τον ανώτατο φορολογικό συντελεστή, συνιστά αναιτιολόγητη διάκριση εις βάρος των μισθωτών. Εάν επιβληθεί φόρος
σε λογικό ποσοστό επί του ασφαλίσματος που καταβάλλεται στη λήξη για το μέρος που αφορά εισφορά της εργοδότριας εταιρείας,το κράτος μπορεί να προσδοκά σε σημαντικά φορολογικά οφέλη.»
Τι μεσολάβησε από τον Ιανουάριο και πως δικαιολογείται και πώς να γίνει αποδεκτή η νέα διάταξη η οποία επιβάλλει την επαναφορολόγηση της απόδοσης και συνιστά αναιτιολόγητη διάκριση εις βάρος μισθωτών και συνταξιούχων;
Για τον λόγο αυτό έχει επιφέρει και την γενική αγανάκτηση, διότι με την ισχύουσα νομοθεσία το ασφάλισμα φορολογείται ήδη προς 15%.
Εκ μέρους αρκετών πρώην συναδέλφων (συνταξιούχων μισθωτών) που δεν έχουν την ευχέρεια της χρήσης του διαδίκτυου εκφράζω την στενοχώρια μας αλλά και την αγανάκτηση μας για την πρόταση νόμου που θα φορολογεί ήδη φορολογημένα ποσά.
Μήπως κάποιοι αρμόδιοι του Υπουργείου Οικονομικών έχουν λανθασμένη πληροφόρηση όσον αφορά τις φοροδιαφυγές-φοροαπαλλαγές της ατυχούς τάξης των μισθωτών και ειδικά των συνταξιούχων μισθωτών ;;;;;;;;
Με βάση τις ηθικές αξίες που πρέπει να διακρίνουν κάθε νόμο ελπίζουμε ότι θα επικρατήση η λογική και θα δοθεί η σωστή λύση.
Συμφωνώ με τα ανωτέρω σχόλια του κυρίου Ψυχογιού της κυρίας Μάνου αλλά και των περισσότερων σχολιαστών και ευελπιστώ για την ορθή επανεξέταση από το Υπουργείο Οικονομικών όσον αφορά την διπλή φορολόγηση του μέρους που αφορά την απόδοση των μαθηματικών αποθεμάτων.
Νομίζω ότι θα πρέπει να γίνει κατανοητό και θα συμφωνήσετε μαζί μου ότι η τάξη των μισθωτών και συνταξιούχων έχει βρεθεί σε πολύ δυσμενή θέση, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ανταποκριθεί στα επιπρόσθετα φορολογικά βάρη.
Το χειρότερο βέβαια όλων, δεν είναι η αδυναμία αποπληρωμής των υπέρογκων και άδικων φόρων αλλά η συνειδησιακή υιοθέτηση των φορολογουμένων ότι αδυνατούν να πληρώσουν όχι με δική τους υπαιτιότητα αλλά ενός άδικου κράτους !!!
Ευελπιστώ και παρακαλώ για την επανεξέταση για την σωστή απόφαση όσον αφορά την διπλή φορολόγηση του τμήματος του προϊόντος της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων, όπως ήδη έχει αναφερθεί αναλυτικά από αρκετούς συνανθρώπους μας.
Πέραν του ηθικού θέματος, και του ατομικού ενδιαφέροντος των θιγόμενων υπάρχει η γενικότερη, και σημαντικότερη διάσταση, να μας πείσετε ότι ζούμε σε ένα κράτος δικαίου.
Κύριοι καλημέρα,
Σχετικά με τη προτεινόμενη φορολογική μεταχείριση (από 01.01.2014) του καταβαλλομένου ασφαλίσματος, στους δικαιούχους των Ομαδικών Προγραμμάτων Συμβολαίων Ζωής, θέλω να σημειώσω τα εξής:
1. Συμφωνώ απολύτως με τις παραπάνω επισημάνσεις και παρατηρήσεις των συμπολιτών μας, όπως αναλυτικά τις περιγράφουν.
2. Θεωρώ ότι, η προτεινόμενη με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο του ΚΦΕ φορολόγηση του συνολικού ασφαλίσματος, από 1.1.2014, προς 15% (άρθρο 12 παράγραφος (ζ) και άρθρο 15 παράγραφος (4α), έχει συμπεριληφθεί εκ παραδρομής και χωρίς να ληφθεί υπόψη ότι με το πρόσφατο νόμο 4110/2013, το καταβαλλόμενο ασφάλισμα ήδη φορολογείται με 15%.
Κατά συνέπεια, επειδή το αίτημα όλων των παρεμβαινόντων συμπολιτών μας είναι Δίκαιο, πρέπει να αφαιρεθεί το σχετικό άρθρο από το νομοσχέδιο, γιατί σε διαφορετική περίπτωση υπάρχει διπλή, άδικη και απαράδεκτη φορολόγηση στο καταβαλλόμενο ασφάλισμα.
Ευχαριστώ για τη προσοχή σας,
Είναι προφανές ότι η προκείμενη διάταξη έχει ξεσηκώσει την γενική κατακραυγή και την κοινή αποδοκιμασία και δικαίως.
Μπορεί ένας φορολογικός νόμος να έχει εισπρακτικό στόχο, αλλά για να γίνεται αποδεκτός από τους φορολογούμενους πρέπει να έχει ένα κάποιο ηθικό υπόβαθρο πράγμα που στερείται η περιληφθείσα διάταξη στο νέο νομοσχέδιο.
Μόλις τον περασμένο Ιανουάριο, ψηφίστηκε ο νόμος 4010, ο οποίος προβλέπει ρητά την φορολόγηση των ασφαλίστρων του εργοδότη προς 15% και σε συνδυασμό με την φορολόγηση της απόδοσης του συσσωρευμένου κεφαλαίου επίσης προς 15%, με βάση τον νόμο 2238/1994, επιτυγχάνεται η επιδιωκόμενη φορολόγηση του συνολικού ασφαλίσματος προς 15%, με εξάντληση της υποχρέωσης του δικαιούχου.
