1. Με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος μπορεί να επιβληθούν, χάριν της προστασίας της χρηματοοικονομικής σταθερότητας και της ενίσχυσης της εμπιστοσύνης του κοινού στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, σε πιστωτικό ίδρυμα, τα μέτρα εξυγίανσης των άρθρων 140 έως 142. Τα μέτρα αυτά στοχεύουν στη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής ευστάθειας, την ελαχιστοποίηση του κόστους της εξυγίανσης του πιστωτικού ιδρύματος και την προστασία των καταθετών και επενδυτών, όπως προβλέπουν οι διατάξεις του ν. 3746/2009.
2. Λόγοι λήψης των μέτρων εξυγίανσης κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου είναι ενδεικτικά, πέραν εκείνων που αποτελούν λόγο ορισμού επιτρόπου σύμφωνα με τις περιπτώσεις α), β) και γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 137, και οι ακόλουθοι:
α) η ανάγκη σταθεροποίησης πιστωτικού ιδρύματος ή αποτροπής κινδύνου οικονομικής αστάθειας σε πιστωτικό ίδρυμα χάριν της συστημικής ευστάθειας.
β) η ανάγκη προστασίας της εμπιστοσύνης του κοινού, ιδίως των καταθετών, στη σταθερότητα και την εύρυθμη λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
γ) η πρόληψη δημιουργίας συστημικού κινδύνου ή καταστάσεων αποσταθεροποιητικών του χρηματοπιστωτικού συστήματος, λαμβανομένων υπόψη και των συνθηκών που επικρατούν στην τραπεζική και διατραπεζική αγορά.
3. Η Τράπεζα της Ελλάδος λαμβάνει τα κατάλληλα κατά την κρίση της μέτρα για την εξυγίανση πιστωτικού ιδρύματος, εκτιμώντας τα ακόλουθα:
α) Τη διαφαινόμενη αδυναμία του πιστωτικού ιδρύματος να ανακάμψει.
β) Την αδυναμία λήψης εναλλακτικών μέτρων ισοδύναμου αποτελέσματος εντός κατάλληλου χρόνου για την αποτροπή κατάρρευσης του πιστωτικού ιδρύματος.
γ) Τις εκτιμώμενες συνέπειες της αδυναμίας πληρωμών πιστωτικού ιδρύματος για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, λαμβανομένων υπόψη ιδίως:
αα) του ύψους των καταθέσεων στο πιστωτικό ίδρυμα και των απαιτήσεων επενδυτών κατ` αυτού,
ββ) του είδους και εύρους των υποχρεώσεων του πιστωτικού ιδρύματος έναντι άλλων πιστωτικών ιδρυμάτων, επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, οργανισμών συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες και ασφαλιστικών επιχειρήσεων, και
γγ) των συμμετοχών του πιστωτικού ιδρύματος στο μετοχικό κεφάλαιο εταιρειών που ανήκουν στις αναφερόμενες στην υποπερίπτωση ββ) της παρούσας περίπτωσης κατηγορίες, όπως και των συμμετοχών τέτοιων εταιριών στο μετοχικό κεφάλαιο του πιστωτικού ιδρύματος.
δ) την ανάγκη να επωμιστούν τις τυχόν απώλειες από την εξυγίανση ενός πιστωτικού ιδρύματος οι μέτοχοι, οι μη ενέγγυοι πιστωτές και με την επιφύλαξη της ανάγκης προστασίας της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας οι καταθέτες που δεν καλύπτονται από τις διατάξεις του ν. 3746/2009.
4. Με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων, η λήψη των μέτρων εξυγίανσης δεν λογίζεται ως διαδικασία αφερεγγυότητας του υπό εξυγίανση πιστωτικού ιδρύματος που θα δικαιούνταν να επικαλεσθούν πιστωτές του. Τυχόν συμβατικές ρήτρες που ενεργοποιούνται σε περίπτωση πτώχευσης ή αφερεγγυότητας ή επέλευσης άλλου γεγονότος που χαρακτηρίζεται ως «πιστωτικό γεγονός» ή ισοδύναμο της αφερεγγυότητας δεν ενεργοποιούνται από το γεγονός της λήψης μέτρων εξυγίανσης.
5. Ειδικότερα θέματα και τεχνικές λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 139 έως 144 του παρόντος νόμου ρυθμίζονται με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδος.
6. Η Τράπεζα της Ελλάδος, όταν αποφασίζει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής ενός μέτρου εξυγίανσης σε πιστωτικό ίδρυμα, γνωστοποιεί την απόφασή της στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Η Τράπεζα της Ελλάδος παρέχει στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση του πιστωτικού ιδρύματος, όπως και κάθε άλλη πληροφορία που χρειάζεται το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για να προετοιμάσει τη χρήση των κεφαλαίων του στη λήψη μέτρων εξυγίανσης ή την ανακεφαλαιοποίηση αυτού του πιστωτικού ιδρύματος. Η Τράπεζα της Ελλάδος και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας συνάπτουν μνημόνιο συνεργασίας που θα προβλέπει τις πληροφορίες που πρέπει να ανταλλάσσουν και άλλες λεπτομέρειες της συνεργασίας τους σε σχέση με τα πιστωτικά ιδρύματα, στα οποία εφαρμόζεται το παρόν.