1. Επί των κατατιθέμενων υποχρεωτικά ή προαιρετικά εκ μέρους των πιστωτικών ιδρυμάτων στην Τράπεζα της Ελλάδος περιουσιακών στοιχείων η Τράπεζα της Ελλάδος έχει νόμιμο ενέχυρο για την κάλυψη των κάθε είδους απαιτήσεών της στο πλαίσιο άσκησης της νομισματικής πολιτικής και από συναλλαγές μέσω συστημάτων πληρωμών και εκκαθάρισης εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών. Εφόσον οι ανωτέρω απαιτήσεις δεν καλύπτονται μέσω του ενεχύρου, οι οφειλέτες υποχρεούνται να το συμπληρώνουν αμέσως.
2. Οι συνιστώμενες από πιστωτικό ίδρυμα ασφάλειες επί κάθε είδους περιουσιακών στοιχείων υπέρ της Τράπεζας της Ελλάδος ή υπέρ άλλης κεντρικής τράπεζας μέλους του ευρωσυστήματος ασφαλίζουν ως ομάδα με κυμαινόμενη σύνθεση όλες τις απαιτήσεις τους στο πλαίσιο πράξεων νομισματικής πολιτικής και παροχής ενδοημερήσιας ρευστότητας σε βάρος του πιστωτικού ιδρύματος. Στην περίπτωση αυτή το πιστωτικό ίδρυμα δεν επιτρέπεται χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της ασφαλειολήπτριας κεντρικής τράπεζας να αποσύρει ή/και να διαθέτει περαιτέρω τα δοθέντα ως ασφάλεια περιουσιακά στοιχεία.
3. Η αναγγελία προς τον οφειλέτη της σύστασης ασφάλειας από πιστωτικό ίδρυμα υπέρ της Τράπεζας της Ελλάδος ή άλλης κεντρικής τράπεζας μέλους του ευρωσυστήματος, στο πλαίσιο πράξεων νομισματικής πολιτικής ή παροχής ενδοημερήσιας ρευστότητας, επί απαιτήσεων του πιστωτικού ιδρύματος από χορηγηθέν προς τον οφειλέτη δάνειο ή πίστωση οποιασδήποτε μορφής, δημιουργεί προτεραιότητα έναντι κάθε μεταγενέστερης αναγγελίας σύστασης ασφάλειας επί απαιτήσεων από το ίδιο δάνειο ή πίστωση, καθ` οιονδήποτε τρόπο γενομένης, περιλαμβανομένης της δημοσίευσης βάσει των διατάξεων του ν. 2844/2000 (Α’ 220).