Ακόμα και η Ένωση των Ασφαλιστικών Εταιρειών είχε αποστείλει προς το Υπουργείο Οικονομικών, πριν από την κατάθεση στην Βουλή του προηγούμενου νομοσχεδίου, επιστολή με συγκεκριμένη πρόταση, η οποία κατέληγε: «Κατά συνέπεια οι παροχές αυτές (εργοδοτικές εισφορές) εν τη γενέσει τους, δεν αποτελούν επ ουδενί εισόδημα του εργαζομένου, αφού δεν έχει πρόσβαση σε αυτές παρά μόνο μετά την πάροδο ετών και υπό προϋποθέσεις. Επί πλέον, ο χαρακτηρισμός τους στο σύνολό τους ως εισοδήματος της χρήσης κατά την οποία εισπράττονται, με αποτέλεσμα την φορολόγησή τους με τον ανώτατο φορολογικό συντελεστή, συνιστά αναιτιολόγητη διάκριση εις βάρος των μισθωτών. Εάν επιβληθεί φόρος
σε λογικό ποσοστό επί του ασφαλίσματος που καταβάλλεται στη λήξη για το μέρος που αφορά εισφορά της εργοδότριας εταιρείας,το κράτος μπορεί να προσδοκά σε σημαντικά φορολογικά οφέλη.»
Τι μεσολάβησε από τον Ιανουάριο και πως δικαιολογείται και πώς να γίνει αποδεκτή η νέα διάταξη η οποία επιβάλλει την επαναφορολόγηση της απόδοσης και συνιστά αναιτιολόγητη διάκριση εις βάρος μισθωτών και συνταξιούχων;
Για τον λόγο αυτό έχει επιφέρει και την γενική αγανάκτηση, διότι με την ισχύουσα νομοθεσία το ασφάλισμα φορολογείται ήδη προς 15%.
Η διάταξη του άρθρου 12, παρ. 2στ οδηγεί σε υψηλότερη φορολόγηση, πολύ πάνω από 9% λόγω εφαρμογής της κλίμακας των μισθωτών και λόγω μη αναγνώρισης / έκπτωσης των δαπανών τους μέχρι 9.250€, το εισόδημα άνω των 42.000€ των ελεύθερων επαγγελματιών που αμείβονται με δελτία παροχής υπηρεσιών και οι οποίοι:
α. είτε λόγω της φύσης της δουλειάς τους, είτε και λόγω των συνθηκών από οικονομική κρίση μπορεί να τυχαίνει να έχουν έναν ή λίγους μόνο πελάτες για μακρά περίοδο χωρίς να υφίσταται έμμισθη σχέση (Π.χ. διοίκηση έργων από μηχανικούς & συμβούλους επιχειρήσεων, ασφαλιστικοί πράκτορες, γιατροί κ.λπ.).
β. είτε είναι στην πραγματικότητα μισθωτοί αλλά εξαναγκάζονται από τους εργοδότες τους να εμφανίζονται ως ελεύθεροι επαγγελματίες. Οπότε με τη διάταξη αυτή τιμωρούνται διπλά οι εργαζόμενοι που δεν έχουν κανένα εργασιακό δικαίωμα από έμμισθη σχέση και ταυτόχρονα φορολογούνται υψηλότερα από το κράτος, το οποίο θα έπρεπε αντίθετα να απαιτήσει από τους εργοδότες και να διασφαλίσει την εφαρμογή των διατάξεων – νόμων που έχει θεσπίσει (π.χ. Ν3846 του 2010).
Εισήγηση: Η διάταξη αυτή να τροποποιηθεί ώστε η ένταξη σε αυτή να γίνεται δυνητικά και κατά την απόλυτη επιλογή του ίδιου του φορολογουμένου.
Είναι προφανές από τα υποβληθέντα σχόλια, ότι η προκείμενη διάταξη έχει ξεσηκώσει την γενική κατακραυγή και την κοινή αποδοκιμασία και δικαίως.
Μπορεί ένας φορολογικός νόμος να έχει εισπρακτικό στόχο, αλλά για να γίνεται αποδεκτός από τους φορολογούμενους πρέπει να έχει ένα κάποιο ηθικό υπόβαθρο πράγμα που στερείται η περιληφθείσα διάταξη στο νέο νομοσχέδιο.
Δεν είναι νοητή μια τέτοια μεταστροφή για την φορολόγηση του ασφαλίσματος σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.
Μόλις τον περασμένο Ιανουάριο, ψηφίστηκε ο νόμος 4010, ο οποίος προβλέπει ρητά την φορολόγηση των ασφαλίστρων του εργοδότη προς 15% και σε συνδυασμό με την φορολόγηση της απόδοσης του συσσωρευμένου κεφαλαίου επίσης προς 15%, με βάση τον νόμο 2238/1994, επιτυγχάνεται η επιδιωκόμενη φορολόγηση του συνολικού ασφαλίσματος προς 15%, με εξάντληση της υποχρέωσης του δικαιούχου.
Ακόμα και η Ένωση των Ασφαλιστικών Εταιρειών είχε αποστείλει προς το Υπουργείο Οικονομικών, πριν από την κατάθεση στην Βουλή του προηγούμενου νομοσχεδίου, επιστολή με συγκεκριμένη πρόταση, η οποία κατέληγε: «Κατά συνέπεια οι παροχές αυτές (εργοδοτικές εισφορές) εν τη γενέσει τους, δεν αποτελούν επ ουδενί εισόδημα του εργαζομένου, αφού δεν έχει πρόσβαση σε αυτές παρά μόνο μετά την πάροδο ετών και υπό προϋποθέσεις. Επί πλέον, ο χαρακτηρισμός τους στο σύνολό τους ως εισοδήματος της χρήσης κατά την οποία εισπράττονται, με αποτέλεσμα την φορολόγησή τους με τον ανώτατο φορολογικό συντελεστή, συνιστά αναιτιολόγητη διάκριση εις βάρος των μισθωτών. Εάν επιβληθεί φόρος
σε λογικό ποσοστό επί του ασφαλίσματος που καταβάλλεται στη λήξη για το μέρος που αφορά εισφορά της εργοδότριας εταιρείας,το κράτος μπορεί να προσδοκά σε σημαντικά φορολογικά οφέλη.»
Τι μεσολάβησε από τον Ιανουάριο και πως δικαιολογείται και πώς να γίνει αποδεκτή η νέα διάταξη η οποία επιβάλλει την επαναφορολόγηση της απόδοσης και συνιστά αναιτιολόγητη διάκριση εις βάρος μισθωτών και συνταξιούχων;
Για τον λόγο αυτό έχει επιφέρει και την γενική αγανάκτηση, διότι με την ισχύουσα νομοθεσία το ασφάλισμα φορολογείται ήδη προς 15%.
