1. Όταν η μητρική επιχείρηση είναι μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο σε ένα κράτος μέλος ή μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην ΕΕ, η εποπτεία σε ενοποιημένη βάση ασκείται από την αρμόδια αρχή που χορήγησε στο εν λόγω ίδρυμα την άδεια λειτουργίας.
2. Όταν η μητρική επιχείρηση ενός ιδρύματος είναι μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε ένα κράτος μέλος ή μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ ή μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ, η εποπτεία σε ενοποιημένη βάση ασκείται από την αρμόδια αρχή που χορήγησε στο εν λόγω ίδρυμα την άδεια λειτουργίας.
3. α) Στην περίπτωση κατά την οποία ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη περιλαμβανομένης της Ελλάδας έχουν ως μητρική επιχείρηση την ίδια μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών, την ίδια μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος μέλος, την ίδια μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ ή την ίδια μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ, η εποπτεία σε ενοποιημένη βάση ασκείται από την αρμόδια αρχή του ιδρύματος που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στο κράτος μέλος στο οποίο συστάθηκε η χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών.
β) Όταν πρόκειται για μητρικές επιχειρήσεις ιδρυμάτων τα οποία έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη περιλαμβανομένης της Ελλάδας και εφόσον οι εν λόγω μητρικές επιχειρήσεις περιλαμβάνουν περισσότερες της μιας χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών ή μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών με κεντρικά γραφεία σε διαφορετικά κράτη μέλη και εφόσον υπάρχει πιστωτικό ίδρυμα σε καθένα από τα εν λόγω κράτη μέλη, η εποπτεία σε ενοποιημένη βάση ασκείται από την αρμόδια αρχή του πιστωτικού ιδρύματος με το μεγαλύτερο σύνολο ισολογισμού.
4. Όταν πρόκειται για περισσότερα ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση περιλαμβανομένης της Ελλάδας και έχουν ως μητρική επιχείρηση την ίδια χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών και όταν κανένα από τα εν λόγω ιδρύματα δεν έχει άδεια λειτουργίας στο κράτος μέλος στο οποίο έχει την καταστατική της έδρα η χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών, η εποπτεία σε ενοποιημένη βάση ασκείται από την αρμόδια αρχή που χορήγησε την άδεια λειτουργίας στο ίδρυμα με το μεγαλύτερο σύνολο ισολογισμού, το οποίο, για τους σκοπούς του παρόντος νόμου, θεωρείται ως το ίδρυμα το ελεγχόμενο από μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ ή μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ.
5. Εφόσον τα ιδρύματα των ως άνω παραγράφων έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ελλάδα, αρμόδια για την εποπτεία σε ενοποιημένη βάση είναι η Τράπεζα της Ελλάδας ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4 του παρόντος νόμου.
6. Η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς θεσπίζει τις απαιτούμενες ρυθμίσεις για την άσκηση της εποπτείας σε ενοποιημένη βάση και ελέγχει τη συμμόρφωση των υποκείμενων σε αυτήν επιχειρήσεων προς τις υποχρεώσεις που προβλέπονται από τον παρόντα νόμο.
7. Σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δύναται, κοινή συναινέσει με τις υπόλοιπες εμπλεκόμενες αρμόδιες αρχές, να παρεκκλίνει από τα κριτήρια που αναφέρονται στις παραγράφους 3 και 4 εάν η εφαρμογή τους αντενδείκνυται, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδρύματα και τη σχετική σπουδαιότητα των δραστηριοτήτων τους στις διάφορες χώρες, και να αναθέσει σε άλλη αρμόδια αρχή ή να αναλάβει οι ίδια την άσκηση της εποπτείας σε ενοποιημένη βάση. Στις περιπτώσεις αυτές, προτού λάβει τέτοια απόφαση, η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς παρέχει στο μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην ΕΕ, στη μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ, στη μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ ή στο ίδρυμα με το μεγαλύτερο σύνολο ισολογισμού, κατά περίπτωση, τη δυνατότητα να εκφέρει γνώμη σχετικά με την απόφαση αυτή.
8. Η Τράπεζα της Ελλάδος ή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στην ΕΑΤ τις συμφωνίες που υπάγονται στις διατάξεις της παραγράφου 7 του παρόντος άρθρου.