1. Τα ιδρύματα τηρούν «ειδικό αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας κάθε ιδρύματος» ίσο με το γινόμενο του συνολικού ποσού των ανοιγμάτων τους σε κίνδυνο το οποίο υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 92 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 επί τον σταθμισμένο μέσο όρο των ποσοστών αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας σύμφωνα με το άρθρο 130 του παρόντος νόμου σε ατομική και ενοποιημένη βάση, κατά τα προβλεπόμενα στο πρώτο Μέρος του Τίτλου II του ανωτέρω Κανονισμού.
2. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, είναι δυνατή η εξαίρεση μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων επενδύσεων από τις απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου, εφόσον η εξαίρεση αυτή δεν απειλεί τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος του εν λόγω κράτους μέλους.
Η απόφαση σχετικά με την εφαρμογή της εξαίρεσης αυτής είναι πλήρως αιτιολογημένη, εξηγεί για ποιους λόγους η εξαίρεση δεν απειλεί τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος του κράτους μέλους και περιέχει τον ακριβή ορισμό των μικρών και μεσαίων επενδυτικών εταιρειών οι οποίες εξαιρούνται.
Εφόσον εφαρμόζεται η εξαίρεση ενημερώνονται σχετικά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ΕΣΣΚ, η ΕΑΤ και οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών.
3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
4. Για τους σκοπούς της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, οι επιχειρήσεις επενδύσεων καταχωρίζονται ως μικρές και μεσαίες σύμφωνα με τη σύσταση 2003/361/ΕΚ.
5. Τα ιδρύματα οφείλουν να πληρούν την απαίτηση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου χρησιμοποιώντας κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1, το οποίο θα είναι επιπρόσθετο του κεφαλαίου κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 που τηρείται για τους σκοπούς: α) της απαίτησης ιδίων κεφαλαίων του άρθρου 92 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, β) της απαίτησης τήρησης αποθέματος ασφαλείας διατήρησης κεφαλαίου του άρθρου 122 του παρόντος νόμου, και γ) οποιασδήποτε απαίτησης βάσει του άρθρου 96 του παρόντος νόμου.
6. Αν κάποιο ίδρυμα δεν τηρεί πλήρως την απαίτηση της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, επιβάλλονται σε αυτό οι περιορισμοί της διανομής κερδών που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου 131 του παρόντος νόμου.