Παρατηρήσεις επί της προτεινόμενης φορολογικής μεταχείρισης καταβαλλομένου ασφαλίσματος των Ομαδικών Συμβολαίων Ζωής.
Κάθε ομαδικό ασφαλιστικό πρόγραμμα αποταμίευσης-συνταξιοδότησης, συσσωρεύει κεφάλαιο/ασφάλιστρα και τις αποδόσεις (τόκους κλπ) αυτού του κεφαλαίου,κατά την διάρκεια της εργασιακής ζωής του ασφαλισμένου (περίοδος συσσώρευσης) και με την λήξη του συμβολαίου (συνήθως συνταξιοδότηση), η Ασφαλιστική Εταιρεία καταβάλλει στον δικαιούχο με την μορφή περιοδικών πληρωμών το προβλεπόμενο ασφάλισμα, το οποίον αποτελείται από δύο μέρη:
α) Το τμήμα το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων και
β) Το τμήμα το οποίον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα από τον εργοδότη
Περαιτέρω, το ποσό το οποίον έχει συσσωρευτεί μέχρι την ημερομηνία συνταξιοδότησης, εξακολουθεί να κερδίζει αποδόσεις μέχρις ότου η συσσωρευμένη αξία εξαντληθεί.
Πριν από την κατάθεση το νέου νομοσχεδίου, το καταβαλλόμενο περιοδικώς ασφάλισμα φορολογείται αντίστοιχα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία ως εξής:
Το (α) τμήμα το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων φορολογείται προς 15%, με παρακράτηση του φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία, εξαντλούμενης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης στ΄της παραγράφου του άρθρου 24 του Νόμου 2238/1994 και της παραγράφου 2 του άρθρου 54 του ίδιου νόμου.
Στο (β) τμήμα το οποίον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα από τον εργοδότη, διενεργείται παρακράτηση φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία επίσης προς 15%, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 7 του πρόσφατου νόμου 4110/2013, εξαντλούμενης επίσης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου.
Με τον συνδυασμό των δύο πιο πάνω νόμων το περιοδικώς καταβαλλόμενο συνολικό ασφάλισμα φορολογείται προς 15% και εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του δικαιούχου, όπως αναφέρεται ρητά και στους δύο νόμους.
Κατά συνέπεια, η προτεινόμενη με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο του ΚΦΕ φορολόγηση του συνολικού ασφαλίσματος, από 1.1.2014, προς 15% (άρθρο 12 παράγραφος (ζ) και άρθρο 15 παράγραφος (4α), θα οδηγήσει στην επαναφορολόγηση του (α) τμήματος το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων, το οποίον όπως έχει αναφερθεί φορολογείται ήδη προς 15%, σύμφωνα με τον νόμο 2238/1994, με παρακράτηση του φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία.
Θα πρέπει λοιπόν το Υπουργείο Οικονομικών να επανεξετάσει την πιο πάνω διάταξη, προκειμένου να μην επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την οικονομική θέση των συνταξιούχων και των οικογενειών τους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν συνεχείς μειώσεις στις συντάξεις, αυξήσεις φόρων και λογαριασμών των ΔΕΚΟ και αγωνιούν να πληρώνουν τα προς το ζην.
Επί πλέον, η διττή φορολόγηση της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων, θα αποτελέσει αντικίνητρο για την τόνωση του Κλάδου της Ιδιωτικής Ασφάλισης, μέσω της οποίας μπορεί να ελαφρυνθούν το ΙΚΑ και λοιπά Συνταξιοδοτικά Ταμεία.
Ευελπιστούμε, ότι το αίτημά μας είναι δίκαιο και θα ληφθεί υπόψη από την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών.
Συμφωνώ και προσυπογράφω τα σχόλια των Ιωάννη Ψυχογιού, Στυλιανύ Αγγελίδη και Γεώργιο Κοντογιάννη. Δεν είναι δυνατόν να υπόκεινται σε διπλή φορολόγηση οι αποδόσεις των μαθηματικών αποθεμάτων των Ασφαλιστικών Προγραμμάτων.
6 Ιουλίου 2013
Κύριοι,
Σας παραθέτω τα σχόλια του Κου Ψυχογιού με τα οποία συμφωνώ και θα ήθελα να λειφθεί υπ’όψιν σας και να μας δώσετε την δικαιότερη λύση στο πρόβλημα μας
Παρατηρήσεις επί της προτεινόμενης φορολογικής μεταχείρισης καταβαλλομένου ασφαλίσματος των Ομαδικών Προγραμμάτων Συμβολαίων Ζωής.
Κάθε ομαδικό ασφαλιστικό πρόγραμμα αποταμίευσης-συνταξιοδότησης, συσσωρεύει κεφάλαιο/ασφάλιστρα και τις αποδόσεις (τόκους κλπ) αυτού του κεφαλαίου,κατά την διάρκεια της εργασιακής ζωής του ασφαλισμένου (περίοδος συσσώρευσης) και με την λήξη του συμβολαίου (συνήθως συνταξιοδότηση), η Ασφαλιστική Εταιρεία καταβάλλει στον δικαιούχο με την μορφή περιοδικών πληρωμών το προβλεπόμενο ασφάλισμα, το οποίον αποτελείται από δύο μέρη:
α) Το τμήμα το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων και
β) Το τμήμα το οποίον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα από τον εργοδότη
Περαιτέρω, το ποσό το οποίον έχει συσσωρευτεί μέχρι την ημερομηνία συνταξιοδότησης, εξακολουθεί να κερδίζει αποδόσεις μέχρις ότου η συσσωρευμένη αξία εξαντληθεί.
Πριν από την κατάθεση το νέου νομοσχεδίου, το καταβαλλόμενο περιοδικώς ασφάλισμα φορολογείται αντίστοιχα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία ως εξής:
Το (α) τμήμα το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων φορολογείται προς 15%, με παρακράτηση του φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία, εξαντλούμενης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης στ΄της παραγράφου του άρθρου 24 του Νόμου 2238/1994 και της παραγράφου 2 του άρθρου 54 του ίδιου νόμου.
Στο (β) τμήμα το οποίον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα από τον εργοδότη, διενεργείται παρακράτηση φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία επίσης προς 15%,σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 7 του πρόσφατου νόμου 4110/2013, εξαντλούμενης επίσης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου.
