1. Όταν ένα ίδρυμα αδυνατεί να εκπληρώσει τη συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας, καταρτίζει σχέδιο διατήρησης κεφαλαίου και το υποβάλει στην Τράπεζα της Ελλάδος ή την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία που διαπίστωσε ότι δεν πληροί την ανωτέρω απαίτηση.
Η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται να εγκρίνει κατά περίπτωση μεγαλύτερη προθεσμία που δεν μπορεί να υπερβαίνει τις δέκα (10) ημέρες λαμβάνοντας υπόψη το εύρος και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του εκάστοτε ιδρύματος.
2. Το σχέδιο διατήρησης κεφαλαίου περιλαμβάνει τουλάχιστον τις εξής πληροφορίες:
α) εκτιμήσεις των εσόδων και των εξόδων και εκτιμώμενο ισολογισμό,
β) μέτρα για την αύξηση των δεικτών κεφαλαίων του ιδρύματος,
γ) σχέδιο και χρονοδιάγραμμα για την αύξηση των ιδίων κεφαλαίων με στόχο την πλήρη συμμόρφωση με τη συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας,
δ) οποιαδήποτε άλλη πληροφορία την οποία η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κρίνει απαραίτητη για να προβεί στην εκτίμηση βάσει της επόμενης παραγράφου.
3. Η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αξιολογεί το σχέδιο διατήρησης κεφαλαίου και το εγκρίνει μόνο αν θεωρεί ότι η εφαρμογή του είναι πιθανό να επιτύχει τη διατήρηση ή αύξηση επαρκών κεφαλαίων ώστε το ίδρυμα να πληροί τη συνολική απαίτηση αποθεμάτων ασφαλείας εντός χρονικής περιόδου που η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θεωρεί κατάλληλη.
4. Αν η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν εγκρίνει το σχέδιο διατήρησης κεφαλαίου σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, επιβάλλει με απόφασή της ένα ή αμφότερα τα ακόλουθα:
α) απαιτεί από το ίδρυμα να αυξήσει τα ίδια κεφάλαιά του σε συγκεκριμένα επίπεδα εντός ορισμένης προθεσμίας,
β) ασκεί την προβλεπόμενη στο άρθρο 94 του παρόντος νόμου εξουσία επιβάλλοντας αυστηρότερους περιορισμούς στη διανομή σε σχέση με εκείνους που απαιτούνται βάσει του άρθρου 131 του παρόντος νόμου.