Με τον συνδυασμό των δύο πιο πάνω νόμων το περιοδικώς καταβαλλόμενο συνολικό ασφάλισμα φορολογείται προς 15% και εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του δικαιούχου, όπως αναφέρεται ρητά και στους δύο νόμους.
Κατά συνέπεια, η προτεινόμενη με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο του ΚΦΕ φορολόγηση του συνολικού ασφαλίσματος, από 1.1.2014, προς 15% (άρθρο 12 παράγραφος (ζ) και άρθρο 15 παράγραφος (4α), θα οδηγήσει στην επαναφορολόγηση του (α) τμήματος το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων, το οποίον όπως έχει αναφερθεί φορολογείται ήδη προς 15%, σύμφωνα με τον νόμο 2238/1994, με παρακράτηση του φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία.
Θα πρέπει λοιπόν το Υπουργείο Οικονομικών να επανεξετάσει την πιο πάνω διάταξη, προκειμένου να μην επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την οικονομική θέση των συνταξιούχων και των οικογενειών τους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν συνεχείς μειώσεις στις συντάξεις, αυξήσεις φόρων και λογαριασμών των ΔΕΚΟ και αγωνιούν να πληρώνουν τα προς το ζην.
Επί πλέον, η διττή φορολόγηση της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων, θα αποτελέσει αντικίνητρο για την τόνωση του Κλάδου της Ιδιωτικής Ασφάλισης, μέσω της οποίας μπορεί να ελαφρυνθούν το ΙΚΑ και λοιπά Συνταξιοδοτικά Ταμεία.
Ελπίζουμε, ότι το αίτημά μας είναι δίκαιο και θα ληφθεί υπόψη από την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών.
Ευελπιστώ για την επανεξέταση και την σωστή απόφαση απο το Υπουργείο Οικονομικών όσον αφορά την διπλή φορολόγηση του μέρους που αφορά την απόδοση των μαθηματικών αποθεμάτων, όπως ήδη έχει αναφερθεί από αρκετούς
συνανθρώπους μας.
Πέραν του ηθικού θέματος, νομίζω ότι θα συμφωνήσετε ότι είναι καιρός πλέον
η τάξη των μισθωτών να σταματήσει να είναι το κύριο υποζύγιο των φορολογικών βαρών.
Παρακαλώ για την επανεξέταση προς αποφυγή της διπλής φορολογήσεως του μέρους που αφορά την απόδοση των μαθηματικών αποθεμάτων, κατά τα ως άνω αναλυτικώς αναφερόμενα και από άλλους παρεμβαίνοντες συμπολίτες.
Βεβαίως, πέραν του ατομικού ενδιαφέροντος των θιγομένων υπάρχει η γενικότερη, και σημαντικότερη, διάσταση της φορολογικής δικαιοσύνης και λογικής.
Ευχαριστώ.
τα έξοδα για τα οποία αποζημιώνεται ο εργαζόμενος απο τον εργοδότη να εκπίπτουν από το φορολογητέο εισόδημα…..
Φορολογήστε και ξανά φορολογήστε ώστε να μην μείνει κανένα εισόδημα στους συνταξιούχους ακόμα και σε αυτούς που είχαν την πρόνοια να ενταθούν σε ένα ομαδικό ασφάλιστρο ζωής.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος προτρέπει να στραφούν οι πολίτες στην ιδιωτική ασφάλεια, πιστεύεται αλήθεια ότι αυτή η φορολόγηση είναι προς αύτη την κατεύθυνση ; Να σας πω τι θα γίνει, όλα τα συμβόλαια ζωής που έχουν απομείνει θα ρευστοποιηθούν πριν την εφαρμογή του νόμου με ολέθριες συνέπειες στο τραπεζοασφαλιστικό σύστημα, νέα συμβόλαια δεν θα γίνονται γιατί ποιος ξέρει αύριο πως και πόσο θα τα φορολογήσετε.
Καταφέρατε ήδη να υπάρχει τεραστία εισφοροδιαφυγή στα ασφαλιστικά ταμεία και τώρα χτυπάτε με τον τρόπο αυτό και την ιδρωτική ασφάλιση. Αν ο σκοπός σας είναι να μην αφήσετε τίποτα όρθιο συνεχίστε τα καταφέρνετε πολύ καλά.
Αθήνα, 6 Ιουλίου 2013
Προς την Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης
Κύριοι,
Παρατηρήσεις επί της προτεινόμενης φορολογικής μεταχείρισης καταβαλλομένου ασφαλίσματος των Ομαδικών Προγραμμάτων Συμβολαίων Ζωής.
Κάθε ομαδικό ασφαλιστικό πρόγραμμα αποταμίευσης-συνταξιοδότησης, συσσωρεύει κεφάλαιο/ασφάλιστρα και τις αποδόσεις (τόκους κλπ) αυτού του κεφαλαίου,κατά την διάρκεια της εργασιακής ζωής του ασφαλισμένου (περίοδος συσσώρευσης) και με την λήξη του συμβολαίου (συνήθως συνταξιοδότηση), η Ασφαλιστική Εταιρεία καταβάλλει στον δικαιούχο με την μορφή περιοδικών πληρωμών το προβλεπόμενο ασφάλισμα, το οποίον αποτελείται από δύο μέρη:
α) Το τμήμα το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων και
β) Το τμήμα το οποίον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα από τον εργοδότη
Περαιτέρω, το ποσό το οποίον έχει συσσωρευτεί μέχρι την ημερομηνία συνταξιοδότησης, εξακολουθεί να κερδίζει αποδόσεις μέχρις ότου η συσσωρευμένη αξία εξαντληθεί.
Πριν από την κατάθεση το νέου νομοσχεδίου, το καταβαλλόμενο περιοδικώς ασφάλισμα φορολογείται αντίστοιχα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία ως εξής:
Το (α) τμήμα το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων φορολογείται προς 15%, με παρακράτηση του φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία, εξαντλούμενης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης στ΄της παραγράφου του άρθρου 24 του Νόμου 2238/1994 και της παραγράφου 2 του άρθρου 54 του ίδιου νόμου.
Στο (β) τμήμα το οποίον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα από τον εργοδότη, διενεργείται παρακράτηση φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία επίσης προς 15%,σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 7 του πρόσφατου νόμου 4110/2013, εξαντλούμενης επίσης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου.
Με τον συνδυασμό των δύο πιο πάνω νόμων το περιοδικώς καταβαλλόμενο συνολικό ασφάλισμα φορολογείται προς 15% και εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του δικαιούχου, όπως αναφέρεται ρητά και στους δύο νόμους.
Κατά συνέπεια, η προτεινόμενη με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο του ΚΦΕ φορολόγηση του συνολικού ασφαλίσματος, από 1.1.2014, προς 15% (άρθρο 12 παράγραφος (ζ) και άρθρο 15 παράγραφος (4α), θα οδηγήσει στην επαναφορολόγηση του (α) τμήματος το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων, το οποίον όπως έχει αναφερθεί φορολογείται ήδη προς 15%, σύμφωνα με τον νόμο 2238/1994, με παρακράτηση του φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία.
Θα πρέπει λοιπόν το Υπουργείο Οικονομικών να επανεξετάσει την πιο πάνω διάταξη, προκειμένου να μην επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την οικονομική θέση των συνταξιούχων και των οικογενειών τους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν συνεχείς μειώσεις στις συντάξεις, αυξήσεις φόρων και λογαριασμών των ΔΕΚΟ και αγωνιούν να πληρώνουν τα προς το ζην.
Επί πλέον, η διττή φορολόγηση της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων, θα αποτελέσει αντικίνητρο για την τόνωση του Κλάδου της Ιδιωτικής Ασφάλισης, μέσω της οποίας μπορεί να ελαφρυνθούν το ΙΚΑ και λοιπά Συνταξιοδοτικά Ταμεία.
Ευελπιστούμε, ότι το αίτημά μας είναι δίκαιο και θα ληφθεί υπόψη από την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών.
Συμφωνω και προσυπογραφω τα σχολεια των κυριων Ιωαννη Ψυχογιου και Στυλιανου Αγγελιδη επι της προτεινομενης φορολογικης μεταχειρησης καταβαλλομενου ασφαλισματος των Ομαδικων Προγραμματων Συμβολαιων Ζωης.
Συμφωνώ και προσυπογράφω τα σχόλια των Ιωάννη Ψυχογιού, Στυλιανύ Αγγελίδη και Γεώργιο Κοντογιάννη. Δεν είναι δυνατόν να υπόκεινται σε διπλή φορολόγηση οι αποδόσεις των μαθηματικών αποθεμάτων των Ασφαλιστικών Προγραμμάτων.
Ευελπιστω, ότι το αίτημά μας είναι δίκαιο και θα ληφθεί υπόψη από την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών.
Προς την Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης
Κύριοι,
Παρατηρήσεις επί της προτεινόμενης φορολογικής μεταχείρισης καταβαλλομένου ασφαλίσματος των Ομαδικών Προγραμμάτων Συμβολαίων Ζωής.
Κάθε ομαδικό ασφαλιστικό πρόγραμμα αποταμίευσης-συνταξιοδότησης, συσσωρεύει κεφάλαιο/ασφάλιστρα και τις αποδόσεις (τόκους κλπ) αυτού του κεφαλαίου,
κατά την διάρκεια της εργασιακής ζωής του ασφαλισμένου (περίοδος συσσώρευσης) και με την λήξη του συμβολαίου (συνήθως συνταξιοδότηση), η Ασφαλιστική
Εταιρεία καταβάλλει στον δικαιούχο με την μορφή περιοδικών πληρωμών το προβλεπόμενο ασφάλισμα, το οποίον αποτελείται από δύο μέρη:
α) Το τμήμα το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων και
β) Το τμήμα το οποίον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα από τον εργοδότη
Περαιτέρω, το ποσό το οποίον έχει συσσωρευτεί μέχρι την ημερομηνία συνταξιοδότησης, εξακολουθεί να κερδίζει αποδόσεις μέχρις ότου η συσσωρευμένη αξία
εξαντληθεί.
Πριν από την κατάθεση το νέου νομοσχεδίου, το καταβαλλόμενο περιοδικώς ασφάλισμα φορολογείται αντίστοιχα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία ως εξής:
Το (α) τμήμα το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων φορολογείται προς 15%, με παρακράτηση του φόρου από την Ασφαλιστική
Εταιρεία, εξαντλούμενης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης στ΄της παραγράφου του άρθρου 24 του
Νόμου 2238/1994 και της παραγράφου 2 του άρθρου 54 του ίδιου νόμου.
Στο (β) τμήμα το οποίον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα από τον εργοδότη, διενεργείται παρακράτηση φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία επίσης προς 15%,
σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 7 του πρόσφατου νόμου 4110/2013, εξαντλούμενης επίσης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου.
Με τον συνδυασμό των δύο πιο πάνω νόμων το περιοδικώς καταβαλλόμενο συνολικό ασφάλισμα φορολογείται προς 15% και εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση
του δικαιούχου, όπως αναφέρεται ρητά και στους δύο νόμους.
Κατά συνέπεια, η προτεινόμενη με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο του ΚΦΕ φορολόγηση του συνολικού ασφαλίσματος, από 1.1.2014, προς 15% (άρθρο 12
παράγραφος (ζ) και άρθρο 15 παράγραφος (4α), θα οδηγήσει στην επαναφορολόγηση του (α) τμήματος το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών
αποθεμάτων, το οποίον όπως έχει αναφερθεί φορολογείται ήδη προς 15%, σύμφωνα με τον νόμο 2238/1994, με παρακράτηση του φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία.
Θα πρέπει λοιπόν το Υπουργείο Οικονομικών να επανεξετάσει την πιο πάνω διάταξη, προκειμένου να μην επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την οικονομική θέση
των συνταξιούχων και των οικογενειών τους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν συνεχείς μειώσεις στις συντάξεις, αυξήσεις φόρων και λογαριασμών των ΔΕΚΟ
και αγωνιούν να πληρώνουν τα προς το ζην.
Επί πλέον, η διττή φορολόγηση της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων, θα αποτελέσει αντικίνητρο για την τόνωση του Κλάδου της Ιδιωτικής Ασφάλισης,
μέσω της οποίας μπορεί να ελαφρυνθούν το ΙΚΑ και λοιπά Συνταξιοδοτικά Ταμεία.
Ευελπιστούμε, ότι το αίτημά μας είναι δίκαιο και θα ληφθεί υπόψη από την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών.
Παρατηρήσεις επί της προτεινόμενης φορολογικής μεταχείρισης καταβαλλομένου ασφαλίσματος των Ομαδικών Προγραμμάτων Συμβολαίων Ζωής.
Κάθε ομαδικό ασφαλιστικό πρόγραμμα αποταμίευσης-συνταξιοδότησης, συσσωρεύει κεφάλαιο/ασφάλιστρα και τις αποδόσεις (τόκους κλπ) αυτού του κεφαλαίου,
κατά την διάρκεια της εργασιακής ζωής του ασφαλισμένου (περίοδος συσσώρευσης) και με την λήξη του συμβολαίου (συνήθως συνταξιοδότηση), η Ασφαλιστική
Εταιρεία καταβάλλει στον δικαιούχο με την μορφή περιοδικών πληρωμών το προβλεπόμενο ασφάλισμα, το οποίον αποτελείται από δύο μέρη:
α) Το τμήμα το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων και
β) Το τμήμα το οποίον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα από τον εργοδότη
Περαιτέρω, το ποσό το οποίον έχει συσσωρευτεί μέχρι την ημερομηνία συνταξιοδότησης, εξακολουθεί να κερδίζει αποδόσεις μέχρις ότου η συσσωρευμένη αξία
εξαντληθεί.
Πριν από την κατάθεση το νέου νομοσχεδίου, το καταβαλλόμενο περιοδικώς ασφάλισμα φορολογείται αντίστοιχα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία ως εξής:
Το (α) τμήμα το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων φορολογείται προς 15%, με παρακράτηση του φόρου από την Ασφαλιστική
Εταιρεία, εξαντλούμενης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης στ΄της παραγράφου του άρθρου 24 του
Νόμου 2238/1994 και της παραγράφου 2 του άρθρου 54 του ίδιου νόμου.
Στο (β) τμήμα το οποίον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα από τον εργοδότη, διενεργείται παρακράτηση φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία επίσης προς 15%,
σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 7 του πρόσφατου νόμου 4110/2013, εξαντλούμενης επίσης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου.
Με τον συνδυασμό των δύο πιο πάνω νόμων το περιοδικώς καταβαλλόμενο συνολικό ασφάλισμα φορολογείται προς 15% και εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση
του δικαιούχου, όπως αναφέρεται ρητά και στους δύο νόμους.
Κατά συνέπεια, η προτεινόμενη με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο του ΚΦΕ φορολόγηση του συνολικού ασφαλίσματος, από 1.1.2014, προς 15% (άρθρο 12
παράγραφος (ζ) και άρθρο 15 παράγραφος (4α), θα οδηγήσει στην επαναφορολόγηση του (α) τμήματος το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών
αποθεμάτων, το οποίον όπως έχει αναφερθεί φορολογείται ήδη προς 15%, σύμφωνα με τον νόμο 2238/1994, με παρακράτηση του φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία.
Θα πρέπει λοιπόν το Υπουργείο Οικονομικών να επανεξετάσει την πιο πάνω διάταξη, προκειμένου να μην επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την οικονομική θέση
των συνταξιούχων και των οικογενειών τους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν συνεχείς μειώσεις στις συντάξεις, αυξήσεις φόρων και λογαριασμών των ΔΕΚΟ
και αγωνιούν να πληρώνουν τα προς το ζην.
Επί πλέον, η διττή φορολόγηση της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων, θα αποτελέσει αντικίνητρο για την τόνωση του Κλάδου της Ιδιωτικής Ασφάλισης,
μέσω της οποίας μπορεί να ελαφρυνθούν το ΙΚΑ και λοιπά Συνταξιοδοτικά Ταμεία.
Ευελπιστούμε, ότι το αίτημά μας είναι δίκαιο και θα ληφθεί υπόψη από την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών.
θήνα, 5 Ιουλίου 2013
Προς την Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης
Κύριοι,
Παρατηρήσεις επί της προτεινόμενης φορολογικής μεταχείρισης καταβαλλομένου ασφαλίσματος των Ομαδικών Προγραμμάτων Συμβολαίων Ζωής.
Κάθε ομαδικό ασφαλιστικό πρόγραμμα αποταμίευσης-συνταξιοδότησης, συσσωρεύει κεφάλαιο/ασφάλιστρα και τις αποδόσεις (τόκους κλπ) αυτού του κεφαλαίου,κατά την διάρκεια της εργασιακής ζωής του ασφαλισμένου (περίοδος συσσώρευσης) και με την λήξη του συμβολαίου (συνήθως συνταξιοδότηση), η Ασφαλιστική Εταιρεία καταβάλλει στον δικαιούχο με την μορφή περιοδικών πληρωμών το προβλεπόμενο ασφάλισμα, το οποίον αποτελείται από δύο μέρη:
α) Το τμήμα το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων και
β) Το τμήμα το οποίον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα από τον εργοδότη
Περαιτέρω, το ποσό το οποίον έχει συσσωρευτεί μέχρι την ημερομηνία συνταξιοδότησης, εξακολουθεί να κερδίζει αποδόσεις μέχρις ότου η συσσωρευμένη αξία εξαντληθεί.
Πριν από την κατάθεση το νέου νομοσχεδίου, το καταβαλλόμενο περιοδικώς ασφάλισμα φορολογείται αντίστοιχα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία ως εξής:
Το (α) τμήμα το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων φορολογείται προς 15%, με παρακράτηση του φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία, εξαντλούμενης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης στ΄της παραγράφου του άρθρου 24 του Νόμου 2238/1994 και της παραγράφου 2 του άρθρου 54 του ίδιου νόμου.
Στο (β) τμήμα το οποίον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα από τον εργοδότη, διενεργείται παρακράτηση φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία επίσης προς 15%,σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 7 του πρόσφατου νόμου 4110/2013, εξαντλούμενης επίσης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου.
Με τον συνδυασμό των δύο πιο πάνω νόμων το περιοδικώς καταβαλλόμενο συνολικό ασφάλισμα φορολογείται προς 15% και εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του δικαιούχου, όπως αναφέρεται ρητά και στους δύο νόμους.
Κατά συνέπεια, η προτεινόμενη με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο του ΚΦΕ φορολόγηση του συνολικού ασφαλίσματος, από 1.1.2014, προς 15% (άρθρο 12 παράγραφος (ζ) και άρθρο 15 παράγραφος (4α), θα οδηγήσει στην επαναφορολόγηση του (α) τμήματος το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων, το οποίον όπως έχει αναφερθεί φορολογείται ήδη προς 15%, σύμφωνα με τον νόμο 2238/1994, με παρακράτηση του φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία.
Θα πρέπει λοιπόν το Υπουργείο Οικονομικών να επανεξετάσει την πιο πάνω διάταξη, προκειμένου να μην επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την οικονομική θέση των συνταξιούχων και των οικογενειών τους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν συνεχείς μειώσεις στις συντάξεις, αυξήσεις φόρων και λογαριασμών των ΔΕΚΟ και αγωνιούν να πληρώνουν τα προς το ζην.
Επί πλέον, η διττή φορολόγηση της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων, θα αποτελέσει αντικίνητρο για την τόνωση του Κλάδου της Ιδιωτικής Ασφάλισης,μέσω της οποίας μπορεί να ελαφρυνθούν το ΙΚΑ και λοιπά Συνταξιοδοτικά Ταμεία.
Ευελπιστούμε, ότι το αίτημά μας είναι δίκαιο και θα ληφθεί υπόψη από την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών.
Αθήνα, 4 Ιουλίου 2013
Προς την Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης
Κύριοι,
Παρατηρήσεις επί της προτεινόμενης φορολογικής μεταχείρισης καταβαλλομένου ασφαλίσματος των Ομαδικών Προγραμμάτων Συμβολαίων Ζωής.
Κάθε ομαδικό ασφαλιστικό πρόγραμμα αποταμίευσης-συνταξιοδότησης, συσσωρεύει κεφάλαιο/ασφάλιστρα και τις αποδόσεις (τόκους κλπ) αυτού του κεφαλαίου,κατά την διάρκεια της εργασιακής ζωής του ασφαλισμένου (περίοδος συσσώρευσης) και με την λήξη του συμβολαίου (συνήθως συνταξιοδότηση), η Ασφαλιστική Εταιρεία καταβάλλει στον δικαιούχο με την μορφή περιοδικών πληρωμών το προβλεπόμενο ασφάλισμα, το οποίον αποτελείται από δύο μέρη:
α) Το τμήμα το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων και
β) Το τμήμα το οποίον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα από τον εργοδότη
Περαιτέρω, το ποσό το οποίον έχει συσσωρευτεί μέχρι την ημερομηνία συνταξιοδότησης, εξακολουθεί να κερδίζει αποδόσεις μέχρις ότου η συσσωρευμένη αξία εξαντληθεί.
Πριν από την κατάθεση το νέου νομοσχεδίου, το καταβαλλόμενο περιοδικώς ασφάλισμα φορολογείται αντίστοιχα, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία ως εξής:
Το (α) τμήμα το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων φορολογείται προς 15%, με παρακράτηση του φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία, εξαντλούμενης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης στ΄της παραγράφου του άρθρου 24 του Νόμου 2238/1994 και της παραγράφου 2 του άρθρου 54 του ίδιου νόμου.
Στο (β) τμήμα το οποίον αφορά τα καταβληθέντα ασφάλιστρα από τον εργοδότη, διενεργείται παρακράτηση φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία επίσης προς 15%,σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 7 του πρόσφατου νόμου 4110/2013, εξαντλούμενης επίσης της φορολογικής υποχρέωσης του δικαιούχου.
Με τον συνδυασμό των δύο πιο πάνω νόμων το περιοδικώς καταβαλλόμενο συνολικό ασφάλισμα φορολογείται προς 15% και εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση του δικαιούχου, όπως αναφέρεται ρητά και στους δύο νόμους.
Κατά συνέπεια, η προτεινόμενη με το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο του ΚΦΕ φορολόγηση του συνολικού ασφαλίσματος, από 1.1.2014, προς 15% (άρθρο 12 παράγραφος (ζ) και άρθρο 15 παράγραφος (4α), θα οδηγήσει στην επαναφορολόγηση του (α) τμήματος το οποίον αφορά προϊόν της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων, το οποίον όπως έχει αναφερθεί φορολογείται ήδη προς 15%, σύμφωνα με τον νόμο 2238/1994, με παρακράτηση του φόρου από την Ασφαλιστική Εταιρεία.
Θα πρέπει λοιπόν το Υπουργείο Οικονομικών να επανεξετάσει την πιο πάνω διάταξη, προκειμένου να μην επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την οικονομική θέση των συνταξιούχων και των οικογενειών τους, οι οποίοι αντιμετωπίζουν συνεχείς μειώσεις στις συντάξεις, αυξήσεις φόρων και λογαριασμών των ΔΕΚΟ και αγωνιούν να πληρώνουν τα προς το ζην.
Επί πλέον, η διττή φορολόγηση της απόδοσης των μαθηματικών αποθεμάτων, θα αποτελέσει αντικίνητρο για την τόνωση του Κλάδου της Ιδιωτικής Ασφάλισης, μέσω της οποίας μπορεί να ελαφρυνθούν το ΙΚΑ και λοιπά Συνταξιοδοτικά Ταμεία.
Ευελπιστούμε, ότι το αίτημά μας είναι δίκαιο και θα ληφθεί υπόψη από την αρμόδια Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών.
Με αφορμή την διάταξη αυτή θέτω ένα γενικότερο θέμα. Δεκάδες χιλιάδες ατόμων (μηχανικοί, γιατροί, δικηγόροι κλπ) που τυπικά ανήκουν ή μπορεί να ανήκουν στους ελεύθερους επαγγελματίες απασχολούνται ως μισθωτοί. Παρόλα αυτά ο χαρακτηρισμός του ελεύθερου επαγγελματία τους συνοδεύει με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Πολλοί από αυτούς έχουν διακόψει την δραστηριότητα του ελεύθερου επαγγέλματος, άλλοι την διατηρούν μόνο τυπικά.
Για παράδειγμα διάβαζα προχθες στατιστικά στοιχεία που δείχνουν πως 8500 δικηγόροι του ΔΣΑ δεν έχουν κάνει ούτε μια παράσταση στο δικαστήριο το 2012. Αρκετοί δικηγόροι κρατούν βιβλία μόνο και μόνο για να γράφουν τα μερίσματα που υποχρεωτικά λαμβάνουν από τον Σύλλογο τους και τα οποία υποχρεωτικά θεωρούνται ελεύθερα επαγγέλματα και πρέπει να γράφονται στα βιβλία. Άλλοι τα κρατούν μόνο και μόνο για να καταγράφουν ως έξοδα την καταβολή των εισφορών τους, που από φέτος εκπίπτει ολόκληρη. Εξάλλου μηχανικοί κρατούν βιβλία μήπως και μπας τους τύχει κάτι έκτακτο μια μικρομελέτη ή μια επιθεώρηση ή έλεγχος σε κάποιο κτίριο. Άλλοι φοβούνται να διακόψουν γιατί δεν ξέρουν τι θα αντιμετωπίσουν ή τι θα προκύψει σε σχέση με την μισθωτή απασχόληση τους. Άλλοι εμποδίζονται να διακόψουν λόγω διάφορων αποφάσεων ή και νομοθετικών ρυθμίσεων π.χ. Κωδίκων των επαγγελματικών συλλόγων τους ή και λόγω αποφάσεων του ΣτΕ, που έρχονται σε αντίθεση με την κοινοτική νομοθεσία.
Στην ουσία και στην πράξη οι άνθρωποι αυτοί δεν ασκούν ελεύθερο επάγγελμα ούτε βέβαια ζουν από αυτό. Ζουν από την μισθωτή απασχόληση τους, η οποία άλλες φορές μπορεί να έχει απόλυτη και άλλες φορές καμία σχέση με αυτό που σπούδασαν ή έμαθαν.
Από το «μικτό» αυτό καθεστώς δημιουργούνται ένα σωρό άδικες νόμιμες συνέπειες σε βάρος τους. Από πού να ξεκινήσει και που να τελειώσει κανείς.
Από την αντιμετώπιση τους από φορολογικές αρχές που δεν μπορούν να καταλάβουν το αυτονόητο δηλαδή πως αντικειμενικά κάποιος που απασχολείται καθημερινά επί τόσες ώρες σε ένα γραφείο ως μισθωτός δεν μπορεί αντικειμενικά να ασκήσει ελεύθερο επάγγελμα παρά μόνο ένδεχομένως εντελώς περιστασιακά και εξαιρετικά. Οι άνθρωποι αυτοί ούτε χρόνο έχουν, ούτε πελατεία, ούτε οργανωμένα γραφεία με έξοδα κλπ. Φοροδιαφυγή (πραγματική) μπορεί να γίνει μόνο από όσους ασκούν συστηματικά ελεύθερο επάγγελμα και όχι από τους έμμισθους ελεύθερους επαγγελματίες.
Πάμε τώρα στο περίφημο τέλος επιτηδεύματος (650 ευρώ). Αυτό βαρύνει εξίσου ένα εκατομμυριούχο ελεύθερο επαγγελματία τύπου δικηγόρου Κούγια ή αρχιτέκτονα Αγιοστρατίτη και ένα μισθωτό «ελεύθερο επαγγελματία», σαν από αυτούς που προανέφερα. Και τούτο μόνο και μόνο επειδή ο τελευταίος εξακολουθεί να κρατά βιβλία, στα οποία δεν καταχωρεί ουσιαστικά τίποτε. Η μόνη κατηγορία μισθωτών που πληρώνει τέλος επιτηδεύματος είναι αυτή που προανέφερα. Και όλα αυτά γίνονται γιατί δεν αναγνωρίζεται από την πολιτεία κατ’ ουσία η έμμισθη απασχόληση που είναι η κύρια (αν όχι η αποκλειστική) πηγή εσόδων και για τους ίδιους και για την πολιτεία. Θα μπορούσε εύκολα η πολιτεία να απαλλάξει από το τέλος επιτηδεύματος όσους τέτοιους ελεύθερους επαγγελματίες απασχολούνται ως μισθωτοί. Αλλά ακόμη και αν υποστηριχτεί πως δεν μπορεί να το κάνει εάν δεν υπάρχει προηγούμενη πλήρης διακοπή δραστηριότητας (που δεν είναι πάντα εύσκολη για τους προαναφερθέντες λόγους) θα μπορούσε τουλάχιστον να θεσπίσει καταβολή μειωμένου (π.χ. στο ήμισυ) τέλους σε κάθε τέτοιο επαγγελματία, του οποίου τα εισοδήματα από μισθωτές υπερβαίνουν (ή είναι διπλάσια ή και τριπλάσια κοκ) τα εισοδήματα από ελεύθερο επάγγελμα. Είναι εντελώς άδικο να βαρύνονται με το ίδιο τέλος επιτηδεύματος οι πατρίκιοι των ελεύθερων επαγγελμάτων με τους μισθωτούς ελεύθερους επαγγελματίες, που μόνο κατ΄όνομα είναι ελεύθεροι επαγγελματίες και ουσιαστικά αποτελούν τους μόνους που ενώ είναι μισθωτοί παρόλα αυτά πληρώνουν αυτό το τέλος (δηλαδή τα μόνα κορόιδα στην Ελλάδα).
Η αποζημίωση εξόδων του εργαζόμενου δεν αποτελούν καν εισόδημα πόσο μάλλον εισόδημα από μισθωτη εργασία. Όταν ένας εργαζόμενος υποβάλλεται (πολλές φορές «υποχρεωτικά») σε έξοδα που οφείλονται στην σχέση εργασίας του και ουσιαστικά γίνονται προς το συμφέρον και επ’ ωφελεία του εργοδότη του δεν μπορεί να φορολογείται επειδή απλώς παίρνει (αν τα παίρνει) πίσω τα λεφτά που ξόδεψε εξαιτίας της σχέσης εργασίας του και τα οποία σε διαφορετική περίπτωση ποτέ δεν θα ξόδευε. Αν πάλι με την διάταξη αυτή ο εγαζόμενος για να μην φορολογηθεί δεν τα ζητήσει από τον εργοδότη του τότε θα καταστεί αντικείμενο εκμετάλλευσης και αδικειολόγητου πλουτισμού του εργοδότη του, κάτι που δεν νομίζω πως θέλει το κράτος.
Επισημαίνεται ότι ο άνευ ετέρου χαρακτηρισμός της αποζημίωσης εξόδων ως εισοδήματος είναι δυνατόν να γεννήσει σοβαρά ζητήματα τόσο ερμηνευτικά όσο και συνταγματικά και να οδηγήσει σε ανασφάλεια δικαίου και πληθώρα δικαστικών διενέξεων.